Ο Λιγνάδης και η κοινωνία που δεν προστατεύει τα παιδιά της
Συγκλονισμένοι οι γείτονες του Δημήτρη Λιγνάδη, ανακαλύπτουν ότι τα ανήλικα που έμπαιναν στο σπίτι του για χρόνια και όλες τις ώρες της ημέρας (όπως οι ίδιοι λένε) δεν πήγαιναν εκεί επειδή λειτουργούσε κέντρο νεότητας ή φροντιστήριο. Έχουν μείνει άναυδοι με τις πράξεις που καταγγέλονται γιατί οι φωνές που άκουγαν από το διαμέρισμα δεν ήταν από παντομίμα.
Είναι συνήθης πρακτική να μην καταγγέλουμε. Να μην μπλέκουμε. Να κοιτάμε αλλού. Έχει να κάνει και με την λογική «που να μπλέκω τώρα», έχει να κάνει και με το γεγονός ότι δεν έχουμε καμία εμπιστοσύνη στις αρχές. Ειδικά όταν ο καταγγελόμενος είναι διάσημος και προφανώς με «άκρες». Δεν είναι σωστό, αλλά ξέρουμε ότι συμβαίνει. Παντού!
Το θέμα είναι ότι η ευαισθητοποίηση τώρα, κατόπιν εορτής, του «περιβάλλοντος», των γειτόνων, αυτών που έβλεπαν, καταλάβαιναν αλλά προτιμούσαν να πιστεύουν ότι «δεν τρέχει και τίποτα», δεν έχει πρακτική αξία. Προσφέρει υλικό μόνο στα ΜΜΕ που θέλουν τροφή στο σκανδαλοθηρικό αφήγημα.
Για να μην παρεξηγηθώ. Δεν μιλάω για τις καταγγελίες των θυμάτων. Αυτών που βιάστηκαν σωματικά και ψυχικά και μιλάνε τώρα χρόνια μετά. Αυτούς ναι τους καταλαβαίνω, όπως και το «γιατί τώρα». Κατά μόνας καταγγελία, χωρίς υποστήριξη, κόντρα σε κάποιον διάσημο με διασυνδέσεις σε ένα κομμάτι της κοινωνίας που κυβερνά (ακόμα και όταν δεν εκλέγεται) και καθορίζει τις εξελίξεις, το πιθανότερο είναι ότι θα οδηγούσε στον διασυρμό του θύματος και στην κάθαρση του θύτη. Τώρα είναι αλλιώς. Γιατί αυτό είναι η χιονοστιβάδα.
Η κοινωνία όμως, η μικρή της γειτονιάς του Λιγνάδη και η ευρύτερη που παραδοσιακά αποσιωπά τέτοιες καταστάσεις και μετά κάνει βουτιές από τα σύννεφα, όταν αποκαλύπτονται αυτά που γνωρίζει, είναι τουλάχιστον αστεία, αν όχι εκνευριστική όταν βγάζει το κεφάλι της από τον βόθρο που έχει βουτήξει η ίδια και λέει «ωπ κάτι μυρίζει».
Προσαρμόστε τα παραπάνω όπου θέλετε. Στον αθλητισμό (και όχι μόνο στο ποδόσφαιρο) με την διαφθορά, την σεξουαλική παρενόχληση έως και κακοποίηση, τον επηρεασμό, τον χρηματισμό, το ντόπινγκ. Τη δικαιοσύνη. Την οικονομία με τις μίζες και τις απευθείας αναθέσεις. Την υγεία με τα φακελάκια και τις υπερτιμολογήσεις. Ολίγα παραδείγματα. Δεν ξέρουμε, αλλά…πάντα ξέρουμε. Αποθεώνουμε για χρόνια τους «μάγκες» που καταφέρνουν να ξεφεύγουν και πολλοί τους θαυμάζουν κιόλας, θέλοντας να τους μοιάσουν. Αλλά όταν τύχει κάποιος από αυτούς να αποκαλυφθεί τότε είναι το μίασμα της κοινωνίας. Αυτής που ανατρέφει πολλούς τέτοιους και έχει διαμορφώσει ένα σύστημα (μη) αξιών που τους καλύπτει και τους επιτρέπει να μην φοβούνται την τιμωρία.
Δεν ξέρω πόσο άρρωστος είναι ο Δημήτρης Λιγνάδης. Η δικιά του υπόθεση είναι πλέον μια (από τις λίγες αντίστοιχες) που θα πάρουν τον δρόμο της δικαιοσύνης. Σίγουρα όμως είναι βαριά άρρωστη δεκαετίες τώρα η ελληνική κοινωνία, που κάνει τα στραβά μάτια για να μην μπλέξει. Μέχρι να έρθει η στιγμή να κονταροχτυπηθεί στα μαρμαρένια αλώνια των social media προσθέτοντας στην αποφορά της διαφθοράς και αυτή της κομματικής σαπίλας πλέον