«Αν ξαναπαίζαμε με την Καμπάλα δεν υπήρχε περίπτωση να χάσουμε»! (vid)
Συνέντευξη στον Νίκο Αθανασίου
Κυπελλούχος Ελλάδος το 2014, ο μοναδικός Έλληνας προπονητής που έχει δουλέψει σε δύο προηγμένα ποδοσφαιρικά πρωταθλήματα της Ευρώπης, στο Βέλγιο και την Ολλανδία, με φιλοσοφία αρκετά σύγχρονη και φρέσκες ιδέες. Ο Γιάννης Αναστασίου, περί ου ο λόγος, μιλά στο gazzetta.gr για όλα τα σημαντικά κεφάλαια της καριέρας του στην άκρη των πάγκων. Το πως κατάφερε έναν διαλυμένο Παναθηναϊκό να τον κάνει ξανά ανταγωνιστικό και διεκδικητή τίτλων, τα λάθη που έγιναν κατά καιρούς στις μεταγραφές αλλά και το εφιαλτικό ζευγάρωμα με την Καμπάλα στα προκριματικά του Europa League το καλοκαίρι του 2015!
Ο 48χρονος τεχνικός αναλύει την ποδοσφαιρική του φιλοσοφία, αναφέρθηκε στις αιτίες που δεν μπόρεσε να χτίσει δικές του ομάδες σε Ρόντα και Κορτράϊκ αλλά και για την επιστροφή στην Ελλάδα στον πάγκο του Ατρομήτου.
Πόσο κοντά έφτασε στο «τριφύλλι» μετά την απόλυση του Πογιάτος; Ποια άποψη είχε για τον Μίκαελ Εσιέν, ποιους επιθετικούς ήθελε δίπλα στον Μάρκους Μπεργκ και δεν ήρθαν και ποιο ματς θα ήθελε να ξεχάσει; Αυτά και αλλά πολλά και σημαντικά, στην συνέντευξη που ακολουθεί...
Από... πενταήμερη, ανταγωνιστική ομάδα
«Υπήρχε ένα πλάνο... Στο μυαλό μου είχα όταν έκανα τη συζήτηση με τον πρόεδρο για το τι ήθελα να παίξει ο Παναθηναϊκός και τι πρέπει να προσβεύει μέσα στο γήπεδο. Ξέροντας τι ήθελα και έχοντας ένα δεδομένο με τα οικονομικά πάνω – κάτω που θα κινηθούμε, προσπάθησα να κάνω τις καλύτερες δυνατές επιλογές για να μπορέσει η ομάδα τουλάχιστον να είναι ανταγωνιστική και να παίξει το ποδόσφαιρο που θέλαμε.
Σίγουρα ήταν δύσκολο έτσι όπως ξεκίνησε γιατί δεν υπήρχε κορμός, δεν υπήρχε τίποτα. Είχε μείνει από εκείνη την ομάδα, αν θυμάμαι καλά ο Ζέκα, ο Σεϊταρίδης και ο Καρνέζης. Ο Γιούρκας σταμάτησε το ποδόσφαιρο και ο Ορέστης ήταν με το ένα πόδι εκτός. Ήθελε να φύγει. Είχε τότε την πρόταση από την Ουντινέζε αν θυμάμαι καλά... Στην ουσία μείναμε με τον Ζέκα και τα πιτσιρίκια. Ήταν ο Λαγός που είχε περισσότερη εμπειρία, ο Τριανταφυλλόπουλος, ο Χουχούμης... Αυτοί ουσιαστικά ήταν που είχαν παίξει και κάποια παιχνίδια την αμέσως προηγούμενη σεζόν.
Είχα πει τότε στον πρόεδρο, αν θυμάμαι καλά, ότι ήταν εφτά παίκτες που είχαν συμβόλαιο αλλά δεν τους υπολόγιζα για το στυλ παιχνιδιού, για τον τρόπο που ήθελα να παίξουμε με βάση αυτά που είχα δει, τα στοιχεία που είχαν τις προηγούμενες χρονιές στον Παναθηναϊκό. Στην ουσία απομονώσαμε εφτά παίκτες που είχαν αρκετά μεγάλα συμβόλαια, αλλά ήταν για εκείνο που θέλαμε εμείς να πρεσβεύουμε εκείνη την εποχή πίστευα ότι δεν ταίριαζαν στο στυλ που θέλαμε να παίξουμε.
Ο πρόεδρος το δέχθηκε. Στο ξεκίνημα είπαμε ότι σε πρώτη φάση θα δώσουμε μεγάλη έμφαση στα παιδιά της ακαδημίας, να κοιτάξουμε το πρώτο κομμάτι της προετοιμασίας κι όποιος μπορέσει να έρθει από τους ξένους... Αν θυμάμαι καλά ο Μπαϊράμι είχε έρθει πρώτος στην προετοιμασία στο Όστερμπεεκ και ο Κουτρουμπής μετά από κάποιες μέρες. Και ο Μέντες... Ήρθε κατευθείαν στην Ολλανδία. Ήταν μια περίοδος αρκετά δύσκολη. Στην ουσία διερευνητική. Είχαμε αρκετές ελλείψεις σε πολλές θέσεις, παίζαμε χωρίς φορ αλλά τουλάχιστον θέλαμε να βάλουμε τις βάσεις που για εμένα ήταν να δώσουμε έμφαση στη φυσική κατάσταση, στην ταχύτητα, στο πρέσινγκ, κάποια στοιχεία που απαιτεί το σύγχρονο ποδόσφαιρο, πόσω μάλλον μια ομάδα που θέλει να πρωταγωνιστήσει.
Ήταν φορές που είχαμε δυσκολίες με τον ρυθμό των προπονήσεων γιατί ήταν αρκετά πιεστικές και έντονες και με τα φιλικά παιχνίδια και ήταν δύσκολο για κάποια παιδιά που δεν μπορούσαν να το υποστηρίξουν αυτό. Ήταν φορές που σκεφτόμασταν ποιον να βάλουμε να παίξει απλά και μόνο για να τελειώσει το φιλικό χωρίς προβλήματα και να μπορέσουμε να συνεχίσουμε γιατί το ρίσκο ήταν αρκετά υψηλό. Θυμάμαι είχαμε φέρει κι έναν παίκτη για δοκιμή που έπαιζε παλιά στη Λάρισα και τον χρησιμοποιούσαμε για να παίζει στα φιλικά και ήταν και για τον ίδιο ένα κέρδος γιατί παρέμενε σε αγωνιστική κατάσταση και έπαιζε παιχνίδια.
Στην πορεία διαμορφώθηκε το ρόστερ με τελευταίο τον Πράνιτς με τον οποίο είχα μιλήσει μαζί του και τότε η Σπόρτινγκ Λισαβόνας του είχε πει ότι δεν τον υπολογίζει, αλλά δεν τον άφηναν ελεύθερο. Του είπα ότι αν είναι στο μυαλό σου οριστικό ότι θα φύγεις και θα έρθεις σε εμάς, μιλώντας σαν άνδρας προς άνδρα, θα εμπιστευθώ το λόγο σου και δεν θα προχωρήσουμε σε κάποια άλλη κίνηση. Αν έχεις καλύτερη επιλογή θα κοιτάξουμε να βρούμε κάτι άλλο. Μου είπε κόουτς θέλω να έρθω και είναι για μένα η μοναδική επιλογή αυτή τη στιγμή. Οπότε συζητώντας τότε με την διοίκηση είπαμε ότι δεν θα κινηθούμε για άλλον παίκτη και ήρθε ο Πράνιτς.
Στην ουσία ήταν τότε πολλά παιδιά που είχαν προβλήματα, δεν ήταν υγιείς. Ήταν τότε ο Μπεργκ, ο Μέντες, ο Μπαϊράμι... Και ουσιαστικά η ομάδα ψαχνόταν...
Νομίζω ότι το ξεκίνημα παρ' όλο που ήταν ικανοποιητικό με τον Παναιτωλικό στη Λεωφόρο, στα επόμενα παιχνίδια η ομάδα έβγαζε ένταση και ρυθμό αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν αυτά που θέλαμε... Από την άλλη έβλεπες μια ομάδα που προσπαθούσε στο γήπεδο να έχει μια αρχή, μια ταυτότητα και το κυριότερο να προσπαθεί να κάνει σωστά πράγματα που απαιτεί το υψηλό επίπεδο.
Έπαιζαν αρκετοί νέοι παίκτες τότε από την ακαδημία και ήταν δύσκολη η μετάβαση για τα παιδιά από το εφηβικό πρωτάθλημα να πρωταγωνιστήσουν στην πρώτη ομάδα. Δεν ήταν εύκολο να διαχειριστούν όλη την πίεση, αλλά τουλάχιστον έδειχναν μεγάλη προσήλωση και προσπάθεια. Νομίζω ότι όταν άρχισαν να δένουν και οι υπόλοιποι με αποκορύφωμα την εβδομάδα με τα τρία διαδοχικά εντός έδρας ματς με ΟΦΗ για το πρωτάθλημα, Εργοτέλη για το Κύπελλο και Αστέρα Τρίπολης για το πρωτάθλημα με τον Αστέρα τότε να είναι αρκετά δυνατός, κερδίσαμε και τα τρία ματς σε εκείνη την εβδομάδα και αυτό έδωσε τρομερή ώθηση στα παιδιά. Ειδικά το παιχνίδι με τον Αστέρα ήταν καταπληκτικό. Από τα καλύτερα παιχνίδια τότε. Η ένταση, το πάθος, η πίεση που βγάζαμε στον Αστέρα που ήταν ποιοτική ομάδα που προσπαθούσε να παίξει ποδόσφαιρο, με τον τρόπο που έγινε με τα γκολ των Φιγκερόα και Μπεργκ, φάνηκε ότι η ομάδα θα είχε καλύτερη συνέχεια.
Αρχίσαμε να βρίσκουμε τα πατήματά μας στο γήπεδο, οι παίκτες απέκτησαν χημεία και στην ουσία εκείνο το ματς ήταν αυτό στο οποίο άλλαξα τον τρόπο σκέψης. Αρχικά στο μυαλό μου είχα το 4-3-3, όμως έβλεπε ότι είχαμε τρομερές δυσκολίες σε αυτό ή στο 4-2-3-1 γιατί ούτε ακραίους είχαμε που πατούσαν περιοχή και έβαζαν γκολ, ούτε τα χαφ που είχαμε πατούσαν περιοχή ή μπορούσαν να γίνουν επικίνδυνοι. Θυμάμαι ότι συζήτησα με τον Στιβ (σ.σ. Ρούτερ) τον συνεργάτη μου ότι έπρεπε ν' αλλάξουμε τρόπο παιχνιδιού και να παίξουμε σε 4-4-2. Με ρώτησε αν θα παίξουμε flat (σ.σ. στην ευθεία) με δυο γραμμές των τεσσάρων και δυο φορ ή θα πάμε σε κάτι διαφορετικό, σε έναν ρόμβο στο κέντρο.
Του είπα ότι προτιμάω το 4-3-1-2 που στην ουσία θα μας δίνει ένα πλεονέκτημα στο χώρο του κέντρου με τους παίκτες που έχουμε και η επιλογή των δύο στην επίθεση, θα δώσει μεγαλύτερο βάρος στους επιθετικούς και μεγαλύτερη πίεση στους αντίπαλους αμυντικούς. Ο ενδοιασμός ήταν στον ένα, γιατί στην ουσία δεν είχαμε κλασσικό δεκάρι. Η ομάδα είχε σχεδιαστεί για να παίζει με δυο επιθετικά χαφ, box-to-box που λέμε, αλλά ούτε ο Ζέκα ήταν ο παίκτης που θα έβαζε τα γκολ, ούτε ο Πράνιτς, ούτε ο Αμπέντ και ο Ατζαγκούν εκείνη τη στιγμή έδειχναν ότι είχαν αυτά τα στοιχεία. Ήταν καθαρά το πως θα μπορούσαμε να παντρέψουμε τον κενό του παίκτη εκεί που θα παίξει ανάμεσα στις γραμμές και θα είναι ο συνδετικός κρίκος της μεσαίας γραμμής και της επίθεσης.
Κάποια παιχνίδια εκεί έπαιζε ο Αμπέντ, κάποια έπαιζε ο Ατζαγκούν, προσπαθούσαμε να βρούμε μια καλή χημεία. Νομίζω μετά τον Νοέμβριο ο Αμπέντ αντιλήφθηκε αυτό που θέλαμε να παίξουμε και προς τιμήν του μετά το ματς με την Καλλονή στο Ολυμπιακό Στάδιο (σ.σ. το χρησιμοποιούσε ως έδρα τότε η ομάδα του νησιού) μου είπε “κόουτς σου ζητώ συγγνώμη για τη συμπεριφορά μου γιατί τώρα πλέον κατάλαβα πως θέλεις να παίζω και τι να κάνω μέσα στο γήπεδο”. Του είπα “άργησες λίγο, αλλά ευτυχώς το κατάλαβες. Το σημαντικό είναι ότι το αντιλήφθηκες” και η ομάδα εκεί από τον Νοέμβριο και μετά περάσαμε κάποιες εβδομάδες βρίσκοντας τα πατήματά μας γιατί έφυγε ο Φιγκερόα.
Προέκυψε μια πρόταση που ήταν δύσκολο να την αρνηθεί και οικονομικά ήταν συμφέρουσα για την ομάδα οπότε επιλέξαμε να πωληθεί. Από τη στιγμή που ήθελε και ο ίδιος επίμονα το τελευταίο συμβόλαιο ζωής κι αφού είχε πάρει κάποια παιχνίδια ο Καρέλης και είχε δείξει κάποια στοιχεία, αλλά και ο Κλωναρίδης, είπαμε ότι θα πορευτούμε με αυτούς τους τρεις μαζί και με τον Μπεργκ μέχρι τον Δεκέμβρη και μετά ανάλογα θα κάνουμε κάποια επιλογή. Η ομάδα άρχισε να πατάει καλύτερα, να παίρνει τα αποτελέσματα. Ήρθε ο Δεκέμβριος και εγώ ήθελα τον Μάρκους Ρόζενμπεργκ, τον Σουηδό φορ που θα έμενε ελεύθερος από την Γουέστ Μπρομ. Τον ήξερα, ήξερα τι μπορούσε να κάνει, πίστευα με τον Μπεργκ μπροστά θα μπορούσαν να κάνουν ένα καταπληκτικό δίδυμο και θα είχαμε πολλά γκολ. Ο Νίκος Νταμπίζας τότε επέμενε για τον Πέτριτς γιατί θεωρούσε ότι είχε καλύτερα χτυπήματα και ήταν ένας παίκτης που θα μπορούσε να μας δώσει μια διαφορετική μορφή στο παιχνίδι μας. Εγώ έλεγα ότι δεν ήταν ποτέ φορ ο Πέτριτς και θέλαμε φορ. Ήταν ένας παίκτης που μπορούσε να παίξει στο ενδιάμεσο, μπορούσε να παίξει και 10άρι, μπορούσε να παίξει ως δεύτερος φορ, αλλά δεν ήταν ο κλασσικός φορ...
Τέλος πάντων, επέμενε ο Νίκος αρκετά και το αποδέχθηκα γιατί για εμένα ήταν πιο σημαντικό εκείνη τη στιγμή να δούμε πως θα λειτουργήσει η ομάδα και να βάλουμε κάποια κομμάτια στο παιχνίδι μας που θα μπορούσαν να μας κάνουν καλύτερους.
Στο πρώτο εξάμηνο ο Πέτριτς δεν βοήθησε καθόλου την ομάδα γιατί είχε πολλούς τραυματισμούς και στην ουσία ήταν τα παιδιά οι μικροί, ο Μέντες, ο Σίλντεφελντ ειδικά στο δεύτερο μισό του πρωταθλήματος ήταν καταπληκτικός, ο Μπεργκ και ο Αμπέντ και ο Πράνιτς ήταν σταθεροί...
Είχαμε μια βασική αρχή στο παιχνίδι μας, έναν κορμό που ήξερες ότι σε κάθε παιχνίδι θα πιάσει την απόδοση που ήθελες. Από εκεί και πέρα είχαμε τον Νάνο που ήταν ένα επιθετικό μπακ, δεξί μπακ δεν είχαμε και προσπαθούσαμε με τον Κώστα Τριανταφυλλόπουλο να έχουμε μια καλύτερη ισορροπία. Από αριστερά ήμασταν επιθετικοί από δεξιά ήμασταν πιο καλά αμυντικά. Μας έδινε ο Τριανταφυλλόπουλος το ύψος στις στατικές φάσεις γιατί είχαμε μόνο τον Κουτρουμπή και τον Σίλντενφελντ σαν ψηλά κορμιά που μπορούσαν να μαρκάρουν, οπότε μας έδινε μια επιλογή εκεί.
Η ομάδα άρχισε να πατάει καλύτερα στο γήπεδο, πήρε πολλά θετικά αποτελέσματα με πάρα πολύ καλό ποδόσφαιρο. Κερδίσαμε τον Ολυμπιακό με το 0-3 και πρέπει να είχαμε 9 ή 10 συνεχόμενα ματς αήττητοι με 9 νίκες και 1 ισοπαλία. Αποκορύφωμα ήταν που φτάσαμε στον τελικό Κυπέλλου και πήραμε το Κύπελλο.
Αυτό που προσπάθησα από την πρώτη μέρα να κάνω και σε συζήτηση με τον πρόεδρο, ήταν να δώσω μια ταυτότητα στην ομάδα. Να έχει κάποια στοιχεία που θα ξεχωρίζουν. Θα πρέπει να είναι μια ομάδα από τις κορυφαίες ή να είναι η κορυφαία στο πρωτάθλημα και να παίζει το ποδόσφαιρο που αναλογεί. Η ταυτότητα ήταν το πιο σημαντικό. Μετά τα στοιχεία που ήθελα εγώ σαν προπονητής να έχει η ομάδα μου μέσα στο παιχνίδι, έπειτα οι επιλογές των παικτών που θα έρχονταν και αν θα μπορούσαν να τα εκφράσουν στο γήπεδο. Η οργάνωση, γιατί θυμάμαι ότι είχα κάθε εβδομάδα meeting, τη μια με την ακαδημία, την άλλη με το scouting, την άλλη με τον εργοφυσιολόγο, τον διατροφολόγο... Κάθε εβδομάδα προσπαθούσα να έχω επικοινωνία με όλα τα τμήματα και να υπάρχει ένα πλάνο. Από την πρώτη μέρα προσπαθούσα να εφαρμόσω αυτό το πλάνο, το οργανωτικό, τη λειτουργία μας σαν ομάδα, αλλά και το αγωνιστικό.
Έβγαζα κάθε μήνα το πρόγραμμα των ασκήσεων, το έδινα κάθε εβδομάδα στο επιτελείο και εβδομάδα παρά εβδομάδα ο γυμναστής ήξερε το που έπρεπε να δώσει έμφαση στα πράγματα που ήθελα να βγάλει αγωνιστικά η ομάδα και έπρεπε να δουλέψει την φυσική κατάσταση για να είναι έτοιμη η ομάδα.
Οι προπονητές όλοι δουλεύαμε σε συγκεκριμένα κομμάτια που θέλαμε που είτε αφορούσαν το πρέσινγκ, είτε το τρανζίσιον, είτε την κατοχή είτε τις στατικές φάσεις είτε τα τελειώματα... Το πλάνο που υπήρχε, στηρίχθηκε από την πρώτη μέχρι και την τελευταία μέρα. Αυτά είναι τα στοιχεία που πρέπει να έχει μια ομάδα. Ταυτότητα και πλάνο που να μπορεί να στηρίξει ο προπονητής και η ομάδα του για το επόμενο βήμα».
«Στον τελικό ήμασταν το απόλυτο αφεντικό»
«Με τον ΠΑΟΚ είχαμε συναντηθεί σε δυο παιχνίδια στο πρωτάθλημα. Ένα στην Τούμπα που είχαμε χάσει 2-1 και είχε χάσει ο Μπεργκ πέναλτι στο 85' και στη Λεωφόρο κερδίσαμε 2-1. Αυτό που είχα τότε πει στον πρόεδρο ήταν πως παίζοντας στην Τούμπα που χάσαμε, ήμασταν 7 ή 8 βαθμούς από τον ΠΑΟΚ, του είχα πει ότι στο τέλος της σεζόν θα είμαστε από πάνω. Ο ΠΑΟΚ είχε καλούς παίκτες, μονάδες, αλλά στα μάτια μου δεν έβγαζε την ομάδα που θα ήταν καλύτερη από εμάς. Το πίστευα αυτό και προσπάθησα να το μεταφέρω και στους παίκτες. Στην ουσία όταν φτάσαμε στον τελικό δώσαμε μεγάλη έμφαση στις στατικές φάσεις στην προετοιμασία μας. Θυμάμαι δουλέψαμε όλη την εβδομάδα από τη στιγμή που ο Νάνο είχε καταπληκτικά χτυπήματα, αναλύσαμε το παιχνίδι του ΠΑΟΚ. Τους γνωρίζαμε καλά, μας γνώριζαν κι εκείνοι. Στην ουσία έκατσε η πρώτη φάση με το κόρνερ, την κόντρα και το γκολ του Μπεργκ, αλλά σε όλο το παιχνίδι ήμασταν το απόλυτο αφεντικό εξαιρώντας το τελευταίο τέταρτο του πρώτου μέρους όπου ο ΠΑΟΚ μας πίεσε. Δεν υπήρχε άλλη ομάδα στο γήπεδο πλην του Παναθηναϊκού. Ήταν μια δικαίωση για πολλά από αυτά τα παιδιά. Όπως και για εμένα και για τον πρόεδρο γιατί υπήρχε τρομερή αμφισβήτηση στην αρχή της σεζόν ότι παίρνεις έναν προπονητή που δεν έχει εμπειρία και παραστάσεις καθόλου για να διαχειριστεί τον Παναθηναϊκό, αλλά τελικά δικαιώθηκαν όλοι.
Αυτό που είπα στα παιδιά είναι ότι δεν σταματάμε, όταν είσαι στον Παναθηναϊκό δεν σταματάς. Πρέπει να κοιτάζεις πάντα ψηλά. Πήραμε το Κύπελλο το Σάββατο και την Τετάρτη είχαμε παιχνίδι με τον Ατρόμητο στα Play-offs. Ξεκινούσε ένα δεύτερο στοίχημα για εμάς. Ουσιαστικά αφού είχαμε δείξει ότι είμαστε ισάξιοι και ίσως καλύτεροι από τον ΠΑΟΚ τη δεδομένη στιγμή, θα πρέπει να είμαστε το ίδιο ανταγωνιστικοί στα Play-offs. Να πω την αλήθεια ήταν δύσκολη η διαχείριση ειδικά για τα νέα παιδιά από τη στιγμή που κέρδισαν το Κύπελλο γιατί νόμιζαν ότι “αυτό ήταν, τελείωσε η σεζόν”. Αλλά από την άλλη πολλές φορές έκανα πολλές συνομιλίες και ατομικές αλλά και ομαδικές με γκρουπ παικτών και τους τόνιζα τη σημασία ότι δεν μπορείς να είσαι στον Παναθηναϊκό, σε τοπ ομάδα και να λες ότι πήρα το Κύπελλο και τελείωσε. Πρέπει να πάμε όσο πιο ψηλά γίνεται και όποιος στόχος υπάρχει πρέπει να τον διεκδικούμε και να τον κερδίζουμε.
Προς τιμήν τους τα παιδιά το αντιλήφθηκαν και παίζει μεγάλο ρόλο σε αυτό και η φανέλα. Όταν φοράς τη φανέλα μιας μεγάλης ομάδας, οι απαιτήσεις δεν είναι ότι κέρδισα κάτι και επαναπαύομαι σε αυτό. Στην ουσία, κλείσαμε την χρονιά με τον καλύτερο τρόπο με το Κύπελλο, κερδίζοντας και τα Play-offs, όμως το πιο σημαντικό ήταν ότι είχαμε αποκτήσει μια ταυτότητα. Ξέραμε στο γήπεδο τι είμαστε, τι μπορούμε να παίξουμε, ποιες ήταν οι δυνατότητές μας. Είχαμε βάλει κάποια στοιχεία στο παιχνίδι μας και υπήρχαν κάποιες απαιτήσεις που καθημερινά εγώ και το επιτελείο μου κυνηγούσαμε στον μεγαλύτερο βαθμό. Το απαιτούσαμε. Δεν εφησυχασμός ότι πετύχαμε κάτι και τελείωσε. Έκλεισε μια χρονιά ιδανικά».
«Κάποιες αποφάσεις έπρεπε να είναι υπέρ μας»
«Θυμάμαι ότι με το πέρας των Play-offs κάναμε μια συνάντηση στα γραφεία και ζήτησα κάποιους παίκτες σε κάποιες θέσεις για την επόμενη σεζόν. Από τη στιγμή που ο Σίλντεφελντ είχε δέσει με την ομάδα και υπήρχε η δυνατότητα να τον κρατήσουμε για ένα χρόνο ή να τον αποκτήσουμε με συμβόλαιο να κάνουμε ό,τι ήταν δυνατό για να τον κρατήσουμε, τον Αμπέντ και στην ουσία έπρεπε να πάρουμε ένα δεξί μπακ. Φάνταζε σαν πρόβλημα στην ομάδα τότε και έναν επιθετικό γιατί ο Πέτριτς στους έξι μήνες της παρουσίας του δεν είχε δείξει τίποτα γιατί είχε τραυματισμούς και δεν βοήθησε την ομάδα. Γυρίζοντας 15 – 16 Ιουνίου, είχα πάει στην Ολλανδία να δω την οικογένειά μου, υπήρχε κι ένα τουρνουά τότε το Copa Amsterdam ένα γνωστό τουρνουά για ηλικίες κ19 όπου συμμετείχε ο Παναθηναϊκός και είχα μιλήσει με τον διοργανωτή, θεώρησα ότι ήταν καλό για τα παιδιά. Ειδικά για τον Ρισβάνη, τον Χουχούμη και τον Χρήστο Δώνη, ο οποίος δεν ήρθε. Θα ήταν μια καλή εμπειρία αλλά και για τους μικρότερους από κάτω που τότε ήταν ο Λάμπρου, ο Βασίλης Αγγελόπουλος, ο Γιώργος Αγγελόπουλος, ο Χατζηγιοβάνης, ο Μπουζούκης που έρχονταν από πίσω και θα έπαιζαν με αντιπάλους από ανταγωνιστικά πρωταθλήματα.
Δεν είχαμε κάνει κάποια μεταγραφή, είχαμε συμφωνήσει με τον Μπούρμπο τότε αλλά υπήρχαν διαδικαστικά θέματα με το συμβόλαιο που είχε με τον ΟΦΗ, κάποιες οικονομικές διαφορές αν θυμάμαι καλά.
Στην ουσία χωρίς Σίλντενφελντ, χωρίς Αμπέντ και ήταν κάποια κομμάτια που έπρεπε να συμπληρωθούν. Δεν θέλαμε 10 μεταγραφές, αλλά 3-4 παίκτες που θα έκαναν την ομάδα να γίνει πολύ καλύτερη. Αποκτήθηκε τότε ο Μπούι που από τη στιγμή που ο Αμπέντ μας είχε ξεκαθαρίσει η Νιούκαστλ ότι θα έμενε στην ομάδα και θα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο, έπρεπε να κάνουμε μια επιλογή που μας έδινε κάποια περιθώρια ξεκούρασης, αλλά όχι πρώτη επιλογή. Ήταν καλός για το rotation. Ο Μπούι τότε ήταν στη Γιουβέντους. Πήραμε τον Μπερίσα που ήταν πρώτος σκόρερ με την κ-17 της Σουηδίας στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, φάνταζε να έχει κάποια στοιχεία που θα μας έκαναν καλύτερους, αλλά όχι ότι θα έδινε λύσεις. Ξεκινήσαμε την προετοιμασία για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ τότε με την Σταντάρ χωρίς αυτούς τους παίκτες. Είναι κάποια πράγματα που είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστείς αλλά δεν μπορείς και να βγεις να τα πεις...
Θυμάμαι πηγαίναμε στο ματς με την Σταντάρ στο Βέλγιο και ο Σίλντενφελντ δεν ξέραμε αν θα αγωνιστεί γιατί δεν είχε έρθει η μπλε κάρτα του. Δεν είχα καμία ενημέρωση εγώ. Παίζαμε την Τετάρτη και το μεσημέρι της Δευτέρας τελειώνοντας την προπόνηση και ανακοινώνοντας την αποστολή δεν είχα ενημέρωση ότι ο Σίλντενφελντ δεν μπορεί να αγωνιστεί! Έκανε προπόνηση, είχε έρθει, όμως δεν μπορούσε να αγωνιστεί! Το έμαθα το βράδυ της Δευτέρας όταν φτάσαμε στην Λιέγη! Με κάλεσε ο Νίκος Νταμπίζας, μου είπε έχουμε αυτό το θέμα και είπα γιατί δεν με ενημερώσατε πιο πριν για να μπορέσω να πάρω τον Ρισβάνη γιατί είχε μείνει εκτός. Αναγκαστικά την επόμενη μέρα τον βάλαμε στο αεροπλάνο και ήρθε στη Λιέγη. Μέχρι την τελευταία στιγμή δεν ξέραμε... Πριν το παιχνίδι δεν είναι ευχάριστο αυτό για έναν προπονητή και για μια ομάδα να προετοιμάζεσαι για ένα παιχνίδι και στην ουσία να μην ξέρεις ποιους παίκτες μπορείς να υπολογίζεις. Μου είπαν ότι αυτό λύθηκε την τελευταία στιγμή, οπότε μπορέσαμε να χρησιμοποιήσουμε τον Σίλντενφελντ. Δεν νομίζω όμως πως ήταν κάτι που ταιριάζει όταν θες να είσαι οργανωμένος και σε βγάζουν εκτός προγραμματισμού και πρέπει να βρεις λύσεις. Από την άλλη δεν μπορείς να απολογηθείς και να πεις πράγματα προς τα έξω...
Παθαίνει τότε στην πρώτη αγωνιστική του πρωταθλήματος ο Μπεργκ το κάταγμα στον ώμο και μπήκαμε σε διαδικασία να πάρουμε επιθετικό με ελάχιστες μέρες διορία. Είχαμε τον επαναληπτικό με την Μίντιλαντ και δεν βρήκαμε κάποιον παίκτη ουσιαστικά, πίστευα ότι δεν ταίριαζε στα “θέλω” τα δικά μας και είπαμε ότι θα πορευτούμε με Κλωναρίδη, Πέτριτς και Καρέλη και στην πορεία βλέπουμε...
Καταφέραμε και μπήκαμε στους ομίλους που ήταν και ο μεγάλος στόχος τότε αφού δεν προκριθήκαμε με την Σταντάρ και η ομάδα ουσιαστικά τότε, δεν ξέρω αν είναι σωστό να πω μας αδίκησαν ή αδικήσαμε τους εαυτούς μας, αλλά σίγουρα ήταν κάποιες αποφάσεις που θα μπορούσαν τότε να είναι υπέρ μας. Κι όχι κάτι που θα μας έκανε χάρη...».
«Εκαιγαν όλα τα ονόματα για τον Εσιέν, που δεν τον ήθελα»
«Στο σύστημα που παίζαμε σίγουρα θα ήταν ένα δεξί μπακ... Ένα στοιχείο που χάσαμε τη δεύτερη σεζόν ήταν τα γκολ του Αμπέντ. Δεν τα αναπληρώσαμε ποτέ. Το κέντρο.. .Δεν είχαμε τα χαφ παρ' όλο που ο Ατζαγκούν σημείωσε 5-6 γκολ. Είχαμε την έλλειψη του Μπεργκ, σίγουρα ο Καρέλης έδωσε πάρα πολλά τη δεύτερη σεζόν με 18-19 γκολ, αλλά δεν είχαμε αυτό που θα μας έδινε το κάτι παραπάνω... Τουλάχιστον αμυντικά είχαμε την συγκέντρωση, την οργάνωση και αντιμετωπίζαμε καταστάσεις. Επιθετικά μας έλειπε το εύκολο γκολ που ζήτησα την τρίτη χρονιά το καλοκαίρι ν' αποκτήσουμε ένα φορ. Έχοντας συνεργαστεί δυο χρονιές με τα παιδιά αυτά, έβλεπα ότι στο ξεκίνημα της σεζόν ο Μάρκους ήταν ένα παιδί slow starter, από αυτούς που αργούν να πάρουν μπρος.
Του έβγαινε η κούραση της προετοιμασίας και επειδή για εμάς κρινόταν ο ευρωπαϊκός στόχος της ομάδας, θα χρειαζόταν βοήθεια. Ένας φορ που θα έκανε τη διαφορά, θα είχε το εύκολο γκολ και θα μπορούσε ν' αποφορτίσει την ομάδα. Είχα εισηγηθεί τον Γιάνκο, τον Αυστριακό, ήταν ελεύθερος, είχα μιλήσει με τον μάνατζέρ του, είχα μιλήσει με τον παίκτη, θα μπορούσε να έρθει, ήθελε σαν τρελός, αλλά έπρεπε να υπάρχουν και κάποιοι όροι που ήταν οικονομικοί... Τότε μου είπαν ο Λεωνίδας Βόκολος και ο Τάκης Φύσσας ότι δεν υπάρχει χρήμα, δεν έχουμε μπάτζετ για εκείνον τον παίκτη. Είχαμε μπάτζετ 200.000 και ο παίκτης αξίωνε 450.000 και δεν προχωρήσαμε στη μεταγραφή...
Ουσιαστικά όλα τα ονόματα που είχαν αναφερθεί είχαν πάει στο περιθώριο γιατί είχαμε καταλήξει στον Εσιέν. Τα προσπερνούσαμε τα ονόματα... Ήταν παίκτες που είχαν ποιότητα...
Από τη στιγμή που στην ουσία τους είχαμε απορρίψει γιατί θα πηγαίναμε στον Εσιέν, είχα πει ότι εκείνος θα πρέπει να είναι fit για να υπογράψει γιατί σαν ομάδα δεν είχαμε πλέον το περιθώριο να δεχόμαστε παίκτες τραυματίες και να λειτουργούμε σαν κέντρο αποκατάστασης και όχι σαν ποδοσφαιρική ομάδα που θέλει να πετύχει τους στόχους της.
Στην ουσία όταν ήρθε ο Εσιέν, Δευτέρα βράδυ, μετά το ματς με τον ΠΑΟΚ νομίζω στα Play-offs το δεύτερο ματς στη Λεωφόρο κι έχοντας κάνει 4 στα 4, η ομάδα είχε βγει πρώτη και κάναμε μια κουβέντα με τον Εσιέν και μου είπε ότι δεν ήταν fit.
Είχα πει τότε στα παιδιά, τον Λεωνίδα και τον Τάκη, αλλά και στον πρόεδρο, είχα αναφέρει ότι αν δεν είναι fit, να μην υπογράψει. Το επόμενο βράδυ ήμασταν στο ξενοδοχείο πριν από το ματς με τον Αστέρα για τα Play-offs και έγινε κάτι που δεν νομίζω να το ξεχάσω ποτέ. Στις 22:20 με παίρνει ο Λεωνίδας και μου λέει “καλορίζικος”. Ρώτησα αν υπέγραψε, μου είπε “ναι” και το επόμενο πράγμα που ρώτησα ήταν για τα εργομετρικά του. Για εμένα ήταν πολύ σημαντικό από τη στιγμή που θέλαμε να παίζουμε σε υψηλές εντάσεις και να έχουμε στοιχεία στο παιχνίδι μας που θα μας ξεχώριζαν από τις υπόλοιπες ομάδες, έπρεπε το κομμάτι που έλειπε από το παζλ να κουμπώσει άμεσα και να μπορέσει ν' αντέξει τις εντάσεις και τις προπονήσεις. Μου απάντησε “όχι”... Από τη στιγμή που υπέγραψε... Εγώ τουλάχιστον αυτούς τους 4,5 μήνες της τρίτης σεζόν που έμεινα στην ομάδα, δεν έκανε ούτε μια μέρα προπόνηση με την ομάδα! Ήταν συνέχεια τραυματίας και ήταν κάτι που το φορτώθηκε η ομάδα και κατ' επέκταση το προπονητικό staff».
«Οσες φορές κι αν ξαναπαίζαμε με την Καμπάλα, δεν χάναμε»
«Τότε ακούγονταν πολλά, ότι η ομάδα φορμαρίζεται και παίζει καταπληκτικό ποδόσφαιρο μετά τον Νοέμβριο, ότι το πρωτάθλημα κρίνεται στο ξεκίνημα και η Ευρώπη οπότε αλλάξαμε τον τρόπο προπόνησης. Υπήρχε μια βάση σωστή, αλλάξαμε τη μεθοδολογία για να είμαστε πιο φρέσκοι στο ξεκίνημα. Ακούστηκαν πολλά όπως και για τον Μπεργκ αν θα έπρεπε να ξεκινήσει στο ματς με την Καμπάλα, εκ των υστέρων μπορούμε να πούμε πολλά, όμως είχαμε ευκαιρίες. Ήταν αντίξοες οι συνθήκες, παίξαμε σε ένα κακό γήπεδο, ο αγωνιστικός χώρος δεν ήταν καλός. Με δύο στόπερ, ψηλά κορμιά η Καμπάλα ήταν aggressive στα μαρκαρίσματα και ο Μάρκους ήταν ένας φορ που όταν τον έπαιζες δυνατά και στα όρια του αντιαθλητικού εκνευριζόταν. Κάνοντας την ανάλυση του παιχνιδιού ξέραμε ότι ο Μλάντεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει καλύτερα το σώμα του, ήταν ανθεκτικός, δεν θα είχε πρόβλημα να τους κοντράρει και παράλληλα στο ψηλό παιχνίδι να δημιουργήσει προβλήματα στους αντιπάλους. Οπότε η επιλογή ήταν αυτή καθαρά για λόγους αγωνιστικού χώρου και για το σκληρό παιχνίδι των αμυντικών της Καμπάλα.
Αν δεν ήμασταν παραγωγικοί και δεν ήμασταν αυτοί που πρέπει θα μπορούσα να πω ότι κάναμε λάθος. Δεν είναι κακό να παραδεχθείς το λάθος σου. Όμως στο συγκεκριμένο παιχνίδι και με τον Λουντ που τραυματίστηκε και πήγε στο νοσοκομείο και ο Βέμερ νομίζω μετά τραυματίστηκε κι αυτός κι έγινε αναγκαστική αλλαγή... Το παιχνίδι στράβωσε, δεν πήγε καλά από την αρχή. Τώρα, μετά από τόσα χρόνια μπορούμε να πούμε ότι ναι θα ξεκινούσε ο Μπεργκ, αλλά με βάση αυτά που είχαμε από τον Μάρκους την περίοδο εκείνη δεν ήταν κάτι που θα άλλαζε τρομακτικά το παιχνίδι. Μπορεί να σημείωνε ένα γκολ...
Την προηγούμενη χρονιά με την Σταντάρ που φέραμε 0-0 πάλι χάσαμε ευκαιρίες και νομίζω έχασε μια τέτοια ο Μάρκους. Του είχα πει μετά το ματς “έπρεπε να το βάλεις γιατί η ψυχολογία σου είναι άλλη όταν έχεις κερδίσει εκτός έδρας κι άλλη με το 0-0 γιατί ο αντίπαλος αν σκοράρει στον επαναληπτικό θέλεις δυο γκολ εσύ. Αν έχεις πετύχει γκολ εκτός έδρας, εμείς ένα γκολ θα το βάζαμε στη Λεωφόρο”.
Στη Λεωφόρο, ήταν ένα παιχνίδι το οποίο με την εικόνα και την κατάσταση που βρισκόμασταν τότε, θα ήταν πολύ δύσκολο να το χάσουμε αν το ξαναπαίζαμε. Ήταν κακή η συγκυρία εκείνη την περίοδο. Έχει δοκάρι ο Νίνης στο 5ο λεπτό, στην πρώτη επίθεση που έκαναν αυτοί έβαλαν γκολ εμ τον Ντοντό που ήταν αμαρκάριστος στην περιοχή από το κόρνερ... Ήταν κάτι που ενώ είχαμε πει πριν στην οργάνωσή μας πως θα είμαστε ότι θα έπρεπε να έχει μαρκάρισμα ο Ντοντό, ο συγκεκριμένος που είχαμε βάλει ήταν εκτός περιοχής και του φωνάζαμε από τον πάγκο να πάει πάνω του... Είναι πολύ δύσκολο να βγεις και να κατηγορήσεις κάποιον παίκτη... Τότε ήταν κάτι που έγινε, δεν μπορούσαμε να το αλλάξουμε. Ισοφαρίσαμε και στο ημίχρονο είπαμε να κάνουμε τα βασικά, αυτά που ξέραμε και ένα γκολ θα το σημειώναμε και με την πίεση του κόσμου.
Στην ουσία φάγαμε ένα δεύτερο γκολ το οποίο ήμασταν εκτός θέσης... Ήταν εκνευριστικό γιατί την διαγώνια κάλυψη των μπακ τη δουλεύαμε ενάμιση χρόνο με τους συγκεκριμένους για το πως πρέπει να είναι όταν η μπάλα βρίσκεται στην απέναντι πλευρά και πως πρεπει να είναι η αμυντική λειτουργία και συμπεριφορά μας. Ήταν μια στιγμή που καθόρισε το παιχνίδι, έγινε 2-1, υπήρξε τρομερή πίεση, ισοφαρίσαμε, δεν κάναμε κάποια καλή ευκαιρία, νομίζω ο Μπεργκ προς το τέλος έχασε μια. Γενικά νομίζω ότι η λήψη αποφάσεων από εμάς τους προπονητές ή τους ποδοσφαιριστές κρίνει και αποφασίζει κάποια πράγματα που εκείνη τη στιγμή είναι πολύ δύσκολο εκείνη τη στιγμή, όταν συμβεί το μοιραίο, να το αλλάξεις. Έχοντας όμως πλήρη επίγνωση του τι ομάδα κατεβάσαμε και τι μπορούσαμε να κάνουμε, ξαναλέω ότι με τη συγκεκριμένη ομάδα αν ξαναπαίζαμε, δεν υπήρχε περίπτωση ποτέ να χάσουμε. Ήταν κακή συγκυρία τότε, έκατσε έτσι το παιχνίδι και σαν οργανισμός δεν μπορούσαμε να διαχειριστούμε την αποτυχία και ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση που ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο μετά την ΑΕΚ.
Πάντα έχεις την εμπιστοσύνη και την πίστη στον εαυτό σου γιατί αυτό πρέπει να μεταδώσεις στους παίκτες σου και νομίζω ότι η εικόνα μας μετά το ματς με την Καμπάλα, γιατί μετά παίξαμε με την Καλλονή την οποία κερδίσαμε 4-0 και είχαμε παίξει πολύ καλό ποδόσφαιρο, όλο το γήπεδο μας έβριζε δικαιολογημένα λόγω του αποκλεισμού. Από την άλλη τα παιδιά έκαναν προσπάθεια, ήταν μια κακή στιγμή... Μετά παίξαμε με τον Λεβαδειακό, στο εικοσάλεπτο ήταν 3-0, το γήπεδο μας έβριζε εν χορώ, μετά με τον Λεβαδειακό ξανά 3-0 το γήπεδο πάλι το ίδιο... Αισθανόσουν ότι υπήρχε πάντα ένα αρνητικό κλίμα. Για να εξιλεωθείς θα έπρεπε να κερδίσεις το πρωτάθλημα. Αυτό καταλάβαινα εγώ... Εκείνη τη χρονιά έπρεπε η ομάδα να πάρει το πρωτάθλημα ή το Κύπελλο. Υπήρχε τρομερή πίεση καθημερινά για τα παιδιά, το προπονητικό staff αλλά και για την ομάδα την ίδια, τον οργανισμό. Ήταν το ματς τότε στην Ξάνθη που πήγαμε και κερδίσαμε μια πολύ καλή ομάδα και δύσκολη με τον Λουτσέσκου. Εκεί δείξαμε ότι έχουμε χαρακτήρα και ότι έχουμε τα φόντα να κάνουμε κάτι καλό στη σεζόν παρά την κακή στιγμή. Μετά κερδίσαμε και τα Γιάννενα στη Λεωφόρο...
Η ομάδα έδειχνε ότι το είχε ξεπεράσει, αλλά υπήρχε η καθημερινή πίεση και γενικότερα αισθανόσουν ότι με την πρώτη στραβή θα εκραγεί η κατάσταση... Τότε συζήτησα με τον πρόεδρο και την διοίκηση, θεωρήσαμε ότι θα ήταν καλύτερο να σταματήσουμε τη συνεργασία γιατί δεν βοηθούσε κανέναν. Επήλθε το διαζύγιο...».
Oι λόγοι που δεν «στέριωσε» σε Ρόντα και Κορτράικ
«Στην Ολλανδία ο στόχος που είχε η ομάδα ήταν να παραμείνει στην κατηγορία. Η παραμονή της Ρόντα με το υλικό που είχε και τα προβλήματα που είχε κατά τη διάρκεια της χρονιάς, ήταν κάτι σαν να έπαιρνες πρωτάθλημα. Αυτό που λέω είναι πολύ δύσκολο να πεις και να εξηγήσεις πράγματα που γίνονται εκ των έσω. Απλά με τη Ρόντα συζητώντας με τον πρόεδρο τότε, στην ουσία δεν υπήρχε πλάνο. Υπήρχε ένας τεχνικός διευθυντής που έκανε όλες τις μεταγραφές του καλοκαιριού και του Ιανουαρίου, δεν υπήρχε επικοινωνία με τη διοίκηση ή τον προπονητή. Υπήρχαν οι ανάλογες απαιτήσεις από τον προπονητή. Το καλό είναι ότι υπήρχε υπομονή και σε άφηναν να δουλέψεις.
Απλά αυτό που συζήτησα τότε με τον πρόεδρο όταν με πλησίασε η Κορτράικ γιατί ήμουν στη Ρόντα και με πήραν τηλέφωνο τέλη Φεβρουαρίου, το είπα και υπήρχε ενδιαφέρον. Το συμβόλαιό μου ήταν για έναν χρόνο. Τους είπα ότι για να πρωταγωνιστήσει η ομάδα και να κάνει βήματα προς τα εμπρός θα πρέπει να οργανωθεί και να αλλάξει τη νοοτροπία της. Αν δεν αλλάξει ο τρόπος οργάνωσης, είναι πολύ δύσκολο αυτή η ομάδα με τα προβλήματα που έχει και γενικά με τον τρόπο που λειτουργεί θα ήταν δύσκολο να παραμείνει στην κατηγορία.
Μου είπε ο πρόεδρος ότι αυτό δεν μπορούσε να το αλλάξει γιατί ήταν αρκετά μεγάλο το κόστος για να διώξει κόσμο και να κάνει νέα αρχή. Του είπα με αυτές τις συνθήκες δεν μπορούσα να μείνω και θα ήταν πολύ δύσκολο η ομάδα να τα καταφέρει. Την επόμενη χρονιά υποβιβάστηκε με περισσότερη οργάνωση και μεγαλύτερο μπάτζετ, αλλά τα προβλήματα παρέμεναν. Είναι τρία χρόνια στην δεύτερη κατηγορία και είναι κρίμα για το ολλανδικό ποδόσφαιρο...
Από την άλλη, ήταν κάτι που φαινόταν ότι θα ερχόταν το μοιραίο από τη στιγμή που δεν υπήρχε οργάνωση και πλάνο...
Στην Κορτράικ ήταν μια διαφορετική ομάδα και ένα πολύ διαφορετικό πρωτάθλημα. Ανέκαθεν μου άρεσε το βελγικό πρωτάθλημα, γιατί ήταν αρκετά physical και είχε ένταση. Υπήρξαν πολλές υποσχέσεις από το board που εν τέλει δεν τηρήθηκαν. Στην πορεία είχαμε προβλήματα τραυματισμών παικτών που ήταν κομβικοί για την ομάδα. Ο ένας έπαθε χιαστούς, ο άλλος κάταγμα στον αστράγαλο, ο άλλος είχε ζημιά στους συνδέσμους, ο τέταρτος είχε κάταγμα στον ώμο, ο πέμπτος το ζυγωματικό... Όταν παίκτες κομβικοί και λειτουργικοί για την ομάδα μένουν εκτός για μεγάλο διάστημα, η ομάδα δεν είχε βάθος και δεν μπορούσε να πάρει τα αποτελέσματα. Σαν παιχνίδι, σαν προπόνηση, σαν στοιχεία, σαν τρόπος δουλειάς, έχουν ακόμα να το λένε ότι ήταν η καλύτερη προπόνηση, η καλύτερη προετοιμασία, τα παιχνίδια που έπαιζε η ομάδα ήταν τέτοια που χαίρονταν να τη βλέπουν. Έπαιζε επιθετικό ποδόσφαιρο, ήταν ανταγωνιστική. Στα πρώτα εννέα παιχνίδια του πρωταθλήματος ήταν η Κορτράικ μέσα στο top-5 σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες, καλύτερη σε πολλά παιχνίδια και από τις Άντερλεχτ και Γκενκ που ήταν ομάδες που πρωταγωνιστούν.
Κάποια στιγμή, Νοέμβριος πάλι, περίοδος εθνικών ομάδων, με παίρνει ο τεχνικός διευθυντής και μου λέει ότι θα πρέπει να σταματήσουμε τη συνεργασία γιατί η ομάδα χρειάζεται ένα ηλεκτροσόκ. Ήταν κάτι που όταν φτάνεις σε αυτή την κατάσταση, δύσκολα το γυρίζεις... Ήμασταν 11οι νομίζω... Αρχικός στόχος ήταν να μείνουμε στην κατηγορία. Αλλά τότε στο Βέλγιο είχαν απολυθεί ήδη 8 προπονητές τον Οκτώβριο ανάμεσα σε 16 συλλόγους! Ακόμα και τώρα ομάδες έχουν κάνει 2-3 αλλαγές προπονητή σε μια σεζόν. Λέμε για την Ελλάδα αλλά γίνονται και σε άλλα πρωταθλήματα και τα προσπερνάμε.
Η ομάδα ήταν προετοιμασμένη, γυμνασμένη, καλά στο τακτικό κομμάτι, τεχνικά είχαν βελτιωθεί οι παίκτες και στην πορεία φάνηκε με την επιστροφή και των τραυματιών. Η Κορτράικ έμεινε τελικά εύκολα και έφτασε μέχρι και τον ημιτελικό Κυπέλλου».
«Διαφορά νοοτροπίας σε Ατρόμητο & Ομόνοια»
«Στην Ομόνοια όταν πήγα το πρωτάθλημα είχε 12 ομάδες είχε 22 παιχνίδια στη σεζόν, ήδη είχαν παιχθεί τα 7, είχε κάνει 5 ήττες με έναν νέο επενδυτή, έναν Ισπανό προπονητή κι έναν Ισπανό τεχνικό διευθυντή. Βρισκόταν σε δεινή θέση η ομάδα και θα ήταν δύσκολο να μπει στα Play-offs και θα ήταν μεγάλη ντροπή. Όταν πήγα εκεί προσπάθησα να κάνω διαχείριση κι όχι τόσο τα στοιχεία που ήθελα. Η ομάδα είχε διαμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό, τον Ιανουάριο οι επιλογές ήταν συγκεκριμένες με τέσσερις παίκτες μόνο και προσπάθησα να οργανωθούμε γιατί αυτό ήταν το μεγάλο στοιχείο που έλειπε στην Ομόνοια. Ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε στο παιχνίδι. Δεν συμβάδιζε η φιλοσοφία της ομάδας με αυτό που έδειχνε στο γήπεδο.
Ήρθαν κάποιες νίκες, πήρε ψυχολογία η ομάδα, άρχισε να πατάει καλύτερα και μετά είχαμε ως στόχο να μπούμε στην 6άδα. Υπήρχε απουσία κινήτρου από τους παίκτες γιατί πολλοί είχαν έρθει χωρίς πίεση. Τους είχαν πει από το καλοκαίρι ότι είναι πλάνο 3ετίας και αρκετοί παίκτες 32-33 ετών πηγαίνουν στην Κύπρο και παίρνοντας καλό μισθό δεν ήταν τόσο “πεινασμένοι”.
Κάπου εκεί άρχισα να αξιοποιώ παιδιά της ακαδημίας, από τη δεύτερη ομάδα και είναι ακόμα και τώρα κάποιοι βασικοί και από τους καλύτερους παίκτες και έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους.
Όταν άρχισε η ομάδα να πατάει καλύτερα προσπάθησα να αλλάξω λίγο τη νοοτροπία και να έχει η ομάδα έναν κυπριακό κορμό γιατί υπήρχαν 6-7 Κύπριοι παίκτες που είχαν στοιχεία, αλλά τους έλειπε η κατεύθυνση και οι εμπειρίες, κυρίως στους πιο μικρούς.
Τουλάχιστον σε θέμα νοοτροπίας, σε διάθεση και σε τεχνικά χαρακτηριστικά είχαν αυτά που χρειαζόταν η ομάδα. Απλά ήθελαν βοήθεια...
Η ομάδα τερμάτισε 5η για τα Play-offs που στην αρχή φάνταζε αρκετά δύσκολο όταν ξεκίνησα... Στα Play-offs έβγαιναν οι τέσσερις ομάδες, εμείς είχαμε 12 βαθμούς διαφορά από την 4η θέση. Προσπαθήσαμε στα πρώτα παιχνίδια, πήραμε κάποια αποτελέσματα όμως όσο περνούσαν τα ματς και δεν υπήρχε ο στόχος της Ευρώπης πλέον, αποφάσισα να δώσω την ευκαιρία στα νέα παιδιά, γιατί είπαμε με τον πρόεδρο τότε και τον τεχνικό διευθυντή για να χτίσει η ομάδα ενόψει της νέας χρονιάς γιατί τα παιδιά θα ήταν το μέλλον του κυπριακού ποδοσφαίρου αλλά και θα υπήρχε ένας κορμός για την Ομόνοια.
Είχαμε συμφωνήσει για ποιότητα παικτών ό,τι δεν μας κάνει στην ομάδα να φύγει. Πράγμα που έγινε. Τελείωσε η σεζόν, είχα ακόμα ένα χρόνο συμβόλαιο αλλά είχαμε διαφορά φιλοσοφίας με τον νέο τεχνικό διευθυντή και αποφασίσαμε από κοινού να λύσουμε φιλικά τη συνεργασία μας.
Έπειτα, ήρθε ο Ατρόμητος που μου ζητήθηκε να περάσει τουλάχιστον έναν γύρο στην Ευρώπη, πράγμα που έγινε. Να μπορέσει να τερματίσει στην 6άδα, να πάει μακριά στο Κύπελλο και να βγάλει νέα παιδιά γιατί μετά τον Λημνιό δεν είχε υπάρξει άλλος ποδοσφαιριστής. Στην Ευρώπη περάσαμε τον ένα γύρο που είχε τεθεί σαν στόχος. Μπήκαν νέα παιδιά στην ομάδα, είχαμε την 4η καλύτερη επίθεση στην Super League, Κύπελλο δεν είχαμε παίξει και στο πρωτάθλημα ήμασταν 2 βαθμούς από τον ΟΦΗ που ήταν στην 6η θέση και υπήρχαν ακόμα 17-18 παιχνίδια.
Πήρε την απόφαση το κλαμπ να τερματίσει τη συνεργασία. Αυτό που έμαθα ήταν πως ήμουν το λάθος άτομο για τον Ατρόμητο και ο Ατρόμητος η λάθος ομάδα για εμένα.
Αυτό τα λέει όλα. Δεν ταίριαζε κανείς με κανέναν».
«Το καλύτερο & το χειρότερο παιχνίδι μου στον πάγκο»
«Θα έλεγα το ματς με τον Αστέρα στην Τρίπολη το 0-4 στα playoffs όπου παίξαμε χωρίς τον Μπεργκ (σ.σ. μόλις είχε επανέλθει από τραυματισμό) και Πέτριτς και για πρώτη φορά εφαρμόσαμε το 4-2-2-2 με δύο εξτρέμ και τον Κουτρουμπή αμυντικό χαφ. Στόχος μας ήταν οι Σανκαρέ και Γκοϊαν (σ.σ. δύο στόπερ του Αστέρα) να μην έχουν αντίπαλο και όταν ανέβαιναν ψηλά στο κέντρο να τους πιέζει ο Ζέκα με τον Νίνη και όταν κλέβαμε την μπάλα, οι Καρέλης, Κλωναρίδης με την ταχύτητα που είχαν να έκλειναν μέσα και σε ανοιχτό γήπεδο να χτυπησουμε και να εκμεταλλευτούμε το γεγονός ότι το αντίπαλο στόπερ θα είχε να αντιμετωπίσει δύο γρήγορους παίκτες που θα ήταν ήδη σε κίνηση με ταχύτητα.
Άλλο ένα παιχνίδι με τη Ρόντα στην έδρα του Άγιαξ. Πήγαμε 2-2, γνωρίζοντας και τ' αποδυτήρια και τη νοοτροπία του Άγιαξ δουλεύαμε όλη την εβδομάδα το παιχνίδι και το πλάνο ήταν να παραμείνουμε μέσα στο ματς μέχρι το 60' – 65' και μετά θα είχαμε τις ευκαιρίες μας. Έτσι έγινε, έγιναν και οι αλλαγές και πήραμε τον βαθμό που ήταν καταπληκτικό ειδικά για τη Ρόντα εκείνη τη στιγμή και τα προβλήματα που είχε η ομάδα.
Το χειρότερο παιχνίδι για εμένα και με πόνεσε πολύ ήταν το ματς με την Ξάνθη, ο δεύτερος ημιτελικός του Κυπέλλου στη Λεωφόρο. Ενώ είχαμε πάει 1-1 στην Ξάνθη, θα έλεγα ότι δεν το διάβασα καλά, υποτιμήσαμε τον αντίπαλο, θεωρήσαμε ότι θα ήταν πιο εύκολο στη Λεωφόρο... Άργησα να κάνω αλλαγές γιατί ο Μέντες είχε φάει κίτρινη κάρτα αλλά ήταν εκτός κλίματος και είχα σηκώσει τον Λαγό για να τον κάνω αλλαγή και εκείνη τη στιγμή τρώει την κόκκινη ο Μέντες. Δυο λεπτά νωρίτερα να είχα κάνει την αλλαγή δεν θα ερχόταν η δεύτερη κάρτα και θα παίζαμε 11-11. Και με αποκορύφωμα στο 85' έχω σηκώσει τον Τριανταφυλλόπουλο για να παίξουμε με τρία στόπερ να κλειδώσουμε το σκορ αφού με το 0-0 περνούσαμε μετά το 1-1 του πρώτου ματς και δεχόμαστε το γκολ με τον Βασιλακάκη. Αυτές οι δύο αλλαγές μας στέρησαν την περίοδο εκείνη τη δυνατότητα να διεκδικήσουμε πάλι έναν τίτλο γιατί βάσει της εικόνας μας στο δεύτερο μισό του πρωταθλήματος αν πηγαίναμε τελικό πάλι θα είχαμε πολλές πιθανότητες να το πάρουμε. Στα Play-offs τότε παίζαμε καταπληκτικό ποδόσφαιρο. Αυτό το ματς ήταν το πιο άσχημο τακτικά».
«Μίλησα τον Οκτώβριο με τον Παναθηναϊκό, αλλά δεν προχώρησε»
«Κάποια στιγμή όταν έφυγε ο Πογιάτος δέχθηκα τηλεφώνημα από άνθρωπο του Παναθηναϊκού αλλά δεν έγινε κάτι άλλο. Τη δεύτερη φορά που γράφτηκε δεν έγινε τίποτα. Καλύτερα να μη διαβάζεις μερικές φορές γιατί δεν ισχύουν... Για την αγωνιστική εικόνα υπήρξε ένα δύσκολο ξεκίνημα και μια προσπάθεια να εφαρμοστεί μια νέα φιλοσοφία, τουλάχιστον με βάση αυτά που ακούγονταν.
Σαν εικόνα στο γήπεδο, δεν έβγαζε κάποια πράγματα ο Παναθηναϊκός στην αρχή, αυτό που ήθελες και περίμενες...Ίσως να είχε να κάνει και με την προσαρμογή του προπονητή, διαφορετική γλώσσα, διαφορετική κουλτούρα, εμπειρία, διάφορα πράγματα...
Μετά πήραν προπονητή σε πολύ διαφορετικό μοντέλο που παίζει πιο πολύ για το αποτέλεσμα και τίποτα άλλο. Στην κατάσταση που βρισκόταν η ομάδα ήταν το πιο σημαντικό να πάρει τα αποτελέσματα που ήθελε η ομάδα. Από εκεί και πέρα ήρθαν αποτέλεσμα, έχτισε ψυχολογία, στην ουσία ο μεγαλύτερος στόχος που ήταν το Κύπελλο χάθηκε αφού έμεινε έξω και δεν μπορεί να διεκδικήσει τίτλο η ομάδα...Τώρα, για τη φιλοσοφία θεωρώ ότι ο Μπόλονι ξέρει, είναι χρόια στο ποδόσφαιρο και έχει συγκεκριμένη φιλοσοφία.
Τώρα έχει να κάνει με το κλαμπ τι θέλει και το κυριότερο αν το αντιπροσωπεύει η ταυτότητα που έχει αυτή τη στιγμή ο Παναθηναϊκός και αν θα συνεχίσει με αυτή τη φιλοσοφία στο μέλλον ή θα αλλάξει και πάλι. Γιατί το πιο σημαντικό είναι να υπάρχει ένα πλάνο, που πηγαίνουμε και τι θέλουμε...
Ο κάθε προπονητής έχει δική του φιλοσοφία. Πιστεύω ότι είναι δύσκολο να πεις κάποιον. Προσωπικά μου αρέσει ο Γκουαρδιόλα για το επιθετικό ποδόσφαιρο. Είχα πάει στη Μπαρτσελόνα όταν έφυγα από τον Παναθηναϊκό την περίοδο που ήμουν βοηθός του Τεν Κάτε, κάθισα μια εβδομάδα να δω προπονήσεις και τον τρόπο λειτουργίας του κλαμπ.
Υπάρχουν προπονητές όπως ο Αντσελότι που κάνει διαχείριση παρά προπόνηση. Υπάρχει ο Μουρίνιο με έμφαση στην οργάνωση και την άμυνα και περισσότερο στο πόσο συμπαγής θα είναι στις στατικές φάσεις και πως θα βγαίνεις στην κόντρα επίθεση.
Από κάθε προπονητή προσπαθείς να πάρεις στοιχεία. Εγώ αυτό που έκανα πάντα και προσπαθώ είναι να ταξιδεύω κι όταν δεν δουλεύω να βλέπω προπονητές, προπονήσεις, να βλέπω φιλοσοφία και τρόπο λειτουργίας και στην ουσία να προσπαθώ να βάλω κομμάτια στη φιλοσοφία μου που πιστεύω ότι ταιριάζουν και στην εκάστοτε ομάδα που είσαι. Αν είσαι σε μια κορυφαία ομάδα που θέλει να πρωταγωνιστήσει, οι απαιτήσεις από τους παίκτες και προς εκείνους είναι διαφορετικές. Αλλιώς είναι σε μια μικρομεσαία ομάδα που παλεύει να σωθεί στην κατηγορία...
Είναι εντελώς διαφορετικές οι προσεγγίσεις να κερδίσεις 7-8 παιχνίδια και να πάρεις άλλες 6-7 ισοπαλίες και να μείνεις στην κατηγορία. Μου ταιριάζει περισσότερο το κυρίαρχο επιθετικό ποδόσφαιρο με τακτική ισορροπία που μου αρέσει πάρα πολύ. Να μπορείς να “πνίγεις” τον αντίπαλο με την κατοχή μπάλας και το επιθετικό ποδόσφαιρο και τις κινήσεις ανάμεσα στις γραμμές κι όταν χάνεις τη μπάλα να πρεσάρεις αμέσως για να την πάρεις πάλι.
Τώρα με τον κορονοϊό δεν ξέρω πως μπορεί να είναι τα πράγματα, μιλώντας όμως με τον Ρόναλντ Κούμαν έχω προγραμματίσει, όταν γίνουν πιο ελαστικά τα πράγματα, ανάλογα με το πρόγραμμά του θα περάσω κάποιες μέρες εκεί να δω τον τρόπο δουλειάς και κάποια πράγματα που θα μπορέσουν να με εξελίξουν και να με βοηθήσουν».