Επαναφορά στις ελληνικές εργοστασιακές ρυθμίσεις

Χρήστος Κιούσης Χρήστος Κιούσης
Επαναφορά στις ελληνικές εργοστασιακές ρυθμίσεις
Είναι το κουμπί reset που πατάμε σε διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές για να επαναλειτουργήσουν σωστά, αυτό το τόσο δυσεύρετο κουμπί για τη χώρα μας. Γράφει ο Χρήστος Κιούσης.

Το ρητό «η ζωή συνεχίζεται» είναι ένα από τα μεγαλύτερα και αναντίρρητα αξιώματα που έχω βιώσει στα 48 μου χρόνια. Ό,τι κι αν έχει συμβεί προηγουμένως, ο χρόνος κυλά, άλλους τους γιατρεύει κι άλλους τους ξεχνά παγωμένους, αφήνοντάς τους να διαχειρίζονται μόνοι το προσωπικό τους δράμα, μέχρι να περιθωριοποιηθούν, αν δεν υπακούσουν στο παραπάνω αξίωμα.

Πέρα από την προσωπική μνήμη και την προσωπική διαχείριση υπάρχουν και οι συλλογικές αντιδράσεις, το πως η κοινωνία ολόκληρη θυμάται ή ξεχνά, διδάσκεται ή αγνοεί και προσωπικά δεν έχω λόγο να πιστεύω, πως η ελληνική κοινωνία επιθυμεί κάτι διαφορετικό από το να χασκογελάσει, αντί να χαμογελάσει ξανά.

Το τραγικό δυστύχημα άφησε πίσω του δεκάδες νεκρούς και τις χαροκαμένες οικογένειές τους μεταξύ θρήνου, απορίας και πένθιμης σιωπής. Σε αυτές τις οικογένειες το Κράτος απηύθυνε με εξαιρετικά αντανακλαστικά τα συλλυπητήριά του και το χάδι των μέτρων, που οι κυβερνώντες έκριναν, ότι αρμόζουν στην περίσταση.

Διαβάζω λοιπόν στο reader την αναλυτική δέσμη μέτρων και για «τις πρωτοβουλίες στήριξης και αρωγής συγγενών θυμάτων, τραυματιών και επιβαινόντων του μοιραίου Intercity που ενεπλάκη στη φονική σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη ανακοίνωσαν τα υπουργεία Οικονομικών, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών. Η σύνταξη για τους συγγενείς είναι 1.655 ευρώ το μήνα, ενώ διαγράφονται χρέη σε τράπεζες. Επιπλέον, δίνεται το δικαίωμα διορισμού στον Δημόσιο Τομέα για ένα μέλος των οικογενειών των θανόντων, έως και β’ βαθμού συγγένειας

 

Η αντίδραση στα παραπάνω εκ μέρους των οικογενειών των θυμάτων είναι μια απολύτως ιδιωτική τους υπόθεση και υπεράνω κριτικής. Πιστεύω πως ούτε η ψυχιατρική δεν μπορεί να δώσει με βεβαιότητα την απάντηση, πότε ένας πατέρας και μια μάνα μπορούν να αντιμετωπίσουν με λογική κι ευθυκρισία τις παραπάνω ανακοινώσεις. Δεν μπορεί κανείς μας και δεν θέλει νομίζω να μπει στη θέση αυτών των ανθρώπων και να κρίνει πόσο συντετριμμένοι είναι, πόσο πιεσμένοι υπήρξαν ως οικογενειάρχες-πολίτες πριν το δυστύχημα των Τεμπών. Προτιμότερο να τους αφήσουμε ήσυχους και να ασχοληθούμε με το Κράτος.

Αν λοιπόν το Κράτος μας έχει να αντιμετωπίσει έναν τέτοιο πιεσμένο οικογενειάρχη-πολίτη με οικονομική στενότητα και τα παιδιά του εν ζωή, προτιμά να νομοθετήσει, ώστε το δάνειο που χρωστά για την οικογενειακή κατοικία, να μπορεί να το εκχωρήσει η τράπεζα κατά προτεραιότητα σε ξένα funds αντί στον ίδιο τον οικογενειάρχη δανειολήπτη με πολύ καλύτερους όρους αποπληρωμής. Τώρα που κάποιοι έχασαν τα παιδιά τους, τους δικούς τους ανθρώπους, το Κράτος θα φροντίσει να διαγραφούν τα χρέη.

Στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο απαιτούνται 270 ευρώ από συγκεκριμένη εν ζωή φοιτήτρια, να καταβληθούν ως τέλος για την φοιτητική εστία, ειδάλλως δεν της δίνεται το πτυχίο για το οποίο κόπιασε επί αρκετά χρόνια. Αν αυτή η φοιτήτρια βρισκόταν μέσα στο μοιραίο τρένο, πιθανώς να της απένεμαν τιμής ένεκεν το πτυχίο αυτό και τα 270 ευρώ να παραγράφονταν.

Το Κράτος μας αντιλαμβάνεται ως έπαθλο τη «σίγουρη» θέση στο δημόσιο για εν ζωή αδέρφια, γονείς, γιους και κόρες των θυμάτων του δυστυχήματος και την προσφέρει απλόχερα, ώστε να απαλύνει τον πόνο τους. Ελπίζω οι θέσεις αυτές και τα 1655 ευρώ τον μήνα να παραμείνουν ανέγγιχτα από ειδικές ρυθμίσεις, αναπροσαρμογές κλπ στο βάθος του χρόνου, που ίσως το Κράτος χρεωκοπήσει και μειώσει ας πούμε μισθούς και συντάξεις.

Πιθανώς σε άλλα Κράτη οι αποζημιώσεις που θα δίνονταν, να ήταν τόσο δυσθεώρητες, που όλες οι παραπάνω ρυθμίσεις να ήταν περιττές και δε θα έδιναν την αίσθηση μιας μονόπλευρης συναλλαγής. Ίσως σε άλλα Κράτη, το να χρεωκοπήσει μέσω υπέρογκων αποζημιώσεων οριστικά ένας φαύλος Δημόσιος Οργανισμός ή μια Ιδιωτική Εταιρία εξαιτίας τραγικών λαθών και παραλείψεων, έδινε μια μεγαλύτερη αίσθηση δικαιοσύνης αλλά και μελλοντικής ασφάλειας. Θα ήξεραν βλέπετε οι Εταιρίες που θα διεκδικούσαν τη συμμετοχή σε μια ιδιωτικοποίηση, ότι σε περίπτωση που χαθούν ζωές από κακοδιαχείριση και καθυστερήσεις, το Κράτος θα επιτρέψει θεσμικά στη Δικαιοσύνη να αποδώσει δίκαιες τιμωρίες.

Η επιστροφή στις ελληνικές εργοστασιακές ρυθμίσεις απαιτεί τσιμέντωμα και ασφαλτόστρωση, όχι μόνο στον τόπο του δυστυχήματος αλλά και στις συνειδήσεις όσων ψάχνονταν για το μετά, όσων ήλπιζαν ότι 57 νεκροί αρκούν για να ταράξουν τα νερά της δημόσιας συζήτησης.

Με τη μορφή του κατεπείγοντος πρέπει να επανέρθουμε σε μια γόνιμη προεκλογική περίοδο με δημοσκοπήσεις και κομματικούς διαξιφισμούς, η ελληνική τηλεόραση πρέπει να ξαναβρεί το γέλιο της (λες και το έχασε), τα show να ξαναρχίσουν, η Eurovision να κερδίσει στην επικαιρότητα το μερίδιο που της αξίζει.

«Και τι θέλετε δηλαδή; Να σταματήσει ο χρόνος;» Αυτή η ερώτηση πρέπει να σας ομολογήσω με βασανίζει μερικά βράδια τώρα. Ο χρόνος δε γίνεται να σταματήσει, η προσωπική μας ζωή, η κοινωνική μας ζωή, οι παρέες μας, οι χαρούμενες στιγμές με τα παιδιά μας. Προσωπικά κάνω ολικό shut down συγκεκριμένες ώρες της ημέρας, δεν θα υποκριθώ πως ασχολούμαι ολημερίς με το πολύνεκρο δυστύχημα.

Προσπαθώ όμως να ενημερωθώ, να μην ξεχάσω ότι το αγαθό της δημόσιας συγκοινωνίας θα διατίθεται ξανά αύριο στα δικά μου παιδιά και θα πρέπει να διατίθεται με όρους ασφάλειας για τη ζωή τους. Παρακολουθώ επίσης το θέμα της Δικαιοσύνης πολύ στενά, γιατί αν και τώρα αυτή δεν δώσει οριστικές απαντήσεις και δεν επιβάλλει ποινές, δεν εμπιστεύομαι καμιά επιτροπή της Βουλής και κανένα κομματικό όργανο, για να απομακρύνει τους άχρηστους κι επικίνδυνους. Βλέπετε ήδη να αλληλομεταθέτουν τις ευθύνες αναλογικά στο χρόνο που κυβέρνησαν, χωρίς να αποδέχονται τη λογική της κυβερνητικής συνέχειας.

Η ζωή πράγματι συνεχίζεται και για εμένα και για την οικογένειά μου, θα ήθελα όμως να συνεχίζεται με συνθήκες «ζωής» κι όχι «επιβίωσης», δηλαδή με μια ποιότητα που συνεπάγεται ασφάλεια και πρόοδο, χωρίς να πρέπει να διασφαλίζουμε μόνοι τα αυτονόητα, ότι δηλαδή ένας Δημόσιος Οργανισμός, δεν θα βάλει ξανά στις ίδιες ράγες δύο τρένα, να συγκρουστούν μεταξύ τους.

Χρήστος Κιούσης
Χρήστος Κιούσης

Ο Χρήστος Κιούσης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, αλλά ζει κι εργάζεται στην Θεσσαλονίκη από το 1997. Σπούδασε Κινηματογράφο και Τηλεόραση στη Σχολή Σταυράκου και digital marketing. Mιλάει Αγγλικά κάθε μέρα, Γερμανικά όποτε τα θυμηθεί και Ιταλικά στις διακοπές κυρίως αν χρειαστεί να παραγγείλει φαγητό στην Ιταλία. Εργάζεται σε τηλεοπτικές παραγωγές από το 1994. Συμπαρουσιάζει τη σατιρική εκπομπή «Ράδιο Αρβύλα» στον ΑΝΤ1 και το "Βινύλιο" στο ίδιο κανάλι.

Είναι φίλαθλος από μικρός και πατέρας τριών υπέροχων παιδιών. Έχει παίξει μπάσκετ ως νέος με επιεικώς μέτριες επιδόσεις και τένις ως μεσήλικας με ακόμα πιο φτωχά αποτελέσματα. Του αρέσουν το γράψιμο, οι συνεντεύξεις, το ραδιόφωνο, η παραγωγή τηλεοπτικού περιεχομένου και τα ταξίδια κι ελπίζει μια μέρα, να μπορέσει να τα συνδυάσει όλα επαγγελματικά.