Ξεδοντιάζοντας τον μακεδονισμό

Gazzetta team
Ξεδοντιάζοντας τον μακεδονισμό
O Παντελής Καψής γράφει στο Reader για τον πραγματικό στόχο της συμφωνίας των Πρεσπών που είναι η ειρηνική συνύπαρξη των δύο λαών.

Ένα από τα βασικά προβλήματα του διαλόγου πάνω στη συμφωνία για το μακεδονικό είναι ότι μαζί μιλάμε και χώρια καταλαβαινόμαστε. Εννοώ ότι δεν έχουμε καταφέρει να ξεκαθαρίσουμε τι είναι αυτό που επιδιώκουμε και κατά συνέπεια με ποια κριτήρια θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε την συμφωνία. Προφανώς αναφέρομαι σε όσους έστω και κατ επίφαση επιδιώκουν τον διάλογο, όχι σε αυτούς που έχουν εκ των προτέρων καταλήξει σε αφορισμούς .

Εμείς οι υπόλοιποι λοιπόν μιλάμε για το ίδιο θέμα αλλά εννοούμε διαφορετικά πράγματα. Ένας αξιοσέβαστος καθηγητής διεθνών σχέσεων για παράδειγμα, εξέφραζε την διαφωνία του με την συμφωνία επειδή δεν αντιμετωπίζει τον «μακεδονισμό». Όπου μακεδονισμός, φαντάζομαι, το ιδρυτικό αφήγημα των γειτόνων, η ιδεολογία τους αν προτιμάτε, πάνω στην οποία στηρίζουν την εθνική τους ταυτότητα ως Μακεδόνες. Ένα αφήγημα το οποίο, όπως εξηγούσε, υπηρετείται από τις δύο βασικές υποχωρήσεις της Ελλάδας: την ιθαγένεια και την γλώσσα.

Ομολογώ δυσκολεύομαι να καταλάβω πως μπορεί μια διεθνής συμφωνία να έχει έναν τέτοιο στόχο. Φαντάζομαι ότι αν έτσι έχουν τα πράγματα, είναι μια από τις λίγες διεθνείς συμφωνίες που έχει ιδεολογικό στόχο, ίσως η μόνη. Και μια και το έφερε η συζήτηση θα πρέπει να είναι φανερό πως αν είναι αυτός ο στόχος, τότε μια διεθνής συμφωνία δεν είναι το κατάλληλο μέσο. Αν πρόκειται να αλλάξουμε το πώς βλέπουν τον εαυτό τους οι γείτονες, τότε ασφαλώς θα πρέπει να μπούμε στο μυαλό τους. Να αλλάξουμε δηλαδή τα βιβλία τους, τους δασκάλους τους και να τους προσφέρουμε έναν διαφορετικό εθνικό μύθο, να τους πείσουμε μάλιστα να τον αποδεχθούν.

Για να το πούμε διαφορετικά, αν ερχόταν αύριο κάποιος κακός γείτονας και άλλαζε το όνομα της χώρας, ονόμαζε την γλώσσα Δωρική και την ιθαγένεια μας αναλόγως, θα υπήρχε έστω και ένας Έλληνας που θα πίστευε ότι έπαψε να είναι Έλληνας; Μάλλον το αντίθετο θα συνέβαινε, θα γινόμασταν, αν είναι δυνατόν, πιο φανατικοί Έλληνες. Αν μας το απαγόρευαν, θα ξαναφτιάχναμε την Φιλική Εταιρεία και φυσικά θα μισούσαμε όποιον διανοείτο να μας υποβάλει σε τέτοια εθνική ταπείνωση.

 

Υπάρχει βέβαια και μια διαφορετική εκδοχή για τους στόχους μιας διεθνούς συμφωνίας. Ότι δηλαδή η επιδίωξη της είναι λιγότερο φιλόδοξη αλλά ίσως περισσότερο σημαντική: να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την ειρηνική συνύπαρξη, την συνεργασία και αν είναι δυνατόν την φιλία μεταξύ δύο λαών.

Πρώτη προϋπόθεση φυσικά είναι να αποκλειστεί ότι ο ένας επιβουλεύεται τον άλλο. Ότι δηλαδή έχει αλυτρωτικές βλέψεις. Για τον σκοπό αυτό οι γείτονες υποχρεώνονται να αλλάξουν το Σύνταγμα τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν πια τέτοιες βλέψεις; Όχι βέβαια. Πάντα θα υπάρχουν μουρλοί και ακραίοι εθνικιστές. Όμως η αναγνώριση του κράτους από την Ελλάδα δεν θα τους δίνει πάτημα για διεκδικήσεις τις οποίες ρητά θα έχουν αποκηρύξει στα πλαίσια της συμφωνίας. Και βέβαια ελπίζουμε ότι όσο θα βελτιώνονται οι ήδη καλές σχέσεις, τόσο τέτοιες θεωρίες θα γίνονται περιθωριακές.

Γίνεται μάλιστα ένα ακόμα βήμα, θα εξεταστούν τα βιβλία των δύο πλευρών για να εξαλειφθούν οι όποιες αλυτρωτικές αναφορές. Εμείς φυσικά υποστηρίζουμε ότι δεν έχουμε τέτοια σχέδια, μια συμφωνία ωστόσο δεν μπορεί να προβλέπει την εξέταση των βιβλίων της μίας μόνο πλευράς. Για να μην πούμε ότι μερικές δικές μας διακηρύξεις, ακόμα και όταν γίνονται με πλήρη αθωότητα, όπως το Μακεδονία είναι μία και Ελληνική, εύκολα μπορεί να εκληφθούν ως επιθετικές. Μην ξεχνάμε, το 1913 συμφωνήσαμε να μοιραστεί η Μακεδονία μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας. Άρα δεν είναι μία και δεν είναι μόνο Ελληνική.

Κι επειδή μια συμφωνία δεν αρκεί για να αλλάξει η πραγματικότητα και όλοι κατανοούν ότι και στις δύο χώρες οι πολίτες θα συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το μακεδόνες ή μακεδονικό όπως και πριν, αναφέρεται ρητά ότι οι δύο πλευρές με τους όρους αυτούς κατανοούν διαφορετικά πράγματα «αναφέρονται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά… Τίποτα στην παρούσα Συμφωνία, προστίθεται, δεν αποσκοπεί στο να υποτιμήσει καθοιονδήποτε τρόπο, ή να αλλοιώσει ή να επηρεάσει τη χρήση(σσ των παραπάνω όρων) από τους πολίτες εκάστου μέρους». Με άλλα λόγια κανείς δεν θα μπορεί να μας εμποδίσει να χρησιμοποιούμε αυτούς τους όρους, οι Βόρειο-Ελλαδίτες θα είναι πάντα Μακεδόνες.

Και το όνομα, αν έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί έπρεπε να αλλάξει; Αυτό ήταν δική μας ευαισθησία επειδή το σκέτο Μακεδονία δημιουργεί λανθασμένες εντυπώσεις σε τρίτους ότι περιλαμβάνει και την Ελληνική Μακεδονία. Είναι το καλύτερο; Πιθανότατα όχι, μπορούμε να φανταστούμε άλλα καλύτερα. Είχε γίνει αποδεκτό ωστόσο το σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό εδώ και χρόνια, η υπαναχώρηση θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη.

Πετύχαμε πάντως να τους αλλάξουμε το όνομα, μια επιτυχία που δεν πρέπει να υποτιμάμε κι έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στα Σκόπια. Για να το καταφέρουμε, είναι αλήθεια, υποχωρήσαμε στην ιθαγένεια και την γλώσσα. Η ιθαγένεια είναι κατ αρχήν νομικό θέμα, τι θα αναγράφεται στα διαβατήρια δηλαδή. Δεν έχει σχέση με εθνότητα. Στα βρετανικά διαβατήρια για παράδειγμα η ιθαγένεια είναι βρετανική, οι πολίτες ωστόσο είναι Άγγλοι, Σκωτσέζοι, Ουαλοί ή Βόρειο-Ιρλανδοί. Με την ίδια λογική στα διαβατήρια θα αναγράφεται εθνικότητα «μακεδονική/πολίτης της Β. Μακεδονίας», ο πολίτης ωστόσο μπορεί να ανήκει στην Αλβανική μειονότητα.

Αλλά έστω κι έτσι, αν έγραφαν στα διαβατήρια εθνικότητα «βορειομακεδονική» αντί για «μακεδονική/πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας», υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι μεταξύ τους θα ονομάζονταν ξαφνικά βορειομακεδόνες ή ότι θα τους αποκαλούσε έτσι την Κυριακή ο Ζάεφ; Οι ίδιοι εξακολουθούν να θεωρούν τους εαυτούς Μακεδόνες, όπως άλλωστε και εμείς. Για τον λόγο αυτό στη συμφωνία αναφέρεται ρητά ότι άλλο θα εννοούν αυτοί με τον όρο και άλλο εμείς. Δεν εξαλείφουμε τον μακεδονισμό με άλλα λόγια αλλά αναγνωρίζουμε και αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν δύο Μακεδονίες η Ελληνική και η δική τους. Για να το πούμε διαφορετικά, ξεδοντιάζουμε τον μακεδονισμό ακυρώνοντας την κεντρική του ιδέα πάνω στην οποία στηρίζεται η μία και ενιαία (σλαβική) Μακεδονία. Αυτή δεν είναι η αρχή της ειρηνικής συνύπαρξης;

Όσο για την γλώσσα, την ύπαρξή της την έχουμε αποδεχθεί από χρόνια. Θα προτιμούσαμε το σλαβομακεδονική από το σκέτο μακεδονική, με την επισήμανση ότι ανήκει στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών; Ασφαλώς, γι αυτό όμως μιλάμε για συμβιβασμό.

Φυσικά είναι απολύτως θεμιτό να διαφωνούμε με αυτές τις υποχωρήσεις. Είναι αρκετές όμως για να θελήσουμε να ακυρώσουμε την συμφωνία; Υποστηρίχθηκε και στη Βουλή ότι μελλοντικά θα αποτελέσουν την βάση για την αναβίωση του αλυτρωτισμού. Αλλά βέβαια το πραγματικό ερώτημα είναι πότε υποδαυλίζουμε περισσότερο τον αλυτρωτισμό. Όταν έχουμε μια συμφωνία για το όνομα ή όταν αναγνωρίζονται από την συντριπτική πλειονότητα των χωρών με το σκέτο Μακεδονία; Όταν αναπτύσσουμε τις σχέσεις μας σε όλα τα επίπεδα ή όταν συνεχίζουμε αυτή την αντιπαλότητα, ουσιαστικά εκβιάζοντας τους ότι για να τους επιτρέψουμε την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ πρέπει να αποδεχθούν ότι δεν είναι αυτοί που οι ίδιοι θεωρούν ότι είναι; Όταν μπαίνουν στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ ή όταν τους σπρώχνουμε να αναζητήσουν στηρίγματα στην Τουρκία; Όταν βοηθάμε να επικρατήσουν στην περιοχή συνθήκες σταθερότητας και να εμπεδωθεί μια λειτουργική δημοκρατία ή όταν οδηγηθούν σε διάλυση και μπει θέμα αλλαγής συνόρων από τρίτους γείτονες που γνωρίζουμε ότι δεν έχουν εγκαταλείψει τέτοια σχέδια;

Πηγή: reader.gr