Το λεωφορείο που μετατράπηκε σε νεκροφόρα στην Κρήτη: Έπεσε σε χαράδρα 60 μέτρων
Η 8η Σεπτεμβρίου θα έπρεπε να είναι μέρα χαράς και γιορτινή για τα γύρω χωριά που βρίσκονται στο μοναστήρι της Παναγίας στις Μάλλες Ιεράπετρας, καθώς πραγματοποιούν το πανηγύρι της Παναγίας Εξακουστής. Για το χωριό Καλαμαύκα Ιεράπετρας όμως η σημερινή μέρα είναι ιδιαίτερα θλιβερή και πένθιμη, καθώς σαν σήμερα το 1972 σημειώθηκε μία μεγάλη τραγωδία.
Το λεωφορείο ΚΤΕΛ που μετέφερε τους χωρικούς από το Καλαμαύκα για το πανηγύρι, έπεσε σε μία χαράδρα 60 μέτρων με αποτέλεσμα να σκοτωθούν οι 21 από τους 50 επιβάτες και να τραυματιστούν σοβαρά οι 29.
Όπως διαβάζουμε στη Μηχανή του Χρόνου, από τις 06:00 οι κάτοικοι του χωριού Καλαμαύκα ήταν έτοιμοι να επιβιβαστούν στο λεωφορείο για τις Μάλλες. Μια απόσταση 15 χιλιομέτρων, με τον μισό δρόμο να έχει άσφαλτο, αλλά τον άλλο μισό να είναι χώμα.
Κατά τη διαδρομή, ο έμπειρος οδηγός του ΚΤΕΛ κατάφερε να περάσει ομαλά από μία επικίνδυνη στροφή, αλλά στα επόμενα 30 μέτρα, ακούστηκε ένας δυνατός θόρυβος. Ο οδηγός προσπάθησε να ανακτήσει τον έλεγχο του λεωφορείου, ωστόσο κάθε προσπάθειά του ήταν μάταιη. Με το μπροστινό μέρος να κοιτάζει στον γκρεμό, το λεωφορείο κατρακύλησε στη χαράδρα. Αφού «θέρισε» αρκετά πεύκα, σταμάτησε σε δύο μεγάλους βράχους, με τις πίσω ρόδες στον αέρα και το μπροστινό τμήμα στο έδαφος.
«Οι όρθιοι επιβάτες είχαν πλακώσει τους καθισμένους» δήλωνε ένας αυτόπτης μάρτυρας λίγες μέρες μετά το τραγικό συμβάν, που είχε απολογισμό 18 ανθρώπους να σκοτώνονται ακαριαία από τη σφοδρή πρόσκρουση, άλλοι τρεις να αφήνουν την τελευταία τους πνοή κατά τη μεταφορά τους στο νοσοκομείο και 29 να τραυματίζονται πολύ σοβαρά. Όλοι οι νεκροί ήταν από το χωριό Καλαμαύκα.
«Βρισκόμασταν 100-150 μέτρα από το μοναστήρι. Ξαφνικά, μόλις το αυτοκίνητο πέρασε την τελευταία στροφή και θα έπιανε την ευθεία για την εκκλησία, άκουσα ένα δυνατό “κρακ”. Βλέπω τον οδηγό να γυρίζει το τιμόνι αριστερά, χωρίς το όχημα να τον ακούει. Ύστερα, έχασα τον δρόμο από τα μάτια μου. Για μια στιγμή είδα από το παράθυρο του οδηγού ένα κομμάτι ουρανού. Και στην συνέχεια, το αυτοκίνητο βούτηξε στην χαράδρα. Άνοιξα τα μάτια μου όταν με έβγαλαν έξω από το παράθυρο. Είχα σωθεί», είχε δηλώσει επιβάτης της «κινητής νεκροφόρας», όπως τη χαρακτήρισαν. Τυχερός, όπως και ένα βρέφος μόλις 19 μηνών που έβγαλαν τραυματισμένο από την αγκαλιά της μητέρας του.
Ο χειρούργος Κ. Χουρδάκης που παραθέριζε στην περιοχή ήταν ο πρώτος που εξέτασε τα θύματα και δήλωσε πως όλοι οι θάνατοι προκλήθηκαν από εσωτερικές αιμορραγίες, ασφυξία και ρήξεις σπλαχνών.
Η δύσβατη χαράδρα βέβαια, δυσκόλευε πάρα πολύ την προσέγγιση του λεωφορείου για παροχή βοήθειας. Με πραγματικά υπεράνθρωπες προσπάθειες κατάφεραν μερικοί και έφτασαν εκεί. Σπάζοντας παράθυρα και πόρτες, άρχισαν το έργο της διάσωσης των επιζώντων και της μεταφοράς των νεκρών.
Η Καλαμαύκα Ιεράπετρας βυθίστηκε στο πένθος και οι εικόνες από το χωριό ήταν ιδιαίτερα δραματικές. Μικρά φορτηγά, αυτοκίνητα, τρίκυκλα, ταξί και νεκροφόρες έφταναν στο χωριό με τις σωρούς των κατοίκων που είχαν χάσει τη ζωή τους στη χαράδρα και το χωριό πλημμύρισε από οργή, θλίψη, μοιρολόι και στεναχώρια.
Φυσικά έπρεπε να αναζητηθούν και να αποδοθούν ευθύνες. Το βάρος έπεσε στον οδηγό. Τόσο η εταιρεία του ΚΤΕΛ όσο και οι υπάλληλοι του Υπουργείου Συγκοινωνιών έδειξαν τον οδηγό ως τον ένοχο της υπόθεσης. Κατηγορήθηκε ότι δεν ήταν «συγκεντρωμένος και ξεκούραστος» καθώς είχε ξενυχτήσει το προηγούμενο βράδυ, ενώ άλλοι ισχυρίζονταν ότι έπρεπε να κατεβάσει τους επιβάτες στον δρόμο, όταν αντιλήφθηκε ότι δυσκολεύεται να συνεχίσει τη διαδρομή.
Ο οδηγός από τη μεριά του απέδωσε το πολύνεκρο δυστύχημα στην κακή κατάσταση του λεωφορείου, κάτι για το οποίο μίλησαν και οι επιζώντες κάτοικοι του χωριού. Ένας από τους κατοίκους δήλωσε: «Στα σαράβαλα που κάνουν την συγκοινωνία μεταξύ των χωριών μας και στην άθλια κατάσταση του δρόμου οφείλεται ο χαμός των δικών μας. Αυτές οι νεκροφόρες έφεραν το θανατικό στο χωριό».
Ο οδηγός υποστήριξε ότι αρχικά έσπασαν τα φρένα και όταν επιχείρησε να χρησιμοποιήσει το χειρόφρενο δεν λειτούργησε και τελικά έχασε τον έλεγχο του οχήματος. Λίγους μήνες νωρίτερα, στις 23 Δεκεμβρίου 1971 το ίδιο λεωφορείο είχε αρπάξει φωτιά εν κινήσει, ενώ δύο μέρες πριν την τραγωδία είχαν σπάσει ξανά τα φρένα.
Η τραγική μηχανολογική κατάσταση του λεωφορείου επιβεβαιώθηκε και από την πολυσέλιδη έκθεση των πραγματογνωμόνων, η οποία άφησε να εννοηθεί ότι υπεύθυνο για την τραγωδία ήταν το σύστημα διεύθυνσης, τα φρένα του λεωφορείου, καθώς και υπερφόρτωση με διπλάσιο αριθμό επιβατών από το επιτρεπόμενο όριο.
Στις 24 Μαΐου 1973 κάθισαν στο εδώλιο του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Λασιθίου ο οδηγός, ο εισπράκτορας, ο μηχανικός του λεωφορείου καθώς και ο πρόεδρος και 4 μέλη του αυτοκινητιστικού συνεταιρισμού “Λατώ”, στον οποίο ανήκε το λεωφορείο. Όλοι κατηγορούνταν για ανθρωποκτονία και σωματικές βλάβες εξ αμελείας και για παρεμφερή αδικήματα.
Τον Οκτώβριο το δικαστήριο επέβαλλε τριετή φυλάκιση στον οδηγό. Ο εισπράκτορας καταδικάστηκε σε φυλάκιση 9 μηνών με τριετή αναστολή και ο πρόεδρος του συνεταιρισμού σε φυλάκιση 12 μηνών. Οι υπόλοιποι αθωώθηκαν....