«Σκότωσε τη μάνα μου γιατί ήταν παλιάνθρωπος»: Πώς ένας πιτσιρικάς έστειλε στη φυλακή τον «στραγγαλιστής της Καλογρέζας»

Επιμέλεια: Newsroom
«Σκότωσε τη μάνα μου γιατί ήταν παλιάνθρωπος»: Πώς ένας πιτσιρικάς έστειλε στη φυλακή τον «στραγγαλιστής της Καλογρέζας»
Ο "στραγγαλισμός της Καλογρέζας", η άγρια γυναικοκτονία που διαπράχθηκε το 1968 και εξιχνιάστηκε χάρη σε ένα 8χρονο παιδί.

Στην περιοχή της Καλογρέζας, κοντά στην τοποθεσία όπου κατασκευάστηκε το Ολυμπιακό Στάδιο Αθηνών (ΟΑΚΑ), διαπράχθηκε μια στυγερή γυναικοκτονία . Θύμα η 37χρονη Κωνσταντίνα και θύτης ο 51χρονος σύντροφός της, Αιμίλιος. Ο Αιμίλιος πήρε ένα συρματόσκοινο, το πέρασε γύρω από το λαιμό της Κωνσταντίνας και την έπνιξε μέχρι θανάτου. Το έγκλημα έγινε μπροστά στα μάτια τριών ανήλικων παιδιών, τα οποία έτυχε να βρίσκονται στο μέρος. Εκείνα ήταν που βοήθησαν να εντοπιστεί άμεσα το πτώμα της στραγγαλισμένης γυναίκας.

Ο Αιμίλιος άλλοτε ισχυριζόταν ότι διέπραξε το έγκλημα «για λόγους τιμής» και άλλοτε το απέδιδε στην «κακιά ώρα» και τους συγγενείς του θύματος. Είχε αποκτήσει εμμονή και πίστευε ότι η Κωνσταντίνα, καθαρίστρια στο επάγγελμα και παραδουλεύτρα, αργούσε να επιστρέψει στο σπίτι, γιατί είχε φίλους και συνευρισκόταν μαζί τους.

Ο Αιμίλιος απαιτούσε από την 37χρονη σύντροφό του να αλλάξουν κατοικία, γιατί ένιωθε ότι «είχε γίνει ρεζίλι στη γειτονιά». Ωστόσο, εκείνη διαφωνούσε. Η άρνηση αυτή ήταν για τον Αιμίλιο η «σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι».

Όλοι όσοι εξετάστηκαν κατά την προανάκριση και κατέθεσαν στη δίκη, διαβεβαίωναν ότι η Κωνσταντίνα ήταν μια εργατική και έντιμη γυναίκα. Ήταν πλήρως αφοσιωμένη στο σπίτι της και τα τρία παιδιά που είχε αποκτήσει με τον Αιμίλιο και προσπαθούσε μόνη της να συντηρήσει την οικογένειά της.

 

Ακόμη και τα χρήματα που κέρδιζε, ίσα που έφταναν, για να καλύψουν τις ανάγκες της. Στη δίκη που ακολούθησε, αποκαλύφθηκαν κι άλλες πτυχές του παρελθόντος του Αιμίλιου, όπως επίσης και δεδομένα που αποδείκνυαν ότι επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα.

Σ'υμφωνα με τη mixanitouxronou, η υπόθεση του «στραγγαλιστή της Καλογρέζας», όπως ονομάστηκε ο Αιμίλιος από τον Τύπο, συγκλόνισε την Ελλάδα και φιγουράριζε για μέρες στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων.

Ο στραγγαλισμός και το παιδί που «εξιχνίασε» το έγκλημα

Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ο Αιμίλιος, που περιστασιακά δούλευε ως τσοπάνης, συζούσε με την Κωνσταντίνα 12 χρόνια, σε ένα παράπηγμα στην Καλογρέζα. Ήταν ακόμη παντρεμένος με τη Ζωή, μία γυναίκα, η οποία νοσηλευόταν στο φρενοκομείο Κέρκυρας. Είχε κάνει μαζί της ένα γιο και μία κόρη.

Έλεγε ότι σκόπευε να πάρει διαζύγιο, ώστε να νομιμοποιήσει τη σχέση του με την Κωνσταντίνα. Μαζί απέκτησαν τρία παιδιά: δύο αγόρια και ένα κορίτσι. Με το πέρασμα του χρόνου, οι μεταξύ τους προστριβές γίνονταν όλο και πιο έντονες και ο Αιμίλιος πήρε την απόφαση να σκοτώσει την ερωμένη του. Την ημέρα του εγκλήματος, ο Αιμίλιος πήρε την Κωνσταντίνα, για να πάνε στην Κηφισιά, με πρόσχημα ότι θα έπαιρναν μια βεβαίωση για τη μεταφορά των εκλογικών τους δικαιωμάτων στην Αθήνα.

Όταν έφτασαν στην Καλογρέζα, ο Αιμίλιος την έπνιξε με το συρματόσχοινο και μετά την πέταξε σε ένα λάκκο. Δύο 15χρονα αγόρια και ένα 8χρονο ήταν αυτόπτες μάρτυρες. Μάλιστα, ο 8χρονος δεν δίστασε να πλησιάσει και να φωνάξει στον Αιμίλιο: «Τι κάνεις εκεί, ρε;». Ο δολοφόνος δεν απάντησε. Τράπηκε σε φυγή, αλλά ο 8χρονος συνεχώς αναρωτιόταν τι απέγινε η Κωνσταντίνα. Πήγε τότε σε ένα φίλο του, με σκοπό να του πει ότι κάτι κακό είχε συμβεί και, όταν έφτασαν στο σημείο, έμειναν εμβρόντητοι από το αποτρόπαιο θέαμα.

Ακολούθως, τα αγόρια ενημέρωσαν τους γονείς τους και εκείνοι τη Χωροφυλακή, οι άνδρες της οποίας έσπευσαν στον τόπο του εγκλήματος. Ο ιατροδικαστής που διενήργησε τη νεκροψία αποφάνθηκε ότι το συρματόσχοινο «είχε εισχωρήσει εις τας σάρκας» της Κωνσταντίνας. Ο Αιμίλιος πιθανόν προσπάθησε να καλύψει τη σορό με χώμα, αλλά δεν πρόλαβε, διότι έγινε αντιληπτός από τον 8χρονο και τα υπόλοιπα παιδιά.

Οι αρχές εντόπισαν γρήγορα στον δράστη και σε αυτό έπαιξε αποφασιστικό ρόλο ο 8χρονος, ο οποίος αναγνώρισε το δολοφόνο σε φωτογραφία που του έδειξαν. «Από το μεσημέρι βρισκόμουν στην περιοχή. Σε μια στιγμή είδα κάποιον να σέρνει από τα μαλλιά μια γυναίκα. Η φάτσα του τύπου αυτού δεν μου γούσταρε. Πώς να το πω; Δεν τον συμπάθησα. Με προσπέρασε. Από πίσω του κι εγώ. Πήγε σε μια ταβέρνα και ζήτησε ένα ποτήρι κρασί. Τον άφησα κι έτρεξα στο σπίτι του φίλου μου », είπε ο 8χρονος στους δημοσιογράφους και τους χωροφύλακες.

Η καταδίωξη, η απόπειρα αυτοκτονίας και η νοσηλεία

Την επομένη της γυναικοκτονίας, ο Αιμίλιος εντοπίστηκε στο Γαλάτσι, κοντά στο Κτήμα Βεΐκου. Μόλις αντιλήφθηκε τους αστυνομικούς, τράπηκε σε φυγή. Όταν συνειδητοποίησε ότι δεν θα γλίτωνε, σταμάτησε κοντά σε ένα θάμνο, γονάτισε και έβαλε το περίστροφό του στον κρόταφο. Τράβηξε τη σκανδάλη, αλλά η σφαίρα δεν έπληξε καίριο σημείο του εγκεφάλου. Οι αστυνομικοί τον συνέλαβαν λιπόθυμο και τον μετέφεραν στο Νοσοκομείο «Αρεταίειο», όπου νοσηλεύτηκε φρουρούμενος.

Οι γιατροί του έκαναν εγχείρηση στο κεφάλι και επέζησε. Παρ’ όλ’ αυτά, ο Αιμίλιος αρνήθηκε ότι είχε σχεδιάσει το έγκλημα. Το απέδωσε σε σύγχυση και επέρριψε κατηγορίες προς τους συγγενείς του θύματος: «Η Κωνσταντίνα έκανε άσχημη ζωή. Εξέθετε εμένα και την οικογένειά μου. Η μάνα της και οι συγγενείς της την έσπρωξαν στον κακό δρόμο. Της ζήτησα στο δρόμο να αλλάξουμε γειτονιά, για να γλιτώσουμε από το κουτσομπολιό. Αν είχα πάρει την απόφαση να την σκοτώσω, δεν θα την έπνιγα με το σύρμα. Θα την σκότωνα με το πιστόλι. Μα δεν είχα τέτοιο σκοπό. Ήθελα να την πείσω να φύγουμε από την Καλογρέζα. Το πολύ πολύ να την απειλούσα με το πιστόλι, για να την κάνω να αλλάξει γνώμη. Μα τώρα μετανιώνω για ό,τι έκανα».

Ο εισαγγελέας άσκησε στον Αιμίλιο ποινική δίωξη για “ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά τρόπον ιδιαζόντως ειδεχθή, οπλοφορία και οπλοχρησία” και προφυλακίστηκε. Η υπόθεσή του εκδικάστηκε το Μάρτιο του 1969, στο Κακουργιοδικείο Αθηνών. Στις καταθέσεις τους, οι μάρτυρες κατηγορίας δεν χαρίστηκαν στον 51χρονο δολοφόνο.

Όλοι τον χαρακτήρισαν άεργο, φιλοχρήματο και βίαιο. Όπως είπαν, ασκούσε σωματική βία όχι μόνο στο θύμα, αλλά και στη μητέρα του. Κάθε φορά που ετίθετο το ζήτημα του γάμου απαντούσε: “Χωρίς λεφτά δεν γίνεται τίποτα“. Εκτός από τους συνηγόρους υπεράσπισης, όλοι είπαν ότι είχε σώας τας φρένας.

Ωστόσο, η κατάθεση που συγκίνησε ολόκληρο το δικαστήριο ήταν εκείνη του Αργύρη, του 11χρονου γιου του Αιμίλιου. Με αξιοσημείωτη για την ηλικία του ωριμότητα, ο Αργύρης ανέφερε ότι, μία ημέρα πριν το έγκλημα, ενώ προσπαθούσε να φτιάξει τα φρένα στο ποδήλατό του, πέταξε ένα σύρμα και το πήρε ο πατέρας του.

Του είπα ότι είναι άχρηστο, αλλά αυτός μου απάντησε: “Μου χρειάζεται”. Ισχυρίστηκε, επίσης, ότι οι γονείς του τσακώνονταν συχνά και αποκάλυψε ότι μια μέρα ο πατέρας του του είπε: “Αργυράκο, θα σκοτώσω τη μητέρα σου και μετά θα αυτοκτονήσω“. Στο ερώτημα του προέδρου “γιατί σκότωσε τη μητέρα σου;“, ο Αργύρης ξέσπασε σε κλάματα και είπε: “Γιατί ήταν παλιάνθρωπος και ήθελε να μας αφήσει στους δρόμους

Οι ένορκοι τον έκριναν ένοχο και η απόφαση του δικαστηρίου, ήταν ισόβια κάθειρξη στον “στραγγαλιστή της Καλογρέζας”. Επίσης, το δικαστήριο επεδίκασε στη μητέρα του θύματος το ποσό των 15.000 δραχμών για ψυχική οδύνη. Στο άκουσμα της ετυμηγορίας, το ακροατήριο, που είχε κατακλύσει την αίθουσα του Κακουργιοδικείου, χειροκρότησε εντονα. Οι οικείοι του θύματος παρέμειναν σιωπηλοί. Ο Αιμίλιος ένιωσε ανακούφιση και είπε: “Μπροστά στην ποινή που ζήτησε ο εισαγγελεύς (θάνατο), καλά είναι και τα ισόβια“.

δολοφονια

Πηγη φωτό: Mixanitouxronou