Η Ρωσία χρωστάει στις Δυτικές τράπεζες 121 δισεκ. δολάρια: Δεν θα τα πάρουν
Η Goldman Sachs είναι η πρώτη μεγάλη δυτική τράπεζα που έφυγε από τη Ρωσία, μετά την εισβολή στην Ουκρανία και είναι πιθανό ως σίγουρο, την συγκεκριμένη κίνηση να ακολουθήσουν κι άλλες, με κόστος δεκάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Ο κολοσσός της Wall Street δήλωσε την Πέμπτη (10/3) ότι «κλείνει κάθε δραστηριότητα στη Ρωσία» και αυτή η αποχώρηση σηματοδοτεί τον αγώνα (και) των δυτικών τραπεζών απέναντι στην εντολή του Πούτιν να εισβάλει στην Ουκρανία, προκαλώντας παγκόσμιες. Κυρώσεις που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της κεντρικής τράπεζας και των κορυφαίων εμπορικών δανειστών VTB και Sberbank.
Ακόμα ένα «χτύπημα» των δυτικών επιχειρήσεων σε σχεδόν κάθε έναν τομέα της ρωσικής οικονομίας, τη στιγμή όμως που οι οίκοι αξιολόγησης προειδοποιούν ότι επίκειται… αθέτηση του ρωσικού χρέους. Ο Πούτιν βέβαια είπε ότι η αποπληρωμή θα γίνεται σε… ρούβλια.
Όπως διαβάζουμε στο CNN, οι διεθνείς τράπεζες έχουν λαμβάνειν περισσότερα από 121 δισεκατομμύρια δολάρια από τη Ρωσία, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών, η οποία (και αυτή) ανέστειλε τη συμμετοχή της Ρωσίας την Πέμπτη (10/3).
Οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν συνολικές απαιτήσεις άνω των 84 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με τη Γαλλία, την Ιταλία και την Αυστρία να είναι οι πιο εκτεθειμένες, ενώ οι τράπεζες των ΗΠΑ φτάνουν τα 14,7 δισεκατομμύρια δολάρια που περιμένουν από τη Ρωσία.
Η Goldman Sachs ( GS ) αποκάλυψε νωρίτερα ότι είχε πιστωτική έκθεση 650 εκατομμυρίων δολαρίων στη Ρωσία τον Δεκέμβριο του 2021. Άλλες τράπεζες, που έχουν περισσότερα να χάσουν, θα μπορούσαν σύντομα να ακολουθήσουν την Goldman Sachs και να τεθούν εκτός Ρωσίας.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ δήλωσε την Πέμπτη (10/3) ότι η οικονομική κατάσταση στη Ρωσία είναι «άνευ προηγουμένου» και κατηγόρησε τη Δύση για έναν «οικονομικό πόλεμο». Η Μόσχα έχει δεσμευτεί να ανταποκριθεί για τις κυρώσεις ωστόσο ορισμένες τράπεζες έχουν προτείνει, τα περιουσιακά τους στοιχεία, θα μπορούσαν να κατασχεθούν ή να εθνικοποιηθούν από το Κρεμλίνο.
Η γαλλική τράπεζα Societe Generale (SCGLF) δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι «συμβαδίζει αυστηρά με όλους τους ισχύοντες νόμους και κανονισμούς και εφαρμόζει επιμελώς τα απαραίτητα μέτρα για την αυστηρή επιβολή των διεθνών κυρώσεων», στη Ρωσία. Η γαλλική τράπεζα είπε ότι είχε οικονομική έκθεση σχεδόν 21 δισεκατομμυρίων δολαρίων στη Ρωσία, στο τέλος του περασμένου έτους. Η επίσης γαλλική BNP Paribas (BNPQF) δήλωσε την Τετάρτη (9/3) ότι η έκθεσή της τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ουκρανία ανέρχεται συνολικά σε 3 δισεκατομμύρια ευρώ (3,3 δισεκατομμύρια δολάρια).
Η ιταλική UniCredit (UNCFF), η οποία δραστηριοποιείται στη Ρωσία από το 1989, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι το ρωσικό της σκέλος ήταν «πολύ ρευστό και αυτοχρηματοδοτούμενο» και ότι το franchise αντιπροσωπεύει μόλις το 3% των εσόδων της τράπεζας. Την Τρίτη (8/3), είπε ότι η έκθεσή της στη Ρωσία ανέρχεται σε περίπου 7,4 δισεκατομμύρια ευρώ (8,1 δισεκατομμύρια δολάρια).
Η Credit Suisse (CS) δήλωσε την Πέμπτη ότι έχει έκθεση στη Ρωσία ύψους 1 δισεκατομμυρίου ελβετικών φράγκων (1,1 δισεκατομμύρια δολάρια), ενώ η γερμανική Deutsche Bank (DB) δήλωσε την Τετάρτη ότι έχει «περιορισμένη» έκθεση στη Ρωσία, με ακαθάριστο δανειακό άνοιγμα 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ (1,5 δισεκατομμύρια δολάρια). Ο γερμανικός δανειστής είπε ότι έχει μειώσει σημαντικά την έκθεσή του στη Ρωσία από το 2014, με περαιτέρω μέτρα που ελήφθησαν τις τελευταίες δύο εβδομάδες.
Οι τράπεζες των ΗΠΑ θα μπορούσαν επίσης να αισθανθούν τρωτές απέναντι στο ρωσικό χρέος. Η Citigroup (C) αποκάλυψε την περασμένη εβδομάδα ότι είχε περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε συνολική έκθεση στη Ρωσία, με τον Μαρκ Μέισον, τον οικονομικό διευθυντή της τράπεζας, να λέει πως η τράπεζα θα μπορούσε να χάσει περίπου το ήμισυ της έκθεσής της. Η Citi δήλωσε την Τετάρτη ότι θα εμμείνει στο σχέδιό της για έξοδο από τις καταναλωτικές τραπεζικές δραστηριότητες, αλλά μπορεί να είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί αγοραστής, δεδομένου του πολιτικού και οικονομικού κλίματος.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αντιμετώπισε τον κίνδυνο λέγοντας ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρώπης έχει αρκετή ρευστότητα: «Η Ρωσία είναι σημαντική όσον αφορά τις αγορές ενέργειας, όσον αφορά τις τιμές των εμπορευμάτων, αλλά όσον αφορά την έκθεση του χρηματοπιστωτικού τομέα, του ευρωπαϊκού χρηματοπιστωτικού τομέα, η Ρωσία δεν είναι πολύ σχετική» είπε ο Luis de Guindos, αντιπρόεδρος της κεντρικής τράπεζας: «Οι πιέσεις και οι εντάσεις που έχουμε δει δεν είναι καθόλου συγκρίσιμες με αυτό που συνέβη στην αρχή της πανδημίας», πρόσθεσε.