Πριν σωθείς, θα ματώσεις
Οι ταπεινοί, οι πεινασμένοι, είναι πάντα εδώ. Κι αν μια μάνα τους γέννησε, ο δρόμος τους μεγάλωσε. Γιατί όχι και κολασμένοι; Γιατί η τελική κρίση έρχεται από τους πεθαμένους. Το τέλος του πολέμου των μεγαλουπόλεων αυτοί το έχουν δει και αυτοί θα το ψιθυρίσουν. Μέχρι τότε, ταπεινοί, πεινασμένοι και όταν ήμασταν μικροί. Κι αν τα γράμματα σε κοιτάνε στραβά, το άσχημο ξημέρωμα φταίει. Κάπου, κάποτε, όλοι, είχαμε ένα πρωινό που το φως του έξυνε τις πληγές μας. Ζούμε στις πόλεις του Θεού. Την εξορία του παραδείσου δεν την μπορούμε, δεν την αξίζουμε, αφού με το χώμα και τη φύση είμαστε ξένοι. Πολλές ενοχές, πολλές αμυχές, πολλές ουσίες, πολλά μπερδέματα. Η πορεία προς την ενηλικίωση δεν είναι εύκολη και το τραύμα, σώματος, ψυχής, πάντα γράφει στο δέρμα και στη σκέψη μας. Κάποιοι κάνουν την πληγή δεύτερο σπίτι τους, μοναδικό σπίτι τους, και όσο οι χαρακιές πληθαίνουν, τόσο επιμένει το παιδί και οι χρόνοι του. Και τα παιδιά των δρόμων, της πλατείας, της ταράτσας και της καβάτζας, μοιάζουν, αναγνωρίζονται. Η γλώσσα του σώματος αποκαλύπτει το λαχάνιασμα της ψυχής και την εύθραυστη δύναμη του θράσους. Τι κι αν είσαι πλούσιος, φτωχός, μετανάστης, ντόπιος, έξυπνος, χαζός. Πριν σωθείς, θα ματώσεις, θα την πάθεις για να μάθεις και θα στρώσεις χαρακτήρα. Πριν και πάνω απ’ όλα, θα σκέφτεσαι αυτή τη φράση, αυτόν τον τίτλο βιβλίου: «Όταν ήμασταν μικροί» (Εκδόσεις Μεταίχμιο).
Εκρήξεις παντού!
Ο Όλιβερ Λοβρένσκι είναι ένας από εμάς. Γράφει για εμάς. Λάθος. Πρώτα έγραψε και γράφει για τον εαυτό του. Και αυτό που έγραψε είναι ακαταμάχητο. Εκρήξεις παντού! Λογοτεχνικές, σωματικές, ψυχικές, κοινωνικές, πολιτικές, οικογενειακές. Ο 21χρονος ανήκει σε αυτούς που ζουν στις γειτονιές, εκεί που ακούγονται προσευχές για πτώσεις ιδανικές. Το «Όταν ήμασταν μικροί» είναι το στραβό βάδισμα του αδερφού που ξέφυγε, του φίλου που ένιωσε την «τσιμπητή» και αυτού που μοίραζε «χιόνια». Το βιβλίο αυτό είναι για τον μάγκα που δεν υπήρξε ποτέ και τον νέο του σήμερα, του 2024. Η ένταση που μεταδίδει είναι αμείωτη και αληθινή. Ο Λοβρένσκι μεταφέρει τις εικόνες του δρόμου σήμερα και αυτές των ξεχασμένων παιδιών, αυτών που υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Εδώ έχουμε την περίπτωση συγγραφέα που έβαλε στο χαρτί αυτό που ζουν εκατομμύρια νέοι στον κόσμο: Το δυσβάστακτο παρόν που παλεύει να γίνει μέλλον. Οι συνομήλικοί του θα τον καταλάβουν και θα δουν κάτι απ’ αυτό που έχουν βιώσει ή βιώνουν. Μπορεί να μην είναι ακριβώς το ίδιο, αλλά σίγουρα υπάρχουν κοινά σημεία επαφής. Συνεπώς, αν αυτό το βιβλίο πέσει στα χέρια του σημερινού εφήβου και αυτού που μόλις μπήκε στον κόσμο των ενηλίκων, δεν θα είναι μόνο το χαρτί και οι λέξεις, αλλά και οι εικόνες του Λοβρένσκι που θα τον τραβήξουν. Για τους μεγαλύτερους θα είναι η επιστροφή σε έναν κόσμο που υπάρχει δίπλα τους και μέσα τους. Και ξέρετε γιατί; Γιατί όλοι ήμασταν κάποτε μικροί.
Ο δρόμος παίρνει ψυχές
Τέσσερις έφηβοι προσπαθούν να επιβιώσουν στο Όσλο του σήμερα. Παιδιά, κάποια μετανάστες, που οι οικογένειες τους ξαστόχησαν, για λίγο ή για πολύ. Θέλουν τον κόσμο και όλα όσα έχει, αλλά υποτιμούν τους κινδύνους, τα πάθη και τον δρόμο που παίρνει ψυχές και μετά ζωές. Δεν ζουν μες την άγνοια. Ξέρουν ότι μια μέρα θα φύγουμε όλοι μας και γι’ αυτό ξεπερνούν τα όρια για να ζήσουν, να πετύχουν. Τα παιδιά των δρόμων ορίζουν την επιτυχία με τα φράγκα που μάζεψαν, με το πόσα g «σπρώχνουν», με τις φέρμες στις γωνίες και με το πόσες «τζουριές» (μαχαιριές) έφαγαν και επέζησαν. Περιμένουν την πρόσκρουση αλλά δεν θέλουν να το παραδεχτούν. Και σ’ αυτήν τη σκληρή ζωή, εκτός από βία, μέθη, εθισμό, παραβατικότητα, υπάρχει φιλία που επιμένει, χαρά, χιούμορ και απώλεια που πονάει αληθινά. Σε αυτό το βιβλίο όλα διαρκούν όσο κρατάει μια «γραμμή» και όσο χρειάζεται για να διαβαστεί το μήνυμα στα social.
Ο Λοβρένσκι χρησιμοποιεί τον τρόπο επικοινωνίας των νέων, αυτών που επιβάλλουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Συμπυκνωμένα μηνύματα σε κοφτά κείμενα που διαλέγουν το ουσιαστικό χωρίς περιστροφές και φιοριτούρες. Κάθε γύρισμα σελίδας μοιάζει με το scroll down στο κινητό. Κάθε τέλος φέρνει και αντίδραση, μία διάδραση. Το «Όταν ήμασταν μικροί» είναι «Το Μίσος» και το «Trainspotting», είναι ο μύθος και αλήθεια του περιθωρίου. Η γλώσσα του Λοβρένσκι είναι απαιτητική. Δεν μπορείς να χάσεις τον ρυθμό της και πρέπει να σεβαστείς τη σλανγκ ορολογία και το σλανγκ πνεύμα. Η Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, που υπογράφει τη μετάφραση, έκανε ακριβώς αυτό και πρέπει να της το αναγνωρίσουμε.