Επιστρέφει στην Ελλάδα αρχαίο ειδώλιο αλόγου μετά από πρωτοφανή δικαστική διαμάχη με οίκο δημοπρασιών (pic)

Gazzetta team
Επιστρέφει στην Ελλάδα αρχαίο ειδώλιο αλόγου μετά από πρωτοφανή δικαστική διαμάχη με οίκο δημοπρασιών (pic)
Ένα χάλκινο ειδώλιο ίππου του 8ου αιώνα π.Χ., για το οποίο η Ελλάδα βρισκόταν σε μια πρωτοφανή δικαστική διαμάχη με τον οίκο Sotheby’s από το 2018, επιστρέφει στη χώρα, με το υπουργείο Πολιτισμού να κάνει λόγο για μια «τεράστια διεθνή επιτυχία στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων».

Στην Ελλάδα θα επιστρέψει, τελικά, το χάλκινο ειδώλιο ίππου του 8ου αιώνα π.Χ., που αποσύρθηκε προ διετίας την τελευταία στιγμή από δημοπρασία του οίκου Sotheby's, ο οποίος -ίσως θυμάστε πως- είχε πάει το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού στα δικαστήρια το 2018 για την ιδιοκτησία της εν λόγω αρχαιότητας, σε μια εξαιρετικά ασυνήθιστη νομική απόπειρα του οίκου να «αποσαφηνίσει τα δικαιώματα των νόμιμων ιδιοκτητών» εν μέσω της αύξησης των απαιτήσεων από τις χώρες προέλευσής τους.

Σύμφωνα με άρθρο των Financial Times τότε, η αγωγή κατατέθηκε σε δικαστήριο της Νέας Υόρκης από τον οίκο δημοπρασιών και τους ιδιοκτήτες του ειδωλίου, την οικογένεια των εκλιπόντων συλλεκτών Χάουαρντ και Σαρέττα Μπάρνετ, οι οποίοι αγόρασαν το 1974 το χάλκινο ειδώλιο αλόγου. Θεωρείται, δε, πως είναι η πρώτη φορά που ο οίκος δημοπρασιών ασκεί αγωγή εναντίον μιας κυβέρνησης.

Από 150 έως 250 χιλιάδες δολάρια

Το αγαλματίδιο, που εκτιμάται από 150.000 έως 250.000 δολάρια, θα δημοπρατούνταν από τον οίκο Sotheby’s στη Νέα Υόρκη στις 14 Μαΐου 2018, μία ημέρα, ωστόσο, πριν από τη δημοπρασία, το υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας απέστειλε στον δημοπράτη επιστολή, ζητώντας να αποσύρει το χάλκινο αγαλματίδιο από τον κατάλογο και να βοηθήσει με την επιστροφή του στην Ελλάδα.

Στην επιστολή, που είδαν οι Financial Times, το υπουργείο δήλωσε πως δεν υπάρχει τίποτα στα αρχεία του που να αναφέρει ότι το αντικείμενο «έχει φύγει από την χώρα με νόμιμο τρόπο» και επιφυλάσσεται του «δικαιώματος να λάβει τα απαραίτητα νομικά μέτρα» για τον επαναπατρισμό του. Το άλογο είχε εμφανιστεί στα αρχεία του Ρόμπιν Σάιμς, ενός Βρετανού εμπόρου τέχνης, ο οποίος αργότερα κατηγορήθηκε ως οργανωτής μεγάλου κυκλώματος αρχαιοκαπηλίας, αναφέρει η αγωγή του οίκου Sotheby’s.

 

Ο οίκος δημοπρασιών απέρριψε τους ελληνικούς ισχυρισμούς, επισημαίνοντας την πώληση του αλόγου το 1967 σε δημοπρασία της Ελβετίας προτού περάσει στα χέρια του Σάιμς και στη συνέχεια στη συλλογή των Μπάρνετ. Παρ’ όλα αυτά, έβγαλε το αγαλματίδιο από τη δημοπρασία την τελευταία στιγμή, δεδομένου ότι η ύπαρξη αυτού του ισχυρισμού έπληττε την εμπορευσιμότητά του.

Υποστηρίζοντας πως η Ελλάδα δεν είχε δικαίωμα να παρέμβει στην πώληση και δεν μπορούσε να παρέχει πληροφορίες σχετικά με το πότε ή από ποιον είχε κλαπεί ή απομακρυνθεί από την χώρα, ο οίκος ζήτησε από το δικαστήριο «να διευκρινίσει τα δικαιώματα των νόμιμων ιδιοκτητών αρχαίων έργων τέχνης και την προστασία των πελατών έναντι αβάσιμων ισχυρισμών».

Το ειδώλιο ανήκει στην Ελλάδα

Χθες, λοιπόν, 9 Ιουνίου, το δικαστήριο αποφάνθηκε πως το ειδώλιο ανήκει στην Ελλάδα και πρέπει να επιστραφεί!

Το υπουργείο Πολιτισμού σημειώνει: «Τεράστια είναι η δικονομική και ουσιαστική σημασία της απόφασης του Εφετείου των ΗΠΑ, που εκδόθηκε μόλις χθες, 9 Ιουνίου 2020, σύμφωνα με την οποία, όχι μόνο η Ελλάδα αλλά για κάθε Χώρα που διεκδικεί τα μνημεία της, τα οποία έχουν κλαπεί και διατίθενται προς πώληση, οι διαφορές σχετικά με τα μνημεία που τίθενται σε δημοπρασία από τους -δεσπόζοντες στο χώρο- Αμερικανικούς Οίκους ή διεκδικούνται από Μουσεία δεν θα εκδικάζονται από τα Δικαστήρια του τόπου της δημοπρασίας ή της έδρας του Οίκου/Μουσείου αλλά θα εφαρμόζονται ανάλογα οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις, οι οποίες, στην περίπτωση της Ελλάδας, ορίζουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία των Ελληνικών Δικαστηρίων».

Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνα Μενδώνη, χαρακτηρίζοντας την απόφαση ως μια τεράστια διεθνή επιτυχία στην καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου αρχαιοτήτων, δήλωσε ότι «το υπουργείο θα προβεί σε κάθε νόμιμη διαδικασία επαναπατρισμού του ειδωλίου, επισημαίνοντας ότι με τον επαναπατρισμό των κλαπέντων και παρανόμως εξαχθέντων μνημείων στον αρχαιολογικό τους περιβάλλον αποδίδεται στην ιστορία κάθε Χώρας, ένα τεκμήριο, ένα μέρος της ιστορίας της».