Δίκη Χρυσής Αυγής: Η ανατριχιαστική κατάθεση του προέδρου Συνδικάτου Μετάλλου

Επιμέλεια: Newsroom
Δίκη Χρυσής Αυγής: Η ανατριχιαστική κατάθεση του προέδρου Συνδικάτου Μετάλλου
Για την επίθεση που δέχθηκε τόσο ο ίδιος όσο και τα υπόλοιπα μέλη του ΠΑΜΕ από δύο τάγματα της Χρυσής Αυγής αναφέρθηκε ο πρόεδρος του Συνδικάτου Μετάλλου, Σωτήρης Πουλικόγιαννης.

Την οργανωμένη επίθεση που δέχτηκε μαζί με τους συντρόφους του από το τάγμα εφόδου της Χρυσής Αυγής τον Σεπτέμβριο του 2013, λίγες ημέρες πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, περιέγραψε ο πρόεδρος του Συνδικάτου Μετάλλου, και μέλος του ΠΑΜΕ Σωτήρης Πουλικόγιαννης κατά τη σημερινή εκδίκαση της υπόθεσης της Χρυσής Αυγής στο Εφετείο.

«Περιμένουμε την κατάλληλη στιγμή για να "τελειώνουμε" με τους κομμουνιστές στη Ζώνη»

Όπως αναφέρει το Golden Dawn Watch «από το 2008 και μετά υπήρχε μια προσπάθεια από την εργοδοσία να εμποδιστεί η δράση του συνδικάτου με μια βιομηχανία μηνύσεων, περίπου 200, στα στελέχη του συνδικάτου, γιατί διεκδικούσε καλύτερα μεροκάματα, μέτρα ασφαλείας. Αυτό μια μερίδα εργολάβων και εφοπλιστών το θεωρούσε εμπόδιο στα κέρδη τους. Τότε λοιπόν έγινε αυτή η βιομηχανία διώξεων, έχουμε πλέον απαλλαχθεί από όλα, κάποια μπήκαν στο αρχείο, όπως η καταγγελία για ”εγκληματική οργάνωση» είπε αρχικά.

« Έγιναν κι άλλες προσπάθειες να φτιαχτούνε σωματεία, απέτυχαν, και το 2012 όταν μπήκε στη Βουλή η Χρυσή Αυγή (ΧΑ), λίγες ημέρες μετά το χτύπημα στους Αιγύπτιους ψαράδες, είχαμε μια πληροφορία ότι έγινε μια συνάντηση μεταξύ μιας ομάδας εργολάβων και της ΧΑ για να βγει από τη μέση το συνδικάτο μας. Έχοντας θορυβηθεί από το χτύπημα στους ψαράδες, και μετά το βίντεο από τη συγκέντρωση στην καφετέρια ”Αίνιγμα” που το είδαμε μετά, που ο Λαγός απειλούσε για τους ψαράδες, πήγαμε στον προϊστάμενο της εισαγγελίας στον Πειραιά, καταθέσαμε τι είχε έρθει στην αντίληψή μας, συμφωνήσαμε να το δημοσιοποιήσουμε μετά, βγάλαμε ένα δελτίο Τύπου ότι καλούμε σε επαγρύπνηση τους συναδέλφους.

Μερικές μέρες μετά στο Πέραμα με βρήκε ο Αντώνης Χατζηδάκης και ζήτησε να μιλήσουμε, μου συστήθηκε ότι είναι επικεφαλής του τάγματος εφόδου στη Νίκαια, και μου είπε ότι θέλει ο Λαγός να μιλήσουμε. Μιλάμε για Ιούνιο του ’12. Εγώ είπα ότι δεν έχουμε τίποτα να πούμε. Και κόπηκε εκεί. Λέω την ουσία της συζήτησης. Να πω ότι εκείνο το διάστημα γενικά υπήρχε μια κουβέντα σε καφενεία, συζητήσεις, ότι ”τελειώσατε”, ”έρχεται η ΧΑ”. Μετά τη συνάντηση με το Χατζηδάκη, σταμάτησε αυτό.

 

Στον Μάιο του ’13 γίνεται μια συγκέντρωση στη Σαλαμίνα που είναι ο Παναγιώταρος που λέει εκθειάζοντας το Λαγό, ότι «ξέρει τι πρέπει να κάνει, και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να τελειώνουμε με τους κομμουνιστές στη Ζώνη». 8 Αυγούστου 2013, δημοσιεύεται ένα μονταρισμένο βίντεο της ΧΑ από την ίδια, όπου φαίνεται μια ομάδα με επικεφαλής τους 3 βουλευτές, Παναγιώταρο, Μίχο και Λαγό, μαζί με κάπου 15 φουσκωτούς, τον Πανταζή τον Πατέλη, μαζί με εργαζόμενους της Ζώνης, που ήταν ο πυρήνας της Χρυσής Αυγής στη Ζώνη, όπου ακούγονται διάφορα, από το «άμα πάμε στη φωλιά του κούκου, στα γραφεία τους, να τους ξηλώσουμε θα ρθείτε;» και στο τέλος, στις δηλώσεις, υπάρχει η προαναγγελία του χτυπήματος. Μια επιθετική ρητορική με απειλές, ότι το Κ.Κ. έχει τελειώσει στη Ζώνη. Και λίγες μέρες μετά, ένα μήνα μετά περίπου, 12 προς 13 Σεπτεμβρίου του ’13 είχαμε το χτύπημα».

Φώναζαν “πού είναι ο Πουλικόγιαννης;” και έφτιαξαν ένα ημικύκλιο μη αφήνοντας περιθώριο διαφυγής


Στη συνέχεια, ο κ. Πουλικόγιαννης αφηγήθηκε τα γεγονότα την ημέρα της επίθεσης:

«Εκείνη τη μέρα, νωρίς το απόγευμα, μέρες το συζητάγαμε, θέλαμε να κάνουμε μια εξόρμηση όλες οι ομάδες του Πειραιά για να προπαγανδίσουμε το φεστιβάλ ΚΝΕ που θα γινόταν την επόμενη εβδομάδα. Καταλήξαμε και πολλά συνεργεία δώσαμε ραντεβού γύρω στις 10:30 για να ξεκινήσουμε. Εμείς είχαμε ραντεβού στο τέρμα του Περάματος. Το ”Μπιτ” είναι ακριβώς στην πύλη [απαντώντας σε ερώτηση της προέδρου αν είναι εκεί το «Μπιτ»]. Εμείς μπήκαμε μέσα, παρκάραμε και γύρω στις 11 παρά τέταρτο βγάλαμε τα υλικά, τα μοιράσαμε, είχαμε χαρτόνι, αφίσες, και μπογιά να γράψουμε συνθήματα.

Ξεκινήσαμε γύρω στις 11, βγαίνοντας από την πύλη, 2 αυτοκίνητα και 2-3 μηχανάκια και ξεκινήσαμε. Η πρώτη στάση έγινε γύρω στα 400-500 μέτρα στο δρόμο από Πέραμα προς Πειραιά στη Δημοκρατίας και ανά 100 μ., σταματάγαμε, και εκείνη την ώρα δεν έχει πολλή κίνηση, και συνεχίζαμε. Γύρω στις 12 είχαμε φτάσει το καρνάγιο Παπίλα, το φανάρι Βενιζέλου που κατεβαίνει από τη Λ. Ειρήνης, κι έχει ένα στενάκι που λέγεται Νηρέως, ακριβώς από πάνω είναι και το ΑΤ Περάματος», και συνέχισε περιγράφοντας το σκηνικό της αιματηρής επίθεσης

Όταν λοιπόν σταματήσαμε εκεί, και ξαφνικά το σημείο, που είναι και λίγο σκοτεινότερο, από τα δύο στενά εμφανίζονται δύο ομάδες των 25 ατόμων, άλλοι με κράνη, άλλοι χωρίς, κρατούσαν κάποια στειλιάρια, δεν ήταν απλά ξύλα, κάποιος είχε ασχοληθεί πολλή ώρα, με ένα αυτοσχέδιο πάνω στην άκρη του, που είχε κάτι σαν καρφί, σαν λαμάκι που εξείχε, πτυσσόμενα γκλομπ σαν της αστυνομίας, κάποιοι πιο νεαροί κρατούσαν πέτρες, εμείς αμέσως συγκεντρωθήκαμε κοντά και γύρω από τα αυτοκίνητα μας. Αυτοί βγαίνοντας φώναζαν “πού είναι ο Πουλικόγιαννης;” και έφτιαξαν ένα ημικύκλιο μη αφήνοντας περιθώριο διαφυγής, εγκλωβίζοντάς μας. Βγήκα μπροστά προσπαθώντας να κερδίσω χρόνο και, όπως κοίταγα, μπροστά μου αριστερά ήταν ο Πανταζής, τον αναγνώρισα μετά, λίγο πιο μπροστά από τους υπόλοιπους και ο Χατζηδάκης αριστερά.

» Ο Χατζηδάκης έκανε μεροκάματα στη Ζώνη και τον είχα δει ήδη ένα χρόνο πριν που μιλήσαμε, ένας από αυτούς που κρατούσαν τα στειλιάρια ήταν ο Αντωνακόπουλος που τον ήξερα κι αυτόν από τη Ζώνη που δούλευε. Μάλιστα στον Χατζηδάκη το είπα, “δεν ντρέπεσαι, πριν λίγες μέρες τρέχαμε για τα λεφτά σου και τώρα μας στήνεις ενέδρα;” Εκεί που υπάρχει αυτό, ξαφνικά σηκώνει το βλέμμα, κοιτάει πίσω δεξιά στην άκρη ένα παλικάρι, τον κοιτάει, του λέει “τι με κοιτάς εσύ;” ένα άσχετο παιδί, τυχαία είχε έρθει μαζί μας, και με το που λέει αυτό, κάνει ένα βήμα μπροστά και αυτό ήταν το σύνθημα, όρμησαν όλοι. Γύρισα να δω πού πήγαινε, και δέχομαι το χτύπημα εδώ [δείχνει αριστερά το μέτωπο]. Πέφτω κάτω, έπεσαν από πάνω οι σύντροφοί μου να με προστατέψουν και φάγανε όλα τα χτυπήματα στις πλάτες τους, εγώ κάποια στιγμή ένιωσα να συνέρχομαι και ένιωθα να με τραβάνε, σηκώνομαι και ήμουν ανάμεσα σε δύο αυτοκίνητα, μάλλον με είχαν τραβήξει, γίνεται ένας χαμός, χτυπήματα και πάνω στα αυτοκίνητα, και ξαφνικά ακούγεται μια φωνή “τέρμα, βρώμησε” ένας φώναξε “το Πέραμα από εδώ” ένας άλλος “οι άλλοι από εδώ” και όπως ήρθαν έφυγαν. Έχουν βγει γείτονες στα μπαλκόνια, φωνάζουν ότι έχουν καλέσει την αστυνομία».

«Μείναμε με το στόμα ανοιχτό για το πόσο οργανωμένα και εκπαιδευμένα λειτούργησαν»

Ο ίδιος έκανε λόγο για εκπαιδευμένη και οργανωμένη ομάδα που τους επιτέθηκε.

«Πέρα από το πόσο εκπαιδευμένοι και προετοιμασμένοι ήταν, με αγορασμένα υλικά, με έτοιμα τα στειλιάρια, δε τα βρήκαν στο δρόμο, χαρακτηριστικό της οργάνωσής τους ήταν ότι μια ομάδα από αυτούς είχε κόψει την κίνηση. Δεν είχε καθόλου κόσμο και, όταν έφυγαν, συνέχισε η κίνηση, είναι ένας δρόμος με συνεχή ροή, ακόμα κι εκείνη την ώρα. Έχω διαβάσει μετά και για όλες τις άλλες επιθέσεις, έχουν όλες κοινά χαρακτηριστικά. Μείναμε με το στόμα ανοιχτό για το πόσο οργανωμένα και εκπαιδευμένα λειτούργησαν. Με όλο το σεβασμό, αυτό που βίωσα εκεί, εγώ και κάποιοι άλλοι, ζούμε από θαύμα. Αν με είχε βρει το καρφί, αν δεν έπεφταν οι άλλοι από πάνω μου, μου προκαλεί τρόμο τι εξέλιξη θα είχε στη σωματική μου ακεραιότητα. Η βιαιότητα και βλέποντας μετά τα αυτοκίνητα, χτυπημένα σαν να είχαν δεχτεί πυροβολισμούς, σκεφτόμουν τι θα είχε γίνει αν είχα δεχτεί εγώ το χτύπημα αυτό», συμπλήρωσε ο μάρτυρας.

«Είχαν πλήρη εικόνα της επίθεσης οι τέσσερις άνδρες της ΔΙΑΣ, και οι άλλοι που ήρθαν μετά έδειξαν μια απάθεια»


Αναφερόμενος στις αστυνομικές δυνάμεις που ήταν στο σημείο ο κ. Πουλικόγιαννης περιέγραψε τη στάση τους ως «απαθή».

Εισαγγελέας: Οι αστυνομικοί είδαν την επίθεση; Είχαν εικόνα ότι είχε κλείσει ο δρόμος;

Μάρτυρας: Είχαν πλήρη εικόνα της επίθεσης οι τέσσερις άνδρες της ΔΙΑΣ, και οι άλλοι που ήρθαν μετά έδειξαν μια απάθεια. Αυτά τα περιστατικά που έχουμε δει και σε άλλες περιπτώσεις είναι αυτή η αίσθηση ατιμωρησίας, ότι «είμαστε κράτος εν κράτει, δε θα μας κάνει κανείς τίποτα».

Εισαγγελέας: Εσείς αιμορραγήσατε;

Μάρτυρας: Πολύ.

Εισαγγελέας: Η εικόνα σας, προκαλούσε δέος στους γύρω σας;

Μάρτυρας: Ναι, και από τις περιγραφές των συντρόφων μου αυτό κατάλαβα.

Ο Σ. Πουλικόγιαννης μετά από ερωτήσεις της έδρας αναφέρθηκε στη δράση της Χρυσής Αυγής, η οποία όπως είπε, λειτουργούσε μόνο τη νύχτα ως γνήσιο ναζιστικό μόρφωμα, ενώ όπως είπε δέχτηκε απειλές κατά τη διεξαγωγή της δίκης σε πρώτο βαθμό.

Πρόεδρος: Σας απείλησαν στη δίκη;

Μάρτυρας: Όταν ερχόμουν στο πρωτόδικο, ο Κυριτσόπουλος μου είπε απ έξω «κάτσε να τελειώσουν όλα αυτά και θα δεις».

Πρόεδρος: Το ΠΑΜΕ είχε συγκρουστεί ποτέ με τη Χρυσή Αυγή;

Μάρτυρας: Δεν είχε τύχει να βρεθούμε μέρα, επειδή η δράση μας είναι μέρα, οι άλλοι, ως γνήσιο ναζιστικό μόρφωμα, λειτουργούσαν νύχτα.

«Δέχθηκα ένα μήνυμα από άγνωστο νούμερο αργά το βράδυ, «νεκρός στην Τσαλδάρη, μάλλον Έλληνας, πάμε εκεί»


Ειδική μνεία έκανε ο μάρτυρας και για τον Παύλο Φύσσα, τον οποίο γνώριζε προσωπικά τόσο τον ίδιο όσο και την οικογένεια του.

Πρόεδρος: Τον Φύσσα τον γνωρίζατε;

Μάρτυρας: Ναι, είχαμε μια γνωριμία, στη συνδικαλιστκή μου δραστηριότητα γνώρισα και τον πατέρα του που δούλευε στη Ζώνη.

Πρόεδρος: Ο Παύλος Φύσσας δούλευε στη Ζώνη;

Μάρτυρας: Ναι, την περίοδο 2007- 2008 που είχε πολλή δουλειά, τον είχε φέρει ο πατέρας του. Ο πατέρας του συμμετείχε, ερχόταν σε συνελεύσεις, κινητοποιήσεις.

Πρόεδρος: Την ημέρα που έγινε το συμβάν εσείς ενημερωθήκατε;

Μάρτυρας: Η δολοφονία εννοείτε. Το μαχαίρωμα. Δέχθηκα ένα μήνυμα από άγνωστο νούμερο αργά το βράδυ, «νεκρός στην Τσαλδάρη, μάλλον Έλληνας, πάμε εκεί». Κάλεσα το νούμερο αυτό και τελικά ήταν ένας συνάδελφος, στην αρχή φοβήθηκα ότι ήταν μήνυμα - δόλωμα. Μένω επτά λεπτά από το σημείο της δολοφονίας, στα Ταμπούρια. Πήγα, βρήκα πολλούς γνωστούς, μου λέγανε το όνομα και δεν μπορούσα να συνειδητοποιήσω ποιος είναι. Πήγα στο νοσοκομείο, είδα την κυρία Μάγδα, είδα τον μαστρο-Τάκη τον πατέρα του, ήρθε και με αγκάλιασε μου είπε «Σωτηράκη μου φάγαν το παιδί» και τότε κατάλαβα ποιος ήταν. Πήγα μέσα, βρήκα ένα γιατρό, τον ρώτησα, μου είπε «δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα, ήταν επαγγελματικό χτύπημα, ή είχε εκπαιδευτεί αυτός που το έκανε, ή το έχει ξανακάνει».