Τα πέντε προβλήματα στη σχέση Γαλλίας-Γερμανίας
Όταν η Άνγκελα Μέρκελ έδειξε την υποστήριξή της σε σχέδια για την δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού μαχητικού αεροσκάφους, στο Παρίσι την προηγούμενη εβδομάδα, ο Γάλλος πρόεδρος χαιρέτισε μια «ριζική αλλαγή» στη συνεργασία των δύο χωρών, παρότι το κόστος, ο χρόνος παράδοσης και οι πιθανές εταιρίες στις οποίες θα ανατεθεί το έργο παραμένουν άγνωστα.
Αυτή η πρωτοβουλία καθώς και σχέδια για ενίσχυση της εκμάθησης Γερμανικών και Γαλλικών στις δύο χώρες έρχονται να υπογραμμίσουν τη βούληση ενίσχυσης των διμερών σχεδίων.
Παρότι η καλή διάθεση αφθονεί, η προσέγγιση των δύο μερών δεν συνιστά επανάσταση. Σημαντικά εμπόδια στις σχέσεις μεταξύ των δύο κρατών παραμένουν:
1. Το γερμανικό εμπόριο και το τρέχον πλεόνασμα του ισοζυγίου πληρωμών
Ο Μακρόν όπως και ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ ασκεί συχνά κριτική στο γερμανικό εμπορικό πλεόνασμα, που έχει χαρακτηρίσει «μη αποδεκτό». Τον Απρίλιο, πριν την εκλογή του δήλωσε στην τοπική Ouest France ότι η κατάσταση της Γερμανίας είναι μη βιώσιμη σε βάθος χρόνου. Τον Ιούλιο, μιλώντας στην ίδια εφημερίδα, αυτή την φορά μετά την νίκη του, είπε πως «κομμάτι της γερμανικής ανταγωνιστικότητας» προέρχεται από «δυσλειτουργία» και «αδυναμία άλλων κρατικών οικονομιών».
Το Βερολίνο φαίνεται να λαμβάνει υπόψη τη γαλλική κριτική, σε κάποιο βαθμό. Το Μάιο ο Βόλφανγκ Σόιμπλε είπε στο γερμανικό περιοδικό Σπίγκελ ότι το τρέχον πλεόνασμα της Γερμανικής οικονομίας, πάνω από 8% του ΑΕΠ της χώρας, είναι «πολύ υψηλό». Όταν η συζήτηση όμως έρχεται στις πιθανές λύσεις του προβλήματος, Παρίσι και Βερολίνο παραμένουν πολύ μακριά. Ο Μακρόν θέλει την μετακίνηση των γερμανικών πλεονασμάτων προς τη νότια Ευρώπη, δημιουργώντας στην ουσία μία ευρωπαϊκή ένωση μεταβιβαστικών πληρωμών. Ο Σόιμπλε δήλωσε στο Σπίγκελ ότι οποιαδήποτε τέτοια κίνηση θα έπρεπε πρώτα να εγκριθεί από τους Γερμανούς ψηφοφόρους, έμμεσα λέγοντας δηλαδή πως δεν είναι πιθανό να συμβεί.
Ο Jens Weidmann, επικεφαλής της Bundesbank κράτησε μία ακόμη σκληρότερη στάση: «δεν βλέπω κάποιο λόγο γιατί η Ιταλία να συγχρηματοδοτεί γέφυρες στην Γερμανία, ή γιατί η Πορτογαλία θα έπρεπε να επιχορηγήσει τμήματα των Γερμανικών δρόμων ή το αντίθετο.»
2. Η έλλειψη γερμανικών αμυντικών δαπανών
Δαπάνες στον στρατιωτικό τομέα, και η προθυμία για εμπλοκή σε επικίνδυνες αποστολές, είναι άλλο ένα θέμα που προκαλεί έντονη διαφωνία.
Ο Μακρόν χρησιμοποίησε την επίσκεψη του Τραμπ στο Παρίσι στις 14 Ιουλίου, καθώς και τη στρατιωτική παρέλαση εκείνης της ημέρας για να τονίσει τις διαφορές Γαλλίας και Γερμανίας σε στρατιωτικά ζητήματα. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει δεσμευτεί να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στο 2% το ΑΕΠ, σύμφωνα με το στόχο του ΝΑΤΟ παρά μία αμφιλεγόμενη μείωση δαπανών 850 εκατομμυρίων ευρώ φέτος. Η Μέρκελ έχει επίσης υποσχεθεί να φτάσει το στόχο του ΝΑΤΟ, χωρίς όμως να δεσμευτεί σε συγκεκριμένο χρόνο.
Στην συνέντευξή του στην Ouest France, ο Γάλλος πρόεδρος δήλωσε ότι δεν είναι «στο χέρι του» να αποφασίσει αν η Γερμανία θα αυξήσει τις αμυντικές τις δαπάνες, αλλά πως ο κόσμος έχει γίνει πολύ επικίνδυνος και πως είναι «αφελές» για μία χώρα να ζει «υπό την προστασία άλλων».
Η Γαλλία μπορεί να είναι χαρούμενη να παραμείνει η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη, μετά το Brexit, αλλά η αύξηση της στρατιωτικής συνεργασίας θα απαιτούσε, ιδανικά, μεγαλύτερη Γερμανική εμπλοκή μέσω αυξημένων δαπανών καθώς και πιο ενεργή συμμετοχή σε μαχητικούς ρόλους ως μέρος των δυνάμεων της ΕΕ. Γεγονός είναι όμως πως με την Μέρκελ ή όχι στην καγκελαρία η Γερμανία, αργά ή γρήγορα, θα φτάσει το στόχο του 2%, παίρνοντας την πρώτη θέση στις αμυντικές δαπάνες στην Ευρώπη.
3. Η ικανότητα του Μακρόν να μεταρρυθμίσει
Από την άνοδο του Μακρόν στην εξουσία και την εξασφάλιση της αυτοδυναμίας στο κοινοβούλιο, η γερμανική τάση για αμφισβήτηση της γαλλικής μεταρρυθμιστικής ικανότητας ολοένα και χάνει έδαφος.
Ο νέος πρόεδρος πιέζει με σχέδια για αναδιαμόρφωση του εργασιακού τοπίου μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου. Αν καταφέρει να χαλαρώσει τη νομοθεσία προσλήψεων και απολύσεων , να αναδιαμορφώσει ένα βαθιά χρεωμένο σύστημα παροχών ανεργίας και να επιτύχει τους στόχους για μείωση του ελλείμματος, θα έχει στερήσει από τη Γερμανία μία σοβαρή δικαιολογία για να μην προχωρήσει σε σχέδια αναμόρφωσης της ευρωζώνης.
Παρόλα αυτά το Βερολίνο δεν φαίνεται πρόθυμο να δώσει «πάσο» στην Γαλλία για την κατάσταση της οικονομίας της, που υποφέρει από υψηλή ανεργία, ασθενική ανάπτυξη και μεγάλο χρέος. Θα χρειαστεί πολλά περισσότερα από καλή θέληση από τον Μακρόν για να πείσει τη Γερμανία πως η Γαλλία είναι πλέον ένα αλλαγμένο κράτος έτοιμο για έναν ενεργό ρόλο στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία του σήμερα.
4. Ο δρόμος για την ενοποίηση της Ευρωζώνης
Κατά τη διάρκεια της προεδρικής του εκστρατείας, οι προτάσεις του Μακρόν για κοινό προϋπολογισμό και υπουργό οικονομικών της ευρωζώνης δεν βρήκαν απήχηση στο Βερολίνο. Τώρα που ο Μακρόν βρίσκεται στην εξουσία, η Μέρκελ δήλωσε πως η Γερμανία θα μπορούσε «να εξετάσει την τοποθέτηση ενός κοινού υπουργού οικονομικών, αν επικρατήσουν οι κατάλληλες συνθήκες.» Οι τελευταίες λέξεις συγκεντρώνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς συμπυκνώνουν τις διαφορές μεταξύ των δύο κρατών.
Όπως ο Σόιμπλε δήλωσε στο Σπίγκελ το Μάιο ένας κοινός υπουργός οικονομικών της ευρωζώνης θα προϋπόθετε και κοινό προϋπολογισμό, για την σύνταξη του οποίου απαιτούνται αλλαγές στα σύμφωνα της ευρωζώνης. Ενώ και οι δύο ηγέτες δήλωσαν τον Ιούνιο πως η επανεξέταση συμφώνων δεν αποτελεί πλέον θέμα «ταμπού», δεν έχει αναφερθεί στην καμπάνια για την επανεκλογή της Μέρκελ. Ανάλογα με τον κυβερνητικό εταίρο, με τον οποίο θα συνεργαστούν οι Χριστιανοδημοκράτες, αν φυσικά κερδίσουν, θα διαμορφωθεί και η στάση της γερμανικής κυβέρνησης απέναντι στο κάλεσμα του Μακρόν για μεταρρυθμίσεις. Το Μάιο ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ των Σοσιαλδημοκρατών εξέφρασε τη στήριξη του στις ιδέες του Μακρόν. Αν όμως η Μέρκελ συνεργαστεί με τους φιλελεύθερους και τους Πράσινους τότε αναμένεται στροφή προς συντηρητικότερες θέσεις πάνω στο θέμα.
5. Μάχη για τον έλεγχο της ΕΚΤ
Οι κατηγορίες του Μακρόν για τις ανισορροπίες στην ευρωζώνη, στοχεύουν κυρίως στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα , η οποία παρότι ξόδεψε εκατομμύρια για την αύξηση του πληθωρισμού, απέτυχε, με τον χαμηλό πληθωρισμό να ευνοεί την εξαγωγική γερμανική οικονομία.
Η θητεία του Μάριο Ντράγκι, που επέβαλε μία χαλαρή νομισματική πολιτική, ήταν ένα ξεκάθαρο βήμα προς την κατεύθυνση της Γαλλίας και προκάλεσε ενόχληση στις τάξεις της Bundesbank. Όμως, το 2019 η θητεία του Ντράγκι λήγει, με τη Γερμανία να έχει πολύ ψηλά στην ατζέντα της την εύρεση του νέου προέδρου της ΕΚΤ.
Σε μία χρονική στιγμή που η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη αρχίζει να επιταχύνει, αγγίζοντας νούμερα της τάξης του 1,9% στο πρώτο τρίμηνο του χρόνου, μία επιβράδυνση της ανάπτυξης σε δύο ή τρία χρόνια θα μπορούσε να ενισχύσει τις τις λαϊκιστικές τάσεις που ακόμα υπάρχουν μετά τις προεδρικές εκλογές και να αναγκάσει τους υποστηρικτές μιας μεταρρύθμισης της ευρωζώνης σε υποχώρηση. Σε κάθε περίπτωση, καθώς η θητεία του Μάριο Ντράγκι ολοκληρώνεται, ο έλεγχος επί της ΕΚΤ αναμένεται να δοκιμάσει τον άξονα Βερολίνου - Παρισίων.
Πηγή: thetoc.gr