Τα Παιδιά της Παλαιότητας / Melentini / Tango with Lions / Λάμδα στην Αισθηματική Αγωγή VOL.2
REW rewind / Της έγραφε, οχυρωμένος στο Νέο Άλαμουτ, άλλοτε, στο Bunker της Φιλίας, ακούγοντας ξανά και ξανά, πηγαίνοντας το τραγούδι πίσω πάλι και πάλι, καπνίζοντας με όλη τη δύναμη που συγκέντρωναν οι στροβοσκοπικοί πνεύμονές του, ενώ στο μυαλό του κάλπαζαν τα αιλουροειδή, κίτρινα και μαύρα, του William Blake (Της Οργής Οι Τίγρεις Από της Μάθησης τ᾽ Άλογα Σοφότερες Είναι), το τραγούδι που έλεγε ότι είναι βουνά τα κορμιά μας, κι είναι η ανάσα μας ο άνεμος, ξεσκισμένα μελοδράματα που γίνονται τώρα οι τρίλεπτες άριες του έρωτα, στο προμεταμοντέρνο τουρλουμπούκι μας, αγάπη μου, αγαπημένη μου, που μαζί Σου αγάπησα τις τρελές τρίλιες των τραίνων, που μαζί Σου λάτρεψα το άνθος καλαγχόη, που μαζί Σου περιπλανήθηκα στους Μέσα Λαβυρίνθους όλων των μεγαλουπόλεων του πλανήτη, που το Ιερό Σμίξιμό μας, αγάπη μου, αγαπημένη μου αγάπη, είναι Τανγκό με τα Λιοντάρια, ναι με τα λιοντάρια που είναι οι Άλλοι Εαυτοί μας, οι πιο μύχιοι, οι πιο γαμημένα θεσπέσιοι, οι Άλλοι Εαυτοί μας, τα Λιοντάρια, άκου / μύρισε / δες / άγγιξε / γεύσου τους TANGO WITH LIONS, ναι, γράφει του Έρωτός μας το soundtrack στο Βερολίνο η Kat, αγάπη μου, αγάπη μου, αγαπημένη μου αγάπη, σου γράφω με το rewind να επιμένει στους TANGO WITH LIONS, στο άσμα/ποίημα “Bodies’’: Our bodies are mountains, our breath is the wind / And rivers flow on the skin / I’m gonna feel you the most I can today / I’m gonna feel you the most I can.
FF fast forward / Μουσική που τρέχει με χίλια χιλιόμετρα την ώρα, σ᾽ εκείνο το γαλαζοπράσινο αυτοκίνητο που μας πάει στην Ύδρα, με τη σαμπάνια μέσα στα νερά, Εσύ κι Εγώ, με το μυαλό πυραυλοκίνητο, με τα κύτταρά μας όλα σ᾽ ένα Σιαμαίο Σύστημα, αψηφώντας νόμους και συμβάσεις, χρόνια και αιώνες αψηφώντας, έχοντας διαλύσει την έννοια του μήκους, έχοντας καταργήσει χιλιομετρικές αποστάσεις, διακτινισμένοι από του Έρωτος την πανίσχυρη έλλογη λογική που είναι ο αδυσώπητος φονιάς της φουκαριάρας σύνεσης, γι᾽ αυτό πάμε μπροστά την ταινία στο διαστημικό κασετόφωνο, πάμε μπροστά, με κόλπα αεροπλανικά, στο τραγούδι που ψάλλουν τα Παιδιά της Παλαιότητας, στον παλλόμενο θούριο με τον παραπλανητικό τίτλο Τα Πληγωμένα Μηνύματα Αναθεωρημένα, ακούγοντας τους στίχους που γράφουμε με χρυσοκόκκινο, σαν τα μαλλιά Σου, σπρέι στους τοίχους έξω από το Λούβρο, τους στίχους, που συνοδεύει ένα ιδιοφυές ταξίμι, Είδα στον ύπνο μου πως πέθανα, πάλι, / μα ήταν ωραία αυτή τη φορά· μια μέρα θα λογαριαστούμε καθαρά.
Play/Pause / Συνεχίζει να της γράφει, ταμπουρωμένος, παθητικοεπιθετικός, πρωτοδεύτερος καπετάνιος στο Πειρατικό της Νικοτίνης, αμόκ, συγκροτημένο/συγκρατημένο αμόκ μες στο Αμπάρι της Ποίησης, play και pause εναλλάξ, συνέχεια, ξαναμανά, για να ρουφήξει στις φλέβες του τις νότες, για να εγκολπωθεί τους στίχους, η Melentini μιλάει για το ραντεβού, με τον δικό της ανεστραμμένο λυρισμό, μια polaroid από την Κοσμοβριθή Έρημο, από την Πυκνοκατοικημένη Ζώνη της Κυψέλης, φυλλάδια και προσπέκτους στο κατώφλι, αλλά εμείς, πείσμονες πεσόντες του πόθου, στη μέσα θάλασσα, στην μπανιέρα, καθένας με το βιβλίο του, Agamben Εσύ Debord εγώ, και μετά, κι οι δυο μαζί, στο ηχοχρωματικό σύμπαν της Melentini, καταβυθιζόμαστε στο ραντεβού με τον Derrida —One must give without knowing, without knowledge or recognition, without thanks: without anything, or at least without any object— ξέροντας, γνωρίζοντας, κατανοώντας ότι το ραντεβού είναι το Κατώφλι τ᾽ Ουρανού, ότι ραντεβού σημαίνει να είμαστε εκεί, στα σκαλάκια, Εσύ με τον βάσκικο μπερέ και τα μάτια γαλάζιους σουγιάδες, εγώ με τον βάσκικο μπερέ και τα συναισθηματικά μου αναλφάβητα ορνιθοσκαλίσματα, αλλά προπάντων ραντεβού σημαίνει να είσαι Εσύ στη Μασσαλία και να διαπρέπεις κι εγώ στη Μαυρομιχάλη και να ποτίζω τα λουλούδια Σου, κι η Melentini να μας υπενθυμίζει δυναμικά: Είμαστε μόνοι σου λέω / δεν υπάρχουνε άλλοι / κι όσο αντέχεις αντέχω μου ᾽χες πει να προσέχω / να λυσσάω και να σπάω / τη ζωή σα μπουκάλι / Δος μου μια στο κεφάλι / μη μ᾽ ακούσουν που κλαίω.
Eject / Αγάπη μου, άκου: η κασέτα τελειώνει για να μην τελειώσει ποτέ, το eject είναι πρόφαση, πρόσχημα, πρόσημο, προσευχή. Όλα παίζονται από την αρχή. Αγάπη μου, άκου: In der hellen Nacht des Nichts ersteht erst die ursprüngliche Offenheit des Seienden als eines solchen: daß es Seiendes ist — und nicht Nichts, γράφει ο Ακατονόματος Φιλόσοφος, ο Μέγιστος των Στοχαστών και Ελάχιστος των Ανδρών, και μεταφράζει ο αείμνηστος Κωστής μας (ενόσω οι λάμδα γ@μ@νε σφυροκοπώντας μας με αλήθειες), Μέσα στη φωτεινή νύχτα του μηδενός αποδείχνεται εντέλει η αρχέγονη εκδήλωση του όντος ως τέτοιου: ότι το ον είναι — και όχι το τίποτα. Κι ο άλλος Μεγάλος Ακατονόμαστος, ο Ποιητής, γράφει: M’amour, m’amour / what I do love and / where are you? / That I lost my center / fighting the world. / The dreams clash / and are shattered — / and that I tried to make a paradiso / terrestre, κι ο Χάρης μας, ο αέναα κινητικός νεοδανδής, μεταφράζει: M’amour, m’amour / τι είναι αυτό που αγαπώ και / εσύ πού βρίσκεσαι; / Γιατί έχασα το κέντρο μου / πολεμώντας τον κόσμο. / Τα όνειρα συγκρούονται / και κομματιάζονται — / κι εγώ προσπάθησα να πλάσω έναν paradiso / terrestre (ενόσω οι λάμδα γ@μ@νε φορμάροντας αλήθειες στα τζουκμπόξ των πανδοχείων), ναι, οι λάμδα με την λυρική pensée sauvage τους, με την κοινωνιολογική/ανθρωπολογική σκευή τους που φέρει κάτι από το (όχι και τόσο) υπόγειο ρεύμα της λεγόμενης μπητνικοσιτουασιονιστικής φράξιας των νάιντιζ αλλά της post-punk αντίστιξης εκείνης της εποχής που έφτανε στα όρια ενός ποιητικού, ενίοτε ριψοκίνδυνου, αναρχοχουλιγκανισμού (που δεν του έλειπαν πάντα οι καλές προθέσεις): Μέρες που μετράμε μουδιασμένοι / Μέρες που κατάκοπες περνούν / Άνοιξη που ανοίγει μολυσμένη / συμμορφώνει όσους παρεκτραπούν / Τίποτα στ΄αλήθεια δεν αλλάζει / κι αν καμιά φορά ξεγελαστώ / Θα ᾽ναι ο θάνατος μας που φαντάζει / στην οθόνη θεαματικός.
Ίκαρος “The Godfather’’ Μπαμπασάκης
Εισιτήρια - Πληροφορίες:
https://gagarin205.gr/event/aisthimatiki-agogi-vol-2/