Σόιμπλε: «Δεν ζητώ εγώ να κοπούν οι συντάξεις»
Eίπε σε συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που αντικρούει τη μετάθεση ευθυνών στους πιστωτές και τοποθετεί πιθανά μέτρα για το χρέος, αν και εφόσον χρειαστούν, στο τέλος του προγράμματος.
Παράλληλα ο ίδιος αρνείται ότι είναι εκείνος που ζητά να κοπούν οι συντάξεις ενώ όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «για τον ελληνικό λαό τρέφω μεγάλη συμπάθεια, διότι πρέπει να σηκώσει μεγάλα βάρη».
Kύριε υπουργέ, η Επιτροπή Προϋπολογισμού της Μπούντεσταγκ άναψε την Τετάρτη το πράσινο φως για την εκταμίευση της επόμενης δόσης από την Ελλάδα. Ετσι κλείνει ένα μακρύ κεφάλαιο της διαπραγμάτευσης με την Ελλάδα. Είστε ευχαριστημένος με την κατάληξη;
«Θα είμαι ευχαριστημένος όταν με το πρόγραμμα επιτύχουμε αυτό που όλοι επιδιώκουμε: να πάνε καλά τα πράγματα για τους έλληνες πολίτες, η Ελλάδα να αποκτήσει ξανά πρόσβαση στις αγορές χωρίς πρόγραμμα και να μην εξαρτάται από πρόσθετη βοήθεια. Αυτό πρέπει να επιτευχθεί μέχρι τα μέσα της επόμενης χρονιάς. Οι ευκαιρίες για αυτό υπάρχουν. Ακολουθούμε την πορεία που συμφωνήσαμε. Αλλά για ικανοποίηση είναι ακόμα νωρίς».
Ένα πάντως καταφέρατε: να κρατήσετε το θέμα της Ελλάδας εκτός του γερμανικού προεκλογικού αγώνα. Αλλά το πρόβλημα καθαυτό δεν λύθηκε. Ολοι περιμένουν ότι μετά τις γερμανικές εκλογές θα επανέλθει στην ημερήσια διάταξη μαζί με τη συζήτηση για κούρεμα του χρέους.
«Αυτό το βλέπουν κάποιοι από τη λάθος οπτική. Το πρόβλημα δεν είναι οι γερμανικές εκλογές. Το πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα, με τα βάρη του παρελθόντος και τις ελλείψεις στη Δημόσια Διοίκηση – που είναι αδιαμφισβήτητες – σε συνθήκες νομισματικής ισοτιμίας που δεν μπορεί να τη μεταβάλει εθνικά, έχει δυσκολίες να γίνει ανταγωνιστική. Πάνω σε αυτό το πρόβλημα εργάζεται η Ελλάδα, εργαζόμαστε εμείς με ευρωπαϊκή αλληλεγγύη από το 2010. Πετύχαμε αρκετά, αλλά δεν φτάσαμε στη λύση του προβλήματος. Εκτιμώ ότι αυτό θα συμβεί με την ολοκλήρωση του προγράμματος».
Και τι θα γίνει με το χρέος;
«Το ελληνικό χρέος δεν είναι πρόβλημα αυτή τη στιγμή, διότι η Ελλάδα δεν πληρώνει τοκοχρεολύσια για μεγάλη περίοδο και έχει χαμηλά επιτόκια. Όλα αυτά είναι καλά. Μελλοντικά ίσως το χρέος καταστεί πρόβλημα για την Ελλάδα. Τότε θα πρέπει να συζητηθεί. Αλλά αν εστιαστεί τώρα η συζήτηση στο χρέος, το οποίο δεν αποτελεί πρόβλημα για τα επόμενα χρόνια, τότε ξεχνάει κανείς να κάνει αυτό που είναι αναγκαίο, δηλαδή να εφαρμόσει τις απαραίτητες για την Ελλάδα αλλαγές. Με τα μέτρα που ψήφισε η ελληνική Βουλή τις τελευταίες εβδομάδες έγιναν μεγαλύτερα βήματα από ό,τι στο παρελθόν. Για αυτό και οι οίκοι αξιολόγησης βελτίωσαν την εκτίμησή τους για την Ελλάδα».
Ωστόσο η συζήτηση για το χρέος επιβαρύνει την πρόσβαση της χώρας στις αγορές.
«Σέβομαι αυτό το επιχείρημα. Για αυτό και είπαμε ότι θα φροντίσουμε να καταστεί εφικτή η πρόσβαση στις αγορές. Και όταν η ελληνική οικονομία δεν θα εξαρτάται πλέον από τη βοήθεια, θα δούμε αν και εφόσον είναι απαραίτητα περαιτέρω βήματα».
Και αυτό θα συμβεί το καλοκαίρι του 2018;
«Ναι, έτσι συμφωνήθηκε και εμείς το τηρούμε. Το ΔΝΤ είχε πάντα πιο απαισιόδοξες προγνώσεις από ό,τι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, η Επιτροπή, η ΕΚΤ, ο ESM, ακόμη και η ελληνική κυβέρνηση. Για αυτό συμφωνήσαμε να προχωρήσουμε ως εξής: αν το ΔΝΤ με τις αρνητικές προγνώσεις του δικαιωθεί, θα πρέπει η Ελλάδα να λάβει περισσότερα μέτρα στο τέλος του προγράμματος. Οι Ευρωπαίοι επίσης. Αν το ΔΝΤ δεν δικαιωθεί, όπως προβλέπει η αισιόδοξη πρόγνωση τόσο της ελληνικής κυβέρνησης όσο και των ευρωπαϊκών θεσμών, τότε δεν θα χρειαστούν. Για αυτό, ας υλοποιήσουμε το πρόγραμμα και μετά βλέπουμε, τι θα έχει επιτευχθεί».
Αυτό το καταλαβαίνω ως πίεση στην ελληνική κυβέρνηση να υλοποιήσει το πρόγραμμα. Αλλά μεγαλοεπενδυτές όπως ο Μοχάμεντ Ελ Εριάν λέει ότι η διαμάχη μεταξύ ΔΝΤ και Ευρώπης παραλύει τη χώρα.
«Οχι. Αν γίνει όπως περιγράφηκε, δεν παραλύει τη χώρα ούτε εμποδίζει την πρόσβαση στις αγορές. Δεν μου αρέσει η λέξη πίεση. Μπορείτε επίσης να πείτε ότι η Ελλάδα ασκεί πίεση στους άλλους, ζητώντας βοήθεια. Είμαστε πρόθυμοι να την προσφέρουμε. Αλλά η βοήθεια έχει νόημα μόνο όταν συνδέεται με τις προσπάθειες εξάλειψης των αιτίων. Δεν μπορεί να γίνει από τη μία ημέρα στην άλλη. Πρέπει όμως να εξαλειφθούν τα αίτια λόγω των οποίων η Ελλάδα χρειάζεται βοήθεια. Για αυτό και δεν είναι σωστό, κάποιοι στην Ελλάδα να παρουσιάζουν ότι είναι υπεύθυνοι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ή η γερμανική κυβέρνηση. Η επεξεργασία των μέτρων γίνεται μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης, η οποία έχει πολλά περιθώρια να πει: είναι προτιμότερο να γίνει αυτό και όχι το άλλο».
Πάντως η κυβέρνηση στην Αθήνα λέει ότι αυτό δεν είναι το δικό της πρόγραμμα, αλλά υποχρεώνεται να το εφαρμόσει.
«Αυτό είναι επικίνδυνο, διότι μια τέτοια στάση μπορεί να οδηγήσει τους πολίτες σε παρεξήγηση σχετικά με τα αίτια. Πρόσφατα υπενθύμισα πως το κόμμα του Πρωθυπουργού κ. Τσίπρα είχε υποσχεθεί προεκλογικά ότι θα καταργούσε τα προνόμια των εφοπλιστών. Η κυβέρνηση δεν το έκανε για τους δικούς της λόγους. Είναι απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης και της Βουλής οι εφοπλιστές να προστατεύονται, αλλά να γίνονται αλλού περικοπές».
Και η γερμανική κυβέρνηση και η Βουλή στις αρχές του προηγούμενου έτους πέρασε νόμο με φορολογικά προνόμια για τους Γερμανούς εφοπλιστές. Γιατί ασκείτε κριτική στην Ελλάδα;
«Δεν άσκησα καμία κριτική. Επαναλαμβάνω. Απλώς υπέδειξα ότι η ελληνική κυβέρνηση εξήγγειλε κάτι και στη συνέχεια επέλεξε άλλο δρόμο. Η διαφορά είναι πρωτίστως ότι εμείς δεν ζητούμε από τους έλληνες φορολογουμένους εγγυήσεις για τη Γερμανία».
Δηλαδή, οι πιστωτές δεν έχουν καμία ευθύνη για τις μειώσεις συντάξεων και την υπερφορολόγηση που ήρθαν στην Ελλάδα με το τρίτο πρόγραμμα;
«Με συγχωρείτε, αλλά αυτή δεν είναι η σωστή προσέγγιση. Οι χώρες της ευρωζώνης είναι πιστωτές επειδή στην ευρωζώνη αναλάβαμε ένα μεγάλο μέρος του χρέους της Ελλάδας προκειμένου η Ελλάδα να μη βυθιστεί στη χρεοκοπία με επιτόκια 10% και πάνω, αλλά μόλις 2% περίπου. Το ελληνικό κράτος πληρώνει τόσο χαμηλά επιτόκια όσο η Γερμανία, διότι η ευρωζώνη ανέλαβε με τη δική μας εγγύηση σχεδόν το σύνολο του ελληνικού χρέους με τα ευνοϊκότερα επιτόκια που προσφέρονται αυτή τη στιγμή».
Ο κόσμος όμως στην Ελλάδα συνεχίζει να υποφέρει.
«Για τον ελληνικό λαό τρέφω μεγάλη συμπάθεια, διότι πρέπει να σηκώσει μεγάλα βάρη. Αλλά η λύση των προβλημάτων για τον ελληνικό λαό βρίσκεται μόνο στη βελτίωση των συνθηκών στην Ελλάδα. Υπάρχουν βήματα προόδου, δεν γίνονται όμως τόσο γρήγορα όσο τα περιμένει ο κόσμος. Αλλά δεν είναι σωστό να λέγεται ότι φταίνε οι άλλοι. Γιατί τότε παραβλέπει κανείς τι πρέπει να κάνει ο ίδιος, για να γίνουν τα πράγματα καλύτερα. Αυτό με στενοχωρεί κάθε φορά, διότι θεωρώ ότι οι πολίτες της Ελλάδας δεν το αξίζουν. Τα προγράμματα αποδίδουν, όπως βλέπουμε και σε άλλες χώρες με πρόγραμμα. Σε Ισπανία, Πορτογαλία, Ισλανδία και Κύπρο, παντού βλέπουμε ξανά οικονομική ανάπτυξη, νέες θέσεις εργασίας. Η ανάκαμψη φτάνει και στους πολίτες».
Η Ελλάδα πρέπει να εμφανίζει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% μέχρι το 2022 και στη συνέχεια 2% και πλέον μέχρι το 2060. Δεν φορτώνετε πολλά στους Ελληνες με αυτούς τους υπολογισμούς;
«Δίνω σχετικά μικρή βάση σε υπολογισμούς μέχρι το 2060. Αυτό ήταν ένα από τα σημεία διαφοράς με το ΔΝΤ, για το οποίο έπειτα από πολλές συζητήσεις βρήκαμε έναν συμβιβασμό. Το ΔΝΤ εκτιμούσε ότι μέχρι το 2060 η Ελλάδα δεν θα έχει ανάπτυξη πάνω από 1%. Αλλά τότε δεν μπορούν να λυθούν τα ελληνικά προβλήματα. Υπάρχουν χώρες της ευρωζώνης που έχουν χαμηλότερες κοινωνικές παροχές από την Ελλάδα και ταυτόχρονα ανέλαβαν εγγυήσεις για την Ελλάδα.
Σέβομαι την κυριαρχία της Ελλάδας. Η Ελλάδα χρειάζεται την αλληλεγγύη μας και εμείς την παρέχουμε. Εζησα για αυτό αρκετές επικριτικές συζητήσεις με τους πολίτες στη χώρα μου, στο κόμμα μου, στη Βουλή. Πρέπει να δείξουμε αλληλεγγύη για το κοινό μας συμφέρον, διαφορετικά δεν μπορεί να επιτύχει συνολικά η Ευρώπη. Οι ισχυρότεροι πρέπει να βοηθούν τους ασθενέστερους. Αλλά οι ασθενέστεροι πρέπει φυσικά οι ίδιοι να εργάζονται για την εξάλειψη των αιτίων που τους έφεραν τώρα σε αυτή τη θέση».
Γιατί δεν γίνεται με την Ελλάδα σήμερα αυτό που έγινε με τη Γερμανία το 1953, δηλαδή η διαγραφή του μισού χρέους που διευκόλυνε και το «γερμανικό θαύμα»;
«Αυτή είναι μια κάπως περιορισμένη οπτική. Η κατάσταση στην Ελλάδα, ευτυχώς, δεν είναι συγκρίσιμη με της Γερμανίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ελλάδα λαμβάνει βοήθεια από τον ESM με όρους όπως όλες οι άλλες χώρες. Όλες αυτές οι χώρες κατόρθωσαν έπειτα από ένα πρόγραμμα να επιστρέψουν ξανά στις αγορές. Στην Ελλάδα τρέχει τώρα το τρίτο πρόγραμμα.
Άλλωστε τότε επρόκειτο για τα χρέη από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και η Γερμανία δεν είχε κυριαρχία, αλλά τέσσερις δυνάμεις κατοχής».
Στη συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ και την ευρωζώνη, εσείς προτείνετε τη μετεξέλιξη του μηχανισμού ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Τι σημαίνει αυτό ακριβώς;
«Οι κανόνες του ΔΝΤ ταιριάζουν σε μία χώρα που έχει δικό της νόμισμα, και όχι σε μία χώρα-μέλος μιας νομισματικής Ένωσης. Το ΔΝΤ δεν δραστηριοποιείται στην Καλιφόρνια. Για αυτό και όλοι συμφωνήσαμε, ότι αυτό το τρίτο πρόγραμμα της Ελλάδας θα είναι και το τελευταίο με συμμετοχή του ΔΝΤ. Για την περίπτωση που κάποτε χρειαστούμε ξανά ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα διάσωσης, πρέπει να εξελιχθεί ο ESM σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο».
Θα ίσχυε αυτό στην περίπτωση που η Ελλάδα χρειαστεί πρόσθετο πρόγραμμα βοήθειας;
«Δεν θα έπρεπε να μιλάμε για ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα. Η Ελλάδα εργάζεται για να επιτύχει αυτό το πρόγραμμα. Τέτοιες εικασίες είναι επιβλαβείς και για τις αγορές. Οι σκέψεις μου είναι επί της αρχής».
Ο πρόεδρος του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, πρότεινε προσωρινή έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και ταυτόχρονα κούρεμα χρέους. Δηλαδή αυτό που είχατε προτείνει το 2015. Σας κλέβει ο Λίντνερ τις ιδέες;
«Αυτό το απέρριψε η Ελλάδα. Ήταν η απόφαση της Ελλάδας».
Τώρα έρχεται ο κ. Λίντνερ, που ζητά Grexit...
«Ο κ. Λίντνερ είναι ο κ. Λίντνερ. Είχα ρωτήσει πριν από χρόνια τον έλληνα συνάδελφό μου, μήπως ήταν για εσάς η καλύτερη λύση».
Τον Βαγγέλη Βενιζέλο στο Eurogroup του Βρότσλαβ...
«Ναι, όταν ήταν υπουργός Οικονομικών. Μου είπε: «Οχι, Βόλφγκανγκ, δεν το θέλουμε. Θα κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο, θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ». Αυτή είναι η καθαρή θέση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού. Τη σέβομαι χωρίς δεύτερη κουβέντα. Μόνον που η Ελλάδα πρέπει στη συνέχεια να καταβάλει τις απαραίτητες για αυτό προσπάθειες».
Την πρόταση επαναλαμβάνει ο κ. Λίντνερ, τον οποίο θέλετε κυβερνητικό εταίρο μετά τις γερμανικές εκλογές.
«Κανένας στην ευρωζώνη, και ειδικά η Ελλάδα, δεν έχει συμφέρον να ξανανοίξει αυτήν την παλιά συζήτηση. Γιατί θα πρέπει να επαναφέρουμε ξανά την ανασφάλεια, που δεν βοηθάει και στις αγορές;
Τηρήσαμε στο ακέραιο όλες τις συμφωνίες που κάναμε με την Ελλάδα. Το λέω με κάθε καθαρότητα και σοβαρότητα. Αποκλειστικός στόχος μας είναι να βοηθήσουμε την Ελλάδα. Αλλά η βοήθεια για την Ελλάδα μπορεί να αποσκοπεί μόνον στο να βοηθήσουμε την Ελλάδα στην πορεία της να καταστεί ανεξάρτητη από τη βοήθεια».
Πιστεύετε πραγματικά ότι η Ελλάδα το καλοκαίρι του 2018 θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια της και να χρηματοδοτείται από τις αγορές;
«Ναι, αυτός είναι ο στόχος. Η Ελλάδα τώρα σχεδιάζει ξανά τη μερική πρόσβαση στις αγορές. Στην ίδια θέση είχε βρεθεί και το 2014, προτού η τότε αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ – ενόψει της απαραίτητης ενισχυμένης πλειοψηφίας για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας – αποφασίσει να χρησιμοποιήσει αυτό το εργαλείο για να επιβάλει πρόωρες εκλογές. Ο κ. Τσίπρας υποσχέθηκε στις εκλογές του 2015 ότι δεν θα δεχτεί κανένα πρόγραμμα. Με είχε επισκεφθεί προηγουμένως και του είπα: Αν το υπόσχεστε προεκλογικά, πρέπει να σας ευχηθώ, για το δικό σας συμφέρον, να μην εκλεγείτε. Διότι δεν θα μπορέσετε να τηρήσετε αυτή την υπόσχεση. Η Ελλάδα δεν μπορεί να μείνει στο ευρώ χωρίς πρόγραμμα βοήθειας συνδεδεμένο με μέτρα».
Το έκανε παρ’ όλα αυτά, κέρδισε τις εκλογές, αλλά δεν μπόρεσε να εκπληρώσει την υπόσχεσή του. Για αυτό η Ελλάδα πέρασε ένα πικρό εξάμηνο. Αυτός ο μισός χρόνος και η πρόσθετη ζημιά που προκλήθηκε, είναι δική του ευθύνη.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης γίνατε στην Ελλάδα η προσωποποίηση του κακού. Πώς το διαχειρίζεστε;
«Προσπάθησα να μην επηρεαστώ καθόλου, διότι μπορώ να καταλάβω ότι στην πολιτική αντιπαράθεση είναι ευκολότερο να λες: πρέπει δυστυχώς να μειώσουμε τις συντάξεις διότι το ζητά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών. Αυτό βέβαια δεν είναι σωστό, διότι παραπλανά τους πολίτες , που έχουν εν μέρει διαφορετική γνώμη. Δεν ξέρετε πόσοι Ελληνες μου λένε: «Έχετε απόλυτο δίκιο». Αλλά δεν μιλώ καθόλου για αυτά. Δεν θέλω να κάνω την κατάσταση δυσκολότερη».
Πρόσφατα ασκήσατε ξανά κριτική στο πολιτικό προσωπικό της Ελλάδας, η οποία εισπράχθηκε ως υπεροψία του Γερμανού με το σηκωμένο δάχτυλο.
«Είναι ένα κλασικό στερεότυπο. Μερικές φορές σηκώνω το χέρι μου, αυτό σχετίζεται με το γεγονός ότι ως παραπληγικός κουνώ το δεξί χέρι όταν μιλώ. Για να μην το κάνω, βάζω συχνά το χέρι μου κάτω από το τραπέζι».
Διαβάσατε από Κέινς μέχρι Πικετί. Αλλά για τον κ. Τσίπρα είστε ο κατ’ εξοχήν ακραίος εκφραστής του νεοφιλελευθερισμού.
«Ανοησίες. Είμαι Χριστιανοδημοκράτης. Ο κ. Τσίπρας δεν με ξέρει τόσο καλά. Είμαι εκ πεποιθήσεως υποστηρικτής της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, που προέκυψε από τις εμπειρίες των Γερμανών με την καταστροφή από τον Χίτλερ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό που οι οικονομολόγοι σήμερα ονομάζουν inclusive growth το ζήσαμε ήδη από τα πρώτα χρόνια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας Γερμανίας».
Πολλοί συντηρητικοί πολιτικοί θα προτιμούσαν να μην έχουν τον αριστερό Τσίπρα πρωθυπουργό στην Αθήνα. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ το λέει ανοιχτά.
«Στην Ευρώπη όλοι έχουμε πολιτικές οικογένειες. Και υπάρχει πληθώρα πολιτικών σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, που θέλουν διαφορετική κυβέρνηση στη Γερμανία από αυτήν της Μέρκελ. Αυτό είναι θεμιτό. Αλλά πρέπει να αποδεσμεύσουμε τη συνεργασία των χωρών μας από τον κομματικό μας προσανατολισμό. Διαφοροποιώ πάντα τη δράση μου ως πολιτικός του CDU από την ευθύνη μου ως υπουργός Οικονομικών.
Με τη σημερινή ελληνική κυβέρνηση βελτιώθηκαν κάποια πράγματα. Υπάρχουν βήματα προόδου. Δεν επαρκούν ακόμα, αλλά μας κάνουν αισιόδοξους ότι θα γίνουν καλύτερα αν ακολουθηθεί με αποφασιστικότητα αυτή η πορεία».
Εσείς ως συντηρητικός πολιτικός πώς συνεργάζεστε με τον δεδηλωμένο μαρξιστή Ευκλείδη Τσακαλώτο;
«Αντιμετωπίζουμε ανοιχτά ο ένας τον άλλο. Ο κ. Τσακαλώτος είπε σε όλους ότι είναι μαρξιστής. Αλλά είναι υπουργός Οικονομικών της Ελλάδας, κατά συνέπεια προσπαθούμε στο πλαίσιο των πεποιθήσεών μας να πετύχουμε την καλύτερη δυνατή λύση. Αν τον ρωτήσετε, πιθανόν να σας το πει: όταν έχει προβλήματα, μερικές φορές μου τηλεφωνεί και του προσφέρω τη βοήθειά μου. Τον ρωτώ κάθε φορά τι μπορούμε να κάνουμε επιπρόσθετα πάνω και πέρα από το πρόγραμμα, για να βοηθήσουμε την επιτάχυνση της ανάπτυξης και την ενίσχυση των επενδύσεων. Πριν από χρόνια μίλησα με εκπροσώπους του γερμανικού λιανικού εμπορίου για να προωθήσουν ελληνικά προϊόντα και τρόφιμα. Η Ελλάδα έχει πλούσια αγροτική παραγωγή, αλλά λείπει η ελληνική βιομηχανική επεξεργασία. Ακούω ότι ελιές από την Ελλάδα πωλούνται στην Ιταλία και γίνονται ελαιόλαδο, που εισάγεται ξανά στην Ελλάδα. Αυτό δεν μπορεί να αλλάξει στη Γερμανία αλλά στην Ελλάδα».
Συναντήσατε και τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη. Ποια εντύπωση σας άφησε;
«Μίλησα με τον κ. Μητσοτάκη όπως ακριβώς μίλησα και με τον κ. Τσίπρα όταν ήταν αρχηγός της αντιπολίτευσης. Σέβομαι κάθε πολιτικό και δεν τους βαθμολογώ».
Το κάνατε στην περίπτωση του κ. Βαρουφάκη:
«Δεν έκανα ούτε το 1% των δημόσιων δηλώσεων που έκανε εκείνος για μένα. Ο κ. Βαρουφάκης με όσα λέει δημοσίως και την ποικιλομορφία των εξιστορήσεών του είναι ασυναγώνιστος. Δεν μπορώ να τον ανταγωνιστώ. Αλλά την αξίωση να τον πάρω στα σοβαρά, δυστυχώς την έχει χάσει προ πολλού».
Πηγή: insider.gr
ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΗ:
- Ντόναλντ Τραμπ: Αναβάλλεται επ' αόριστον η ανακοίνωση της ποινής για την υπόθεση Ντάνιελς
- Νέα φρικιαστική υπόθεση στη Γαλλία: Πατέρας βίαζε και εξέδιδε την έφηβη κόρη του σε αγνώστους
- Αποστολή στο Τορίνο: «Εδώ χτυπά η καρδιά του κόσμου» έλεγε ο Νίτσε - Η πόλη του Γανυμήδη, του Θουκυδίδη και της Ιεράς Σινδόνης