Ο αντίκτυπος του λόγου και της ομορφιάς
Για ποιον χτυπάει η καμπάνα και για ποιον χαμογελά ο Θεός; Η απάντηση δεν αφορά τίποτα ανθρώπινο. Ναι, κάποιος μας έφερε σε αυτή τη γη και μας χάρισε τον προορισμό μας. Παρ’ όλα αυτά, οι καθαροί ήχοι και το φως μέσα από τα σύννεφα δεν προορίζονται για μας. Η φύση προηγείται όλων. Η πρώτη αντήχηση ταξιδεύει στον αέρα και μετά προσγειώνεται στο χορτάρι, στο αστέρι που έπεσε και στην υγρή επιφάνεια που ρυτίδιασε. Για να λάβεις τη διάφανη λέξη και το σπάνιο χρυσάφι, πρέπει να ξαπλώσεις στο χώμα, να βάλεις το πρόσωπό σου δίπλα από το λουλούδι και να τους ψιθυρίσεις με πάσα ειλικρίνεια «μίλα μου!». Τότε, η τέλεια μουσική θα παίξει και για τη σάρκα, για τον αδύναμο, τον ανίσχυρο, τον ματαιόδοξο, τον βλάσφημο. Ο ήχος της καμπάνας επιβεβαιώνει το «αλληλούια», στρώνει τον δρόμο στο παντοτινό ρέκβιεμ και ενώνει τις δύο πλευρές του ανθρώπου. Σε αυτό το μέσο, σε αυτή την ομιλία, η αρμονία δεν λείπει και το μήνυμα μεταφέρεται πάντα αυτούσιο: Πίστεψε βαθιά, αφού πρώτα ψάξεις μέσα σου. Ερεύνησε, εντόπισε την παραδοχή σου και μετά πορεύσου εν ειρήνη. Ο αντίκτυπος του λόγου και της ομορφιάς είναι παντού και πάνω σε αυτόν έγραψε το βιβλίο «Η Καμπάνα» (Εκδόσεις Διόπτρα) η Άιρις Μέρντοχ.
Με απλότητα και χάρη
Η Άιρις Μέρντοχ ανήκει στους συγγραφείς-δημιουργούς που έκαναν πράξη το «με απλότητα και χάρη». Είναι πολύ δύσκολο να φτιάχνεις κάτι και η ομορφιά του να είναι ανόθευτη, η ουσία του να μένει αναλλοίωτη. Αν κάτι κάνει ξεχωριστό τον λόγο της Βρετανίδας, αυτό είναι η εις βάθος παρατήρηση ανθρώπου, φύσης. Οι περιγραφές του εξωτερικού τοπίου και αυτού που υπάρχει μέσα μας, είναι τόσο καλά δοσμένες που νιώθεις το δέος της ύπαρξης. Η γραφή της ελίσσεται αποτελεσματικά ανάμεσα στον πλούτο της εικόνας και τα σημάδια της ψυχής. Χαρακτηριστικό απόσπασμα [σ.141]: Σ’ αυτό το σημείο το κτήμα ήταν πυκνόφυτο και ο χείμαρρος περνούσε κάτω από τον θόλο που έφτιαχναν με τα νεαρά φυλλώματά τους νιόβγαλτες αφροξυλιές και μελιές κάτω από την ψηλότερη οροφή μεγαλύτερων δέντρων. Ψηλά χορτάρια έγερναν στο νερό κι απλώνονταν σε μακριές σειρές ζωηρού πράσινου, στο κέντρο του χειμάρρου, όμως τα νερά που κυλούσαν πάνω από τον πυθμένα με άμμο και βότσαλα ήταν καθαρά και διάφανα. Η Μέρντοχ βλέπει πεντακάθαρα τον άνθρωπο μέσα σε αυτό που μας περιβάλλει, εξωτερικά-εσωτερικά, και τους προσφέρει τον δικό της ψίθυρο-κομψοτέχνημα. «Η καμπάνα» είναι βιβλίο που φτιάχτηκε σε αυτό το πλαίσιο και είναι πανέμορφο.
Η αναζήτηση της εσωτερικής ισορροπίας
Η Ντόρα Γκρίνφιλντ, μετά από έξι μήνες χωρισμού, αποφασίζει να επιστρέψει στον άντρα της, τον Πολ. Ο Πολ, ιστορικός τέχνης, κάνει έρευνα στο Αβαείο Ίμπερ, ένα γυναικείο μοναστήρι στο Γκλόστερσιρ, και φιλοξενείται από μια κοσμική θρησκευτική κοινότητα που είναι εγκατεστημένη εκεί κοντά. […] Η άφιξη της Ντόρα συμπίπτει με τις χαρούμενες προετοιμασίες για την υποδοχή της καινούργιας καμπάνας του Αβαείου, που θα αντικαταστήσει την παλιά, ένα θρυλικό σύμβολο που έχει χαθεί εδώ και χρόνια. Η Μέρντοχ φτιάχνει την ιστορία της πάνω στην αιώνια αντίφαση του ανθρώπου, στο κάλλος της φύσης και στην αναζήτηση του αδιαμεσολάβητου θρησκευτικού λόγου. Ο άνθρωπος προσπαθεί να βρει την εσωτερική του ισορροπία, ο εξωτερικός χώρος τον τονώνει, καθαρίζει το βλέμμα του και η θρησκεία είναι το μέσο και η πρόκληση για να έρθει το άτομο σε επαφή με την αλήθεια του λόγου του Θεού. Και η αφήγηση της Μέρντοχ είναι κρυστάλλινη, γοητευτικά πολυεπίπεδη και βαθιά στοχαστική. Η πολύ καλή μετάφραση ανήκει στην Έφη Τσιρώνη, ενώ η έκδοση συνοδεύεται από εισαγωγή της A. S. Byatt.