«Ετσι σώθηκα!»: Ο Αντώνης Συκάρης στο gazzetta.gr για την επιβίωση και το θάνατο στα 7.500 μ. των Ιμαλαΐων
Εδώ και λίγες μέρες όλος ο πλανήτης έχει καρφωμένο το βλέμμα του στα Ιμαλάια. Εκεί όπου εκτυλίσσεται ένα δράμα, με δυο νεκρούς και τρεις αγνοούμενους ορειβάτες.
Στην ομάδα που ξεκίνησε για να κατακτήσει την πιο δύσκολη κορυφή του κόσμου, την Κ2 κι ένας Έλληνας, ο Αντώνης Συκάρης.
Ο 59χρονος έμπειρος ορειβάτης μέσω του gazzetta.gr περιγράφει το πώς έζησε την τραγωδία να ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια του.
Κατά την ανάβαση, ο φίλος του Σέρτζι Μινγκότε έπεσε από 500-600 μέτρα χάνοντας τη ζωή του. Στο ενδιάμεσο άλλοι τρεις ορειβάτες εξαφανίστηκαν και αγνοούνται από την προηγούμενη Παρασκευή (7/2) επιχειρώντας να φτάσουν στα 8.611 μέτρα!
Στην κατάβαση, άλλος ένας πολύ καλός του φίλος, ο Βούλγαρος Ατανάς Σκατόφ, γλίστρησε με αποτέλεσμα να αφήσει την τελευταία του πνοή, προσπαθώντας να επιστρέψει στην οικογένειά του σώος.
Αυτό, τελικά, το κατάφερε ο Συκάρης επειδή κάποια κρυοπαγήματα στα πόδια του ίσως να τον έκαναν να χάσει μέχρι και τα πόδια του.
Μια αληθινή ιστορία, ένα πραγματικό δράμα, όπως το διηγείται ο Αντώνης Συκάρης στο gazzetta.gr.
Για την κορυφή που «έφαγε» πάνω από 90 ανθρώπους
«Καλησπέρα σας. Είμαι ο Αντώνης Συκάρης, ορειβάτης 31 χρόνια κι έχω συμμετάσχει σε 61 αποστολές. Ήμουν μέλος της διεθνούς ομάδας για την προσπάθειά μας να ανέβουμε στο Κ2 μέσα στο χειμώνα - κάτι που δεν το είχε καταφέρει πετύχει κανείς μέχρι τις 16 Ιανουαρίου του 2021. Είχαν γίνει προσπάθειες τα τελευταία 21 χρόνια αλλά κανείς δεν είχε καταφέρει να φτάσει στην κορυφή. Το Κ2 είναι το πιο δύσκολο βουνό του κόσμου, πάνω από τα 8.000 μέτρα και ειδικά το χειμώνα έχει τρομερά μεγάλες δυσκολίες.
Aφού δέχτηκα μια πρόταση από την εταιρία Seven Summit Trecks, που βρίσκεται στο Νεπάλ, που ήθελε να βρει ορειβάτες από διάφορα μέρη του κόσμου και να συγκροτηθεί μια διεθνής ομάδα που θα προσπαθούσε να ανέβει στο Κ2 μέσα στο χειμώνα όπως είπα και πριν. Δέχτηκα αυτήν την πρόταση-πρόκληση γιατί ποτέ δεν είχα κάνει κάποια αποστολή μ' αυτούς αλλά με γνώριζαν κι έτσι με κάλεσαν και ευχαρίστως το αποδέχτηκα.
Γνώριζα την επικινδυνότητα του βουνού. Ήξερα ότι σ' αυτό το βουνό έχουν πεθάνει πάνω από 90 άνθρωποι και ασφαλώς οι πιθανότητες επιτυχίας ήταν πολύ μικρές. Ωστόσο, η πρόκληση και μόνο μού είχε δώσει μια τρομερή ώθηση για να το προσπαθήσω. Ετσι έφτασα στο Πακιστάν, συναντήθηκα με τους υπόλοιπους 17 ανθρώπους από διάφορες χώρες της Ευρώπης, της Αμερικής και της Χιλής και προσπαθήσαμε να φτάσουμε στο Base Camp, το πετύχαμε μετά από πέντε μέρες μέσα σε παγετώνα και με διαδρομή 120 χιλιομέτρων. Στο Base Camp βρήκαμε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες, το ξέραμε αυτό (-19 έως -29). Κοιμόμασταν μέσα στις σκηνές, μέσα σε παγετώνα και σε απόλυτο ψύχος.
Ήταν πολύ σκληρό όλο αυτό γιατί διήρκησε η αποστολή 50-55 μέρες και κάθε μέρα είχαμε όλο το 24ωρο αυτό το πολύ σκληρό κρύο. Από εκεί και πέρα, προσπαθήσαμε να ανέβουμε στο βουνό, να οργανώσουμε τις κατασκηνώσεις (κατασκήνωση 1 και 2). Ξόδεψα περίπου 6 μέρες ψηλά για να έχω έναν καλό εγκλιματισμό και εκεί διαπίστωσα ότι το βουνό είναι πραγματικά πάρα πολύ δύσκολο καθότι απαιτούσε συνεχή αναρρίχηση και το κρύο δεν μας άφηνε όχι μόνο να μείνουμε ζεστοί αλλά υποφέραμε και μας δημιουργούσε τρομερή δίψα και πείνα γιατί το πολύ μεγάλο κρύο έχει κι αυτές τις επιπτώσεις εκτός από το ότι σε κάνει να κρυώνεις διαρκώς».
O Συκάρης έτοιμος να ξεκινήσει για την κατάκτηση της πιο δύσκολης κορυφής στον κόσμο
Μια τραγωδία από την αρχή...
«Παράλληλα με τη δική μας ομάδα, δίπλα μας υπήρχε άλλη μια ομάδα από δύο Πακιστανούς. Τον Αλί Σαντπάρα με τον γιο του και έναν Ισλανδό τον Τζον Σνόρι. Εξαιρετικοί άνθρωποι - ειδικά τους Πακιστανούς τους ήξερα και απ' άλλες αποστολές. Υπήρχαν άλλα 10 άτομα που ήθελαν κι αυτοί να γράψουν την πρώτη ανάβαση στην ιστορία του βουνού το χειμώνα, οι οποίοι ανήκαν κι αυτοί στην ομάδας της Seven Sami. Αρχισαν οι προσπάθειες και στο πρώτο ροτέισον, δυστυχώς, από μία πτώση που είχε ο Σέρτζι Μινγκότε, πολύ έμπειρος αναβάτης ήταν κι αρχηγός της αποστολής, έχασε τη ζωή του. Ήταν δύσκολες οι στιγμές γιατί το είδα με τα ίδια μου τα μάτια. Πλησίασα τον άτυχο Σέρτζι και τον συνάντησα στο σημείο που κατέληξε μετά από 500-600 μέτρα πτώση. Μάλιστα, ενώ δεν είχε τις αισθήσεις του ανέπνεε και μετά από λίγες στιγμές ξεψύχησε. Σίγουρα ήταν συγκλονιστικές οι στιγμές που έζησα βλέποντας έναν άνθρωπο να χάνει τη ζωή του μπροστά στα μάτια μου.
Επιστρέψαμε στο Base Camp, ξεκινήσαμε την ξεκούραση και κάναμε άλλο ένα ροτέισον, φτάνοντας μέχρι το Camp 2. Μετά κατεβήκαμε και πάντα ήμασταν επιφυλακτικοί. Μας είχε, ασφαλώς, στεναχωρήσει και η απώλεια ενός ανθρώπου, όμως παραμείναμε πιστοί στο όνειρό μας, στο θέλημά μας. Η προσπάθειά μου αλλά και των άλλων ορειβατών δεν εξυπηρετούσε το σκοπό μια προσωπικής φιλοδοξίας μόνο, που συνήθως συμβαίνει με εμάς τους ορειβάτες που θέλουμε να φτάσουμε στις κορυφές σε διάφορα μέρη του κόσμου. Προσωπικά το σχέδιό μου είναι να ανέβω και τις 14 κορυφές πάνω από τα 8.000 μέτρα, κάτι που έχουν πετύχει πολύ λίγοι άνθρωποι.
Είχε και έναν άλλο, εθνικό χαρακτήρα. Γιατί η οποιαδήποτε ανάβαση στην κορυφή από οποιοδήποτε από εμάς, θα ήταν μια εθνική επιτυχία και θα γραφόταν ιστορία με χρυσά γράμματα στις σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας. Ήθελα να το κάνω για όλους τους Έλληνες, για τους Ελληνες ορειβάτες, για την Ελλάδα. Δεν ξεχνώ ότι κάθε φορά που ανέβαινα έλεγα στον εαυτό μου είναι ότι όταν θα έφτανα στην κορυφή θα ήξερα ότι η Ελλάδα νίκησε, οι Ελληνες νίκησαν, οι Ελληνες είναι στην κορυφή. Αυτά σκεφτόμουν κι αυτά τα λόγια με ντοπάριζαν και μ' έκαναν να πηγαίνω ψηλότερα.
Η κατασκήνωση στο Camp1 με -45 βαθμούς κελσίου
Αφού τελείωσαν τα ροτέισον, αποφασίσαμε να περιμένουμε ώστε να έχουμε ένα "παράθυρο" του καιρού και να έχουμε ορειβασία με θερμοκρασία -40 έως -45 και ταχύτητα ανέμου 10 χιλιόμετρα / ώρα ώστε να μπορέσουμε να φτάσουμε στο Camp 3 στα 7.500 μέτρα. Και από εκεί, μετά, να επιχειρήσουμε την κορυφή. Αυτό το "παράθυρο" το είδαμε ότι θα υπήρχε στις 4 και 5 Φεβρουαρίου. Στις 2 Φεβρουαρίου ξεκινήσαμε 14 πλέον άτομα, γιατί είχε αποχωρήσει ένας Ρουμάνος κι ένας Πολωνός λόγω ασθένειας, είχε φύγει άλλος ένας Ισπανός και είχε σκοτωθεί κι ο Σέρτζι. Ετσι από τους 18 είχαμε μείνει 14. Φύγαμε, λοιπόν, εμείς οι 14 να πάμε στο Camp 1 ως τελική προσπάθεια. Οι πέντε υποχώρησαν στο Camp 1 από την κούραση και τη γενικότερη εξάντληση και εμείς οι εννιά προχωρήσαμε για το Camp 2 όπου φτάσαμε με αρκετά μεγάλη κόπωση και από εκεί πλέον την επόμενη μέρα, στις 4 Φεβρουαρίου σκαρφαλώσαμε μέχρι το Camp 3 όπου μέχρι εκείνη τη στιγμή - εκτός από τους Νεπαλέζους και έναν άλλον ορειβάτη, τον Ρούμκο - κανείς άλλος δεν είχε φτάσει τόσο ψηλά, αναφέρομαι πάντα στη χειμερινή περίοδο.
Φύγαμε από το Camp 2 λοιπόν το πρωινό της 4ης μέρας του Φεβρουαρίου. Ξοδέψαμε 8 ώρες σκαρφαλώνοντας αδιάκοπα σε πάγο και βράχο, όπως είναι και το υπόλοιπο πεδίο, όπως είναι από το ABC (Αdvance Base Camp από το 1 και 2) αλλά από το 2 μέχρι το 3 είναι πάρα πολύ σκληρό, πάρα πολύ επικίνδυνο. Το οποιοδήποτε λάθος μπορεί να κοστίσει τη ζωή».
Ο Αντώνης Συκάρης με τον Όσβαλντ Ροντρίγκο Περέιρα
Κάτω από το Camp 2 στα 6.600 μέτρα
«Αν είχα πάει μαζί τους...»
«Φτάνοντας στο Camp 3 γύρω στις 18.30, η συνεργασία μας με τους σέρπα (άλλοι ορειβάτες) προέβλεπε ότι θα άφηναν εκεί άλλες σκηνές για να τις συναρμολογήσουμε και να μπορέσουμε να ξεκουραστούμε 1-2 ώρες ώστε αν φύγουμε αμέσως μετά για την κορυφή. Ομως, αυτές οι σκηνές είχαν καλυφτεί από το χιόνι και είχαν χαθεί από τον αέρα. Ξοδέψαμε μία ώρα να ψάχνουμε στο χιόνι στα 7.450 μέτρα και στις 19.00 το βράδυ με θερμοκρασία από -39 έως -47 να ψάχνουμε να βρούμε τις σκηνές προκειμένου να τις στήσουμε για να μπούμε μέσα. Δεν βρέθηκαν ποτέ, εκτεθήκαμε μία ώρα έξω σ' αυτό το κρύο με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν να κρυοπαγήματα και σε μένα και σε πολλούς άλλους. Ετσι, αυτό μας πτόησε πολύ και ενώ ήμασταν 20-21 άτομα μπήκαμε μέσα σε σκηνές των δύο ατόμων επτά και οκτώ άτομα - ίσα που χωρούσαμε να κάτσουμε οκλαδόν και όχι να ξαπλώσουμε ή οτιδήποτε άλλο.
Αυτό σε συνδυασμό με τα κρυοπαγήματα μάς εξάντλησε, μας διέλυσε και το να προχωρήσουμε παραπάνω ήταν πραγματικά ακατόρθωτο. Αυτό δεν το έκανε κανένας εκτός από τον Αλί Σαντπάρα, τον Ισλανδό και τον Χιλιανό, δηλαδή συνολικά τέσσερα άτομα. Εγώ ταλαντεύτηκα πάρα πολύ στο να μην πάω. Ήμουν έτοιμος να πάω, άνοιξα τις μπότες μου και είδα ότι τα κρυοπαγήματα είχαν ξεκινήσει.
Ο Αντώνης Συκάρης με τους δύο από τους τρεις που αγνοούνται, Τζον Σνόρι (αριστερά) και Αλί Σαντπάρα (δεξιά)
Και οι φίλοι μου που ήταν δίπλα μου και είδαν σε τι κατάσταση ήταν τα πόδια μου, μου είπαν "αν πας, σίγουρα τα κρυοπαγήματα θα προχωρήσουν και θα χάσεις τα δάχτυλά σου και ίσως και τα πόδια σου". Συν τις άλλοις η θερμοκρασία θα έπεφτε κι άλλο, θα έφτανε στους -65 βαθμούς, γιατί θα αυξανόταν ο αέρας κι όταν συμβαίνει αυτό το chill factor έχει άμεση επιρροή στην αίσθηση που αντιλαμβάνεσαι το κρύο και έτσι σε καμία περίπτωση δεν θα έπρεπε να το επιχειρήσω. Ταλαντεύτηκα πολύ, δεν ερχόταν κανείς μαζί μου. Eίπα να ξεκινήσω, υπήρχε ένα "πίσω - μπρος" που δεν με άφηνε να ηρεμήσω. Ήθελα πολύ να φτάσω στην κορυφή για τους λόγους που σας είπα πριν, ήθελα πολύ να φτάσω στην κορυφή για εμάς τους Ελληνες, για την Ελλάδα και λιγότερο για μένα τον ίδιο.
Ακόμα και σήμερα που ξέρω την κατάληξη των άλλων ανθρώπων που χάθηκαν για πάντα, η δεύτερη σκέψη που περνάει από το μυαλό μου είναι πως αν είχα πάει μαζί τους θα μπορούσα να έχω αλλάξει τον ρου της ιστορίας και να ζούσαν. Οχι γιατί εγώ θα τους πρόσφερα κάτι, αλλά επειδή η παρουσία ενός ακόμα ατόμου θα μπορούσε να είχε αλλάξει την κατάσταση όποιος και να ήταν αυτός».
«Δεν θα σταματήσω, το Μάρτιο θα επιχειρήσω να ανέβω στα 8.091 μέτρα»
«Αυτή, όμως, είναι η κατάσταση. Η πραγματικότητα είναι ότι εγώ ποτέ δεν ξεκίνησα. Ευτυχώς! Αυτοί αγνοούνται μέχρι και σήμερα κι οι πιθανότητες να ζουν είναι μηδαμινές. Το ευτύχημα είναι ότι ο γιος του Αλί Σαντπάρα επέστρεψε γιατί χάλασε η φιάλη οξυγόνου του. Ο πατέρας του τού είπε να γυρίσει πίσω κι έτσι έσωσε τη ζωή του, σώθηκε η ζωή του παιδιού! Από εκεί και πέρα οι τρεις αυτοί άνθρωποι χάθηκαν, εξαφανίστηκαν δεν είχαμε κανένα νέο και δεν έχουμε μέχρι και τώρα. Ο Αλί Σαντπάρα είναι θρύλος εδώ στο Πακιστάν, καθώς 200.000.000 άνθρωποι παρακολουθούσαν την προσπάθειά του και περίμεναν να φτάσει στην κορυφή, 200.000.000 άνθρωποι συζητούν γι' αυτόν τον άνθρωπο και για εμάς.
Δυστυχώς, η τραγωδία αυτής της αποστολής δεν σταμάτησε εκεί. Την επόμενη μέρα, ενώ ξόδεψα όλη τη νύχτα στους 40 βαθμούς υπό του μηδενός, χωρίς να έχω υπνόσακο γιατί δεν τον είχα κουβαλήσει μαζί μου από το Camp 2 για να μην έχω πολύ βάρος, κατά τη διάρκεια της κατάβασης ο εξαιρετικός μου φίλος Ατανάς Σκατόφ έπεσε κι αυτός 1.500 μέτρα κάτω. Διαλύθηκε. Δεν είναι κυριολεκτικό, αλλά χτύπησε πάρα πολύ άσχημα και φυσικά έχασε τη ζωή του.
Ετσι, σε μια αποστολή που ξεκινήσαμε 19 άτομα, οι 5 σκοτώθηκαν... χάθηκαν για πάντα. Είναι συγκλονιστικό, αλλά είναι και μια πραγματική ιστορία. Ενα αληθινό γεγονός που απασχόλησε την κόσμο παγκοσμίως.
Ο Συκάρης ασφαλής στο Base Camp κατά την επιστροφή του
Στη συνέχεια νοσηλεύτηκα στη Σκαρντού, μια πόλη που βρίσκεται στην κοιλάδα του Καρακοράμ και από εκεί πήγα την Τετάρτη (10/2) στο Ισλαμαμπάντ και την Παρασκευή (12/2) θα βρίσκομαι στην Αθήνα μετά από δύο μήνες και στην οικογένειά μου που τόσο αγωνιούσε και με περίμενε.
Πρέπει να ευχαριστήσω πάρα πολλούς Έλληνες και τον κόσμο γενικότερα που στάθηκε δίπλα μου και μου έστελνε ατελείωτες ευχές στα social media. Όπως γράφω και σ' ένα από τα τελευταία μου διηγήματα, διαπίστωσα πόσο σημαντικό είναι να έχεις ανθρώπους που σε αγαπούν και σε υποστηρίζουν όσο μακριά και να είναι. Η αύρα τους έρχεται κοντά σου, την αντιλαμβάνεσαι. Διαπίστωσα ότι έχουν δίκιο οι αθλητές που έχουν εντελώς διαφορετική απόδοση όταν έχουν τον κόσμο να τους επευφημεί απ' όταν είναι κενές οι εξέδρες.
O Aντώνης Συκάρης δεξιά όντας, πλέον, ασφαλής στο νοσοκομείο της Σκαρντού
Δεν θα σταματήσω να ασχολούμαι με την ορειβασία, το κάνω αυτό εδώ και 31 χρόνια. Θέλω να εξυπηρετήσω το όνειρό μου και να συνεχίσω να κάνω αυτό που αγαπώ. Το Μάρτιο θα επιχειρήσω να ανέβω σε μια άλλη κορυφή, την Αναπούρνα, ύψους 8.091 μέτρων. Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσω γι' αυτήν την πρωτόγνωρη εμπειρία μου».