Ο μεγάλος Ελληνας στον οποίο αναφέρθηκε ο Σωτήρης Τσιόδρας
Ο Αλέξανδρος Στεργιόπουλος γράφει για την αναφορά του Σωτήρη Τσιόδρα στον Ελύτη χωρίς να τον κατονομάσει και μας αναλύει τα δύο ποιήματα από τα οποία δανείστηκε ο λοιμωξιόλογος για την ομιλία του.
Οι λέξεις που ένιωσαν το άγγιγμα της δεύτερης ματιάς, που φύτρωσαν στον κήπο που βλέπει, ταξιδεύουν στον χρόνο, μένουν άφθαρτες μα καθόλου λαμπερές. Είναι εκεί και μας καλούν να τις βρούμε, να τις βρούμε και να αντλήσουμε από το φορτίου που κουβαλούν. Βάρος ευλογημένο αν και επώδυνο. Η πλάτη των λέξεων λυγίζει μερικές φορές, όμως η πνοή που τις γέννησε ανήκει σε καλή γενιά και τις κάνει ανθεκτικές.
Στη γλώσσα την ελληνική, όλα ξεκινούν στις αμμουδιές του Ομήρου και φτάνουν στο φως και την ελπίδα των κλαδιών ελιάς.
Σ’ αυτή την πορεία, για την Ελλάδα, η μορφή του Οδυσσέα Ελύτη δεσπόζει, οδηγεί, κατευθύνει και μιλά μέσα από κάθε Έλληνα. Ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό, στη τελευταία ενημέρωση των συντακτών υγείας, πιάστηκε από το ελαφρύ, μα αλύγιστο, μέταλλο της ποίησης. Πιάστηκε από ένα στίχο και πεζά λόγια του νομπελίστα ποιητή μας. Δύο αποκομμένες φράσεις, που σε άλλη περίπτωση θα συνιστούσαν ασέβεια, εδώ όμως λειτουργούν θεραπευτικά.
Εξάλλου, η ποίηση εκτός από το να ερμηνεύει τον κόσμο, έχει την ικανότητα να θεραπεύει, ανακουφίζει, την ψυχή. Η αφορμή για την παρέκβαση του κ. Τσιόδρα ήταν η παγκόσμια ημέρα ποίησης (21/3), αλλά η ανάγκη για φως πάντα είναι η σωστή οδός. Ας δούμε τα ποιητικά του Σωτήρη Τσιόδρα.
«Την τελευταία λέξη δεν θα την έχει ο θάνατος»
Η φράση βρίσκεται στην έκδοση “Ανοιχτά χαρτιά” (1982, Εκδόσεις Ίκαρος). Σε αυτήν περιλαμβάνονται τα πεζά του Ελύτη (1946-1974). Η συγκεκριμένη ανήκει στο “Πρώτα-πρώτα η ποίηση” και ξεκάθαρα μας ανοίγει την καρδιά του. Η φράση έχει ως εξής: Η ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος. Όπως φαίνεται ο κ. Τσιόδρας, άθελα του, την έχει αλλάξει λίγο. Μολαταύτα, η πίστη στη ζωή δεν αλλάζει. Για τον Ελύτη η ποίηση ήταν ζωή και έφτασε στο σημείο να αγγίζει τον θάνατο, εκεί που ο Ήλιος και ο Άδης αγγίζονται. Ο Ελύτης αναζητούσε τον εαυτό του και προσπαθούσε να τον βρει ολάκερο. Ο μόνος τρόπος ήταν να κάνει άλμα μεγαλύτερο από τη φθορά και η ποίηση ήταν η μόνη οδός, όπως ο Θάνατος η μόνη οδός για την Ανάσταση. Συνεπώς, ακόμη κι αν αγγίξουμε το μαύρο χέρι, η Ανάσταση πάντα θα έρχεται.
«H κάθε γλώσσα να μιλεί την καλοσύνη της μέρας»
O στίχος ανήκει στη συλλογή “Ήλιος ο πρώτος” (1943, Εκδόσεις Ίκαρος), στην πέμπτη (V) ενότητα πριν περάσει στις “Παραλλαγές σε μια αχτίδα”. Πριν φτάσει εκεί περνά από το “Σώμα του καλοκαιριού” (ΙΙ). Ο ήλιος, το φως, είναι κεντρικό, δομικό, στοιχείο στην ποίηση, στην κοσμοθεωρία του Ελύτη. Ο Ήλιος είναι αρχή, τέλος και ξανά αρχή. Το φως είναι πάνω απ’ όλα, ατέλειωτη πηγή ζωής… Πριν την εν λόγω φράση, διαβάζουμε Η θύμηση να γίνει ένα κλαδάκι δυόσμου αμάραντο/κι από τη ρίζα του να ορμήσουν άνεμοι γιορτής. Ο κ. Τσιόδρας μας καλεί να μην ξεχάσουμε τώρα, πριν, μετά, ποτέ! Να μείνουμε όμως αισιόδοξοι, να μη λυγίσουμε και να είμαστε βέβαιοι ότι άνεμοι γιορτής θα φυσήξουν. Το πρώτος φως είναι πάντα το πιο καλό, γιατί μας καλωσορίζει και επιβεβαιώνει την ύπαρξη μας. Ας αφήσουμε λοιπόν φόβους, πανικό, μίσος, θυμό, απελπισία στην άκρη κι ας ακούσουμε, μιλήσουμε την καλοσύνη της μέρας. Ο καθηγητής, μέσω του Ελύτη, ήθελε να μας εμψυχώσει και να μας θυμίσει ότι η Ελλάδα είναι: Φως, θάλασσα, λόγος, δηλαδή ελπίδα, κίνηση, πίστη.