Η εν ψυχρώ δολοφονία δικηγόρου μέσα στο δικαστήριο: Ο δράστης μετά τον φόνο πήγε για ρυζόγαλο στην Ηλιούπολη

Newsroom
Η εν ψυχρώ δολοφονία δικηγόρου μέσα στο δικαστήριο: Ο δράστης μετά τον φόνο πήγε για ρυζόγαλο στην Ηλιούπολη
Η δολοφονία δικηγόρου μέσα σε δικαστήριο συγκλόνισε την Αθήνα της δεκαετίας του '60.

Μια δολοφονία σαν σήμερα, στις 4 Οκτωβρίου του 1968 μέσα στα δικαστήρια της Σανταρόζα τάραξε το πανελλήνιο, λόγω της κυνικότητας του δράστη. Σύμφωνα με τη Μηχανή του Χρόνου, ο 83χρονος Κωνσταντίνος Γιατράκος. βγήκε από την αίθουσα του δικαστηρίου για να πιει νερό. Στον διάδρομο συνάντησε τον άνθρωπο που θεωρούσε ότι τον είχε οδηγήσει στο εδώλιο του κατηγορουμένου, τον 66χρονο δικηγόρο Ιωάννη Καρδαρά.

Εκείνη τη στιγμή ο δικηγόρος έχοντας τα χέρια στις τσέπες μιλούσε με έναν συνάδελφό του. Ξαφνικά ακούστηκαν δύο πυροβολισμοί. Ο δικηγόρος έπεσε αιμόφυρτος στο έδαφος και ο συνομιλητής του έχασε την ισορροπία του και έπεσε κι αυτός. Τότε είδε να εμφανίζεται πάνω από τον χτυπημένο άντρα, ο αντίδικός του μεγαλοκτηματίας Γιατράκος. Κρατούσε ένα περίστροφο και ανέκφραστος, πυροβόλησε άλλες δύο φορές τον δικηγόρο. Έπειτα, εντελώς ατάραχος, αποχώρησε από το δικαστήριο, στο οποίο επικρατούσε πανικός.

Ο δράστης ατάραχος πήγε στην Ηλιούπολη, κάθισε σε ένα ζαχαροπλαστείο και παρήγγειλε ένα ρυζόγαλο. Τέσσερις ώρες αργότερα, παραδόθηκε στην αστυνομία λέγοντας: «Εγώ σκότωσα τον δικηγόρο». Στην Ασφάλεια παραδέχθηκε ότι λυπόταν την οικογένεια του θύματος και πως στην ηλικία του, δεν έπρεπε να σκοτώσει άνθρωπο. «Μου έφαγε όλη την περιουσία», είπε και εξήγησε ότι πυροβόλησε επειδή θόλωσε από τον θυμό του, όταν άκουσε τον δικηγόρο να τον κοροϊδεύει.

Όταν ρωτήθηκε γιατί είχε μαζί του περίστροφο, απάντησε ότι δεν πήγαινε πουθενά χωρίς το όπλο του από το 1945, όταν και το απέκτησε. Μάλιστα, αποκάλυψε ότι είχε ράψει μια ειδική τσέπη στα παντελόνια του για να το μεταφέρει πιο εύκολα. Στην απολογία του στον ανακριτή όμως, άλλαξε κατάθεση και δήλωσε ότι πυροβόλησε, επειδή είδε το θύμα να βάζει το χέρι στην τσέπη του και φοβήθηκε ότι θα έβγαζε εκείνος όπλο και θα τον πυροβολούσε. Υποστήριξε ότι τρεις ημέρες πριν από τη δίκη είχε δεχθεί ένα απειλητικό τηλεφώνημα και γι’ αυτό τρόμαξε όταν είδε τον δικηγόρο. Επίσης, είπε ότι αγόρασε το περίστροφο όχι το 1945, αλλά το 1910 όταν βρισκόταν στην Αμερική.

 

Έγκλημα στο δικαστήριο

Η αντιδικία για τα κτήματα

Η αντιδικία του 83χρονου δράστη με τον 63χρονο ξεκίνησε το 1955, όταν το θύμα αγόρασε ένα κτήμα του Γιατράκου στις Κουκουβάουνες. Η υπογραφή των συμβολαίων καθυστέρησε και έπειτα από δύο χρόνια αντιπαραθέσεων, ο Καρδαράς έβγαλε τα κτήματα σε πλειστηριασμό. Ο δράστη θεώρησε ότι ο δικηγόρος είχε καταχραστεί τα κτήματα και του έκανε μήνυση για πλαστογράφηση και τοκογλυφία. Ο Καρδαράς αθωώθηκε και απάντησε μηνύοντας τον δράστη για ψευδορκία και συκοφαντία. Για πολλά χρόνια οι δύο άντρες μπαινόβγαιναν στα δικαστήρια. Ο δράστης τελικά καταδικάστηκε σε 4 χρόνια φυλάκισης, αλλά άσκησε έφεση. Μια μέρα πριν εμφανιστεί στο δικαστήριο κλείστηκε σε ψυχιατρείο με γνωμάτευση ενός ακτινολόγου. Πήρε εξιτήριο λίγες μέρες αργότερα, αλλά είχε καταφέρει να καθυστερήσει και άλλο την εκδίκαση της έφεσης, η οποία ορίστηκε για τις 4 Οκτωβρίου του 1968. Εκείνο το πρωί, στις 10.30, οι δύο άντρες περίμεναν να δικαστεί η υπόθεσή τους. Λίγο αργότερα ακολούθησε το αποτρόπαιο έγκλημα...

Γιατράκος

Ο «σχιζοφρενής» δολοφόνος και το ιστορικό του

Η δίκη για την ανθρωποκτονία ξεκίνησε στις 7 Ιουλίου του 1969, αλλά διακόπηκε μετά από 90 λεπτά, εξαιτίας της αλλοπρόσαλης συμπεριφοράς του κατηγορούμενου. Είχε αφήσει γενειάδα, υποστήριζε ότι ήταν ένας απ’ τους 12 μαθητές του Χριστού, ξάπλωσε στο εδώλιο και έδειχνε να μην αντιλαμβάνεται τι συνέβαινε τριγύρω του. Αποφασίστηκε να συνεχιστεί η δίκη σε 40 μέρες. Μέχρι τότε ο 83χρονος θα βρισκόταν υπό ψυχιατρική παρακολούθηση για να εξακριβωθεί αν είχε «σώας τας φρένας».

Στις 5 Νοεμβρίου, ξεκίνησε η τελική δίκη. Ο κτηματίας πάλι δεν αντιδρούσε, αλλά η ακροαματική διαδικασία συνεχίστηκε. Οι ψυχίατροι κατέθεσαν ότι ο κατηγορούμενος ήταν ψυχικά διαταραγμένος, αλλά δεν έπασχε από ψυχασθένεια. Ήταν πολύ έξυπνος και λειτουργούσε απολύτως φυσιολογικά, όταν πίστευε ότι δεν τον παρακολουθούσε κανείς. Ο εισαγγελέας υποστήριξε ότι προσποιούνταν τον τρελό, ένα κόλπο που είχε εφαρμόσει πολλές φορές στο παρελθόν για να αποφύγει την καταδίκη και τη φυλακή. Οι μάρτυρες περιέγραφαν έναν άνθρωπο «σατράπη», φοβερά οξύθυμο, αλαζόνα και επίμονο. Κατέθεσαν μάλιστα ότι ως μαθητής πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν ενωματάρχη που προσπαθούσε να τον συλλάβει επειδή είχε επιτεθεί σε έναν συγχωριανό του.

Για να αποφύγει τις συνέπειες, μετανάστευσε στην Αμερική, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ελλάδα γιατί μαχαίρωσε και εκεί έναν άντρα. Ως φαντάρος, επιτέθηκε σε ανώτερό του και καταδικάστηκε από το στρατοδικείο. Αργότερα καταδικάστηκε για διάφορες κομπίνες, εγκατέλειψε την σύζυγό του και τον 3χρονο γιο του, ενώ ξυλοκοπούσε τη δεύτερη σύζυγό του. Ακόμα και ο γιος του μίλησε με αρνητικούς χαρακτηρισμούς για τον κατηγορούμενο. Μάλιστα, όταν έμαθε για τη δολοφονία, όχι μόνο δεν εξεπλάγη, αλλά είπε χαρακτηριστικά: «Τρελάθηκε». Ο 83χρονος κτηματίας καταδικάστηκε σε κάθειρξη 18 ετών και δύο μηνών.