«Καλύτερα να μην του είχα δώσει τα τσιγάρα»: Ο άνθρωπος που είπε για το πλαστό 20δολαρο του Τζορτζ Φλόιντ που οδήγησε στη δολοφονία του
Ο Κρίστοφερν Μάρτιν ζούσε στη νότια Μινεάπολη πάνω από ένα παντοπωλείο, με την ονομασία Cup Foods. Όταν του προσφέρθηκε η δουλειά για τη θέση του ταμία, την πήρε δίχως σκέψη και έφτασε να ξέρει τις προτιμήσεις στον καφέ αλλά και τη μάρκα τσιγάρων που κάπνιζαν οι τακτικοί πελάτες. Κάνανε αστεία, ήταν μια μικρή κοινότητα. Έναν χρόνο μετά άλλαξαν τα πάντα…
Ήταν 25η Μαΐου του 2020, ακριβώς έναν χρόνο πριν, όταν εξυπηρέτησε έναν πελάτη τον οποίο δεν είχε ξαναδεί ποτέ. Του ζήτησε ένα πακέτο τσιγάρα και πλήρωσε με ένα 20δόλαρο το οποίο ήταν πλαστό. Το είπε στους υπευθύνους του και ένας εκ των ιδιοκτητών κάλεσε την αστυνομία.
Λίγο αργότερα ο πελάτης με το πλαστό 20δόλαρο ήταν νεκρός. Το όνομά του ήταν Τζορτζ Φλόιντ.
Ο πρώην αστυνομικός και νυν καταδικασμένος και φυλακισμένος αστυνομικός Ντέρεκ Τσόβιν, πατούσε στον λαιμό τον Τζορτζ Φλόιντ για 8 λεπτά και 29 δευτερόλεπτα, με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του και η ζωή του 19χρονου Κρίστοφερ Μάρτιν να αλλάξει για πάντα.
Σε λιγότερο από μία εβδομάδα ο Μάρτιν και οι γονείς του μετακόμισαν από το διαμέρισμα, παραιτήθηκε από τη δουλειά του και ακόμα παλεύει με ένα ανεξίτηλο τραύμα και ενοχές.
Ο Μάρτιν ήταν ένας από τους μάρτυρες που κατέθεσε στο δικαστήριο στην ιστορική δίκη του Ντέρεκ Τσόβιν.
“Επέτρεψα στον εαυτό μου για πάρα πολύ καιρό να νιώθει ένοχος πριν τη δίκη. Συνέχεια γυρίζει στο μυαλό μου η ερώτηση. Τι θα είχε γίνει αν του είχα πει απλά, ότι δεν μπορείς να αγοράσεις τσιγάρα;”.
Ο Κρίστοφερ Μάρτιν κατέθεσε 3ος στη δίκη και ήταν ένας από τους εφτά παρευρισκόμενους. Ήθελε “να ακούσει όλος ο κόσμος τι πραγματικά συνέβη”.
Ο Μάρτιν δεν είχε παραστεί ξανά σε δικαστήριο. Θυμάται το άγχος που είχε, τον ιδρώτα που τον είχε λούσει: «Δυσπιστία και ενοχή», ήταν τα λόγια του στην ερώτηση του δικαστηρίου για το πως νιώθει μετά από όλα αυτά που συνέβησαν. Ένιωθε ευγνώμων που δεν είχε οπτική επαφή με τον Ντέρεκ Τσόβιν.
Μετά την κατάθεσή στο δικαστήριο, βγήκε έξω έκατσε σε ένα παγκάκι και έβαλε τα κλάματα. Όλους αυτούς τους μήνες μέχρι τη δίκη δεν είχε κλάψει αλλά τώρα: “Ήταν σαν ένα κύμα θλίψης που με κατέκλυσε. Ήταν ένα καλό ξέσπασμα. Ήταν σαν μια ανακούφιση”.
Δεν σκεφτόταν συνέχεια τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ. Κάποιες φορές τον κατέκλυζε, κάποιες άλλες προσπαθούσε να το αφήσει να περάσει, αλλά μετά τη δίκη, προτίμησε να στηριχθεί στους πνευματικούς του της εκκλησίας και να συμβουλεύεται την οικογένειά του.
“Πως είναι να βλέπεις κάποιον να πεθαίνει μπροστά σου; Είναι… εξωπραγματικό. Ανεξήγητο. Ξέρεις ότι δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Υπάρχουν πολλά πράγματα στη ζωή που δεν έχεις τον έλεγχο. Αλλά είναι ακόμη χειρότερο όταν γίνεται ακριβώς μπροστά σου. Και ξέρετε κάτι; Απλά εύχεσαι να είχες πάρει πίσω τις αποφάσεις σου.
Λίγες ώρες μετά την καταδικαστική και ομόφωνη απόφαση για τον Ντέρεκ Τσόβιν, ο Κρίστοφερν Μάρτιν πήγε στο Cup Food και στάθηκε μπροστά από την τοιχογραφία του Τζορτζ Φλόιντ που είχαν ζωγραφίσει δίπλα από το μαγαζί.
Για τον κόσμο και την κοινωνία, μπορεί η καταδίκη του Τσόβιν ήταν μια μορφή δικαιοσύνης, αλλά για τον Κρίστοφερν Μάρτιν ήταν μια προσωπική κάθαρση. Ένιωσε το βάρος της ενοχής να διαλύεται.
“Τώρα μπορώ να συνειδητοποιήσω ότι ο μόνος υπεύθυνος είναι ο Ντέρεκ Τσόβιν», είπε ο Μάρτιν αναγνωρίζοντας ότι η δική του μαρτυρία στο δικαστήριο είχε βοηθήσει στην απόφαση. “Ακούγοντας ότι ήταν ένοχος, πήρε το συναίσθημα της ενοχής από εμένα».