Όταν το κράτος δολοφόνησε τον Αλέξη (vid)
Τον τίτλο τον βρήκα αμέσως. Οι απαντήσεις χρειάστηκαν λίγο χρόνο. Και όμως… Οι ερωτήσεις επιμένουν και μένουν βασανιστικά, ουσιαστικά, αναπάντητες. Το ελληνικό κράτος, στις 6 Δεκεμβρίου 2008, δολοφόνησε τον Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Το παιδί ήταν 15 ετών και ήθελε εκείνη τη νύχτα να είναι στα Εξάρχεια, με τους φίλους του. Τα γέλια, όμως, φοβίζουν, απειλούν και αυτοί που διαχειρίζονται την εξουσία ανησυχούν. Οι έφηβοι περνούσαν καλά και σίγουρα χαμογελούσαν. Πώς να γίνει ανεκτό αυτό από ένστολους και γραβατωμένους; Και το εκτελεστικό όργανο ενεργοποίησε την εντολή που πάντα είχε: «σκότωσε καθετί που δεν μας μοιάζει, που δικαίως μας χλευάζει». Ο αστυνομικός, λοιπόν, το κράτος δηλαδή, ενήργησε αστραπιαία. Δεν χρειάστηκε αφορμή, δικαιολογία. Πήρε στάση βολής, έβγαλε το όπλο και πυροβόλησε. Αυτό ήταν! Η λάμψη που έφυγε από την κάννη δεν έσβησε ποτέ. Και ύστερα ήρθαν τα κλάματα, η οργή, το πένθος, η μελαγχολία και οι μέρες του Αλέξη. Οι αδελφικοί του φίλοι τον έκλαψαν, πάντα το κάνουν, πάντα τον θυμούνται και πάντα έχουν τα «σκοτωμένα» όνειρά τους οδηγό, συντροφιά. Και όταν η νύχτα πέφτει, ουρλιαχτά και κραυγές, ψίθυροι και βουβές οιμωγές συνοδεύουν τη δράση-αντίδραση. Κάπου στο βάθος παίζει, πάντα, το δε πα να μας χτυπούν… και το 15χρονο παιδί είναι το αίμα που δεν ξεπλένεται από τα χέρια των κρατικών δολοφόνων.
Σε λίγα δευτερόλεπτα καταδικάστηκε σε θάνατο
Ο Γρηγορόπουλος δολοφονήθηκε επειδή το κράτος μπορεί να το κάνει. Κάθε αστικό κράτος μπορεί να το κάνει. Η καταστολή είναι στη φύση του και αυτή που διασφαλίζει την κυριαρχία του κεφαλαίου. Κι αν σας ενοχλεί η ταξική φρασεολογία, σκεφτείτε το εξής: θα δολοφονούνταν ο Γρηγορόπουλος αν ήταν στο Κολωνάκι; Όχι. Γιατί; Διότι το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα έχει χωρίσει -γκετοποιήσει- περιοχές και με τον τρόπο αυτό επιβεβαιώνει την ταξική διάκριση και την ταξική πάλη. Ο Γρηγορόπουλος και η παρέα του, λοιπόν, βρέθηκαν στο μέρος που συχνάζουν, υποτίθεται, οι εχθροί του κράτους. Την ίδια ώρα, η κρατική βία διαποτίζει τον τρόπο σκέψης και δράσης της εκάστοτε κυβέρνησης. Η εξουσία δεν θα συνετίσει, δεν θα προσφέρει παιδεία, γνώση, σωφρονισμό. Όχι. Ο «διαφορετικός», αυτός που βαφτίζεται «αντιεξουσιαστής», είναι το μόνιμο θύμα, ο ένοχος για τα πάντα και πρέπει να εξουδετερωθεί. Η πρακτική που ακολουθείται, συνήθως, είναι η εύρεση μιας γελοίας αφορμής για άσκηση της καταστολής. Έπειτα έρχεται η σύλληψη με ένα κατηγορητήριο κουρελόχαρτο. Από κει και πέρα αναλαμβάνει ο δικαστικός μηχανισμός κι αν ο «ένοχος» αντέξει, όλα καλά. Αν δεν αντέξει, πάλι όλα καλά. Στην περίπτωση του Γρηγορόπουλου δεν έγινε τίποτε απ’ αυτά. Σε λίγα δευτερόλεπτα καταδικάστηκε σε θάνατο.
Η αδιάκοπη κρατική βία
Ο Επαμεινώνδας Κορκονέας, φορώντας τη στολή του αστυνομικού, υπενθύμισε ότι κάθε νέα γένια πρέπει να παλέψει με τις μηδαμινές επαγγελματικές προοπτικές, με τις ανθρωποφαγικές συνθήκες εργασίας, με τις κρίσεις του συστήματος που φορτώνονται στην πλάτη των πολιτών και με την αδιάκοπη κρατική βία. Φυσικά , σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η «ενημέρωση» από τα ΜΜΕ. Τα Μέσα της εποχής, που ίδια είναι και τώρα, προσπάθησαν να συγκαλύψουν το κρατικό έγκλημα. Παραπλάνησαν, συκοφάντησαν, συντάχθηκαν με τους θύτες. Η νεολαία, τότε, ξέσπασε, εξεγέρθηκε και σίγουρα δεν ξέχασε. Σήμερα που βαγόνια χάνονται, σακούλες αρμενίζουν, όπως σωστά σημειώθηκε σε πανό φιλάθλων του ΠΑΟΚ, σήμερα που η Παιδεία επίσημα ξεπουλιέται, σήμερα που ο μισθός με το ζόρι φτάνει για το νοίκι, σήμερα που τα παιδιά μας σκοτώνονται σε ένα τρένο στα Τέμπη, σήμερα που η Υγεία γίνεται εμπόρευμα, σήμερα που στεκόμαστε δίπλα σε εγκληματίες πολέμου, σήμερα η μνήμη του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου πρέπει να μείνει ζωντανή. Σήμερα, αύριο, πάντα. Τίποτα δεν άλλαξε ρε μάγκες. Πάντα στη λάθος πλευρά της ιστορίας, πάντα τα εν δυνάμει θύματα είμαστε. Αυτές οι μέρες είναι του 15χρονου Γρηγορόπουλου και όλων αυτών που δεν έχουν να χάσουν τίποτα πέρα από τα ωραία τους χρόνια.