Η ιστορία δεν είναι για να θολώνει!
- Κανείς δεν είδε τον αυτοκράτορα να πεθαίνει μέσα στην Πόλη
- Το Σχίσμα, ο Γεννάδιος και οι «κακοί» Λατίνοι
- Ο Παλαιολόγος διαφύλαξε τον ελληνισμό
- Οι άγνωστοι γενναίοι και…
- … οι «αναγνωρισμένοι» προδότες
- Εικόνες από την Κωνσταντινούπολη του 1452-1453
«Το Παρίσι, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ, η Ζυρίχη, οι γερμανικές και οι ιταλικές πόλεις αφυπνίζονται… {} Καμία δεν φτάνει την αίγλη της Βασιλεύουσας… {} Σκοτεινές, γκρίζες πόλεις, χωρίς το φως της Κωνσταντινούπολης…»! Η πρωτεύουσα των πρωτευουσών. Από την αίγλη και τη δόξα στην παρακμή και την άλωση. «Έπεσε» όμως; Και από ποιους;
Ο Βασίλης Τσιάμης μέσα από τις εκδόσεις «Κέδρος» μάς συστήνεται με ένα αριστουργηματικό μυθιστόρημα για την Βασιλεύουσα: «54 ημέρες, η πολιορκία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης». Ένα καθηλωτικό μυθιστόρημα με αναλλοίωτα όμως όλα τα ιστορικά γεγονότα και τα πρόσωπα, κατόπιν χρόνιας έρευνας σε πηγές και βιβλιογραφία (πάνω από 35) όχι μόνο της ελληνικής ιστορίας, αλλά ακόμα και της σλαβικής. Ίσως το μοναδικό βιβλίο –μέχρι στιγμής- που προσεγγίζει τόσο πολύ τα ακριβή γεγονότα, ανατρέπει πολλά απ΄όσα μάς δίδαξαν (τεχνηέντως ή μη), συγκρούεται και αποκαλύπτει!
Κανείς δεν είδε τον αυτοκράτορα να πεθαίνει μέσα στην Πόλη
Πρώτα-πρώτα δίνει απαντήσεις (και σκιαγραφεί σε μεγάλο βαθμό) για τον ίσως πιο αδικημένο Έλληνα μαχητή και αυτοκράτορα τον Κωνσταντίνο ΙΑ΄Παλαιολόγο-Δραγάση, ο οποίος υπερασπίστηκε την ύπαρξη του ελληνισμού και δεν παρέδωσε τα «κλειδιά» της Πόλης στον Μεχμέτ Β΄ όπως τον πίεζαν ακόμα και πολλοί… Έλληνες που τάχθηκαν εξ αρχής στο πλευρό του Σουλτάνου.
Ο Βασίλης Τσιάμης μέσα από την ενδελεχή έρευνά του αναφέρει στο πρώτο του βιβλίο πως, ουδείς είδε το αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Παλαιολόγο να πεθαίνει μέσα στην Πόλη. Κανείς δεν βρήκε ποτέ το σώμα του. Έτη επί ετών οι μαρτυρίες ήταν αντικρουόμενες: Άλλοι είπαν ότι μεταμφιέστηκε και έφυγε με γαϊδούρι. Άλλος ότι φώναζε στη μάχη «δεν υπάρχει ένας Χριστιανός να μου πάρει το κεφάλι;», άλλος ότι έφυγε με γαλέρα. Ένας καφετζής είχε σκαρφιστεί μάλιστα ένα σημείο στο οποίο είχε –δήθεν- ταφεί και του άναβε το καντήλι, προσελκύοντας κόσμο και βγάζοντας φυσικά λεφτά. Έχει καταγραφεί μαρτυρία ακόμη ότι τον είδε νεκρό, Δούκας που… δεν ήταν καν μέσα στην Πόλη. Δεν πολεμούσε στα τείχη. Σε αυτά που η Δύση θεωρούσε άτρωτα, αλλά φευ…
Η αλήθεια είναι- όπως την περιγράφει ανάγλυφα μέσα από το βιβλίο του ο Βασίλης Τσιάμης- ότι ο Παλαιολόγος πολέμησε μέχρι τέλους και καταπατήθηκε όταν οι ορδές των Γενίτσαρων και των Οθωμανών- στην τελευταία τους μαζική εισβολή μετά από 53 μέρες αποτυχημένης πολιορκίας- εισέβαλαν στην Βασιλεύουσα και την βεβήλωσαν, την κατακρεούργησαν, δολοφόνησαν, κατέστρεψαν, βίασαν…
Ακόμα και το κεφάλι που περιέφερε ο Μεχμέτ Β΄ στην Οθωμανική αυτοκρατορία, δεν ήταν του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου- Δραγάση, αλλά προφανώς κάποιου γενναίου Έλληνα ή Λατίνου που πολέμησε στα τείχη. Λατίνου… Όχι ορθόδοξου. Λατίνου.
Το Σχίσμα, ο Γεννάδιος και οι «κακοί» Λατίνοι
Αυτό είναι ένα δεύτερο σημείο (το πρώτο θα το αναφέρουμε πιο κάτω) που ο Βασίλης Τσιάμης στο «54 μέρες, η πολιορκία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης» θέλει να αναδείξει: Η Βασιλεύουσα τότε ήταν εκ των έσω χωρισμένη στα δύο. Το Σχίσμα υπήρχε και το καλλιεργούσε με κάθε τρόπο η εκκλησία, προεξέχοντος του Γεννάδιου, υπέρμαχου της Άλωσης. Ο Γεννάδιος όπως όλοι οι ανθενωτικοί (κατά της Ένωσης με τους καθολικούς και τον Πάπα) πίστευαν πως ο Σουλτάνος θα επιτρέψει τον χριστιανισμό μετά την Άλωση και υπό τη σκέπη του θα ζούσαν καλύτερα. Δεν ήθελαν τη Δύση (καθολικοί) και τον Πάπα, γιατί στις Σταυροφορίες είχαν πολεμήσει τους Ορθόδοξους και μάλιστα ανέφεραν ως πρώτη (και γι αυτούς μοναδική) Άλωση της Κωνσταντινούπολης αυτή του 1204. Από τους Σταυροφόρους, η οποία μάλιστα είχε γίνει δια θαλάσσης.
Στα (γεμάτο ρωγμές) τείχη της Πόλης όμως, αλλά και στα καράβια στον Κεράτιο, για 54 μέρες πολέμησαν γενναία μέχρι θανάτου Έλληνες και Λατίνοι. Οι Δυτικοί. Οι «κακοί» για την εκκλησία. Καταλανοί, Γενουάτες, Βενετσιάνοι, λίγοι Γερμανοί της φρουράς του Παλαιολόγου. Κανείς Ορθόδοξος. Περίπου 1500 Σέρβοι μάλιστα πολέμησαν γενναία στο πλευρό των Οθωμανών, οι Ρώσοι «μουλάρωσαν» λόγω του σχίσματος και περίμεναν να «πέσει» η Πόλη για να γίνει η Μόσχα η 3η Ρώμη, όπως και οι καλύτεροι (τότε) στην κατασκευή κανονιών Ούγγροι συνεργάστηκαν με τον Μεχμέτ Β΄. Οι μόνοι –παρεμπιπτόντως που είχαν κερδίσει τον στρατό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Η εκκλησία κοιτούσε να διασώσει τον χριστιανισμό. Ο Παλαιολόγος μαζί με τους ούτε 4.983 στρατιώτες στα τείχη (120.000 ήταν οι Τούρκοι) κοιτούσε μέχρι τέλους να διασώσει τον ελληνισμό.
Ο Παλαιολόγος διαφύλαξε τον ελληνισμό
Αυτό είναι το κυρίαρχο που επιδιώκει ο Βασίλης Τσιάμης μέσα από το βιβλίο του να καταδείξει για να διορθωθεί ίσως ένα ιστορικό λάθος, γιατί η ιστορία δεν είναι για να θολώνει. Να ωραιοποιείται είτε να στρογγυλοποιείται, ώστε να μην προκαλέσει τη μία ή την άλλη πλευρά. Καταδεικνύει την ηγετική μορφή του Κωνσταντίνου ΙΑ΄Παλαιολόγου-Δραγάση, ο οποίος όχι απλά αρνήθηκε κόντρα σε δολοπλοκίες, προδοσίες, πιέσεις, να παραδώσει την Πόλη, αλλά πολέμησε ο ίδιος στην πρώτη γραμμή εμψυχώνοντας τους καταπονημένους του στρατιώτες, ακόμα και όταν καταρρακώθηκαν ψυχολογικά ακούγοντας από τους Γενίτσαρους «η Πόλις Εάλω». Βιάστηκαν να το βροντοφωνάξουν, μόνο που η Πόλη όχι απλά κρατούσε ακόμη, αλλά οι λιγοστοί γενναίοι τους είχαν πάρει παραμάζωμα. Όταν το άκουσαν όμως, πίστεψαν πως η Πόλη είχε πλημμυρίσει με Οθωμανούς και ότι τελείωσαν όλα.
Οι άγνωστοι γενναίοι και…
Δίπλα στον Παλαιολόγο, ο οποίος έζησε και με την προφητεία ότι «Κωνσταντίνος, με μητέρα Ελένη θα χάσει την Πόλη» αναδεικνύονται μέσα από το βιβλίο οι χαμένες στην ιστορία μορφές του Ραγκαβέ και του πρωτοστράτορα Ιουστινιάνη, που αν δεν ήταν αυτοί η Κωνσταντινούπολη θα είχε πέσει σε μια μέρα. Των αδερφών Μποκιάρντι , του Δον Φρανθίσκο Ντε Τολέδο που παράτησε μια πολυτελέστατη ζωή και τις ερωμένες του για να πεθάνει με περηφάνια μέσα στην Κωνσταντινούπολη και στο πλευρό του Αυτοκράτορα, που πέθανε κι αυτός σαν απλός στρατιώτης. Του Ιωάννη Δαλμάτη, του Γερμανού μηχανικού Γκραντ μετρ των στοών, του πολύπειρου Καρίστο του καλύτερου τοξότη στον κόσμο, του ναύαρχου Φλαντανελλά, του Τζιάκομο Κόμο, του Γκαμπριέλε Τρεβιζάνο και φυσικά του Θεόφιλου Παλαιολόγου.
Τόσοι γενναίοι άντρες για τους οποίους κανείς δεν μιλά, κανείς δεν γνωρίζει. Όλοι, για παράδειγμα, μιλούν για τους 300 του Λεωνίδα, για τον Αχιλλέα, αλλά ουδείς για του λίγους ηρωικούς του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου-Δραγάση.
… οι «αναγνωρισμένοι» προδότες
Αντίθετα, έχουν αναγνωριστεί, όπως μας μεταφέρει μέσα από το βιβλίο του ο Βασίλης Τσιάμης, άνθρωποι όπως ο άρχοντας Λουκάς Νοταράς, τον οποίο η «ιστορία» περιγράφει ως φίλο του Παλαιολόγου, αλλά η αλήθεια είναι πως όχι μόνο τον είχε απέναντί του, αλλά έφτασε στο σημείο να μην δίνει τα κανόνια και τους στρατιώτες του. Ο Νοταράς- για τον οποίο οι Δυτικοί (οι Λατίνοι) ήταν οι κακοί (καθολικοί γαρ), αλλά φρόντισε να στείλει την κόρη του Άννα στην Ιταλία και να τη σώσει- πίστευε ότι ο Μεχμέτ Β΄ θα προστάτευε όσους ήταν υπέρ της παράδοσης της Πόλης στον Σουλτάνο, θα διατηρούσε τα προνόμια και τα πλούτη του φυσικά και θα ζούσαν οι όμοιοί του πολύ καλύτερα υπό οθωμανική κατοχή.
Αφού έκανε το τραπέζι στον Μεχμέτ μετά την Άλωση, δεν κατάλαβε για πότε βρέθηκε δεμένος χειροπόδαρα στον Ιππόδρομο, εκεί που κρατούσαν τους αιχμαλώτους. Ο Μεχμέτ γύρισε και του είπε: «Έχεις τόσα λεφτά που μπορούσες να φέρεις στρατό (μισθοφόρους, μόλις 10.000 ακόμα) και να βοηθήσεις τον Αυτοκράτορα να σώσει την Κωνσταντινούπολη, γιατί δεν το έκανες;». Αυτή η κουβέντα δεν είναι προϊόν μυθοπλασίας, αλλά έχει περάσει στην ιστορία, όπως άλλωστε και η μοναδική εκκλησιαστική λειτουργία μεταξύ Ορθόδοξων και Καθολικών (αγκαλιά) στην Αγιά Σοφιά, μία μέρα πριν «πέσει» η Πόλη.
Εικόνες από την Κωνσταντινούπολη του 1452-1453
Ο Βασίλης Τσιάμης στην πρώτη του συγγραφική προσπάθεια, η οποία έρχεται από έναν εκδοτικό που φέρει βαριές υπογραφές, τον Κέδρο, δίνει στον αναγνώστη μέσω του ιστορικού μυθιστορήματος «54 μέρες η πολιορκία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης», εικόνες, μυρωδιές και ήχους από την Πόλη του 1452-1453. Τους άρχοντες και τους ρακένδυτους στα σοκάκια της Πόλης, τις ερωτικές περιπτύξεις στα λουτρά, τις προδοσίες και τις δολοπλοκίες, τους μύθους και τις προφητείες, την μισαλλοδοξία και την περηφάνια…
Δίχως την παραμικρή πρόθεση υπερβολής, πολλώ δε μάλλον σύγκρισης- θα ήταν ιεροσυλία άλλωστε, κατά τον υπογράφοντα πλησιάζει το μυθιστορηματικό-ιστορικό επίπεδο του Καλπούζου. Καλοτάξιδο και… στο επόμενο!