Rooney-mania, η Αγγλία έζησε στους ρυθμούς του!
Ο κορυφαίος σκόρερ της Εθνικής Αγγλίας και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ πήρε την απόφαση να μην συνεχίζει να παίζει ποδόσφαιρο. Είναι ο Γουέιν Ρούνεϊ, ένα όνομα που δεν μπορεί να ξεχαστεί.
Ίσως να μην έγινε τόση μεγάλη συζήτηση ή να δόθηκε η ανάλογη έκταση, διότι ο Ρούνεϊ από την περασμένη δεκαετία αγωνιστικά αλλά και προσωπικά είχε δείξει αρκετές φορές τη διάθεση να σταματήσει. Υπήρξε ένας δύσκολος και συναισθηματικός αποχωρισμός όταν έφυγε από τη Γιουνάιτεντ το 2017. Την επόμενη σεζόν είπε το 'αντίο' του από την Premier.
Ηταν η πρώτη του αποχώρηση. Στη συνέχεια έκανε το come back για να αποχωρήσει ξανά. Και τώρα έπεσαν οι τίτλοι τέλους. Έπεσε η αυλαία σε μία ποδοσφαιρική πορεία έχοντας βάλει το όνομά του για τα καλά στο παγκόσμιο στερέωμα. Θα μπορούσε να σταθείς κάποιος σε όσα έχει πετύχει, αλλά και να αναρωτιέται πόσα παραπάνω θα μπορούσε να είχε κάνει.
Πέντε τίτλοι στην Premier και ένας θρίαμβος στο Champions League, ότι είχε πετύχει και ο Τζον Ο' Σέι. Τα ρεκόρ του στο σκοράρισμα είναι 253 για τη Γιουνάιτεντ και 53 για την Αγγλία. Επιτεύγματα -ρεκόρ που μπορεί να σπάσουν μία μέρα.
Όταν επιχειρήσει κάποιος να κάνει έναν απολογισμό της καριέρας του Ρούνεϊ τι θα κρατήσει; Ποιες είναι οι στιγμές που θα τον καθορίσουν; Οι μεγάλες εμφανίσεις στους τελικούς; Οι γκολάρες του; Για τον Ρούνεϊ η Κωνσταντινούπολη το 2005, το Βίλα Παρκ το 1999 και το Euro 1996 είναι το δικό του χέρι του Θεού; Ή το τρομερό του ψαλίδι με τη Σίτι το 2011 ή το τάκλιν και η ασίστ για τη DC Γιουνάιτεντ το 2018. Ή τόσα εξαιρετικά γκολ που έχει βάλει;
Η πραγματικότητα είναι πως οι πλέον καθοριστικές στιγμές του Ρούνεϊ είναι στο ξεκίνημα της καριέρας του. Όπως το γκολ με την Έβερτον εναντίον της Άρσεναλ το 2002 σε ηλικία 16 ετών.
Ήταν η εποχή που δημιούργησε έναν ποδοσφαιρικό ήρωα, που είχε θράσος, ταλέντο, ακρίβεια και μεγάλη δίψα να παίξει και να διακριθεί.
Ήταν η πρώτη περίοδος της Rooney-mania. Της μανίας με τον Ρούνεϊ. Μία πολύ μεγάλη μεταγραφή και με ποσό ρεκόρ στη Γιουνάιτεντ και το Euro 2004 τον απογείωσαν. Όλα αυτά όμως έμειναν στο παρελθόν όταν το 2006 ο Πάουλο Φερέιρα της Τσέλσι του έσπασε τον μετατάρσιο, βάζοντας τον σε μία άλλη εποχή και κατάσταση. Ο Ρούνεϊ μία εποχή ήταν κάτι σαν εθνική... φρενίτιδα. Παρόλα αυτά το αγγλικό κοινό περίμενε έναν παίκτη που θα κέρδιζε μόνος του τίτλους με την Εθνική Αγγλίας και του...χρέωσε ότι δεν τα κατάφερε. Ότι δεν έκανε τα θαύματα που περίμεναν. Κάνουν λάθος, ο Γουέιν Ρούνεϊ έβαλε τη δική του σφραγίδα στο Νησί. Έτσι όπως θα πρόσταζε κάθε παίκτης που θα υποχρέωνε τους οπαδούς να τον βαφτίσουν «Λευκό Πελέ» στο σύνθημά τους:
«I saw my mate the other day,
He said to me he saw the white Pele,
So I asked, who is he?
He goes by the name of Wayne Rooney,
Wayne Rooney, Wayne Rooney,
He goes by the name of Wayne Rooney».
Μία φορά (μπλε) κι έναν καιρό
Ο θόρυβος γύρω από το όνομα του Ρούνεϊ ξεκίνησε πολύ καιρό πριν το ξεπέταγμά του στη Premier και το ξεκίνημα της χρονιάς 2002-2003. Οι εξωτερικοί παρατηρητές έβλεπαν ένα παιδί από τις Ακαδημίες της Έβερτον, ένα φυσικό ταλέντο, έναν παίκτη που θα γινόταν ένας σπουδαίος σκόρερ και που έσπαγε κάθε λογής ρεκόρ στις ομάδες των υποδομών.
Έχοντας σκοράρει οκτώ γκολ σε οκτώ ματς στη διαδρομή για τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας Νέων το 2001-2002, συμπεριλαμβανομένου και ενός τρομερού γκολ στο «Γουάιτ Χαρτ Λέιν» στον ημιτελικό, ο Ρούνεϊ πήρε το χρίσμα για την πρώτη ομάδα με τον Μόγιες στο ταξίδι στην έδρα της Σαουθάμπτον τον Απρίλιο του 2002 και τη φανέλα με το Νο18, που φορούσε ένα είδωλό του, ο Πολ Γκασκόιν.
Ως αναπληρωματικός εκείνη την ημέρα δεν χρησιμοποιήθηκε αλλά είχε δείξει στους φιλάθλους της Έβερτον το ταλέντο του στο πρώτο ματς του τελικού του Κυπέλλου Νέων με αντίπαλο την Άστον Βίλα, όπου έβαλε γκολ με κεφαλιά και έδειξε το περίφημο μπλουζάκι του «μία φορά μπλε, πάντα μπλε» και εντυπωσίασε με την ταχύτητά του και το περιφερειακό παιχνίδι του σε ένα ματς με ήττα 4-1 για την ομάδα του.
Μέχρι τα 16 του είχε τα φυσικά προσόντα να σταθεί σε επίπεδο ανδρών και την τεχνική να εξελιχθεί. Ο Ρούνεϊ θα αναδεικνυόταν για τα καλά την επόμενη σεζόν στο 4-4-2 του Μόγιες μαζί με τον Κέβιν Κάμπελ. Σε αντίθεση με το στιλ του Κάμπελ που έπαιζε πιο κεντρικά στην επίθεση ο Ρούνει έπαιζε σε πιο ελεύθερο ρόλο χάρις στην ικανότητά του να κρατάει μπάλα και να διασπά με την τεχνική του την αντίπαλη άμυνα. Είχε ένα τρομερό μακρινό και νικητήριο γκολ στο 2-1 επί της Άρσεναλ εκείνο τον Οκτώβριο και ένα φοβερό σόλο στο Έλαντ Ρόουντ έναν μήνα μετά.
Ο Ρούνεϊ ήταν ένα σταθερότατο εννιάρι για την Έβερτον έχοντας 17 γκολ σε 77 ματς. Ήταν πάντα καλός ή επαρκής στο να κάνει ότι χρειάζεται στον ρόλο που του είχε ζητηθεί. Τα προσόντα του τα είχε αναπτύξει και δουλέψει παίζοντας στους δρόμους του Βόρειου Λονδίνου ενώ ο αρχικός του αγωνιστικός ρόλος ήταν 2ος επιθετικός. Σαν ένας κρυφός κυνηγός. Κατά ένα μέρος σκόρερ και κατά ένα μέρος δημιουργός. Στη 2η χρονιά του είχε τον Ντάνκαν Φέργκιουσον, ένα από τα εφηβικά του είδωλα αλλά και τον γρήγορο Τόμας Ρατζίνσκι. Οι φίλαθλοι της Έβερτον δεν πρόλαβαν να δουν τον καλύτερο δυνατό Ρούνει που θα έφευγε τη Γιουνάιτεντ το 2004. Στο Μερσεϊσάιντ μπήκαν όμως οι βάσεις για την καριέρα του.
O «διαβολάκος» που έλειπε από το Μάντσεστερ
Με την Έβερτον ο Ρούνει έδειχνε πολλά υποσχόμενος. Με την Εθνική Αγγλίας έγινε ένας τοπ επιπέδου 2ος επιθετικός. Με τις εμφανίσεις του με την Αγγλία έπεισε τη Γιουνάιτεντ να τον αγοράσει και έτσι έγινε ο πιο ακριβοπληρωμένος έφηβος στην ιστορία του αγγλικού ποδοσφαίρου όλων των εποχών.
Το αρχικό του διάστημα στη Γιουνάιτεντ δεν κινήθηκε σε υψηλό επίπεδο. Η Γιουνάιτεντ δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί τη Τσέλσι του Μουρίνιο. Ο Ρούνει πήρε ξανά χρίσμα για τη θέση του 2ου επιθετικού, φορώντας τη φανέλα με το Νο8. Εδώ υπήρχε η εξής παράμετρος. Ο Ρούντ Φαν Νίστελροι ήταν τρομερός στα τελειώματα και ίσως ο τοπ στην κατηγορία, όμως είχε μάθει όλο το σύστημα της ομάδας να στηρίζεται πάνω του. Η δουλειά των συμπαικτών του ήταν να τον τροφοδοτούν. Έπαιρνε τη μπάλα ο Ολλανδός για να σκοράρει. Η έλευση των Κριστιάνο Ρονάλντο και Ρούνεϊ άλλαξε τα δεδομένα και τα πράγματα. Δεν ήταν οι κλασικοί πασέρ όπως οι Μπέκαμ, Σκόουλς και Γκιγκς. Ήταν οι παίκτες που επίσης ήθελαν να σκοράρουν.
Στο πρώτο του διάστημα με τη Γιουνάιτεντ είχε βάλει τρομερά γκολ αλλά δεν ήταν ο σούπερ γκολτζής. Είχε όμως 11 γκολ και 2 ασίστ και πήρε το βραβείο του γκολ της αγωνιστικής με την τρομερή του προσπάθεια με τη Μίντλεσμπρο. Φυσικά υπάρχει και το ματς με τη Νιουκάστλ. Στη συνέχεια παρουσιάστηκε αισθητά βελτιωμένος όμως ένα γεγονός ήταν πως όταν ο Φαν Νίστελροϊ έπαιζε πιο πλάγια ήταν πιο αποδοτικός.
Η εποχή των Ρονάλντο και Ρούνεϊ κυριαρχούσε στη Γιουνάιτεντ. Η εποχή των δύο στην επίθεσή της είχε αρχίσει. Ήταν ένα καλοκαίρι αποκλεισμού της Αγγλίας από το Παγκόσμιο το 2006 και ενώ ο Ρούνεϊ είχε αποβληθεί στο ματς με την Πορτογαλία γιατί χτύπησε τον Ρικάρντο Καρβάλιο. Ο Ρονάλντο έδειχνε να προκαλεί τον Ρούνεϊ ενώ έκλεισε πονηρά το μάτι του στον πάγκο των Πορτογάλων μετά την αποβολή του. Οι δύο σταρ της Γιουνάιτεντ πήγαιναν για μετωπική. Ευτυχώς για τη Γιουνάιτεντ οι δυο τους έλυσαν τις όποιες διαφορές τους από την προετοιμασία. Ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον δεν πήρε αντί-Φαν Νίστελροι και θα λειτουργούσε με ροτέισον στην επίθεση θέλοντας να έχει στο παιχνίδι της ομάδας του ταχύτητα, κίνηση και διεισδύσεις.
Δεν υπήρχε όμως αμφιβολία. Ο Ρονάλντο ήταν στον κεντρικό ρόλο. Στον ρόλο του πρωταγωνιστή. Οι επιθετικοί της Γιουνάιτεντ δεν είχαν επίτηδες ξεκάθαρους ρόλους μες στο παιχνίδι. Όμως ο σταρ ήταν ο Κριστιάνο Ρονάλντο. Ο Γκάρι Νέβιλ εξηγούσε στη στήλη που είχε το πως έβρισκε την αδυναμία κάθε φορά στην άμυνα του αντιπάλου.
"Εάν δεν έβρισκε χώρο με τον αριστερό μπακ στα πρώτα 15 λεπτά πήγαινε στον δεξιό μπακ. Εάν δεν τα κατάφερνε εκεί πάλι άλλαζε πλευρά ή μετά στόχευε στους στόπερ. Θα έβρισκε τον πιο αδύναμο στο ένας με έναν", σχολίασε σχετικά ο Νέβιλ μετά την αποχώρησή του. Η απόφαση του Φέργκιουσον να επικεντρωθεί στον Ρονάλντο ήταν απόλυτα δικαιολογημένη. Μετά από τρία χρόνια η Γιουνάιτεντ είχε πάρει τρεις σερί τίτλους, πήρε ένα ευρωπαϊκό Κύπελλο και πήγε σε έναν ακόμα τελικό και ο Ρονάλντο έγινε αναμφίβολα ο κορυφαίος παίκτης στον κόσμο μέχρι την πλήρη άνοδο του Μέσι. Όλο αυτό σήμαινε πως ο Ρούνεϊ έπρεπε να περιμένει τη σειρά του και να μένει στα φτερά και στα άκρα στην κυριολεξία κάποιες φορές.
Στα μεγάλα ματς κυρίως στην Ευρώπη είχε έναν πιο περιφερειακό ρόλο σε ένα 4-5-1. Ουσιαστικά ήταν σαν να έκανε τη δουλειά του Παρκ Γι Σουνγκ από την άλλη πλευρά όμως. Από το άλλο φτερό της επίθεσης. Ο Ρούνει όπως ο Τζο Κόουλ πριν από αυτόν είχε μετατραπεί από ένας εξαιρετικός παίκτης σε ένα λειτουργικό εργαλείο. Σε έναν παίκτη που 'δούλευε' σκληρά για το σύνολο.
"Δεν με πειράζει τόσο. Κάνω τα πάντα για την ομάδα. Προτιμώ να παίζω όμως φορ", είχε παραδεχθεί ο ίδιος. Είχε πει πως στα φτερά, δηλαδή στα άκρα της επίθεσης δεν μπορούσε να εκφραστεί ανάλογα. Το ενοχλητικό για εκείνον ήταν πως Ρονάλντο μπορούσε να παίξει στα άκρα αλλά αυτό δεν συνέβαινε.
Υπήρξαν και εξαιρέσεις. Ο Ρούνεϊ έπαιξε ως μοναδικός προωθημένος στον τελικό του Κυπέλλου του 2007 στην ήττα με 1-0 από την Τσέλσι. Την επόμενη χρονιά θα ήταν επιθετικό δίδυμο με τον Τέβες στον τελικό του Champions League. Ο τρόπος που λειτουργούσε ο Φέργκιουσον αναδείκνυε περισσότερο τον Ρονάλντο. Στον τελικό του 2008 η Γιουνάιτεντ θα κέρδιζε στα πέναλτι την Τσέλσι με σκόρερ στην κανονική διάρκεια τον Ρονάλντο.
Το 2009 στην ήττα με 2-0 από τη Μπαρτσελόνα στον τελικό του Champions League τα πράγματα έγιναν αλλιώς. Ο Ρονάλντο ήταν μπροστά και ο Ρούνει στα άκρα διότι ο Φέργκιουσον ήθελε στην κορυφή της επίθεσης την ταχύτητα του Πορτογάλου. Ο Ρούνεϊ παρέμενε μία επιθετική απειλή όμως η έλλειψη μίας σταθερής του θέσης πέντε χρόνια μετά την πρώτη του μέρα στη Γιουνάιτεντ συνέχιζε να τον ενοχλεί.
Στον δρόμο που χάραξε ο Τσάρλτον
Το 2009 ο Ρονάλντο έφυγε για τη Ρεάλ. Και κάπως έτσι για πρώτη φορά μετά την αποχώρηση του Φαν Νίστελροϊ ο Φέργκιουσον δεν πήρε αντικαταστάτη του. Ο Μπερμπάτοφ είχε πάει στην ομάδα από το περασμένο καλοκαίρι για να πάρει θέση βασικού κυνηγού. Ο Αντόνιο Βαλέντσια ένας αμφιλεγόμενος εξτρέμ είχε έρθει συμπληρωματικά.
Ο παίκτης που επωφελήθηκε από όλη αυτήν την εξέλιξη ήταν ο Ρούνει. Στην προετοιμασία ο Φέργκιουσον είχε πει στον Ρούνει να μπαίνει περισσότερο στην περιοχή και να δημιουργεί πιο πολύ. Ο Ρούνει ήθελε να σιγουρευτεί και τον ρώτησε "δηλαδή τώρα σταματάω τις πλαγιοκοπήσεις μου;"
Και πάλι ο Ρούνει δεν είχε διαρκώς ξεκάθαρο ρόλο. Κάποιες φορές ήταν 2ος επιθετικός πίσω από τον Μπερμπάτοφ και άλλες στο 4-3-3 έπαιζε μπροστά μόνος του. Η διαφορά ήταν πως η επίθεση είχε ως κεντρικό πρωταγωνιστή πια τον Ρούνεϊ. Η ομάδα 'έχτιζε' τις επιθέσεις πάνω του. Σε μεγάλα παιχνίδια ο Φέργκιουσον έπαιζε κυρίως 4-3-3. Με αυτόν τον τρόπο ο Ρούνει ανέβηκε επίπεδο.
Όταν έπαιζε μπροστά ο Ρούνει έδειχνε ένας κοντρολαρισμένος και σωστός φορ. Σκόραρε και με έναν εντυπωσιακό αριθμό με κεφαλιές κυρίως από μπαλιές του Βαλέντσια από τα άκρα. Από την άλλη την εποχή που ο Μέσι ήταν σαν ψευτοεννιάρι ο Ρούνει μπορούσε να υπηρετήσει και αυτόν τον αγωνιστικό ρόλο. Όταν ο Ρούνει συνδύασε αυτές τις 2 θέσεις έμοιαζε ασταμάτητος.
Ήταν το γκολ του στο 3-1 εκτός έδρας με την Άρσεναλ τον Γενάρη του 2010, που θεωρείται από τα καλύτερά του. Τράβηξε τους αντιπάλους στόπερ, έπαιξε τη μπάλα με τον Νάνι και μετά έκανε σπριντ για να πάρει τη μπάλα και να κάνει το τελείωμα. Ο Ρούνει θα τελείωνε τη χρονιά με 26 γκολ στην Πρέμιερ. Ήταν επίδοση πάνω από τις 2 προηγούμενες σεζόν του και 10 παραπάνω από την προηγούμενη καλύτερη χρονιά του.
Ο Όουεν που έχει παίξει μαζί με τον Ρούνει ήταν της άποψης πως ο τότε τεχνικός της Αγγλίας, Φάμπιο Καπέλο, έπρεπε να χρησιμοποιεί τον Ρούνει μπροστά. Ο Όουεν είχε σχολιάσει πως 'πιστεύω ακράδαντα πως πρέπει να έχει στην Αγγλία τον ίδιο ρόλο που έχει στη Γιουνάιτεντ. Ο Ρούνεϊ είχε συνηθίσει να παίζει πιο πίσω, να μοιράζει τη μπάλα και να απελευθερώνει τον επιθετικό. Είναι παίκτης που παίζει στην πλάτη των αμυντικών, που δημιουργεί και σκοράρει με κάθε τρόπο. Το να παίζει φορ είναι μία αλλαγή σε σχέση με τα όσα βλέπαμε τα προηγούμενα χρόνια. Προσαρμόστηκε τόσο καλά και γρήγορα δείχνοντας πόσο top class και παγκοσμίου επιπέδου είναι'.
Ο Ρούνει είχε ένα δύσκολο ξεκίνημα στη Γιουνάιτεντ το 2010-2011 με τραυματισμούς στον αστράγαλο και μία δημόσια δήλωση πως ήθελε να φύγει από την ομάδα. Στο γήπεδο συχνά ήταν δίδυμο με τον Μπερμπάτοφ. Κάποιες φορές έπαιζε λίγο διαφορετικά και κάποιες φορές άλλαζαν θέσεις και ο ένας ή ο άλλος έπαιζαν πιο πίσω.
Ο Μπερμπάτοφ έκανε μία σεζόν ως τοπ σκόρερ της κατηγορίας όμως στον τελικό του Champions League έμεινε εκτός 18άδας. Ο Φέργκιουσον χρησιμοποίησε ένα νέο σύστημα με 4-4-1-1 με τον Ρούνεϊ πίσω από τον Χαβιέρ Ερνάντες, έναν επιθετικό με καλά τρεξίματα. Ο Ρούνει είχε γίνει ένα δεκάρι επιφορτισμένο να βγάζει μπαλιές στον Μεξικανό.
Ο Ρίο Φέρντιναντ, που υπήρξε συμπαίκτης του Ρούνει, είχε πει ότι ο Γουέιν ήθελε να αγωνιστεί ως δεκάρι. «Εγώ του είπα ‘είχες κάνει την καλύτερή σου χρονιά ως επιθετικός, γιατί θες να παίξεις δεκάρι;’. Τα media σε λατρεύουν. Δεν μπορούσα να το καταλάβω», επισήμανε ο Φέρντιναντ.
Αυτή η εξέλιξη αποδείχθηκε πρόβλημα στον τελικό του Champions League με τη Μπαρτσελόνα. Ο Ρούνει αποτέλεσε επιθετική απειλή και το γκολ της ισοφάρισής του ήταν εξαιρετικό αλλά όλο αυτό κόστισε στη Γιουνάιτεντ, που δεν είχε κατοχή στο μεγαλύτερο μέρος και κομμάτι του παιχνιδιού. Η παρουσία του Μπουσκέτς επέφερε προβλήματα στη Γιουνάιτεντ που είχε χάσει το κέντρο. Βέβαια ήταν η Μπαρτσελόνα, μία ομάδα στο peak της.
Η αμυντική ανεπάρκεια του Ρούνει προκαλούσε προβληματισμό. Την επόμενη σεζόν, δηλαδή το 2011-2012, ο Ρούνει, ήταν κυρίως δεκάρι πίσω από τους Ερνάντες και Γουέλμπεκ. Έκανε την κορυφαία του σεζόν από πλευράς γκολ, βρίσκοντας δίχτυα 27 φορές. Και αυτό παρότι η βοήθειά του στο 'χτίσιμο' του παιχνιδιού και η επιρροή του στη μεσαία γραμμή ήταν μικρότερη.
Ο Φέργκιουσον άρχισε να λαμβάνει αποφάσεις βασισμένος στο ότι ο Ρούνει δεν μπορούσε να συμβάλλει αμυντικά. Στην ήττα με 1-0 από τη Σίτι, που έκρινε τον τίτλο, ο Ρούνει ήταν φορ. Και αυτό διότι ο Παρκ είχε την ενέργεια να παίξει δεκάρι. Ούτε ο Παρκ βέβαια ανταποκρίθηκε στον απαιτούμενο βαθμό.
Γητευτής των «Τριών Λιονταριών»
Ως παίκτης της Έβερτον στην αρχή της καριέρας του, ο Ρούνεϊ έκανε εξαιρετικές εμφανίσεις με την Εθνική. Το Euro 2004 ήταν η εποχή όπου γινόταν μεγάλη συζήτηση για το σχήμα που θα έπρεπε να παίζει η Εθνική Αγγλίας.
Ο Έρικσον ήθελε να παίξει διαφορετικά και μετά διαφοροποίησε την προσέγγισή του σε 4-4-2. Οι παίκτες είχαν τις αντιρρήσεις τους για το αγωνιστικό στυλ της ομάδας με τον νεαρό φορ να αναδεικνύεται ως η προφανής επιλογή για να παίξει σε ένα τέτοιο σχήμα δίπλα στον Μάικλ Όουεν.
Οι Όουεν και Ρούνεϊ σχημάτισαν ένα ιδιαίτερο δίδυμο επιθετικής συνεργασίας. Ο Όουεν είχε συνηθίσει να παίζει σε μία θέση κλασικού φορ όπως ο Έμιλ Χέσκι όμως ο Ρούνεϊ ήταν παίκτης που έδινε άλλες εναλλακτικές.
bwin: Κορυφαίες οnline αποδόσεις στην Premier League. |21+
Ηταν εκείνος που λειτούργησε υποστηρικτικά στον Όουεν ως ένας 2ο κυνηγός. Ένας 2ος επιθετικός υψηλού επιπέδου, παίζοντας σε πιο μεγάλο πλάτος και πίσω από τον Όουεν. Ο Όουεν ήταν ο μπροστάρης όμως ο Ρούνει ήταν εξαιρετικός σκόρερ.
Τελείωσε το Euro 2004 με 4 γκολ σε 4 αγώνες ενώ ο Όοουεν έβαλε μόνο 1 από τα 10 γκολ της Αγγλίας στην Πορτογαλία.
Το τελευταίο γκολ του σε εκείνο το τουρνουά ήταν στη νίκη με 4-2 με την Κροατία. Ο Ρούνει πήρε τη μπάλα ανάμεσα στις γραμμές των Κροατών κινήθηκε προς την αντίπαλη άμυνα. Ο Όουεν όπως έκανε στο μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του έμεινε και περίμενε τη μπαλιά.
Ο Ρούνει είχε άλλες ιδέες στο παιχνίδι του. Έπαιξε τη μπάλα πίσω έτσι ώστε ο Όουεν να αναγκαστεί να γυρίσει για να πάρει ή να ζητήσει μπάλα. Ο Όουεν ήταν τελικά εκείνος που στη φάση του γκολ του με το σουτ του έπαιζε σχεδόν κοντά στο κέντρο για να σπάσει τη μπάλα και να κάνει το σουτ ο Ρούνεϊ .
Ο Ρούνει ήταν εκείνος που άρχισε τις φάσεις και τις τελείωνε ενώ ο Όουεν... υποβαθμίστηκε στο να δίνει τη μπάλα.
Η επιστροφή του ασώτου Scouser με τις ασορτί πιτζάμες
«Για να είμαι ειλικρινής, το κράτησα κρυφό τα τελευταία 13 χρόνια, αλλά στην πραγματικότητα φορούσα πιτζάμες της Έβερτον όταν ήμουν σπίτι με τα παιδιά μου. Έπρεπε να το κρατήσω κρυφό». Με αυτή την «στυγερή» αποκάλυψη, ο έφηβος που προκάλεσε μανία στην Premier League με τη φανέλα των Ζαχαρωτών σφράγισε την επιστροφή του ως «άσωτος» θρύλος δεκατρία χρόνια αργότερα. Ο ανερχόμενος Γουέιν που αγαπήθηκε ως «σπαρταριστός» youngster από το κοινό των Τόφιζ πρόλαβε να γίνει ο Νο1 σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Αγγλίας και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το διάστημα της απουσίας του. Και παρά το ότι οι σχέσεις με την εξέδρα των Μπλε δοκιμάστηκαν, πάντοτε υπήρχε η προσδοκία ότι θα γύριζε για να τελειώσει την καριέρα του στην Έβερτον. Ένα ενοχικό συναίσθημα τόσο από πλευράς συλλόγου, όσο και του ίδιου του παίκτη.
Το καλοκαίρι του 2017, η «σημαία» του «Ολντ Τράφορντ» και της εθνικής Αγγλίας κυματίζει και πάλι στο «Γκούντισον Παρκ». Ο Ρούνεϊ δεν φοβάται πια να φορέσει τις εφηβικές του πιτζάμες. Ίσως να ήταν περισσότερο μία κίνηση farewell, παρά μια ουσιαστική μεταγραφική «βόμβα». Η ετικέτα της τεράστιας επιστροφής, όμως, σκέπασε κάθε άλλη.
Με το «Νο10» κατοχυρωμένο, διαδεχόμενος τον Ρομέλου Λουκάκου που έκανε το αντίθετο δρομολόγιο προς το «Θέατρο των Ονείρων», ο 32χρονος επιθετικός εντάσσεται στο δυναμικό του Ρόναλντ Κούμαν ως ελεύθερος. Ιδανική προσθήκη για την επάνοδο του κλαμπ στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις (Europa League). Είχε σταματήσει πια να είναι συμβατός με τη στρατηγική της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, περιπλανήθηκε σε θέση φορ, δεύτερου επιθετικού, 10αριού μέχρι και deep-lying χαφ-σκόρερ, αλλά μάταια. Η επίδρασή του δεν μπορούσε πια να αποτυπωθεί στους Κόκκινους Διαβόλους και είχε έρθει το κατάλληλο timing για να επενδύσει την εμπειρία του στην ομάδα των παιδικών του χρόνων. Ποτέ, όμως, οι Evertonians δεν σταμάτησαν να θυμούνται στο πρόσωπο και τη φιγούρα του τον 16χρονο Scouser που είχε κάνει τη διετία 2002-2004 «μαγική».
«Είμαι ενθουσιασμένος. Είναι μία πρόκληση που ήρθε την κατάλληλη ώρα στην καριέρα μου. Η Έβερτον δεν θα είναι ο τόπος της απόσυρσής μου». Αυτές ήταν οι πρώτες δηλώσεις του στη συνέντευξη Τύπου. Η αλήθεια, όμως, είναι πως οπαδοί και media διχάστηκαν για το πώς και κατά πόσο μπορεί να προσφέρει ένας θρυλικός -πλην όμως ξεπεσμένος από το peak του- στράικερ, που άφηνε ερωτηματικά για το αν θα ανταποκρινόταν πια στους υψηλούς ρυθμούς της Premier League. Η διαχείριση του Ρόναλντ Κούμαν τα έκανε όλα χειρότερα.
Μπορεί τα τελευταία χρόνια στη Γιουνάιτεντ η θέση του στο γήπεδο να υποχώρησε, δημιουργώντας την εντύπωση ότι θα ταίριαζε καλύτερα ως 10άρι ή προωθημένος μέσος στην Έβερτον, εντούτοις, ο Ολλανδός τον επανέφερε στο «κουτί» στην αρχή της σεζόν 2017-18. Κάπως, άλλωστε, έπρεπε να καλυφθεί το κενό των 25 γκολ που άφησε ο Λουκάκου με την αποχώρησή του. Ωστόσο, η πορεία του Ρούνεϊ στη δεύτερη θητεία του ξεκίνησε αντιστρόφως ανάλογα με αυτήν της ομάδας.
Ο Ρούνεϊ άνοιξε για δεύτερη φορά τον ίδιο λογαριασμό στην 1η αγωνιστική της PL κόντρα στη Στόουκ (1-0) και πανηγύρισε με πάθος στο σημαιάκι του «Γκούντισον Παρκ», μπροστά στους οπαδούς. Μέσα σε μία στιγμή, τα συναισθήματα σκότωσαν κάθε αμφιβολία, ήταν και πάλι ο δικός τους, Γουέιν Ρούνεϊ. Προοδευτικά, όμως, τα αποτελέσματα χειροτέρεψαν επικίνδυνα, οδηγώντας τα Ζαχαρωτά στη ζώνη του υποβιβασμού τον Οκτώβριο. Ο Ολλανδός τεχνικός πλήρωσε το «μάρμαρο» και την αδυναμία του να κατασταλάξει στον ρόλο που θα είχε ο Ρούνεϊ, μετακινώντας και ανακατεύοντάς τον από παιχνίδι σε παιχνίδι, κάνοντας στην άκρη την αρχική του πρόθεση να τον επανακαθιερώσει ως φορ. Με την ανάληψη της ηγεσίας προσωρινά από τον άλλοτε συμπαίκτη του, Ντέιβιντ Άνσγουορθ κι εν συνεχεία την έλευση του Σαμ Άλαρνταϊς, βρέθηκε ξανά να παίζει πιο κοντά στη μεσαία γραμμή. Στο μεταίχμιο αυτής της αλλαγής, βέβαια, είχε πρωταγωνιστήσει σε ένα χατ-τρικ από τα παλιά, δίνοντας νίκη-ανάσα επί της Γουέστ Χαμ που απομάκρυνε την ομάδα από την επικίνδυνη ζώνη. Το τρίτο του γκολ έμεινε στην ιστορία: ένα σουτ στην κίνηση, πίσω από τη σέντρα, κατέληξε σε γκολ, εξουδετερώνοντας από τα 59 μέτρα τον Τζο Χαρτ και στέλνοντας τη μπάλα στην εστία μπροστά από το διάζωμα του «Gwladys Street».
Όταν η σεζόν ολοκληρώθηκε, ο Ρούνεϊ μετρούσε συνολικά 10 παιχνίδια ως μέσος, επίδοση χαμηλότερη μόνο από τη σεζόν 2014-15 στη Γιουνάιτεντ (17 παιχνίδια). Από στήριγμα του ανερχόμενου Κάλβερτ-Λιούιν στη γραμμή κρούσης, έφτασε να παίζει ανάμεσα στους Ντέιβις, Σνάιντερλεν, Γκέιγ. Η ποιότητα και η κλάση του, έστω και χωρίς τα στοιχεία της «έκρηξης» στο παιχνίδι του πια, δεν τον απέτρεψαν ακόμη και υπό αυτές τις συνθήκες από το να ονομαστεί πρώτος σκόρερ της Έβερτον (11 γκολ σε όλες τις διοργανώσεις). Κι όλα αυτά δίχως να σκοράρει ούτε μία φορά στο δεύτερο μισό της σεζόν. Μιας σεζόν που κύλησε χειρότερα από την προηγούμενη, χωρίς ευρωπαϊκό εισιτήριο και το step-up τετράδας που ονειρευόταν ο σύλλογος.
Ο υποθηκευμένος μύθος του Ρούνεϊ στο Μέρσεϊσαϊντ, όμως, απέκτησε και πάλι την αληθινή του υπόσταση. Η εκκρεμότητα που άφηνε τον Αύγουστο του 2004 είχε πια τακτοποιηθεί. Έστω κι αν τίποτα γύρω του δεν τον βοήθησε να λάμψει στο μάξιμουμ, το κοινό των Τόφιζ εκτίμησε την παρουσία του. Την επιστροφή του. Τις μικρές στιγμές αναχρονισμού που τους χάρισε, προκαλώντας σύγχυση για το αν όσα είδαν με τα μάτια τους την περίοδο 2017-18 συνέβησαν πραγματικά και δεν ήταν απλά ένα αποκύημα της φαντασίας τους.
«Ηλιοβασίλεμα» στη… D.C. της καριέρας του
Ο Ρούνεϊ του Νησιού έμελλε να γίνει θρύλος των δύο ηπείρων. Το καλοκαίρι του 2018, αφού η κουρτίνα στο κλαμπ της παιδικής του ηλικίας έκλεισε οριστικά, πήρε τον υπερατλαντικό δρόμο των Η.Π.Α. και του MLS. Όπως έκαναν οι Βαλντεράμα, Μπέκαμ, Ανρί, Κιν, Ντρογκμπά, Βίγια, Λάμπαρντ, Πίρλο, Κακά, Σβαϊνστάιγκερ πριν από εκείνον. Στην πρωτεύουσα, μια διψασμένη για αναγνώριση ομάδα τον περίμενε σαν ψέμα. Συμπτωματικά, κι αυτή ήταν United.
Κανείς δεν έδινε πιθανότητες 24 χρόνια πριν, όταν η Ουάσινγκτον αποκτούσε τον πρώτο της σύλλογο ποδοσφαίρου στη μέλλουσα Major League Soccer, ότι θα την τιμήσει με την παρουσία του κάποια στιγμή ένας εκ των κορυφαίων επιθετικών όλων των εποχών. Ο εκφωνητής των ανακοινώσεών στο γήπεδο της D.C. United από το 1996, Ντέιβ Τζόνσον, δήλωνε χαρακτηριστικά όταν ολοκληρώθηκε η μεταγραφή του Ρούνεϊ:
«Όταν ξεκίνησα το ταξίδι μου με τη D.C., ποτέ μου δεν μπορούσα να φανταστώ, ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα ότι ένας παίκτης όπως ο Γουέιν Ρούνεϊ θα φορέσει τα ερυθρόμαυρα του συλλόγου».
Η άφιξη του απόλυτου συμβόλου της Αγγλίας και της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έδωσε νέα πνοή σε ένα κλαμπ που ήθελε τίτλο και την απαραίτητη διαφήμιση για το νεότευκτο τότε «Audi Field» των 20.000 θεατών. Τι καλύτερο, λοιπόν, από έναν ζωντανό θρύλο, έστω κι αν ήταν φανερά στη δύση της καριέρας του;
Ο Ρούνεϊ δεν μπόρεσε να οδηγήσει τη D.C. στον αρχικό στόχο. Ωστόσο, οι αριθμοί του και ο αντίκτυπος στον σύλλογο και το πρωτάθλημα φανερώνουν ότι εκπλήρωσε και με το παραπάνω την αποστολή της πιο εξωτικής περιπέτειας. Με 25 γκολ και 14 ασίστ σε 52 ματς, αποκλειστικά στη θέση του φορ, οδήγησε τη United τη 2η χρονιά στα play-offs της Ανατολής. Σε ακόμη ένα «σπίτι», άφησε ένα highlight που τοποθετείται ψηλά στο mixtape της καριέρας του. Ήταν εκείνη η απόλυτη ενέργεια αυτοθυσίας κόντρα στο Ορλάντο, όταν ο 33χρονος Ρούνεϊ κάνει σπριντ 40 μέτρων για να προλάβει τον επιθετικό που βλέπει εστία χωρίς τερματοφύλακα στο 90’, τον κόβει με τάκλιν και με άμεση βαθιά μπαλιά μοιράζει την ασίστ στον Ακόστα για τη νίκη. Πολύ περισσότερο, αναβάθμισε μόνο με το όνομά του ολόκληρο το επίπεδο της Λίγκας και τη μοίρα της ομάδας του. Ο συμπαίκτης του στη D.C, Στιβ Μπέρνμπαουμ, είχε πει:
«Τα άλλαξε όλα. Πιστεύω ότι άλλαξε και την κουλτούρα του συλλόγου. Όλα τα παιδιά θέλουν να παίζουν για αυτόν. Θέλουν να του δείξουν ότι δουλεύουν όσο κι εκείνος. Έχουμε αυτό το είδος της αυτοπεποίθησης και το επιδεικτικό στυλ όταν μπαίνουμε στους αγώνες εξαιτίας του»
Επαναπατρισμός και Coach Rooney
Οι καιροί και ο υποτιμημένος σε έναν βαθμό κόσμος του MLS τον άφησαν πίσω από την εποχή. Εκείνος, όμως, ήξερε πάντα ποιο θα είναι το επόμενο βήμα. Είτε ήταν μια ντρίμπλα για να βρεθεί σε καλύτερη θέση απέναντι στην εστία και να «πυροβολήσει», είτε για το μέλλον της καριέρας του.
Το «καμπανάκι» της πατρίδας χτύπησε, αφενός για να νιώσει ξανά από κοντά τη σύζυγό του, Κολίν και τους τέσσερις γιους του, τον Κάι (που έναν χρόνο μετά θα τον διαδεχόταν ξεκινώντας από την Ακαδημία της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ), τον Κλέι, τον Κιτ και τον Κας.
Αφ’ ετέρου για να κυνηγήσει το επόμενο μεγάλο κεφάλαιο της ποδοσφαιρικής του ζωής, αυτό του προπονητή. Και η πρόταση της Ντέρμπι Κάουντι πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις.
Το καλοκαίρι του 2019, ο Ρούνεϊ επέστρεψε στο Νησί και μαζί του έφερε την ωρίμανση, την σχεδόν πλήρη λίστα με τις φιλοδοξίες του ως ποδοσφαιριστής. Είχε διανύσει περίπου έναν τέλειο κύκλο και ετοιμαζόταν να τον «κλείσει» κι επίσημα, ανοίγοντας ταυτόχρονα μια νέα πίστα.
Αφού έπαιξε σε 35 εμφανίσεις με απολογισμό 7 τερμάτων (σκοράροντας το τελευταίο γκολ της καριέρας του με απευθείας φάουλ), ο Ρούνεϊ μετατράπηκε από παίκτης-προπονητής σε υπηρεσιακό τεχνικό μετά τη φυγή του Φιλίπ Κοκού κι εν συνεχεία σε μόνιμο coach της πρώτης ομάδας.
Αυτή η συγκυρία όρισε με ευστοχία και το κρέμασμα των εξάταπων στο ράφι. Η νέα του ταυτότητα γράφει πια «παλαίμαχος». Κι όσο ένα κομμάτι μέσα μας, σε όλους τους πιστούς της στρογγυλής θεάς, θα νοσταλγεί τον πιο δραστήριο, εκρηκτικό και κυριαρχικό Άγγλο επιθετικό του 21ου αιώνα ως τώρα, τόσο ο μοναδικός μύθος που κληροδοτεί στη νέα γενιά θα αφήσει ανεξίτηλο το σημάδι του.