Έντεκα γυναικοκτονίες μέσα στο 2024: Εγκληματολόγος εξηγεί τι πάει λάθος στην Ελλάδα
Άλλη μια γυναίκα που κάποιος άνδρας θεώρησε κτήμα του και δεν της αναγνώρισε το δικαίωμα να είναι ελεύθερη. Άλλο ένα όνομα που προστέθηκε στη μαύρη λίστα των θυμάτων. Άλλη μια γυναικοκτονία. Ήταν το 11ο θύμα μέσα στο 2024.
Ο λόγος για την 43χρονη Δώρα, η οποία δολοφονήθηκε από τον πρώην άνδρα της εχθές το βράδυ στο κέντρο του Αγρινίου. Η άτυχη γυναίκα που ήταν διαζευγμένη και μητέρα τριών παιδιών φέρεται να κατονόμασε το σύντροφό της, λίγο πριν χάσει τις αισθήσεις της, ως τον υπαίτιο της δολοφονικής επίθεσης.
Μάλιστα, όπως έχει γίνει γνωστό, φέρεται να είχε καταγγείλει τον 30χρονο σύντροφό της για ενδοοικογενειακή βία και αυτός επρόκειτο να δικαστεί την Παρασκευή, αφού προηγουμένως είχαν εκδοθεί σε βάρος του περιοριστικά μέτρα και του είχαν αφαιρεθεί τρία όπλα που είχε στην κατοχή του.
Συγκεκριμένα, από την αρμόδια Εισαγγελική Αρχή είχαν επιβληθεί στον κατηγορούμενο οι περιοριστικοί όροι της μη προσέγγισης του θύματος σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων και της απαγόρευσης επικοινωνίας μαζί της, ενώ του είχαν αφαιρεθεί πριν δύο μήνες, από το Αστυνομικό Τμήμα Θέρμου, δύο κυνηγετικά όπλα και είχαν ανακληθεί οι σχετικές άδειες οπλοκατοχής.
Για ακόμη μια φορά, δε, η ΕΛ.ΑΣ υποστηρίζει ότι το θύμα δεν επιθυμούσε τη χορήγηση panic button και τη μεταφορά του σε ασφαλή δομή φιλοξενίας.
H Κέλλυ Ιωάννου, Κλινική Εγκληματολόγος, σε ανάρτησή της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εξηγεί αναλυτικά γιατί οι καταγγελίες για τις γυναικοκτονίες καθεστερούν τόσο να εκδικαστούν. «Η γυναικοκτονία στο Αγρίνιο φέρνει ξανά στο προσκήνιο τα σοβαρά κενά του συστήματος προστασίας των θυμάτων και την ανεπαρκή νομική διαχείριση των υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας», σημειώνει.
«1. Καθυστερήσεις στη Δικαστική Διαδικασία: Παρά τις καταγγελίες για ενδοοικογενειακή βία, οι δικαστικές διαδικασίες είναι αργές. Τα θύματα συχνά αναγκάζονται να περιμένουν μήνες ή και χρόνια μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεσή τους. Στο μεταξύ, ο θύτης είναι ελεύθερος, δημιουργώντας ένα καθεστώς διαρκούς φόβου για το θύμα, που ζει με την αγωνία για την προσωπική του ασφάλεια.
2. Ελλιπής Προστασία στο Μεσοδιάστημα: Χωρίς άμεσα μέτρα ασφαλείας και περιοριστικούς όρους, οι δράστες συνεχίζουν να κυκλοφορούν ελεύθεροι, ακόμα και μετά από σοβαρές καταγγελίες. Αυτό εκθέτει τα θύματα σε μεγάλο κίνδυνο και αναδεικνύει την έλλειψη προληπτικών μηχανισμών που θα εξασφάλιζαν την προστασία τους μέχρι την τελική δικαστική απόφαση.
3. Αδράνεια και Έλλειψη Συντονισμού: Οι αστυνομικές αρχές, ενώ είναι ενήμερες για τον κίνδυνο, δεν λαμβάνουν πάντα τα απαιτούμενα προληπτικά μέτρα, αφήνοντας τα θύματα απροστάτευτα. Οι καθυστερήσεις στην επιβολή περιοριστικών μέτρων επιτρέπουν στους δράστες να πλησιάζουν ή να εκφοβίζουν τα θύματα, ενώ η έλλειψη αποτελεσματικού συντονισμού μεταξύ των αρχών χειροτερεύει την κατάσταση» εξηγεί στην ανάρτηση της.
«Η κατάσταση αυτή αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για ουσιαστικές αλλαγές: άμεση εκδίκαση των υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας, επιβολή προσωρινών περιοριστικών όρων στους δράστες, και συνεχή υποστήριξη των θυμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Χρειαζόμαστε ένα σύστημα που θα εγγυάται την ασφάλεια των θυμάτων και θα προστατεύει τις ζωές τους από την πρώτη στιγμή της καταγγελίας, χωρίς εκπτώσεις ή αδικαιολόγητες καθυστερήσεις» καταλήγει.