Ζιλμπέρτο Σίλβα: «Υπήρχε λόγος που διάλεξα τον Παναθηναϊκό»
Συνέντευξη στον Νίκο Αθανασίου
Λένε πως η ίδια η ζωή δημιουργεί τα καλύτερα σενάρια. Από εκείνα που δεν μπορούν ούτε οι κορυφαίοι του είδους να γράψουν! Η ζωή του θα μπορούσε να γίνει ταινία! Από αυτές που σε γεμίζουν στο φινάλε από ελπίδα, μαθήματα ανθρωπιάς.
Impossible is nothing. Τίποτα δεν είναι απίθανο. Αρκεί να το κυνηγάς. Ο Ζιλμπέρτο Σίλβα μεγάλωσε ψάχνοντας στα σκουπίδια για να φτιάξει μια μπάλα, ένα αυτοκίνητο. Μέχρι τα 19 του δούλευε σε εργοστάσιο για να βοηθάει την οικογένειά του και δεν έπαιζε σε καμία ομάδα! Λίγα χρόνια αργότερα; Έφτασε την κορυφή του κόσμου με την Εθνική Βραζιλίας, έγινε αήττητος πρωταθλητής με την Άρσεναλ και το 2008 ήρθε στα μέρη μας για να μας διδάξει πως συμπεριφέρονται οι πραγματικά σπουδαίοι ποδοσφαιριστές. Εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων.
Δεν είχε τίποτα και απέκτησε τα πάντα. Μέσα από την μπάλα, που όπως λέει ήταν η πρώτη του κοπέλα. Μετά από πολλά χρόνια, μεγάλες επιτυχίες, συμβόλαια δεκάδων εκατομμυρίων, παγκόσμια αναγνώριση, ο Ζιλμπέρτο είναι ο ίδιος άνθρωπος. Εκείνος που ως πιτσιρικάς τριγυρνούσε ολημερίς στο χωριό του. Χωρίς υλικά αγαθά αλλά με την ελευθερία να γεμίζει με ικανοποίηση την ψυχή του. Σεμνός και ταπεινός.
Σε μία εξομολόγηση ζωής, ο παγκόσμιος πρωταθλητής του 2002 μιλά στο gazzetta.gr. Εξιστορεί το μοναδικό ταξίδι της μοίρας, τα φτωχικά παιδικά χρόνια, τα όσα έκαναν την Βραζιλία νικήτρια του World Cup 2002 και την Άρσεναλ αήττητη πρωταθλήτρια, την ρήξη με τον Βενγκέρ, το νταμπλ με τον Παναθηναϊκό, το πέρασμά του από την διεύθυνση ποδοσφαίρου του Τριφυλλιού. Αποκαλύπτει ποιος αντίπαλος ήταν ο δυσκολότερος της καριέρας του ενώ δημιουργεί την ιδανική ενδεκάδα συμπαικτών του σε συλλογικό επίπεδο!
«Φτιάχναμε μπάλες απ' τα σκουπίδια αλλά ήμασταν ευτυχισμένοι»
«Η ζωή μου δεν ήταν εύκολη ως μικρό παιδί. Μεγάλωσα σε ένα πολύ μικρό χωριό. Το όνομα του είναι Ουσίνα Λουσιάνα. Ο πατέρας μου δούλευε σε ένα εργοστάσιο παραγωγής ζάχαρης. Η εταιρία ακόμα υπάρχει. Στα 12 μου φύγαμε από το χωριό και μετακομίσαμε στο Λαγκόα ντα Πράτα, εκεί όπου γεννήθηκα. Έγινε μια απεργία στην εταιρία και ο μπαμπάς μου έχασε την δουλειά του.
Η δουλειά του πατέρα μου ήταν πολύ σκληρή. Δούλευε όλη την ημέρα σχεδόν. Έκοβε τα χαζαρότευtλα. Όταν ήμουν περίπου 8 χρονών πήγαμε μαζί σε μια εκδήλωση στο τέλος της περιόδου όπου γινόταν η παραγωγή. Όλοι ήταν χαρούμενοι, γιόρταζαν αλλά μετά από έξι μήνες όλα άλλαξαν, η εταιρία έδιωξε αρκετό κόσμο. Όταν έβλεπα τον πατέρα μου να δουλεύει είπα πως δεν θέλω να κάνω αυτή την δουλειά. Ήταν πολύ δύσκολη, δεν με έθελξε. Δεν είχε τίποτα το δημιουργικό, το ωραίο. Αυτή ήταν η πρώτη μου απόφαση ως παιδί.
Ο πατέρας μου είναι απλός άνθρωπος. Σε όλη του την ζωή δούλεψε πολύ σκληρά για να μεγαλώσει εμένα και τις τρεις αδελφές μου. Μέσα στην απλότητα του μου έλεγε να βοηθάω τους ανθρώπους, να είμαι απλός, ταπεινός. Όπου και να πάω, ότι και αν κάνω να είμαι σωστός.
Στο σπίτι μας δεν υπήρχαν ανέσεις, ούτε καλά λεφτά. Μπορεί να ήμασταν φτωχοί από την άλλη, όμως, ήμουν ελεύθερος. Μετά το σχολείο, ήμουν όλη την ημέρα στον δρόμο και παίζαμε ποδόσφαιρο με τους φίλους και τα ξαδέλφια μου. Κάποιες φορές πηγαίναμε για ψάρεμα, για μπάνιο στο ποτάμι. Εκείνη την στιγμή δεν καταλαβαίναμε πόσο επικίνδυνο ήταν να είμαστε όλοι την ημέρα στον δρόμο. Ήμασταν ελεύθεροι. Αυτό ήταν το καλό.
Μεγάλωσα παίζοντας ποδόσφαιρο. Δεν είχαμε δώρα, δεν είχαμε παιχνίδια. Θυμάμαι πως ψάχναμε στα σκουπίδια, μέσα στους κάδους για διάφορα αντικείμενα και μόνοι μας φτιάχναμε αυτοκινητάκια, φορτηγά. Ήμασταν δημιουργικοί και χρησιμοποιούσαμε την φαντασία μας. Φτιάχναμε πράγματα από το τίποτα, γιατί δεν είχαμε άλλη επιλογή. Ακόμα και μπάλες φτιάχναμε από πλαστικό, από υφάσματα, από παλιά ρούχα. Παίζαμε με ότι βρίσκαμε, καθώς δεν υπήρχαν λεφτά για παιχνίδια. Το ποδόσφαιρο ήταν η διέξοδος μας. Στο σχολείο και στους δρόμους. Ήμασταν ευτυχισμένοι, όμως. Επίσης στο χωριό υπήρχε ένας σύλλογος που παίζαμε ποδόσφαιρο σάλας, βόλεϊ και εκεί παίζαμε πολλά αθλήματα. Ο πατέρας μου συνήθιζε να μου λέει πως όταν ήμουν μικρός κοιμόμουν αγκαλιά με την μπάλα. Η μπάλα ήταν η πρώτη μου κοπέλα, έτσι μου αρέσει να λέω.
Όταν ήμουν 13 ή 14 σταμάτησα το σχολείο για να βοηθήσω την οικογένειά μου, καθώς η μητέρα μου αντιμετώπιζε ένα πρόβλημα υγείας. Έπρεπε να προσέχω τις αδελφές μου, ο μπαμπάς δούλευε όλη την ημέρα. Δεκαεφτά ώρες την ημέρα. Δούλευα ως οικοδόμος και παράλληλα πήγαινα και σε μια ακαδημία ποδοσφαίρου. Το να σταματήσω το σχολείο ήταν το πιο εύκολο για εμένα. Δεν ήθελα να σταματήσω το ποδόσφαιρο, οπότε σταμάτησα το σχολείο. Ήθελα να κάνω κάτι ξεχωριστό. Δεν μου άρεσε η ζώνη ασφάλειας. Ήθελα μια καλύτερη δουλειά, δεν έχω ιδέα τι θα μπορούσε να γίνει αν τελικά δεν γινόμουν ποδοσφαιριστής. Δεν θα ήθελα να κάνω την δουλειά του πατέρα μου.
Μεγάλωσα ακούγοντας στο ράδιο για την Ατλέτικο Μινέιρο, ήταν η αγαπημένη μου ομάδα, όπως και όλη η οικογένεια. Σερέζο, Ρεϊνάλντο, Λέιτσε, Αλέσιο και μετά ο Ζίκο ήταν ο αγαπημένος μου».
Από το εργοστάσιο ζάχαρης στην Εθνική Βραζιλίας
«Πέρασα στα 16 από δοκιμή στην Ατλέτικο Μινέιρο. Δεν με πήραν, μετά πήγα στην Αμέρικα Μινέιρο και με επέλεξαν. Έφυγα από το σπίτι μου για πρώτη φορά και έμεινα στις εγκαταστάσεις της ομάδας. Δεν ήταν εύκολο για εμένα. Μακριά από την οικογένειά μου. Μετά από έξι μήνες έφυγα. Η κατάσταση στο σπίτι δεν ήταν καλή, η μαμά μου δεν ήταν καλά. Αποφάσισα να γυρίσω σπίτι. Εργαζόμουν σε εργοστάσιο ζάχαρης για περίπου δυόμισι χρόνια. Όταν ήμουν 19 πήρα την μεγαλύτερη απόφαση στην ζωή μου. Επέστρεψα στο ποδόσφαιρο. Ήξερα πως ήταν η τελευταία μου ευκαιρία. Παράτησα την δουλειά, έκανα ένα μήνα προετοιμασία. Μόνος μου. Έγινα προπονητής του εαυτού μου. Όταν ήμουν έτοιμος, ήξερα πως θα πετύχω. Πήγα στην Αμέρικα Μινέιρο ξανά. Είχαν κερδίσει το τοπικό πρωτάθλημα U20. Ο προπονητής με δέχθηκε πίσω και έπαιζα ως κεντρικός αμυντικός. Μετά από τέσσερις μήνες έκανα προπόνηση με την πρώτη ομάδα.
Τα λεφτά από το πρώτο μου συμβόλαιο ήταν πολύ λίγα. Δεν είχε μεγάλη οικονομική επάρκεια ο σύλλογος. Δεν με ένοιαζαν τα λεφτά. Ήμουν στον παράδεισο γιατί ήμουν επαγγελματίας.
Το πρώτο μου επαγγελματικό συμβόλαιο ήταν η αρχή για όλα όσα ακολούθησαν. Οπότε αυτή η στιγμή είναι η πιο σημαντική. Αν δεν είχα επιστρέψει στο ποδόσφαιρο, τίποτα δεν θα είχε γίνει, δεν θα είχα ζήσει καμία στιγμή από όσες ακολούθησαν. Δεν θα είχα παίξει για την Ατλέτικο. Μετά έπαιξα στην Βραζιλία, πήραμε το Μουντιάλ, έγινα «Ιnvicible» στην Άρσεναλ, πήρα τίτλους στον Παναθηναϊκό.Επέστρεψα στην Ατλέτικο Μινέιρο και πήραμε το Λιμπερταδόρες. Τρομερές στιγμές. Η επιβράβευση των κόπων, κάθε θυσίας.
Υπήρχαν, όμως και απογοητεύσεις. Θα ήθελα ένα Τσάμπιονς Λιγκ με την Άρσεναλ. Κακές στιγμές είναι και όταν αφήνεις την ομάδα σου με παίκτη λιγότερο. Πάντα ένιωθα άσχημα όταν έβλεπα την κόκκινη κάρτα. Αυτό που με ενοχλεί περισσότερο είναι πως δεν πήρα τίποτα στην Γκρέμιο, για την οποία αγωνίστηκα 1.5 χρόνο. Ήταν η μόνη ομάδα που δεν κατέκτησα κάτι. Είναι δύσκολο να το αποδεχθώ αλλά έκανα το καλύτερο και για αυτόν τον σύλλογο.
Από την πρώτη στιγμή το μόνο που έκανα σχετικό με τα λεφτά ήταν να αποταμιεύω. Να βάζω λεφτά στην άκρη για να μπορώ να βοηθήσω την οικογένειά μου. Όποτε είχαν ανάγκη τα χρήματα ήταν εκεί. Δεν ήταν πολλά αλλά ήταν εκεί.
Μετά την Αμέρικα πήρα μεταγραφή για την Ατλέτικο που ήταν η αγαπημένη ομάδα του μπαμπά μου αλλά και δική μου. Ο μπαμπάς μου πάντα με υποστήριζε, ήταν δίπλα μου και μου έδωσε την ευχή του, όντας πολύ χαρούμενος που θα έπαιζα στην Ατλέτικο Μινέιρο. Όταν υπέγραψα ήταν μία πολύ όμορφη ημέρα στο σπίτι. Είναι πολύ σημαντικό, πολύ ξεχωριστό να παίζεις με την φανέλα της ομάδας που αγαπούσες από μικρό παιδί.
Μετά από λίγα χρόνια ήρθε η πρώτη δικαίωση. Ήταν Νοέμβριος, έμεναν δύο παιχνίδια για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Με την Βολιβία εκτός και την Βενεζουέλα εντός. Θυμάμαι πέρασα στο παιχνίδι με την Βολιβία αλλά χάσαμε. Προκριθήκαμε με νίκη στο τελευταίο παιχνίδι. Ήμασταν σχεδόν εκτός διοργάνωσης».
«Το 1998 τους έβλεπα στην τηλεόραση και το 2002 σηκώσαμε μαζί το Παγκόσμιο»!
«Είχαμε μια τρομερή ομάδα. Ρονάλντο, Ριβάλντο, Ρομπέρτο Κάρλος, Καφού. Όλοι οι παίκτες είχαν κάτι το ιδιαίτερο, κάτι το ξεχωριστό. Έπαιζα με τα είδωλά μου. Ήταν κάτι απίστευτο! Μοναδικό στην ζωή του κάθε ποδοσφαιριστή. Ήμουν στο σπίτι μου στο Μουντιάλ της Γαλλίας και τους έβλεπα, φώναζα υπέρ τους, τους υποστήριζα. Και τότε ήμουν δίπλα τους. Μέσα στο γήπεδο. Δίπλα στα είδωλά μου. Το να είσαι μαζί τους, το να γίνεσαι παγκόσμιος πρωταθλητής, ήταν όνειρο.
Κάναμε σπουδαία δουλειά, με ποιότητα, υπό την ηγεσία του Σκολάρι. Ήμουν μαζί με τον Ριβάλντο, τον Ρονάλντο, τον Ροναλντίνιο, ο κόσμος νομίζει πως ήταν celebrities αλλά πάνω από όλα είναι καλοί άνθρωποι. Τους άρεσε να μοιράζονται ιστορίες, να γελάνε, να παίζουν, όσο σπουδαίοι ήταν πάνω στο χορτάρι και ξεχωριστοί άλλα τόσο απλοί ήταν εκτός γηπέδου.
Εκείνο το καλοκαίρι ήταν τέλειο για εμένα. Ο Τύπος ανέφερε το ενδιαφέρον αρκετών ομάδων όπως η Βιγιαρεάλ, η Βέντερ Βρέμης αλλά τελικά η πρόταση ήρθε από την Άρσεναλ. Η διοίκηση της Ατλέτικο επέμενε και δεν ήθελε να αποδεχθεί την πρόταση. Η Άρσεναλ επέμενε και ήρθε να με πάρει από την Βραζιλία. Ήταν μια εξαιρετική πρόταση για την Ατλέτικο.
Δεν ήξερα πολλά για την Άρσεναλ τότε αλλά ρώτησα και έμαθα τα καλύτερα και είπα πως ''αυτή είναι ομάδα για εμένα''. Η διαπραγμάτευση δεν ήταν εύκολη. Ο πρόεδρος δεν ήθελε να μου μιλήσει και πλέον θυμόμαστε την ιστορία και γελάμε. Με τα λεφτά της μεταγραφής μου ο σύλλογος έφτιαξε τις εγκαταστάσεις του βελτιώθηκε σε πολλά πράγματα. Ήταν σημαντικό για αυτούς αλλά και για εμένα. Ήθελα να παίξω Champions League, να παίξω στην Αγγλία, σε ένα κορυφαίο πρωτάθλημα. Ήταν μία win-win situation»
Τhe Invincibles
«Aπό την πρώτη ημέρα που πήγα στην Άρσεναλ όλοι με έκαναν να αισθανθώ σαν το σπίτι μου. Ο Άρσεν Βενγκέρ είναι ένας ξεχωριστός άνθρωπος, πολύ καλός. Ένας μέντορας, ειδικά για τους νέους και τους ξένους. Το δύσκολο για εμένα στην αρχή είναι πως δεν ήξερα αγγλικά. Δεν μπορούσα να επικοινωνήσω. Έπρεπε να δουλέψω σκληρά, να μάθω την γλώσσα, δεν ήθελα μεταφραστή, ήθελα να μιλάω από μόνος μου. Με βοήθησε στην αρχή ο Εντού. Τις πρώτες ημέρες στο Λονδίνο αυτό ήταν το μοναδικό πρόβλημα. Δεν ήθελα να πάω στο κέντρο του Λονδίνου για να ζήσω. Ήθελα να είμαι κοντά στο προπονητικό κέντρο. Βρήκα ένα σπίτι δίπλα στον Εντού, αν ήθελα κάτι, αν χανόμουν στα πέντε λεπτά είχα τον βοήθεια που ήθελα. Δεν θα χανόμουν ποτέ στην πόλη.
Την σεζόν 2003/2004 πετύχαμε κάτι μοναδικό. Κάτι τρομερό. Πήραμε αήττητοι το πρωτάθλημα. Είχαμε μια φοβερή ομάδα αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Δεν ήταν μόνο η ποιότητα. Οι άνθρωποι δίπλα στην ομάδα, ο προπονητής, το επιτελείο, όλοι. Η Άρσεναλ είναι μια ξεχωριστή ομάδα. Η νοοτροπία εκείνης της ομάδας; Δεν τα παρατούσαμε ποτέ. Είχαμε νοοτροπία νικητή. Σε όλα τα ματς. Ακόμα και αυτά που στράβωναν. Είχαμε μία ομάδα με φοβερή τεχνικά, ισχυρή στην φυσική κατάσταση. Τι μας έκανε ακόμη πιο ξεχωριστούς;
Ήμασταν τέλειοι στην κόντρα επίθεση, στο επιθετικό τρανζίσιον. Ο Τιερί, ο Μπέρκγαμπ, ο τρόπος που είχαμε τις τοποθετήσεις μας. Παίρναμε την μπάλα και χρησιμοποιούσαμε την ταχύτητα του Ανρί. Είχαμε τον Λιούνμπεργκ, τον Πιρές. Το καλό αυτής της ομάδας ήταν πως όλοι είχαν το εύκολο γκολ. Ανρί, Πίρες, Λιούμπεργκ είχαν βάλει δεκάδες γκολ. Ο Ανρί ήταν πρώτος σκόρερ.
Ο χαρακτήρας και η προσωπικότητα των παικτών εκείνων της ομάδας ήταν κάτι μοναδικό. Αυτό σε συνδυασμό με την καθοδήγηση του Βενγκέρ μας οδήγησε στην κατάκτηση του πρωταθλήματος δίχως ήττα!
Στα χρόνια που έπαιξα στην Αγγλία, υπήρχε ένας αντίπαλος που όταν έπαιζα απέναντί του, ήξερα πως έπρεπε να κάνω το καλύτερο δυνατό. Δεν έφτανε κάτι λιγότερο. Μιλάω για τον Πολ Σκόουλς της Μάνστεστερ Γιουνάιτεντ. Ένας πολύ έξυπνος και ευφυής αντίπαλος. Δύσκολος αντίπαλος. Διάβαζε το παιχνίδι με άριστο τρόπο. Έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτικός. Μπορούσε έξω από την περιοχή να σκοράρει, να δημιουργήσει. Έπρεπε να είμαι πάντα πολύ προετοιμασμένος»
«Είναι τρελοί αυτοί οι Ελληνες» και νταμπλ
«Το καλοκαίρι του 2008 είχα ακόμη ένα χρόνο συμβόλαιο με την Άρσεναλ. Στην σεζόν που μόλις είχε τελειώσει δεν είχα παίξει πολλά παιχνίδια. Έμπαινα κυρίως από τον πάγκο. Μετά από έξι χρόνια, ο Αρσέν έδωσε ευκαιρίες στον Φλαμινί. Έγινε εκείνος βασικός. Την σεζόν 2007-2008. Ήμουν πολύ δυσαρεστημένος που ξόδευα τόσο χρόνο στον πάγκο. Ήμουν σίγουρος πως αυτό δεν ήταν το σωστό. Την χρονιά 2006-2007 ήταν η καλύτερή μου. Ήμουν δεύτερος σκόρερ, ήμουν αρχηγός λόγω της απουσίας της Ανρί, είχα μεγάλη συνεισφορά στην ομάδα. Ήταν, όμως, μία απόφαση του προπονητή. Δεν συμφωνούσα με αυτό αλλά έπρεπε να το δεχθώ.
Αποφάσισα πως πρέπει να φύγω. Δεν ήθελα να μείνω στην Αγγλία. Είχα προτάσεις αλλά ήθελα κάτι διαφορετικό. Τότε ήρθε η πρόταση για τριετές συμβόλαιο από τον Παναθηναϊκό. Ήθελα μια νέα πρόκληση. Είχα μόνο ένα καλό προαίσθημα για τον Παναθηναϊκό. Από την πρώτη ημέρα αυτό επιβεβαιώθηκε. Από το αεροδρόμιο. Υπήρχε τόσος κόσμος εκεί. Δεν το περίμενα. Δεν ήξερα πόσο τρελοί είναι οι οπαδοί του Παναθηναϊκού. Ήμουν ευτυχισμένος από την πρώτη ημέρα. Πέρασα τρία υπέροχα χρόνια στην Ελλάδα. Υπήρχαν οπαδοί από άλλες ομάδες που μου έδειχναν αγάπη. Υπήρχε κόσμος που ήταν κοντά μου και ήταν τιμή για εμένα που τους γνώρισα.
Όταν ήρθα υπήρχαν μεγάλες προσδοκίες. Ήταν στα 100 χρόνια του συλλόγου. Η ομάδα ήταν έτοιμη να κατακτήσει τίτλους. Είχαμε ισορροπία, δυνατές προσωπικότητες, ηγέτες, παίκτες που είχαν εμπειρίες πρωταθλητισμού και δύσκολων παιχνιδιών. Είχαμε παίκτες που είχαν κάνει πρωταθλητισμό. Στις κρίσιμες στιγμές μιλούσαν αυτές οι εμπειρίες. Όταν κατακτάς ένα τρόπαιο δεν είναι ζήτημα μιας ημέρας. Είναι μαραθώνιος. Να δουλεύεις κάθε ημέρα, να είσαι συμπαγής πνευματικά. Να κάνεις κάθε μέρα το καλύτερο.
Στην χρονιά του νταμπλ είχαμε δύο προπονητές. Τον Χενκ Τεν Κάτε και τον Νίκο Νιόμπλια. Διαφορετικές προσωπικότητες, διαφορετικοί τρόποι δουλειάς. Ο Χενκ ήταν λίγο περισσότερο σκληρός με τους Έλληνες παίκτες, στον τρόπο που μιλούσε, που τους διαχειριζόταν. Toυς φώναζε στις προπονήσεις, στο γήπεδο, κάποιες φορές τους... τραμπούκιζε.
Ήταν ψηλός, ξέρεις. Ξέχωρα από αυτά, ήταν πολύ καλός τύπος να μιλήσεις μαζί του, να πιεις καφέ, εκτός δουλειάς. Θα μπορούσε να τα πάει καλύτερα, αν είχε καταλάβει καλύτερα τους Έλληνες και τον τρόπο που ήθελε να τους δώσει κίνητρο. Κάποιες φορές το έχανε. Έκανε καλή δουλειά, όμως. Κάποιες φορές εγώ διαφωνούσα μαζί του. Και το έλεγα. Μία φορά δεν ήμουν χαρούμενος και το λύσαμε με διάλογο. Μπορείς να διαφωνείς με τον καθένα αλλά πρέπει να υπάρχει σεβασμός για το καλό της ομάδας.
Όσον αφορά τον Νιόμπλια; Το δύσκολο για τους ξένους παίκτες και για εμένα ήταν το πρόβλημα της επικοινωνίας. Εκείνος δεν μιλούσε αγγλικά, εγώ δεν μιλούσα ελληνικά αλλά ήταν πολύ καλός άνθρωπος. Μου άρεσε η συμπεριφορά του. Έπαιρνε το καλύτερο από τον καθένα. Έβαζε ψυχή στην δουλειά του, είχε γνώσεις. Όταν ήρθε, το πιο σημαντικό που έκανε ήταν .
να βάλει πράγματα που ήταν σε λάθος θέση, στην σωστή! Έκανε το καλύτερο για την ομάδα. Η ομάδα αντέδρασε σωστά και κατακτήσαμε πρωτάθλημα και Κύπελλο»
Η κορυφαία 11αδα συμπαικτών του
Αμέρικα Μινέιρο, Ατλέτικο Μινέιρο, Άρσεναλ, Παναθηναϊκός, Γκρέμιο. Mία σπουδαία καριέρα, γεμάτη δόξα και τίτλους! Ποιοι ήταν, όμως, οι κορυφαίοι του συμπαίκτες σε κάθε θέση; Ζητήσαμε από τον Ζιλμπέρτο Σίλβα να γίνει ο προπονητής στην καλύτερη ενδεκάδα συμπαικτών του σε συλλογικό επίπεδο! Φυσικά με τον περιορισμό να επιλέξει... μόνο πέντε από την Άρσεναλ!
«Είναι δύσκολο Ας ξεκινήσουμε με εμένα προπονητή όπως μου ζήτησες, αλλά αν δεν ήμουν εγώ μέσα στο γήπεδο, δεν θα ήμασταν Invicibles! Να το ξέρεις αυτό(γέλια). Κάνω πλάκα. Η κορυφαία ενδεκάδα με συμπαίκτες μου σε συλλογικό επίπεδο, είναι η εξής:
Κάτω από τα δοκάρια θα έβαζα τον Λέμαν. Είναι ο πρώτος από την Άρσεναλ. Αριστερό μπακ ο Άσλει Κόουλ. Δεξί μπακ ο Εβανίλσον. Παίξαμε μαζί στην Αμέρικα, έκανε σπουδαία καριέρα στην Ντόρτμουντ. Ο ένας στόπερ μου είναι ο Σολ Κάμπελ και ο άλλος ο Κλαούντιο Κασάπα. Ήταν συμπαίκτης μου στην Ατλέτικο Μινέιρο. Στην Ευρώπη τον είδαμε με την φανέλα της Λιόν(2001-2007), της Νιούκαστλ.
Πάμε τώρα στην μεσαία γραμμή. Προφανώς ο Πατρίκ Βιεϊρά. Φτιάξαμε ένα τρομερό δίδυμο στο Λονδίνο. Θα βάλω δίπλα του έναν πιο δημιουργικό. Θα βάλω τον Γιώργο Καραγκούνη. Στα άκρα τώρα. Δύσκολα τα πράγματα. Θα βάλω στο ένα «φτερό» τον Ροναλντίνιο. Παίξαμε μαζί στην Ατλέτικο Μινέιρο. Στην επίθεση θα έχουμε τον Ανρί δίχως συζήτηση και δίπλα θα βάλουμε τον Σισέ, θα του δώσουμε την ευκαιρία να βάζει γκολ από τις πάσες του «Ρόνι».
Μας έμεινε ακόμη ένας εξτρέμ. Από ότι καταλαβαίνεις θα έχουμε ένα θέμα στο μαρκάρισμα αλλά δεν πειράζει, θα βάζουμε πολλά γκολ. Θα επιλέξω ακόμη έναν από τον Παναθηναϊκό. Τον Σεμπάστιαν Λέτο».
«Δεν υπήρχε υπομονή αλλά ούτε και πρόοδος»
«Όταν επέστρεψα στον Παναθηναϊκό το 2016 ως διευθυντής ποδοσφαίρου ήξερα πως η πρόκληση ήταν μεγάλη. Πίστευα πως μπορούσα να βοηθήσω στην πρώτη μου εμπειρία σε αυτό το πόστο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στο ποδόσφαιρο, όχι μόνο στην Ελλάδα, είναι πως όλοι περιμένουν αποτελέσματα άμεσα. Πάρα πολύ άμεσα. Δεν υπάρχει υπομονή. Οι πρόεδροι έχουν τον δικό τους τρόπο να σκέφτονται το άθλημα.
Σέβομαι την απόφαση του Αλαφούζου. Ήταν δύσκολο να το καταλάβω, βέβαια. Εκείνος είναι ο ιδιοκτήτης. Αποφάσισα να φύγω γιατί δεν υπήρχε πρόοδος, δεν έβλεπα πως θα μπορούσε να υπάρξει πρόοδος μακροπρόθεσμα όταν δεν γίνονται κάποια πράγματα. Όταν ήρθα ήξερα πως το πρότζεκτ είχε βασιστεί στον προπονητή, ήρθα αργά. Προσπάθησα να βοηθήσω. Εκείνο το καλοκαίρι έφερα τον Νούνο Ρέις. Νέος παίκτης, είχε ταλέντο αλλά ο προπονητής δεν τον χρησιμοποιούσε. Είχε κάθε δικαίωμα να το κάνει.
Σεβάστηκα την διαδικασία που υπήρχε, τον κόσμο που βρήκα αλλά δεν ήμουν χαρούμενος με κάποια πράγματα. Όπως τον τρόπο που το κλαμπ έβλεπε τότε την ακαδημία του. Ήθελαν να διώξουν τον Γιάννη Σαμαρά, έναν πολύ ικανό άνθρωπο. Έκανε σπουδαία δουλειά. Δεν συμφωνούσα όταν ήθελαν να τον διώξουν. Είπα στον πρόεδρο να μην τον διώξει και σεβάστηκε την επιθυμία μου. Ήταν πολύ σημαντικός για την ομάδα. Είχε πλάνο, σχέδιο, υπήρχαν παίκτες νεαροί που τους δούλευε και είχαν τα εφόδια να παίξουν στην πρώτη ομάδα.
Εκείνη η σεζόν είχε ξεκινήσει καλά, μπήκαμε στους ομίλους του Europa League. Όταν, όμως, τα αποτελέσματα δεν έρχονται, δεν είναι μόνο πάντα γιατί κάτι κάνεις κακό. Σίγουρα παίζει και κάποιο ρόλο όταν υπάρχουν καθυστερήσεις στις πληρωμές αλλά κάποιες φορές ο αντίπαλος είναι καλύτερος. Πρέπει να το αποδεχθείς. Πρέπει να πας ένα βήμα μπροστά, να παλέψεις περισσότερο και να βρεις τις λύσεις»,
Μάνατζερ παικτών και κατασκευαστής με δική του συλλογή ρούχων
«Δουλεύω πολύ σκληρά αυτόν τον καιρό. Έχω μια εταιρία εκπροσώπησης ποδοσφαιριστών. Έχουμε τον Φρεντ της Μάντσεστερ, τον Ντετίνιο της Σαχτάρ, κάποιους νεαρούς Βραζιλιάνους. Ελπίζω να βρω κάποιον καλό για τον Παναθηναϊκό στο μέλλον. Από κει και πέρα, έχω κατασκευαστική εταιρία, «τρέχω» το ξενοδοχείο που φτιάξαμε στην γενέτειρά μου και αυτή την εποχή έχουμε και το TruChallenge. Μια πλατφόρμα με ρούχα.
Έχω δική μου collection. Στα χρώματα της Άρσεναλ και του Παναθηναϊκού. Πήγαν πάρα πολύ καλά. Και από τις δύο ομάδες. Όταν μίλησα και εξήγησα το πόσο οι Έλληνες ήταν παθιασμένοι, κατάλαβαιναν πως θα μπορούσε να λειτουργήσει αυτό. Θα φτιάξω κι άλλα για τους Έλληνες, για να δούμε πως θα πάνε τα επόμενα βήματα».