Αξέχαστες σκηνές: Ο «αλητάκος» βγαίνει εκτός γραμμής παραγωγής (vid)
Η φωνή της Βιτάλη σε «χτυπά» σαν ρεύμα. Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας και ο γιος μου τ’ ανταλλακτικό. Μετά σε καθηλώνει και ακινητοποιεί την ίδια στιγμή το σύνθημα εργάτη μην ξεχνάς χωρίς εσένα γρανάζι δεν γυρνά. Ύστερα σκέφτεσαι τα γρανάζια της γραφειοκρατίας, τα γρανάζια του χρόνου και μελαγχολείς, θυμώνεις, πεισμώνεις, αγωνίζεσαι. Απελπίζεσαι; Κάποιες φορές ναι. Κερδίζεις; Κάποιες, ελάχιστες, στιγμές, ναι. Και μετά ξεκουράζεσαι. Αφήνει την αναπνοή ελεύθερη και τη ματιά να πάρει την απόστασή της. Η οθόνη του μυαλού παίζει μέσα σου και σου θυμίζει ότι όλα τα προηγούμενα τα ζεις, τα έχεις ζήσει και τα έχεις δει και στο σινεμά. Κάποιος είδε πριν από μας. Κάποιος έφερε τη βία του μέλλοντος στο παρόν του και κάποιος έδωσε εικόνα στη γραμμή παραγωγής. Αυτός ήταν ο Τσάρλι Τσάπλιν. Αυτός ο μικρός, ο μέγας δημιουργός είδε μπροστά. Πριν το A.I, πριν τα «έξυπνα ρομπότ», τα «έξυπνα κινητά», ήταν ο τροχός και η αέναη κίνησή του. Και εκεί που «έλιωναν» οι 12 ώρες και οι 7 μέρες, ήρθε η πρόοδος, το αίμα και το οκτάωρο που δεν άντεξε, το πενθήμερο που γονάτισε. Ας (ξανά)δούμε τους «Μοντέρνους Καιρούς» και τη σκηνή στο εργοστάσιο.
Ο άνθρωπος-εξάρτημα
Ο Τσάρλι Τσάπλιν ήταν καλλιτέχνης που προειδοποιούσε, ήταν αυτός που δεν φοβόταν το παρόν και δεν έμενε στο παρελθόν. Η συγκεκριμένη σκηνή υπογραμμίζει την τόλμη και τη δημιουργική ευφυΐα του. Η σκηνοθετική και σεναριακή του ματιά συλλαμβάνει την ουσία της βιομηχανικής παραγωγής, εξέλιξης. Ο άνθρωπος, ο εργάτης, αυτός που κινεί τις μηχανές, τα γρανάζια των μέσων παραγωγής, παγιδεύεται από την ασταμάτητη ροή του συστήματος και γίνεται αναλώσιμο κομμάτι, εξάρτημα όπως αναφέρει και ο στίχος. Ο «αλητάκος» γεννήθηκε και μεγάλωσε σε φτωχό, υποβαθμισμένο, περιβάλλον. Εργασία γι’ αυτόν σήμαινε επιβίωση και εκμετάλλευση. Στους «Μοντέρνους Καιρούς» ο Τσάπλιν έδειξε ακριβώς αυτό. Το σημείο που εστιάζουμε είναι η κορύφωση του φιλμ κι ας μην είναι το φινάλε του. Οι καιροί εκείνοι ζητούσαν συνέχεια περισσότερα. Το υπόγειο μήνυμα ήταν Δουλέψτε! Δουλέψτε! Δουλέψτε! Μη μιλάτε. Να ακολουθείτε μόνο τη γραμμή παραγωγής. Οι ανάγκες και οι αδυναμίες του ατόμου εκμηδενίζονται και όποιος δεν αντέχει, εξαφανίζεται! Ο Τσάπλιν, σε αυτή τη σκηνή παρουσιάζει, με αμεσότητα, χιούμορ, φαντασία, το διαχρονικό, πια, πρόβλημα της απομύζησης της εργατικής δύναμης. Η εξάντληση αυτής είναι αδιαπραγμάτευτη και οδηγεί στην υποτίμηση της αξίας της. Ο βιομηχανικός εργάτης γίνεται το «έμψυχο αντικείμενο» (sic) που όταν ραγίζει απλά πετιέται (ανεργία). Στη σκηνή του εργοστασίου, ο Τσάπλιν απλά μεγαλούργησε.
Το αναρχικό πνεύμα κινεί τα νήματα
Το αναρχικό πνεύμα του Τσάπλιν κινεί τα νήματα στη σκηνή του εργοστασίου. Η πρόθεσή του να δείξει τον εργάτη που δεν αντέχει άλλο, που θέλει να βγάλει το παιδί από μέσα του εν ώρα εργασίας, είναι ο τρόπος του να πει ως εδώ! Η κάμερα δεν επικεντρώνει μόνο στον «αλητάκο». Ο χώρος εργασίας παρουσιάζεται κρυστάλλινα. Η σκέψη, η ματιά, του δημιουργού μπαίνει στην καρδιά του «τέρατος» και αποκαλύπτει τη διαρκή κίνηση και την αιχμαλωσία της σκέψης, του συναισθήματος. Βρισκόμαστε, ακόμη, στην εποχή του βωβού κινηματογράφου και η ταχύτητα των πλάνων ενισχύει την πρόθεση και το μήνυμα του Τσάπλιν. Ο εργάτης γίνεται μηχανή και όλα γι’ αυτόν είναι δουλειά. Κάθε παξιμάδι πρέπει να βιδωθεί, κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά πρέπει να βιδωθεί. Ο πρωταγωνιστής τρελαίνεται, μπαίνει μέσα στη μηχανή, βγαίνει, χορεύει, πειράζει τους συναδέλφους του, τους περαστικούς, ταράζει την ευρυθμία του συστήματος. Είναι, όμως, τρελός; Για τον εργάτη που βγαίνει εκτός γραμμής, η συντριβή της μηχανής είναι το πρώτο και άμεσο ζητούμενο. Η ανέμελη συμπεριφορά συνδυάζεται με το αντιστασιακό πνεύμα του «αλητάκου». Κάποια στιγμή των κυνηγάνε οι υπόλοιποι εργάτες. Ο μοχλός που κινεί τη γραμμή παραγωγής είναι στη θέση του «στοπ». Όταν ο «τρελαμένος» εργάτης τον βάζει στη θέση της «λειτουργίας», οι διώκτες του επιστρέφουν άρον-άρον στη δουλειά. Εξαιρετικό!