Δεν πρόκειται να επιστρέψουμε στην κανονικότητα
Όλοι μας θέλουμε να επιστρέψει όσο το δυνατόν πιο σύντομα η κανονικότητα στη ζωή μας. Όμως αυτό που οι περισσότεροι από εμάς δεν έχουμε καταλάβει ακόμα –και θα το καταλάβουμε σύντομα– είναι αυτό δεν πρόκειται να γίνει σε μερικές εβδομάδες ή σε λίγους μήνες.
Για να περιορίσουμε την εξάπλωση του κορονοϊού θα πρέπει να αλλάξουμε ριζικά σχεδόν όλες μας τις συνήθειες: Τον τρόπο που δουλεύουμε, που ασκούμαστε, που ψωνίζουμε, που φροντίζουμε την υγεία μας και τα μέλη της οικογένειάς μας, ακόμα και τον τρόπο που εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας.
Πλέον είναι ευρέως αποδεκτό ότι κάθε χώρα πρέπει να εξομαλύνει την επιδημική καμπύλη επιβάλλοντας την κοινωνική απομάκρυνση, ώστε να επιβραδύνει την εξάπλωση του ιού. Έτσι, ο αριθμός των ανθρώπων που θα νοσήσουν δεν θα οδηγήσει σε κατάρρευση το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, όπως συμβαίνει στην Ιταλία αυτή τη στιγμή.
Ωστόσο, από τη στιγμή που έστω και ένας άνθρωπος παραμένει φορέας του ιού, τα ξεσπάσματα της επιδημίας θα συνεχιστούν, όπως φυσικά και οι καραντίνες σε τακτά χρονικά διαστήματα. Όπως αναφέρει μια πρόσφατη έκθεση των ερευνητών του Imperial College του Λονδίνου, μια λύση θα είναι να εξαγγέλλονται αυστηρά μέτρα κοινωνικής απομάκρυνσης κάθε φορά που οι μονάδες εντατικής θεραπείας θα γεμίζουν και ακολούθως τα μέτρα αυτά να χαλαρώνουν όταν τα κρούσματα υποχωρούν.
Όπως όλα δείχνουν, δεν πρόκειται για μια προσωρινή αλλαγή στην καθημερινότητά μας. Είναι η αρχή ενός εντελώς διαφορετικού τρόπου ζωής.
Η ζωή σε κατάσταση πανδημίας
Βραχυπρόθεσμα, η πανδημία του Covid-19 θα είναι εξαιρετικά επιζήμια για τις επιχειρήσεις που βασίζονται στη μαζική συγκέντρωση ανθρώπων: εστιατόρια, καφετέριες, μπαρ, νυχτερινά κέντρα, γυμναστήρια, ξενοδοχεία, θέατρα, κινηματογράφους, εμπορικά κέντρα, εκθέσεις, μουσεία, πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις, συνεδριακά κέντρα, κρουαζιερόπλοια, αεροπορικές εταιρείες, ιδιωτικά σχολεία, κέντρα ημερήσιας φροντίδας και πολλά άλλα.
Φυσικά αναμένεται να υπάρξουν προσαρμογές στα νέα δεδομένα. Αναμένεται να δούμε μια έκρηξη νέων υπηρεσιών και μια τάση για μετάβαση σε ένα νέο είδος οικονομίας (shut-in economy): Για παράδειγμα τα γυμναστήρια θα μπορούσαν να αρχίσουν να πωλούν οικιακό εξοπλισμό και να διοργανώνουν διαδικτυακά σεμινάρια και προγράμματα.
Και ας μην ξεχνάμε ότι υπάρχει και η αισιόδοξη πλευρά: Λιγότερα ταξίδια με το αεροπλάνο και επομένως μείωση των εκπομπών άνθρακα, περισσότερες τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού, περισσότερο περπάτημα και ποδηλασία. Ωστόσο η επιβίωση πολλών επιχειρήσεων θα είναι αδύνατη. Και ο συγκεκριμένος τρόπος ζωής δεν είναι βιώσιμος για τόσο μεγάλες περιόδους.
Πώς μπορούμε λοιπόν να ζήσουμε σε αυτόν τον νέο κόσμο; Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στην παγκόσμια βελτίωση του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης, στην ανάπτυξη δηλαδή ειδικών μονάδων που θα μπορούν να κινηθούν γρήγορα ώστε να εντοπίζουν και να συγκρατούν τις εστίες μετάδοσης πριν την εξάπλωση του ιού και στην αύξηση του ρυθμού παραγωγής ιατρικού εξοπλισμού, διαγνωστικών κιτ και φαρμάκων. Φυσικά, η υλοποίηση ενός τέτοιου σχεδίου δεν μπορεί να γίνει τόσο άμεσα ώστε να σταματήσει την εξάπλωση του Covid-19, αλλά σίγουρα θα βοηθήσει σε ενδεχόμενες μελλοντικές πανδημίες.
Βραχυπρόθεσμα, ενδέχεται να βρούμε συμβιβαστικές λύσεις που θα μας επιτρέψουν να διατηρήσουμε ένα είδος κοινωνικής ζωής. Μπορεί οι κινηματογραφικές αίθουσες να λειτουργούν με τα μισά καθίσματα, οι συναντήσεις να πραγματοποιούνται σε μεγαλύτερες αίθουσες και τα γυμναστήρια να λειτουργούν με κρατήσεις για να αποφεύγεται ο συνωστισμός.
Εν τέλει όμως, η αποκατάσταση της ασφαλούς κοινωνικοποίησής μας μάλλον θα πραγματοποιηθεί με την ανάπτυξη πιο εκλεπτυσμένων μεθόδων εντοπισμού των «επικίνδυνων» περιπτώσεων και της νομικής διάκρισης εις βάρος αυτών που θα θεωρούνται πιο πιθανοί να μεταδώσουν την ασθένεια.
Ήδη παρατηρείται μια τέτοια τάση σε κάποιες χώρες. Το Ισραήλ δήλωσε ότι σκοπεύει να χρησιμοποιήσει την τεχνολογία εντοπισμού τρομοκρατών μέσω των κινητών προκειμένου να βρίσκει όσους έχουν έρθει σε επαφή με καταγεγραμμένους φορείς του ιού. Παράλληλα στη Σιγκαπούρη πραγματοποιείται εξαντλητική ανίχνευση επαφών και καθημερινά δημοσιοποιούνται λεπτομερώς οι σχετικές πληροφορίες που προκύπτουν για κάθε καταγεγραμμένη περίπτωση.
Φυσικά δεν μπορούμε να ξέρουμε πώς ακριβώς θα μοιάζει αυτό το νέο μέλλον. Αλλά μπορούμε να φανταστούμε πώς θα είναι ένας κόσμος στον οποίο για να πετάξουμε με αεροπλάνο, ίσως θα πρέπει να εγγραφούμε σε μια υπηρεσία που θα παρακολουθεί τις κινήσεις μας μέσω τηλεφώνου. Ένας κόσμος γεμάτος με σαρωτές θερμοκρασίας, στον οποίο τα νυχτερινά κέντρα για παράδειγμα θα ζητούν κάποιο είδος ταυτότητας που θα δείχνει ότι έχεις ήδη αναρρώσει ή ότι έχεις εμβολιαστεί από τα πιο πρόσφατα στελέχη του ιού.
Θα προσαρμόσουμε και θα αποδεχθούμε τέτοια μέτρα, όπως προσαρμοστήκαμε στους όλο και πιο αυστηρούς ελέγχους ασφαλείας των αεροδρομίων μετά από τρομοκρατικές επιθέσεις. Η παρεμβατική παρακολούθηση θα θεωρείται ένα μικρό τίμημα που θα αναγκαστούμε να πληρώσουμε για να διατηρήσουμε τη βασική ελευθερία να συναναστρεφόμαστε με άλλους ανθρώπους.
Ωστόσο, ως συνήθως, το πραγματικό κόστος θα επιβαρύνει περισσότερο τους φτωχότερους και τους ασθενέστερους. Οι άνθρωποι με περιορισμένη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη ή εκείνοι που ζουν σε περιοχές που είναι πιο επιρρεπείς σε ασθένειες, θα αποκλείονται πλέον συχνότερα από χώρους και ευκαιρίες ανοιχτές σε όλους τους άλλους.
Επίσης, αν δεν θεσπιστούν αυστηροί κανόνες σχετικά με τον τρόπο που θα αξιολογείται ο κίνδυνος ενός εν δυνάμει φορέα, οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες μπορούν να δρουν με αυθαίρετα κριτήρια: Έχεις χαμηλό εισόδημα ή κατάγεσαι από πολυμελή οικογένεια ή ζεις σε μια υποβαθμισμένη περιοχή, άρα ανήκεις σε κατηγορία υψηλού ρίσκου. Κάτι τέτοιο θα άνοιγε τον δρόμο για πάσης φύσεως συστηματικά σφάλματα και για κρυφές διακρίσεις, όπως συνέβη πέρσι με έναν αλγόριθμο που χρησιμοποιήθηκε από ασφαλιστικούς φορείς στις ΗΠΑ και αποδείχτηκε τελικά ότι ευνοούσε ακούσια τους λευκούς ασθενείς.
Ο κόσμος έχει αλλάξει πολλές φορές και αλλάζει ξανά. Όλοι μας θα πρέπει να προσαρμοστούμε σε ένα νέο τρόπο ζωής, εργασίας και ανάπτυξης διαπροσωπικών σχέσεων. Αλλά όπως συμβαίνει με όλες τις αλλαγές, θα υπάρξουν κάποιοι που θα χάσουν περισσότερα από την πλειοψηφία και θα είναι αυτοί που έχουν ήδη χάσει πολλά. Αυτό που ελπίζουμε είναι ότι το μέγεθος αυτής της κρίσης θα αναγκάσει τελικά τις χώρες να λάβουν δραστικές αποφάσεις για τον περιορισμό των ιλιγγιωδών κοινωνικών ανισοτήτων που καθιστούν τόσο ευάλωτο ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού τους.
Με στοιχεία από το άρθρο «We're not going back to normal» του διευθυντή του MIT Technology Review, Gideon Lichfield.