Πόσο νερό θα πρέπει να πίνεις καθημερινά κατά τη διάρκεια του καύσωνα
Ένα ακόμη καλοκαίρι που συνοδεύεται από πολύ υψηλές θερμοκρασίες, οι οποίες μάλιστα είναι ικανές να θέσουν σε κίνδυνο την υγεία μας. Ο καύσωνας Κλέων που έχει εισβάλλει για τα καλά στη χώρα μας τα τελευταία 24ωρα έχει ανεβάσει το θερμόμετρο πάνω από τους 40 βαθμούς, αναγκάζοντας μας να μην φεύγουμε ούτε δευτερόλεπτο μακριά από το air condition.
Οι τόσο ανεβασμένες θερμοκρασίες, βέβαια, είναι και επικίνδυνες και γι’ αυτό τον λόγο είναι σημαντικό να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας. Ειδικά από τα άτομα που ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες. Οι υπεύθυνοι της υγείας από την πλευρά τους συνιστούν κάθε χρόνο να λαμβάνουμε ορισμένες προφυλάξεις το καλοκαίρι, όπως η αποφυγή ροφημάτων με ζάχαρη ή καφεΐνη, η μείωση της σωματικής δραστηριότητας, η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη παραμονή σε δροσερά μέρη, η κατανάλωση ελαφρών γευμάτων και φυσικά η αποφυγή της έκθεσης στον καυτό ήλιο.
Η διατήρηση της καλής ενυδάτωσης είναι φυσικά ένα από τα πιο σημαντικά μέτρα που συνιστώνται για την καταπολέμηση των υψηλών θερμοκρασιών. Κι αυτό γιατί η αφυδάτωση μπορεί να προκαλέσει πονοκεφάλους ή ζάλη, κάτι που αργότερα μπορεί να οδηγήσει σε άλλα πιο σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως η θερμοπληξία. Ένα σημαντικό ερώτημα είναι, όμως, το πόσο νερό πρέπει να πίνουμε κατά τη διάρκεια ενός καύσωνα;
Η ποσότητα νερού που πρέπει να καταναλώνεται σε περιόδους ακραίων θερμοκρασιών ποικίλλει ανάλογα με το άτομο. Για παράδειγμα, η επαρκής ποσότητα για τους ενήλικες άνδρες, σύμφωνα με τις συστάσεις, είναι τουλάχιστον 2,5 λίτρα την ημέρα.
Ανάλογα με το βάρος, διαφέρει και η ακριβής ποσότητα νερού που θα πρέπει να καταναλώνεται, επομένως για μωρά και παιδιά η σύσταση είναι μικρότερη. Οι έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες επίσης πρέπει να προσέχουν ιδιαίτερα και να παραμένουν πάντα ενυδατωμένες. Συνιστάται μάλιστα να αυξάνουν την ποσότητα κατανάλωσης πάνω από το όριο που θεωρείται ότι πρέπει να πίνουν οι ενήλικες.
Με το νερό, όπως και σε πολλές άλλες πτυχές, οι υπερβολές δεν είναι καλές. Η κατανάλωση πολύ υψηλών ποσοτήτων μπορεί να προκαλέσει απώλειες νατρίου και καλίου και, σε ακραίες περιπτώσεις, θα μπορούσαν να οδηγήσουν ακόμη και σε δηλητηρίαση.