Μαθαίνοντας (να αντέχεις) να ζεις με τον εαυτό σου…

Βασίλης Τσίγκας
Μαθαίνοντας (να αντέχεις) να ζεις με τον εαυτό σου…
Ο Βασίλης Τσίγκας γράφει γι’ αυτούς που περνάνε τις ημέρες του εγκλεισμού μόνοι τους, ανακαλύπτοντας έναν απροσδόκητο εχθρό: τον εαυτό τους…

Αυτό που ζούμε εδώ και κοντά έναν μήνα, θα μας αφήσει κουσούρια. Κάποια μακάρι να είναι θετικά, πολύ φοβάμαι ότι αρκετά θα είναι αρνητικά.

Κανένας δεν ξέρει πόσο θα κρατήσει όλο αυτό. Όλοι μας προσδοκούμε λίγο και στην προσπάθειά μας να παραμείνουμε αισιόδοξοι, ξεχειλώνουμε την έννοια του «λίγο»: οι μία-δύο εβδομάδες γίνονται ένας μήνας, ο ένας μήνας μάλλον θα γίνει δύο, ο δύο μπορείς τρεις. Θα δούμε όταν βγούμε έξω, αν το λίγο μας αποδειχθεί τόσο ή αν τελικά ήταν πολύ.

Για την πλειοψηφία των ανθρώπων που έχουν μετατρέψει την μόνιμη κατοικία τους σε κυριολεκτικά μόνιμη πλέον, ο εγκλεισμός μεταμορφώνεται σε ένα μάθημα συγκατοίκησης. Είτε μένουν με τους γονείς τους, είτε με τον/την σύντροφό τους, είτε με τον/την σύζυγό τους, είτε με τον/την συγκάτοικό τους, αυτή την περίοδο δοκιμάζονται αντοχές, σχέσεις. Κάποιες θα περάσουν το τεστ, κάποιες άλλες όχι.

Προσωπικά, πιστεύω ότι οι τυχεροί αυτής της κατάστασης είναι όσοι έχουν μικρά παιδιά. Αντιλαμβάνομαι και την κούραση που προκύπτει και την δυσκολία να κρατήσεις ψυχαγωγημένο ένα παιδί μέσα στο σπίτι. Αυτές, όμως, οι ώρες είναι απροσδόκητα «αγορασμένες». Υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν θα υπήρχαν. Και νομίζω, ότι για κάθε γονέα, έστω και μία ώρα παραπάνω με το παιδί σου είναι μία ώρα συν.

 

Εκεί έξω, όμως, υπάρχει και μία ακόμη κατηγορία ανθρώπων. Όσοι περνούν όλο αυτό μόνοι τους. Είτε πρόκειται για ηλικιωμένους, είτε όχι. Κι αν η μοναξιά είναι από μόνη της δυσβάσταχτη, η επιβαλλόμενη και αναγκαστική μοναξιά μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη.

Ναι, υπάρχουν περισπασμοί. Βιβλία, ταινίες, σειρές, παιχνίδια, τηλεόραση, τηλέφωνα. Στην εποχή μας υπάρχουν πολλοί και πάλι καλά να λέμε. Όλοι αυτοί, όμως, απλά μασκαρεύουν την αλήθεια. Την σπρώχνουν λίγο πιο κάτω, όμως δεν την εξαφανίζουν.

Ο καθρέπτης της μοναξιάς είναι αμείλικτος. Και σαν τη Βασίλισσα στο παραμύθι των αδερφών Γκριμ, όσο τον κοιτάμε και μιλάμε μαζί του, κάποια στιγμή θα μας πει την αλήθεια.

Όσες περισσότερες ώρες περνάς με τον εαυτό σου, όσο περισσότερο σκάβεις μέσα στο υποσυνείδητο των σκέψεών σου. Σκέψεις, που μπορεί να έχεις θάψει, αρχίζουν να εμφανίζονται δειλά-δειλά. Απαιτεί θάρρος η αυτοανάλυση των ονείρων σου. Και χρόνο. Και τώρα, έχουμε τον χρόνο. Αναζητείται, όμως, το θάρρος.

Ειδικά, στους ηλικιωμένους. Όταν έχεις δεκαετίες βαρών στη συνείδησή σου, όταν οι Ερινύες σου βρίσκουν τον τρόπο να ξετρυπώσουν, όταν βλέπεις μπροστά και φαίνεται η άκρη του σχοινιού, ένας εγκλεισμός μπορεί να είναι η αφορμή.

Αυτές τις ημέρες, όλοι μας βλέπουμε ανθρώπους προχωρημένης ηλικίας να κυκλοφορούν έξω και όλοι μας αναθεματίζουμε. «Γι’ αυτούς μένουμε μέσα κι αυτοί σουλατσάρουν σαν να μην συμβαίνει τίποτα». Κι εγώ το είπα. Και το εννοώ. Και ναι, αρκετοί μπορεί να μην αντιλαμβάνονται την σοβαρότητα της κατάστασης. Μερικοί, όμως, δεν μπορούν.

Κι αυτό το καταλαβαίνω. Δεν δίνω άφεση αμαρτιών, προφανώς. Πρέπει να μείνουν μέσα για να προστατευθούν. Πρέπει να μείνουν μέσα. Μόνοι. Αφημένοι στην λαίλαπα της άγριας πληροφόρησης. Μέσα στον κυκεώνα των σκέψεών τους, των όσων έχουν μετανιώσει, των όσων έχασαν. Και μακριά από την όποια αχτίδα φωτός ενδεχομένως έχουν. Μακριά από τα παιδιά τους, τα εγγόνια τους.

Δεν είναι εύκολο. Ο εγκλεισμός δεν είναι εύκολος. Το αντιλαμβανόμαστε όλοι πλέον. Γίνεται πιο εύκολος, όταν έχεις έστω έναν άνθρωπο δίπλα σου να μιλήσεις, να μοιραστείς, να τσακωθείς. Να γείρεις το κεφάλι σου, να αγκαλιάσεις.

Είναι πολλοί όμως αυτοί που δεν έχουν κάποιον δίπλα τους. Και βλέπουν τους τοίχους γύρω τους να μικραίνουν. Και τα όποια θέματα έχουν να μεγαλώνουν και να τους πνίγουν.

Θα έρθει η μέρα που τα μέτρα θα σταματήσουν και θα βγούμε έξω ξανά. Χωρίς SMS, χωρίς απαγορεύσεις. Ίσως με φόβο. Ποιοι θα είμαστε, όμως; Αυτό είναι το ζήτημα. Όχι καλύτεροι ή χειρότεροι. Όχι ίδιοι ή διαφορετικοί. Αλλά ποιοι;

Η ενδοσκόπηση απαιτεί θάρρος. Και βοήθεια. Ακόμα και αν δεν σας τη ζητήσουν, προσφέρετέ την. Αν ξέρετε κάποιον/α που περνάει μόνος του/μόνη της αυτές τις ημέρες, πάρτε ένα τηλέφωνο. Ρωτήστε τους αν είναι καλά. Λογικά, θα σας πουν, ότι είναι μια χαρά. Μπορεί να ισχύει, μπορεί και όχι. Κάντε, όμως, το βήμα.