Οι υπερσυντηρητικοί κύκλοι της Εκκλησίας έχουν κάθε λόγο να γιορτάζουν μετά από την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που ακύρωσε τις αλλαγές στο μάθημα των θρησκευτικών που είχε φέρει ο Νίκος Φίλης. Από την άλλη η ίδια απόφαση προσγείωσε απότομα όλους όσοι -όπως φαίνεται αφελώς- θεωρούσαν πως είμαστε ένα κοσμικό κράτος ή ότι είχε έρθει πλέον το πλήρωμα του χρόνου για τον ουσιαστικό διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους στη χώρα μας. Και αυτό ειδικά όταν μιλάμε για μια υπουργική απόφαση που δεν έφερε ακριβώς τα πάνω-κάτω στη σχέση των δύο θεσμών -όπως ευαγγελιζόταν ότι θα κάνει αλλά δεν έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ- αλλά απλά επιχείρησε να μειώσει κάπως την κατηχητική μορφή του μαθήματος των θρησκευτικών.
Το θέμα δεν είναι η στάση της Εκκλησίας. Η προσφυγή κατά της απόφασης από την Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς και τον... περιβόητο Πειραιώς Σεραφείμ αλλά και οργανώσεις όπως η Εστία Πατερικών Μελετών που διοργανώνει εκδηλώσεις με θέματα όπως «Νέα Ταυτότητα: Εισιτήριο χωρίς επιστροφή» ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενη. Το πρόβλημα είναι το σκεπτικό του ΣτΕ αυτό καθεαυτό, όπως τουλάχιστον εμφανίζεται στο ρεπορτάζ, το οποίο αποκαλύπτει τον υπερσυντηρητισμό των ανώτατων δικαστικών της χώρας μας.
Οι Δικαστές θεωρούν πως η υπουργική απόφαση του Νίκου Φίλη απειλεί την «ορθόδοξη χριστιανική συνείδηση» των Ελλήνων μαθητών. Εξαντλώντας την αυστηρότητά τους στην ερμηνεία του άρθρου 16 του Συντάγματος κρίνουν τις αλλαγές αντισυνταγματικές και αντίθετες στις διεθνείς συμβάσεις. Λένε ότι με το νέο πρόγραμμα σπουδών «φαλκιδεύεται ο επιβαλλόμενος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός της ανάπτυξης, δηλαδή της Ορθόδοξης Χριστιανικής συνείδησης των μαθητών στα ανήκοντα στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού».
Και όμως η απόφαση του ΣτΕ δεν έρχεται ως «κεραυνός εν αιθρία». Αντιθέτως, όποτε το Κράτος έχει συγκρουστεί με την Εκκλησία στα δικαστήρια για το θέμα των θρησκευτικών, έχει χάσει. Έτσι έχουν αποτύχει προσπάθειες ώστε να γίνει το μάθημα των θρησκευτικών προαιρετικό ή ακόμη και να μειωθούν οι ώρες διδασκαλίας του. Μια μελέτη των σχετικών αποφάσεων δείχνει πως Δικαιοσύνη και Θρησκεία πήγαιναν πάντα χέρι-χέρι.
Όπως χέρι-χέρι πηγαίνει και η Θρησκεία με την ελληνική παιδεία. Η Εκκλησία είναι παντού στα σχολεία: Από τις εικόνες στις τάξεις, την προσευχή, τον εκκλησιασμό αλλά και στις εθνικές εορτές όπως της 25ης Μαρτίου που συνεχίζονται να αναπαράγονται σύγχρονοι θρησκευτικοί μύθοι περί Κρυφού Σχολειού και Παλαιών Πατρών Γερμανού. Και οι παρεμβάσεις δεν σταματούν εκεί: Τα κατηχητικά προβάλλουν τις δράσεις τους στα ελληνικά σχολεία, χριστιανικά περιοδικά διακινούνται στις τάξεις και ιερείς διδάσκουν θρησκευτικά.
Και όλα αυτά είναι απαράδεκτα σε μια σύγχρονη δυτική κοινωνία, όπως θέλουμε να λέμε ότι είμαστε. Ο σεβασμός στην πίστη του καθενός είναι αυτονόητος, αλλά το ίδιο αυτονόητο θα πρέπει να είναι ότι η πίστη είναι κάτι προσωπικό και δεν πρέπει να ασχολείται με αυτήν το σχολείο. Τα θρησκευτικά πρέπει να σταματήσουν να είναι μέσο κατήχησης και να γίνουν μάθημα κατανόησης των θρησκειών και του ρόλου τους στην διαμόρφωση την κοινωνίας. Εξάλλου, η χώρα μας είναι γεμάτη ορθόδοξες εκκλησίες και σίγουρα όποιος θέλει να κατηχηθεί μπορεί να το κάνει εκεί.
Αναμφισβήτητα η Χριστιανική Ορθόδοξη θρησκεία έχει παίξει σημαντικό ρόλο -καλό και κακό- στην διαμόρφωση του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Όμως πρέπει επιτέλους να γίνουν αποφασιστικά βήματα για τον διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας και η αρχή πρέπει να γίνει από την εκπαίδευση. Ή ίσως να πρέπει να γίνει από τη Δικαιοσύνη, γιατί όπως φάνηκε και από τη χθεσινή απόφαση, για να μην μας παρομοιάζει κανείς με το Ιράν, θα πρέπει να αλλάξουμε ή τους δικαστές ή το Σύνταγμα. Ίσως και τα δύο.