Να πείσουμε αντί να πιέσουμε και να εκβιάσουμε
Επειδή ζούμε σε καιρούς πονηρούς, οικειοθελώς να δηλώσω ότι είμαι από το τέλος της άνοιξης δις εμβολιασμένος, η μεγάλη μου κόρη επίσης, η μικρή μου κόρη έχει ραντεβού την προσεχή Δευτέρα, ενώ ο γιος μου δε θα εμβολιαστεί προς το παρόν, μια που νόσησε πριν λίγες εβδομάδες, ευτυχώς χωρίς συμπτώματα και δυσάρεστες συνέπειες. Όλα τα παραπάνω, όχι για να μπορώ να έχω παραπάνω δικαιώματα από τους ανεμβολίαστους συμπολίτες μου, αλλά για να προστατέψω την υγεία μου και την υγεία της οικογένειάς μου.
Πέρσι το φθινόπωρο έκανα πρώτη φορά το εμβόλιο της εποχικής γρίπης και το εμβόλιο του πνευμονιόκοκκου. Επίσης για να θωρακίσω τον οργανισμό μου. Και φυσικά τα παιδιά μου έκαναν όλα τα εμβόλια, που μας συνταγογραφούσε ο παιδίατρος από τη στιγμή που γεννήθηκαν μέχρι την ολοκλήρωση του εμβολιαστικού κύκλου. Δεν άκουσα ούτε φίλους μου που είχαν άποψη, ούτε συγγενείς, ούτε δημοσιογράφους, ούτε φυσικά δημόσια πρόσωπα. Δεν υπήρχε λόγος να εμπιστευτώ άλλον παρά μόνο τους γιατρούς μου.
Περπατώντας στην πόλη της Κέρκυρας συνάντησα φίλο ομογενή από την Γερμανία που μου είπε αγανακτισμένος, «ρε Χρήστο δεν το έκανα το εμβόλιο, όχι γιατί είμαι ψεκασμένος και πιστεύω στις συνωμοσίες αλλά δεν μπορώ αυτή την πίεση, αυτό το ζόρι που πάνε να μου επιβάλλουν». «Καλά ρε» του απάντησα, «θα βλάψεις την υγεία σου ή θα εκτεθείς σε κίνδυνο από αντίδραση;» Κι όμως αγαπητές κι αγαπητοί υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι, που αντιδρούν στην πίεση, στον εκβιασμό, όπως το νιώθουν αυτοί, στο «υποχρεωτικό». Προφανώς όλα είναι θέμα Παιδείας αλλά επί του παρόντος πολλά είναι και θέμα επικοινωνίας.
Κατ’ αρχάς είναι λάθος κατά τη γνώμη μου η διαχείριση της επικοινωνίας του εμβολιασμού από τους ίδιους ανθρώπους, που διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται την επικοινωνία των μέτρων προστασίας από τον κορονοϊό. Φυσικά τα πολιτικά πρόσωπα αλλά και οι επιστήμονες που βάζουν τους τελευταίους μήνες τις βάσεις για μια πολιτική καριέρα θέλουν τη μερίδα του λέοντος στη δημοσιότητα, στις τηλεοπτικές παρουσίες, στην ιδιοκτησία του δημόσιου λόγου, πρακτικά όμως πρόκειται για επικοινωνιακό αυτογκόλ.
Όταν από την αρχή της πανδημίας τόσες πολλές οδηγίες έχουν διατυπωθεί, αναδιατυπωθεί και ανατραπεί (π.χ. η χρήση μάσκας που από υπερβολική αποδείχθηκε απαραίτητη) δεν μπορείς να εμφανίζεις τους ίδιους ειδικούς και την ίδια επιτροπή να χειρίζεται και τον εμβολιασμό. Δεν λέω ότι δεν κατέχουν την επιστημονική γνώση, φοβάμαι ότι έχουν απολέσει τη δημόσια πειθώ.
Ένα τεράστιο λάθος της επικοινωνίας πρέπει να αναλάβουν τα ίδια τα Μ.Μ.Ε. και η Κυβέρνηση. Πρώτα απ’ όλα σε ένα τέτοιο θέμα δημόσιας υγείας δεν νοούνται αμοιβές και κρατικό χρήμα σε Μέσα για να προβάλουν spot, καμπάνιες κλπ Δεν χωράει συζήτηση για μένα. Λυπάμαι που πριονίζω το κλαδί που κάθομαι αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, οτιδήποτε είναι επί πληρωμή, μοιραία θα δημιουργήσει διακρίσεις, αντιδράσεις και στη συνέχεια αυθόρμητες ή σκόπιμες υποψίες. Δημοσιογράφοι και Μέσα που δεν εισέπραξαν κρατικό χρήμα, αντέδρασαν ως δυσαρεστημένοι αντιφρονούντες σε ένα θέμα, που δεν χωράνε «οπαδικά» όπως θα λέγαμε και στο ποδόσφαιρο.
Επίσης για τις ανάγκες την αναγνωσιμότητας, της τηλεθέασης και της ακροαματικότητας δόθηκε βήμα και υπέρμετρος χρόνος και χώρος να εκφραστούν, όχι μόνο σκεπτικιστές επιστήμονες αλλά και απολύτως άσχετοι με τα ιατρικά θέματα άνθρωποι, μόνο και μόνο γιατί «κάνουν νούμερα». Αυτή την ευθύνη ποιος θα την αναλάβει; Το κάθε Μέσο, ο κάθε δημοσιογράφος ξεχωριστά;
Διαβάζουμε τόσες ημέρες για τις «απαράδεκτες δηλώσεις Τσιτσιπά», για τον τενίστα που «πρέπει μόνο να κρατάει τη ρακέτα του και να μη μιλάει» και άλλα πολλά, δεν είδα όμως πουθενά να αναρωτιέται κανείς, γιατί η δημοσιογραφία ζήτησε την άποψη του Τσιτσιπά για το εμβόλιο κι όχι για το τένις; Ομοίως και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, που δεν βγήκε κάποιος να δηλώσει κάτι στα προσωπικά του social media, το οποίο μετά να αναπαραχθεί στα Μέσα (μεγάλη συζήτηση κι αυτή) αλλά βρέθηκαν δημοσιογράφοι να διατυπώσουν συγκεκριμένες ερωτήσεις ιατρικής φύσης σε δημοφιλή άτομα που δεν έχουν καμιά επιστημονική γνώση.
Σε περίπτωση που μας έχει διαφύγει, ο εμβολιασμός κατά του κορονοϊού είναι ένα θέμα δημόσιας υγείας και απολύτως επιστημονικής φύσης. Δεν είναι ένα θέμα κοινωνικό πρόσφορο για δημόσιο debate και ανταλλαγή απόψεων. Προφανώς υπάρχουν επιστήμονες που διατυπώνουν αντίθετη στον εμβολιασμό άποψη, αυτοί όμως φέρουν την ευθύνη των λόγων τους, όπως ατομική ευθύνη φέρουν κι όσοι τους συμβουλεύονται και ακολουθούν τις οδηγίες τους. Εδώ υπάρχουν καρκινοπαθείς που αρνούνται την αντικαρκινική αγωγή, στον covid-19 δε θα βρίσκονταν περιπτώσεις διαφωνούντων;
Αυτό συνέβαινε και πριν τον κορονοϊό με το αντιεμβολιαστικό κίνημα κατά των παιδικών εμβολίων. Υπήρχαν παιδίατροι που διατύπωναν την αντίθεσή τους στον παιδικό εμβολιασμό κι έπαιρναν στο λαιμό τους γονείς και κηδεμόνες. Φυσικά με το δημόσιο βήμα των social media, όλοι αυτοί από λίγοι γραφικοί έγιναν δημόσια FB group που διάβαζες τέρατα αλλά το ντόρο τους τον δημιουργούσαν, όπως επίσης και μια αναίτια δημόσια αντιπαράθεση. Αναδείξαμε τον κάθε περιθωριακό σε ισότιμο συνομιλητή.
Μπροστά σε ένα ομολογουμένως δύσκολο φθινόπωρο που πλησιάζει, υπάρχει χρόνος να αλλάξει η επικοινωνιακή πολιτική για τον μαζικό εμβολιασμό; Σίγουρα δεν υπάρχει χρόνος για αναβάθμιση της Παιδείας μας περί ατομικής ευθύνης και υγείας. Κι επίσης μήπως να αλλάξουμε την τακτική του «απαγορεύεται» και του «επιβάλλεται» σε κάτι πιο κοινωνικά φιλικό; Ίσως αφαιρέσουμε έτσι πολλά βέλη από την φαρέτρα των επαγγελματιών ψεκασμένων.
Και μια που μίλησα για επαγγελματίες, ας θυμηθούμε παρακαλώ να μετρήσουμε από όλους αυτούς που τώρα διατυπώνουν θεσμικά ή εξωθεσμικά δημόσιο ιατρικό λόγο, πόσοι θα βρουν θέση σε κομματικές λίστες και ψηφοδέλτια στις ερχόμενες εκλογές. Γιατί όσο απαράδεκτοι είναι οι «ψεκασμένοι» που στήνουν την καριέρα τους στα άκρα, τόσο και περισσότερο απαράδεκτη κι ατυχής θα είναι και η επιλογή των κομμάτων εξουσίας να «διανθίσουν» τα έδρανά τους με προβεβλημένους εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης επιστήμονες.