ELVIS: Από 23 Ιουνίου στους κινηματογράφους
Ίσως μόνο ο εικαστικός δημιουργός Μπαζ Λούρμαν (Moulin Rouge) θα μπορούσε να αποδώσει την εξωπραγματική, πληθωρική και καταιγιστική διαδρομή του Elvis.
Το σίγουρο είναι ότι ξέρει να επιστρατεύει τους κατάλληλους συνεργάτες για το μεγαλεπήβολο και φιλόδοξο όραμα του και αυτή τη φορά μεταμορφώνει τον Όστιν Μπάτλερ (Κάποτε στο Χόλλυγουντ) στην ασύλληπτη μορφή του Elvis Presley.
Δίπλα του, ο δύο φορές βραβευμένος με Όσκαρ Τομ Χανκς (Ένας Υπέροχος Γείτονας) ενσαρκώνει αριστοτεχνικά τον διφορούμενο μάνατζερ του, τον Συνταγματάρχη Τομ Πάρκερ, ενώ η Ολίβια ΝτεΤζόνζι (Η Επίσκεψη) αναλαμβάνει την εμβληματική αγάπη της ζωή του Elvis, την Priscilla.
Πίσω από την κάμερα η τέσσερις φορές βραβευμένη με Όσκαρ Κάθριν Μάρτιν (Moulin Rouge) επιμελείται τον σχεδιασμό παραγωγής και τα κοστούμια σε απόλυτο συντονισμό με την εκρηκτική φύση του Μπαζ Λούρμαν και την πυρετώδη πορεία του Elvis.
Ένα πλούσιο μουσικό έπος, μία καθηλωτική αναπαράσταση διαφορετικών εποχών, ένα συγκινητικό μουσικό ταξίδι με ανατριχιαστικά σημαντικούς σταθμούς, ένας εντυπωσιακός φόρος τιμής στον άνθρωπο - ορόσημο που άλλαξε τους όρους του θεάματος στην παγκόσμια ποπ κουλτούρα.
Σύνοψη
Η ιστορία του Elvis (Όστιν Μπάτλερ) μέσα από το πρίσμα της πολύπλοκης σχέσης του με τον αινιγματικό μάνατζερ του, «Συνταγματάρχη» Τομ Πάρκερ (Τομ Χανκς). Ειπωμένη από την οπτική του Πάρκερ, η ταινία βυθίζεται στη σύνθετη δυναμική ανάμεσα στους δύο μέσα σε 20 χρόνια με φόντο μια Αμερική που χάνει την αθωότητα της. Κεντρική φιγούρα σε αυτή τη διαδρομή είναι η σύζυγος του Elvis, η Priscilla Presley (Ολίβια ΝτεΤζόνζι).
Ο Elvis και οι άνθρωποι του
Παρόλο που η ταινία φέρει στον τίτλο το όνομα του Elvis, είναι και η ιστορία του «Συνταγματάρχη» Τομ Πάρκερ, τουλάχιστον η οπτική του. «Είναι ο χαρακτήρας που λειτουργεί σαν το όχημα μας, ο αφηγητής μας, αν και όχι φερέγγυος» δηλώνει ο σκηνοθέτης/σεναριογράφος/παραγωγός Μπαζ Λούρμαν . «Ο Συνταγματάρχης Τομ Πάρκερ δεν ήταν Συνταγματάρχης, ούτε Τομ, ούτε Πάρκερ, αλλά παραμένει ένας συναρπαστικός χαρακτήρας. Δούλευε σε τσίρκο και έψαχνε να βρει το τέλειο νούμερο. Ο 19χρονος Elvis είχε ζήσει για χρόνια σε ένα από τα λίγα σπίτια λευκών στον Μισισιπή» συνεχίζει ο δημιουργός. «Εκεί, μαζί με κάτι γείτονες, ρούφηξε τη μουσική κουλτούρα της εποχής. Ο Πάρκερ δεν ήξερε από μουσική, αλλά καθηλώθηκε από την επίδραση που είχε ο Elvis στο νεαρό κοινό. Ήταν για τον Πάρκερ το καλύτερο νούμερο τσίρκου που είχε δει ποτέ».
Για τον ρόλο του Τομ Πάρκερ, ο Λούρμαν απευθύνθηκε στον βραβευμένο με Όσκαρ Τομ Χανκς. «Δεν είχα συνεργαστεί μαζί του, αλλά του είπα την ιστορία και δέχτηκε αμέσως».
Ο Χάνκς λέει για τον Πάρκερ, «Ήταν μία ιδιοφυία και ένας παλιάνθρωπος. Ένας πολύ πειθαρχημένος άνθρωπος, ένας δαιμόνια έξυπνος επιχειρηματίας, ένας απίστευτος τσιγγούνης, αλλά και ένας πρωτοπόρος για τον κόσμο του θεάματος, που άλλαξε μετά την εμφάνιση του Elvis Presley. Ήξερε αυτόματα ότι ο Elvis ήταν ένας μοναδικός καλλιτέχνης, είδε τις δυνατότητες και ήξερε ότι αν δεν κέρδιζε πολλά χρήματα από αυτόν, κάποιος άλλος θα το έκανε».
Τον ομώνυμο ρόλο ανέλαβε ο Όστιν Μπάτλερ. «Ήξερα ότι δεν θα μπορούσα να κάνω αυτή την ταινία αν δεν είχα τους κατάλληλους ηθοποιούς και ψάξαμε ενδελεχώς για έναν ηθοποιό που να μπορεί να αναπαραστήσει τις κινήσεις και τη φωνή του σταρ. Μετά από πολλές δοκιμές στον φακό, μετά από πολλά εργαστήρια μουσικής και ερμηνείας, ήξερα ότι είχα βρει αυτόν που έψαχνα, για να ενσαρκώσει μία από τις εμβληματικές μουσικές μορφές» εξηγεί ο Λούρμαν.
«Αυτό που με συναρπάζει με τα ινδάλματα είναι ότι πάνω από όλα είναι άνθρωποι. Ο Elvis ήταν ο πρώτος το είδους του, με έναν τρόπο, ένα παιδί που ξεκίνησε από το πουθενά και έγινε ο πιο διάσημος άνθρωπος στον πλανήτη. Είναι το αμερικάνικο όνειρο. Έχει επηρεάσει τόσες γενιές σαν να έζησε 100 χρόνια. Είναι απίστευτο ότι έζησε μόνο 42» λέει ο Μπάτλερ.
Για τον ρόλο μίας από τις πιο καταλυτικές παρουσίες στη ζωή του Elvis οι δημιουργοί επέλεξαν τη Ολίβια ΝτεΤζόνζι. «Με τον Elvis και την Priscilla όλα ξεκίνησαν ρομαντικά» εξηγεί ο Λούρμαν. «Την εποχή που γνωρίστηκαν ο Elvis δεν πίστευε ότι μπορεί κάποιος να μην έχει απώτερο σκοπό, οπότε με την Priscilla δημιούργησε ένα κουκούλι. Ήταν εκεί σαν φίλη μέχρι το τέλος, σαν πραγματική φίλη. Έψαχνα κάποια πιο ώριμη από την ηλικία της και η Ολίβια είναι ακριβώς αυτό, είναι πολύ έξυπνη και έχει αυτοκυριαρχία».
Φυσικά, καμία ταινία του Μπαζ Λούρμαν δεν είναι ολοκληρωμένη χωρίς τη μοναδική ακουστική εμπειρία που χαρακτηρίζει το έργο του: μία μείξη από σύγχρονη και παλιά μουσική από διαφορετικούς καλλιτέχνες. Στην ταινία δεν ακούγεται μόνο η φωνή του Μπάτλερ (που ερμηνεύει τις ζωντανές εμφανίσεις του νεαρού Elvis), τα ίδια τα φωνητικά του Elvis στο δεύτερο μέρος της ταινίας, αλλά και σύγχρονοι επιτυχημένοι καλλιτέχνες όπως οι Yola, Shonka Dukureh και Gary Clark, Jr. που υποδύονται τις θρυλικές μορφές της μουσικής των Sister Rosetta Tharpe, Big Mama Thornton και Arthur Crudup. Μία σειρά από διάσημους ερμηνευτές όπως οι Doja Cat, Kacey Musgraves, Jazmine Sullivan, Jack White, Måneskin και πολλοί ακόμα ακούγονται στο soundtrack.
Οι χαρακτήρες και οι ηθοποιοί
Ήταν Χριστούγεννα στο Λος Άντζελες όταν ο Όστιν Μπάτλερ βρέθηκε να τραγουδάει το Blue Christmas του Elvis. «Ένας φίλος μου που με άκουγε μού είπε ότι πρέπει να υποδυθώ τον Elvis σε κάποια φάση» θυμάται ο πρωταγωνιστής. Δύο μέρες μετά, ο ατζέντης του Μπάτλερ του είπε ότι ο Μπαζ Λούρμαν θέλει να κάνει μία ταινία για το απόλυτο ίνδαλμα. «Ήταν σημάδι και ένιωσα ότι πρέπει να αφήσω τα πάντα για τον ρόλο αυτό. Έπαθα εμμονή, άρχιζα να διαβάζω τα πάντα για τη ζωή του. Άκουγα μόνο τη δική του μουσική. Πριν την οντισιόν έστειλα στον Μπαζ ένα βίντεο που έπαιζα πιάνο και τραγουδούσα το Unchained Melody».
Στην οντισιόν, ο ηθοποιός είχε προετοιμάσει τρία τραγούδια για να τα ερμηνεύσει μπροστά στον σκηνοθέτη, όμως ο Λούρμαν του ζήτησε να τραγουδήσει άλλα τραγούδια. «Νόμιζα ότι τα πήγα χάλια. Τώρα που τον ξέρω καλύτερα, ίσως ήθελε να με δει υπό πίεση, αλλά τότε νόμιζα ότι απέτυχα στην οντισιόν» λέει ο Μπάτλερ. Όταν τελικά πήρε τον ρόλο, «ένιωσα το βάρος του. Κάθε μέρα είχα αγωνία γιατί ήθελα να δικαιώσω τον ίδιο και την οικογένεια του, τη ζωή του. Ήταν σαν να φορούσα τα ρούχα του πατέρα μου, σαν να φοράς μεγάλα παπούτσια δύσκολα να τα περπατήσεις»
Ο Λούρμαν λέει, «Ο Όστιν έκανε μία απίστευτη διαδρομή για να υποδυθεί τον ρόλο, να ανακαλύψει τον άνθρωπο. Όπως η Marilyn Monroe δεν είναι απλώς μία ακόμα σταρ, γιατί ενσαρκώνει μία εποχή, ένα μέρος, ένα σύμβολο, έτσι και ο Elvis τα κατάφερε όλα αυτά σε μία στιγμή. Τη μία ήταν οδηγός φορτηγού, την άλλη έγινε ο πιο διάσημος άντρας στον πλανήτη. Γίνεται διάσημος στον Νότο και σε δύο χρόνια γίνεται ο πιο διάσημος άνθρωπος στον κόσμο. Η διασημότητα του συνέπεσε με την κυριαρχία των εφήβων ως αγοραστική δύναμη και το όχημα του ήταν το ραδιόφωνο και η τηλεόραση. Το επίπεδο της ραγδαίας ανόδου του και του πλούτου του Elvis ήταν πρωτοφανές. Όπως είπε ο ίδιος αργότερα, είναι δύσκολο να στέκεσαι στο ύψος αυτής της εικόνας».
Για να αποδώσει τις κινήσεις του Elvis, ο Μπάτλερ συνεργάστηκε με ειδική εκπαιδεύτρια για να μιμηθεί αλλά και να κατανοήσει γιατί κινούνταν όπως κινούνταν. Η ομιλία και το τραγούδι ήταν καταλυτικά στον ρόλο και ο ηθοποιός δούλεψε με μία ομάδα δασκάλων φωνητικής γιατί η φωνή και η διάλεκτος ήταν πολύ απαιτητικά στοιχεία. Η φωνή του Elvis μάλιστα άλλαξε μέσα στα χρόνια.
Ο Λούρμαν επισημαίνει, «Είχαμε μία μεγάλη τεχνική δυσκολία: σχεδόν όλες οι πρώτες ηχογραφήσεις του Elvis είναι μονοφωνικές, δηλαδή δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τη φωνή από το συγκρότημα. Επίσης, αυτές οι ηχογραφήσεις δεν αιχμαλωτίζουν τη σοκαριστική και ωμή εμπειρία του Elvis στη σκηνή. Τότε, ο, Elvis ήταν σαν ένας punk rocker. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε εμείς να δημιουργήσουμε αυτόν τον ήχο. Ο Όστιν μπορούσε να τραγουδήσει σαν τον Elvis εκείνης της εποχής, με έναν τραχύ ήχο rock and roll punk. Ταυτόχρονα, ο Όστιν έπρεπε να αποκαλύψει τον άνθρωπο στην ιδιωτική του ζωή. Δεν μιμήθηκε το ίνδαλμα, ερμήνευσε τον άνθρωπο μέσα από τη μουσική».
Η λύση ήταν να συνδυαστεί η φωνή του Μπάτλερ με τις αυθεντικές ηχογραφήσεις. «Η φωνή που ακούγεται στην εποχή πριν από το ’60 είναι η φωνή του Όστιν, ενώ καμιά φορά γίνεται μείξη τον δύο φωνών. Αλλά για τον μεταγενέστερο Elvis με τις θρυλικές εμφανίσεις ακούγεται η δική του φωνή» εξηγεί ο σκηνοθέτης.
Στην ταινία, το ταξίδι του Elvis ξεκινάει όταν τον ανακαλύπτει ο άνθρωπος που θα τον αναλάβει για πάντα, ο Συνταγματάρχης Τομ Πάρκερ. Ο Λούρμαν μας συστήνει τον Πάρκερ μεγάλο πια και η ιστορία ξετυλίγεται μέσα από τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες με τον καλλιτέχνη. Ο Πάρκερ προειδοποιεί το κοινό ότι μπορεί να φαίνεται ο κακός, αλλά φυσικά δεν διηγείται την ιστορία με αυτόν τον τρόπο
«Όταν ο Elvis συναντά τον Συνταγματάρχη Τομ Πάρκερ, ο τελευταίος έχει μόλις φύγει από το τσίρκο και έχει μπει στον κόσμο της μουσικής σκηνής, γιατί στον Νότο ο ένας κόσμος ήταν στενά συνδεδεμένος με τον άλλον» εξηγεί ο σκηνοθέτης. «Ο Πάρκερ είναι άσος στη βιομηχανία του θεάματος, ξέρει να χειραγωγεί το κοινό».
Η αινιγματική φιγούρα έχει ανελιχθεί με παράξενα νούμερα με φρικιά και πάντα ψάχνει το επόμενο μεγάλο πράγμα. Μαθαίνει από το τοπικό ραδιόφωνο ότι υπάρχει ένας νέος τραγουδιστής και όταν τον βλέπει καταλαβαίνει ότι αυτό το παιδί όχι μόνο συνδυάζει την country με την πρώιμη rhythm and blues και την gospel—αυτό που αργότερα ορίστηκε ως rock n’ roll—, αλλά ότι μπορεί να κάνει ακόμα περισσότερα.
Ο Λούρμαν εξηγεί, «Δεν τον νοιάζει η μουσική, δεν έχει μουσικό αυτί. Βλέπει ότι το παιδί αυτό κάνει το κοινό να παραληρεί. Μαζί μεταμορφώνουν τη χώρα, την ποπ κουλτούρα και τον κόσμο». Μπορεί το όνομα του Πάρκερ να μην ήταν το Τομ, αλλά οι δημιουργοί στράφηκαν στον πιο δημοφιλή Τομ του θεάματος, στον Τομ Χανκς.
«Ο Elvis Presley είναι ακόμα τεράστιο όνομα στον κόσμο όπως ήταν τότε. Πολλά οφείλονται στον Τομ Πάρκερ» λέει ο Τομ Χανκς. «Η ταινία μοιάζει με όπερα, είναι πληθωρική, αλλάζει διαστάσεις και οπτικές. Η γραμμική αφήγηση δεν θα ήταν αρκετή για τον Elvis».
Για τον χαρακτήρα του Πάρκερ ο Τομ Χανκς απευθύνθηκε στη μεγαλύτερη πηγή, την Priscilla Presley. «Περίμενα να ακούσω ιστορίες για τη δυσπιστία που ένιωθε για τον Τομ Πάρκερ. Αλλά, μου είπε ότι ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος και ότι θα ήθελε να ήταν ακόμα εν ζωή. Ότι τους φρόντισε. Ήταν ένα κάθαρμα με τον δικό του τρόπο».
Παρά τη δυαδική φύση της ιστορίας, ο Χανκς λέει, «Δεν έπαιξα όσο θα ήθελα με τον Όστιν, αλλά είχα την τύχη να τον βλέπω να παίζει. Δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Δεν έκανε κλεψιές, ήταν παρών και αφοσιωμένος σε εντυπωσιακό βαθμό. Στις παραστάσεις του Βέγκας, για παράδειγμα, η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη. Έπρεπε να κάνει μία λήψη 30 φορές και ήθελες να τον βλέπεις συνεχώς».
Ο Πάρκερ χρειάστηκε να σαγηνεύσει και τους γονείς του Elvis, τον Βέρνον και την Γκλάντις. Η Τόμσον λέει για τον ρόλο της, «Η Γκλάντις ήταν μία απλή γυναίκα, απόκτησε χρήματα μόνο όταν ο γιος της κέρδισε χρήματα, οπότε η φτώχια ήταν μέρος της ζωής της. Η σχέση της με τον γιο της ήταν πολύ σημαντική. Μάλιστα, ήταν έγκυος σε δίδυμα και το ένα πέθανε στη γέννα, οπότε ψυχολογικά η μητέρα λατρεύει το μωρό που επιβίωσε, ίσως και σε υπερβολικό βαθμό. Ο θάνατος της επηρέασε τον Elvis ανεπανόρθωτα».
Ο Ρίτσαρντ Ρόξμπουργκ, που υποδύεται τον Βέρνον λέει, «Είναι το αντίθετο του γιου του. Είναι εσωστρεφής και πολύπλοκος. Έκανε φυλακή και ντρέπεται πολύ για αυτό. Όταν ο γιος του έγινε διάσημος και πλούσιος, ο Βέρνον ήταν σε σοκ. Ήταν για καιρό πολύ φτωχοί και δεν μπόρεσε να συντονιστεί με την καινούρια ζωή τους».
Ο ηθοποιός πιστεύει ότι η εμφάνιση του Πάρκερ στη ζωή του Elvis ήταν μία ανακούφιση για τον Βέρνον. «Τον αποδέχτηκε στη ζωή του γιου του γιατί ένιωσε ότι ο Πάρκερ ήξερε τη δουλειά του και ότι ήταν ένας ισχυρός άντρας. Ο Πάρκερ του έδωσε τον ρόλο του διευθυντή αλλά το έκανε με δόλο. Δεν είχε τα προσόντα και δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τον Πάρκερ. Οπότε ο Στρατηγός έκανε ό,τι ήθελε με την άδεια της οικογένειας. Ο Βέρνον ήθελε το καλό του γιου του, αλλά δεν καταλάβαινε που το πήγαινε ο Συνταγματάρχης».
Για την εξέλιξη της ταινίας, ο Λούρμαν αναζήτησε άτομα που ήξεραν τον Elvis σε διαφορετικές φάσεις της ζωή του και ειδικά ένα άτομο που τον ήξερε καλύτερα από όλους: την Priscilla Presley. «Όπως δεν θέλαμε κάποιον απλώς να μιμείται τον
Elvis, δεν θέλαμε κάποια να μιμείται την Priscilla» λέει ο Λούρμαν. «Η ίδια η Priscilla ήταν πολύ γενναιόδωρη και τη συνάντησα πολλές φορές. Είναι η ίδια ένας θρύλος. Ήταν πάντα στο επίκεντρο της ιστορίας του Elvis και παρόλο που έκανε τη δική της πορεία, φρόντισε πολύ το όνομα και τη φήμη του Elvis».
«Η Priscilla ήταν ένας πολύ ενδιαφέροντας χαρακτήρας» λέει η ηθοποιός Ολίβια ΝτεΤζόνζι. «Είναι συναρπαστική και το γεγονός ότι ήταν μαζί για καιρό ήταν εντυπωσιακό. Ήθελα να κατεβάσω τις ταμπέλες που βάζουμε σε αυτούς τους ανθρώπους και να βρω τον ανθρώπινο παράγοντα. Για εμένα, η Priscilla ήταν μία γυναίκα που αγάπησε πολύ αυτόν τον άντρα που η δουλειά του τον παίρνει μακριά της συνέχεια. Οπότε πώς ένιωθε τότε; Στην αρχή, προσπάθησε να είναι ό,τι ήθελε ο
Elvis από μία γυναίκα, αλλά μετά βρήκε τον εαυτό της και κατάλαβε ότι η ζωή μαζί του δεν ήταν αυτό που ήθελε. Ποτέ, όμως, δεν σταμάτησε να τον αγαπάει».
«Είναι μία έξυπνη γυναίκα που ερωτεύεται και ξαφνικά γίνεται μέρος της χαοτικής ζωής του Elvis. Είναι συχνά η μόνη φωνή της λογικής» συνεχίζει η ηθοποιός. «Είναι παντρεμένη με τον πιο διάσημο άντρα του κόσμου και η σχέση τους δοκιμάζεται συνεχώς».
Κατά τη διάρκεια της καριέρας του ο Elvis Presley ήρθε σε στενή επαφή με πολλούς καλλιτέχνες που τον επηρέασαν. Ο δημιουργός στράφηκε σε έναν συνδυασμό από μεγάλα μουσικά ονόματα και ανερχόμενους καλλιτέχνες για να αποδώσει αυθεντικά την ατμόσφαιρα της εποχής.
Ο Κέλβιν Χάρισον Τζούνιορ υποδύεται τον B.B. King. Η Σόνκα Ντουκούρε υποδύεται τη Big Mama Thornton, η Yola ενσαρκώνει τη Sister Rosetta Tharpe και ο Άλτον Μέισον παίζει τον Little Richard.
Ο Λούρμαν συνεργάστηκε με τον βραβευμένο μουσικό παραγωγό Ντέιβιντ Κομπ που εδρεύει στο στούντιο του Νάσβιλ, όπου ο Elvis είχε ηχογραφήσει εκατοντάδες τραγούδια. Με τη συμβολή του Κομπ, συγκεντρώθηκε μία ομάδα από κορυφαίους μουσικούς για να ντύσουν την ερμηνεία του Όστιν Μπάτλερ στις πρώτες επιτυχίες του Elvis.
Ο Μπαζ Λούρμαν συνοψίζει το όραμα της ταινίας και την επίδραση που ελπίζει να έχει στο κοινό, «Ελπίζω να νιώσουν τη μουσική, τον έρωτα, τις εμφανίσεις, τη μόδα, τα πάνω και τα κάτω. Ελπίζω οι θεατές να μιλάνε για την ταινία αφού βγουν από την αίθουσα. Κάνω ταινίες για να γιορτάσω και να τιμήσω αυτή τη μοναδική εμπειρία της αίθουσας και ο Elvis θα το καταλάβαινε αυτό και θα το γιόρταζε επίσης».
Παραλειπόμενα
Ο Elvis ήταν φανατικός συλλέκτης αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών. Είχε πάνω από 300 τροχοφόρα στη συλλογή του. Η ομάδα παραγωγής έψαξε πολύ καιρό να βρει αυθεντικά αυτοκίνητα και μηχανές της εποχής. Με το βοήθεια συλλεκτών τελικά χρειάστηκε να αγοράσουν μόνο 15 αυτοκίνητα.
Το διάσημο στούντιο της Beale Street στο Μέμφις, όπου ο νεαρός Elvis έρχεται σε επαφή με πολλούς μαύρους μουσικούς, χρειάστηκε 12 εβδομάδες για να κατασκευαστεί για τις ανάγκες της ταινίας.
Η ενδυματολογική ομάδα είχε την τύχη να συνεργαστεί με τους σχεδιαστές των ρούχων του Elvis για την περίοδο της δεκαετίας του ’70, όταν ο σταρ φορούσε τις απαστράπτουσες ολόσωμες φόρμες του. Τα υφάσματα και τα στολίδια ήταν πιστά στις αυθεντικές στολές που φορούσε στα σόου του.
Για τις ανάγκες της ταινίας, οι χαρακτήρες ντύθηκαν με αυθεντικά κοστούμια αλλά και σύγχρονα κομμάτια από μεγάλους οίκους της Ευρώπης και της Αμερικής. Η πλειοψηφία, όμως, των ενδυμάτων σχεδιάστηκαν ειδικά από την ενδυματολογική ομάδα.
Ο Τομ Χανκς περνούσε ώρες στο μακιγιάζ για να μεταμορφωθεί σε Τομ Πάρκερ στις διαφορετικές ηλικίες και φάσεις της ταινίας. Αντίστοιχα, ο Όστιν Μπάτλερ υποδυόταν τον Elvis από την ηλικία των 17 μέχρι τα 42. Ειδικά, για την εμφάνιση του ως Elvis στα 42, ο ηθοποιός πέρασε 5 ώρες στην καρέκλα του μακιγιάζ. Για τη σκηνή που ο Μπάτλερ ερμηνεύει την τελευταία του παράσταση στο Βέγκας, ο ηθοποιός δηλώνει, «Όταν φόρεσα όλα τα προσθετικά στο σώμα μου και το πρόσωπο μου, ένιωσα όλο το επιπλέον βάρος. Μετά έβαλα τη φόρμα μου και οι πνεύμονες μου δέχτηκαν πίεση, ανέπνεα με το ζόρι και ζεσταινόμουν πολύ. Ένιωσα κλειστοφοβία και μεγάλη λύπη, γιατί είμαι σίγουρος ότι ο ίδιος ο Elvis ένιωθε το ίδιο, ότι με το ζόρι ανέπνεε. Όμως η φωνή του ήταν εκρηκτική».
Την πρώτη μέρα των γυρισμάτων, ο Όστιν Μπάτλερ κλήθηκε να υποδυθεί τον θρύλο σε μία παράσταση του. «Έπρεπε να βγω στη σκηνή ντυμένος με δερμάτινα ρούχα και να γίνω ο Elvis μπροστά σε 300 κομπάρσους. Ήμουν τρομοκρατημένος αλλά και ενθουσιασμένος. Στις πρώτες λήψεις ένιωσα ότι τελικά μπορώ να τον υποδυθώ και ήταν πολύ συγκινητικό».
Για την προετοιμασία της ταινίας, ο πρωταγωνιστής Όστιν Μπάτλερ και ο σκηνοθέτης επισκέφτηκαν το Νάσβιλ και το Μέμφις, όπου ο Elvis κάνει τις πρώτες του ηχογραφήσεις. Βρέθηκαν μάλιστα στο ίδιο στούντιο όπου είχε ηχογραφήσει ο θρύλος της μουσικής.