«Με ΜΑΤ και βία δεν βγαίνουν λεωφορεία»: Το ξεγύμνωμα στην Ομόνοια των οδηγών
Ήταν 9 Σεπτεμβρίου το 1992, όταν ξεκίνησε να «ανάβει» η σπίθα που θα μετατρέπονταν σε φλόγα που θα κατέκαιγε για 18 μήνες, με ασύλληπτα επεισόδια στο κέντρο της Αθήνας. Αρχικά μεταξύ των οδηγών λεωφορείων και εν συνεχεία με τους αστυνομικούς που επέδειξαν μεγάλη βιαιότητα.
Από τις αρχές του 1992, η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη προωθούσε την ιδιωτικοποίηση της ΕΑΣ, της Εταιρείας Αστικών Λεωφορείων. Το σχέδιο προέβλεπε μεταξύ άλλων το κλείσιμο της εταιρείας και την εκκαθάρισή της, την απόλυση περίπου 8.500 υπαλλήλων, ρύθμιση των χρεών και δωρεάν παραχώρηση 1.700 λεωφορείων της ΕΑΣ. Προτεραιότητα στη χορήγηση αδειών είχαν οι οδηγοί που εργάζονταν ήδη στην επιχείρηση. «Οι νοικοκυραίοι», όπως τους είχε χαρακτηρίσει ο τότε υπουργός Σωτήρης Κούβελας.
Όπως διαβάζουμε στη Μηχανή του Χρόνου, μια δεκάδα πρώην εργαζομένων του ΕΑΣ είχαν σπεύσει στο Εφετείο για να πάρουν τα δικαιολογητικά που απαιτούνταν, ώστε να αποκτήσουν άδεια λειτουργίας λεωφορείου στη νέα εταιρεία, τον ΣΕΠ. Πρώην εργαζόμενοι του ΕΑΣ (περίπου 100) και συνάδελφοι τουυς, τούς πλησίασαν το Εφετείο και τους επιτέθηκαν με πρωτοφανή αγριότητα: Τους χτύπησαν, τους έβρισαν, τους έφτυσαν και τελικά τους έγδυσαν, αφήνοντάς τους να τριγυρνούν γυμνοί την πλατεία Ομονοίας και τους γύρω δρόμους.
Κάποιοι λίγοι από τους περαστικούς, καθώς οι περισσότεροι γελούσαν, προσπάθησαν να τους βοηθήσουν. Ταπεινωμένοι και γυμνοί, έτρεχαν να κρυφτούν στα ξενοδοχεία γύρω από την Ομόνοια, όπου εκεί τους έδωσαν σεντόνια για να καλύψουν τη γύμνια τους. Πέντε εξ αυτών διακομίστηκαν στον Ευαγγελισμό. Προσαγωγές έγιναν πολλές ωστόσο αφέθηκαν όλοι ελεύθεροι.
«Ένιωθα πως με σκοτώνουν, πως χανόμουν. Όλα γύρω μου είχαν σκοτεινιάσει, άκουγα μπερδεμένες φωνές και το μόνο που μπορούσα να ξεχωρίσω ήταν πως με έβριζαν. Όταν μέσα σε λίγα λεπτά με είχαν αφήσει χτυπημένο και γυμνό στην πλατεία Ομονοίας, ένιωθα τα βλέμματα του κόσμου πάνω μου και ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί», έλεγε την επόμενη ημέρα στον Τύπο ένας από τους πρώην ΣΕΠίτες.
Η απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη είχε βγάλει στους δρόμους τους εργαζόμενους της ΕΑΣ, που άρχισαν απεργία διαρκείας. Επικεφαλής ήταν ο πρόεδρος των εργαζομένων στα αστικά λεωφορεία Ανδρέας Κολλάς και ο γραμματέας του σωματείου Χρήστος Σταμούλος, εξού και το «Σταμουλοκολλάδες», που χαρακτηρίστηκαν οι απεργοί από την κυβέρνηση.
Στους δρόμους της Αθήνας επικρατούσε καθημερινά χάος. Από τη μία η κίνηση, καθώς τα λεωφορεία ήταν ακινητοποιημένα στα αμαξοστάσια, από την άλλη οι «μάχες» με τα ΜΑΤ που εφορμούσαν για να διώξουν τους απεργούς. Σε κάθε προσπάθεια να κινηθούν επιταγμένα λεωφορεία της ΕΑΣ και ΡΕΟ με φαντάρους στις θέσεις των οδηγών, οι εργαζόμενοι έκαναν τα πάντα για να τα ακινητοποιήσουν, παρά το γεγονός ότι μερικά οχήματα τα συνόδευαν και αστυνομικοί. Είτε στέκονταν μαζικά μπροστά στα οχήματα είτε ξάπλωναν μπροστά στις ρόδες των λεωφορείων.
Η «απάντηση» των ΜΑΤ (όπως πάντα) ήταν ανελέητο ξύλο, άφθονα δακρυγόνα, συλλήψεις, ανθρωποκυνηγητό… Όταν έπιαναν απεργούς τους χτυπούσαν ακόμη και μέσα στις κλούβες, όπως κατήγγειλαν οι συνδικαλιστές. Είναι χαρακτηριστικό, πως για να ξεφύγουν από τα γκλομπ οι εργαζόμενοι κρύβονταν σε καταστήματα, πολυκατοικίες, ακόμη και κάτω από οχήματα. Το σύνθημα που επικρατούσε από τους συνδικαλιστές ήταν «με ΜΑΤ και βία δεν βγαίνουν λεωφορεία» και «στείλτε τα ΜΑΤ να σβήνουν τις φωτιές και όχι να χτυπάνε τους διαδηλωτές».
Ήταν η εποχή που ο πρωθυπουργός είχε πει στους αστυνομικούς την περίφημη φράση: «Εσείς είστε το κράτος», μια φράση που εκλήφθηκε ως σύνθημα για πολύ ξύλο!
Τελικά στις 23 Δεκέμβρη του 1993 και αφού η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχασε στις εκλογές από το ΠΑΣΟΚ, η ΕΑΣ επανακρατικοποιήθηκε και επαναλειτούργησε μετά από 18 μήνες συγκρούσεων, ενώ φυσικά οι ΣΕΠ, στις οποίες συμμετείχαν κυρίως δεξιοί συνδικαλιστές, διαλύθηκαν.
* Οι φωτογραφίες είναι από τη Μηχανή του Χρόνου