Σόκρατες: Εσύ, ο αντί-σταρ!
Γράφει ο Αλέξανδρος Στεργιόπουλος
Το ποδόσφαιρο και ο λαός του, το ποδόσφαιρο και ο φιλόσοφος του. Το ποδόσφαιρο. Η Δημοκρατία. Συνεχίζοντας, επιστρέφοντας, σταματώντας μπροστά στην αντανάκλαση της πέτρας διαβάζουμε: Από τον λαό, για τον λαό.
Το ζήτημα, το πρόσωπο, δεν είναι αθλητικό, δεν είναι κοινωνικό, δεν είναι πολιτικό, είναι όλα αυτά μαζί και κάτι παραπάνω, ένας φιλόσοφος: Ο Σωκράτης και ο Σωκράτης, ο Socrates και ο Socrates! Σε μια σφαίρα πάνω αμφότεροι ισορρόπησαν, στοχάστηκαν, έδρασαν. Η Γη και η μπάλα, ο άνθρωπος και οι άνθρωποι. Ο άνθρωπος του Σωκράτη και οι άνθρωποι του Σόκρατες.
Η φιλοσοφία στη γη και ο λαός στο άθλημα του, το ποδόσφαιρο. Σοφία και ορθοί στεκόμαστε να την ακούσουμε, να τη δούμε… Γι’ αυτόν που μελέτησε την ηθική ουσία, το “ένα ξέρω ότι τίποτα δεν ξέρω” υπήρξε βάση της λογικής του. Γι’ αυτόν που παρακολούθησε τη “στρογγυλή θεά” να κυλά, βάση της λογικής του ήταν το ερώτημα “γιατί γυρίζει;”.
Η απάντηση ήταν απλή και δυσβάσταχτη, το βάρος όμως ήταν έτοιμος να το σηκώσει και να μοιράσει τον πόνο του σε όλους τους αγνούς και έντιμους ανθρώπους. Ο Σόκρατες αγάπησε τη σοφία του λαϊκού αθλήματος και πολέμησε τους δοκησίσοφους, τους εξυπνάκηδες.
Κι αν η θεμελιώδης ερώτηση είναι “γιατί γυρίζει;”, η απάντηση κατά Σόκρατες είναι “γιατί έτσι πρέπει”.
Έπαιζε για το θαύμα του Δαυίδ
Η μπάλα γυρίζει και ο κόσμος κινείται, ο κόσμος δικαιώνεται σε πλατείες, αλάνες και γήπεδα, εκεί που δεν αναστενάζει μόνο η Ελλάδα αλλά κάθε τόπος. Το ποδόσφαιρο παθιάζει, κινητοποιεί, προβληματίζει, συναρπάζει, εκτονώνει, ενώνει, διατρανώνει την αντίσταση του λαού στην ψευτιά, το πάθος, εντοπίζει την ανυπόκριτη συγκίνηση και το θαύμα του Δαυίδ.
Ο Σόκρατες είχε έναν σκοπό, να μεταδώσει το μήνυμα της Θεάς και να αφαιρέσει το δηλητήριο απ’ αυτήν και από τα μυαλά των ανυποψίαστων ανθρώπων. Και ποιο το καταραμένο υγρό που καίει σωθικά και συνειδήσεις: το χρήμα, το κέρδος.
Δύσκολη η αποστολή του και δεν μπορείς να πεις ότι έμεινε αλώβητος. Δεν έμεινε, όμως έδειξε ότι οι φίλαθλοι, οι παίκτες, το ίδιο το σπορ, πρέπει να είναι καλά καλυμμένοι στα πόδια και στην καρδιά, εκεί που δαγκώνουν τα φίδια, οι κερδοσκόποι, οι ξεπουλημένοι, οι τύποι με τα λευκά κολάρα. Για τον Σόκρατες η αμεσότητα και ο αταξικός χαρακτήρας του ποδοσφαίρου έπρεπε να είναι πάνω απ’ όλα. Αν το κέρδος ήταν και είναι ανυποχώρητο, το ισοδύναμο του έπρεπε –και πρέπει- να είναι το τρίπτυχο Ελευθερία-Ισότητα-Αδελφοσύνη.
Ναι, το σύνθημα της Γαλλικής Επανάστασης και ναι, το ποδόσφαιρο είναι Επανάσταση. Ο Σόκρατες, λοιπόν, μόχθησε για τον ήλιο της δικαιοσύνης του ποδοσφαίρου και για την αέναη κίνηση της μπάλας. [Ακολουθεί σύντομη μυθοπλαστική παρέκβαση, άτυπο υστερόγραφο]. Βλέποντας τα όσα έγιναν με την ESL κάπως έτσι θα ήταν η αντίδραση του: “Βρε δεν πάτε στο διάολο!…”
Με το πύρωμα στα πόδια
Ο Σόκρατες χόρεψε με τον διάβολο, πέρασε τα πύρινα όρια της επικράτειας του και με το πύρωμα στα πόδια στάθηκε όρθιος και πέταξε τις φωτιές του στη μεγαλύτερη σκηνή του (ποδοσφαιρικού) κόσμου, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982. Η αρχή σε ισπανικό έδαφος, στα μισά του βίου του. Εκεί όσα ποδοσφαιρικά ήθελε να δείξει. [Όσα δεν ήθελε ακολουθούν στο απέραντο γήπεδο της λευκής σελίδας]
Το ατελεύτητο έργο που ονομάζεται “Σόκρατες” πουλήθηκε μία φορά, στη χώρα των Γκόγια, Πικάσο, Νταλί. Τυχαίο; Μπορεί. Μοναδικό και ανεκτίμητο σίγουρα. Ο Σόκρατες έριξε τη βαριά πανοπλία της επίθεσης του εξεγερμένου εαυτού και εξέθεσε τον εαυτό στον κόσμο. Για λίγες μέρες η τέρψη του κοινού είχε τον πρώτο λόγο και το 1982 όλοι κατάλαβαν ότι ο φιλόσοφος του ποδοσφαίρου δεν ήξερε τίποτα, αλλά έβλεπε τα πάντα! Οι γραμμές και τα χρώματα, τα βλέμματα, τα σώματα, έλιωναν και το κάμα του ισπανικού θέρους έσκαγε σαν ανοιξιάτικο, δροσερό, αεράκι. Το εικαστικό τόλμημα του Σόκρατες αγγίζει αυτό του Βαν Γκογκ με τον πίνακα “Οι κόκκινοι αμπελώνες κοντά στην Αρλ”. Το εν λόγω είναι το μοναδικό που πούλησε ο Ολλανδός και το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 είναι το μοναδικό που είδε ο κόσμος τον ποδοσφαιριστή Σόκρατες, αυτός, η μπάλας και ο κόσμος!
Ο Σόκρατες θα μπορούσε να είναι το λογότυπο, η εικόνα-ταυτότητα εκείνης της διοργάνωσης. Ο ψηλός οργανωτής με τα μούσια και το κοντό σορτσάκι, αυτός στον οποίο η χάρη δόθηκε και την επέστρεψε σχεδόν άκοπα. Δεν κουράστηκε να υπηρετεί το ταλέντο (του) και αυτό τον ακολούθησε. Έγινε επαγγελματίας στα 20 και ο λόγος που διάλεξε το ποδόσφαιρο αντί την ιατρική ήταν το Παγκόσμιο Κύπελλο. Γι’ αυτό και προετοιμάστηκε όπως δεν το είχε ξανακάνει. Άφησε το ποτό, τις κακοτοπιές, γυμνάστηκε εντατικά και την ώρα των μεγάλων αγώνων ήταν σε άριστη κατάσταση. Εξέπληξε τους συμπαίκτες του, άπαντες όμως κατάλαβαν ότι μέσα του υπήρχε ένας αθλητής και ένας μαέστρος του “Όμορφου Παιχνιδιού”. Η Βραζιλία του 1982 είναι η απεικόνιση του “οργανωμένου χάους” με οργανωτή τον ψηλό γενειοφόρο. Καθένας ελεύθερος να παίξει όπως θέλει, αρκεί να ικανοποιεί ορισμένες σταθερές του παιχνιδιού. Εκείνη η ομάδα, εκείνος ο Σόκρατες, πήγαν πέρα από το “Απόλυτο Ποδόσφαιρο” των Ολλανδών και έφτασαν μια ανάσα από τα ημιτελικά. Στο ματς που έδινε το εισιτήριο για τους “4” η Ιταλία δεν χάθηκε στο βραζιλιάνικο χάος και πήρε την πρόκριση κερδίζοντας 3-2. Παρ’ όλα αυτά, η απόδοση, η πορεία, των Βραζιλιάνων σε εκείνο το τουρνουά ήταν ένας ατελείωτος οργασμός που ξεκίνησε με γκολ του Σόκρατες. Η εικόνα καταναλώθηκε, εντυπώθηκε και βρήκε θέση στον χρόνο και στη μνήμη. Ο Σόκρατες –για λίγο- έγινε σούπερ σταρ.
Αδειανές τσέπες, ήσυχες τσέπες!
Ο Σόκρατες έπινε, κάπνιζε, σκεφτόταν. Τίποτε όμως από τα τρία δεν τον κάνει να διαφέρει από τον σωρό. Ο αγωνιστής του ποδοσφαίρου έγινε τέτοιος επειδή αντιστάθηκε και στο ποτό και στο τσιγάρο και στη σκέψη!
Πώς τεκμαίρεται αυτό; Επειδή ο Σόκρατες δεν έγινε ποτέ μέρος της επικρατούσας τάσης, δεν έπεσαν από τις τσέπες του ανίερα μέταλλα και χαρτιά που αγκυλώνουν. Για τον Σόκρατες, το τρίπτυχο ζωής ήταν μέρος του μοναδικού και ιερού σκοπού της μπάλας. Αν αυτή έπρεπε να γυρίζει γιατί έτσι επικοινωνούσε με τον κοινό, αυτός έτσι έπρεπε να συστήνεται και να αντιδρά απέναντι της. Έπινε, κάπνιζε, σκεφτόταν, όχι γι’ αυτό που έβλεπε ή γι’ αυτό που οι άλλοι έβλεπαν ή ήθελαν να δουν, αλλά γι’ αυτό που σταματούσε μέσα και δίπλα του.
Ο Σόκρατες πάσχιζε να κρατήσει “ζωντανή” την μπάλα, τα παιδιά στο γήπεδο και αυτά στην κερκίδα. Η μπάλα πρέπει να γυρίζει για τους αθώους και τους έντιμους, αυτούς που έχουν καρδιά μικρού παιδιού και η συμπεριφορά του Σόκρατες εκεί στόχευε. Αν έπινε, το έκανε και για το ποδόσφαιρο. Αν κάπνιζε, το έκανε και για το ποδόσφαιρο. Αν σκεφτόταν, το έκανε και για το ποδόσφαιρο, για τη χαρά και τη δικαιοσύνη του παιχνιδιού.
Ο Σόκρατες δεν έβλεπε ψηφία, αριθμούς τραπεζικών λογαριασμών, μισθούς και “ιερούς” χώρους συμμόρφωσης και υποταγής. Ο χώρος της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης ήταν ο χώρος που έψαχνε, χώρος που δεν περιοριζόταν σε τέσσερις γραμμές, δίχτυα, πριμ και διαφημίσεις.
Ο πρωτότοκος γιος μιας φτωχής οικογένειας ενταγμένης στο κομμουνιστικό κίνημα της Βραζιλίας. Ο ίδιος έλεγε πως θυμάται τον πατέρα του να καίει τα βιβλία των μπολσεβίκων μόλις έγινε το πραξικόπημα της στρατιωτικής χούντας.
Η συγκεκριμένη πολιτική-κοινωνική αντίληψη οργάνωσε διαφορετικά από το αναμενόμενο τις προτεραιότητες του. Σε αντίθεση με αρκετούς ποδοσφαιριστές που κατάφεραν να βγουν από τη φτώχεια εξαιτίας της μπάλας, ο πρώτος σταθμός –διέξοδος- της ζωής του ήταν η αποφοίτηση από την Ιατρική. To 1974 υπογράφει επαγγελματικό συμβόλαιο με την Μποταφόγκο και το 1978 θα πάρει μεταγραφή για την Κορίνθιανς ενώ συνεχίζει τις μεταπτυχιακές σπουδές στην αθλητιατρική.
Το ξεκίνημα στην Κορίνθιανς δεν ήταν ιδανικό. Η άρνηση του να πανηγυρίζει έντονα τα γκολ του προκάλεσε δυσφορία στους οπαδούς του συλλόγου. Οι υποστηρικτές διαμαρτυρήθηκαν στο πρόεδρο και αυτός προσπάθησε να… συνετίσει τον Σόκρατες. Μετά απ’ αυτό πανηγύριζε, μόνο που επρόκειτο για πανηγυρισμό-παρωδία [σ.σ έπεφτε στα γόνατα και ύψωνε τα χέρια στον ουρανό].
Γρήγορα η σχέση του με τους οπαδούς αποκαταστάθηκε και έγινε παίκτης-σημαία του συλλόγου, κυρίως λόγω της εξωαγωνιστικής του δράσης. Η Κορίνθιανς ήταν η εργατική ομάδα του Σάο Πάουλο που ιδρύθηκε από ομάδα μεταναστών εργατών το 1910, μια εποχή που το ποδόσφαιρο ήταν ελιτίστικο άθλημα και παιζόταν από απογόνους Βρετανών ή από κόσμο που εργαζόταν σε βρετανικές εταιρείες.
Ο Σόκρατες -σ’ αυτό πλαίσιο- δεν δυσκολεύτηκε να δημιουργήσει την “Democracia Corinthiana” (Δημοκρατίας της Κορίνθιανς). Με υπόβαθρο την αριστερή βάση των φιλάθλων και τη φιλελεύθερη διοίκηση, ο Σόκρατες και οι συμπαίκτες του θέσπισαν ένα διαφορετικό σύστημα διοίκησης του συλλόγου που προέβλεπε ψηφοφορία για κάθε απόφαση: από την ώρα του γεύματος μέχρι την πρόσληψη ή την απόλυση κάποιου ανθρώπου. Στη διαδικασία συμμετείχαν όλοι οι εργαζόμενοι στο σύλλογο και κάθε ψήφος είχε την ίδια βαρύτητα (από τον φροντιστή μέχρι τον πρόεδρο).
Απέναντι στο κυρίαρχο αντιπαράδειγμα
Η “Democratia Corinthiana” δεν περιορίστηκε στα εσωτερικά του ποδοσφαιρικού συλλόγου. Πολύ συχνά οι παίκτες της Κορίνθιανς τύπωναν στις φανέλες τους, αντί για χορηγούς, πολιτικά μηνύματα υπέρ της δημοκρατίας (η Βραζιλία ήταν τότε υπό στρατιωτικό καθεστώς), ενώ κάποιες εμφανίσεις είχαν τα νούμερα και τα γράμματα αναποδογυρισμένα σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το καθεστώς και την κοινωνική κατάσταση. Το 1982 η “Τιμάο” κατακτά το πρωτάθλημα Παουλίστα.
Στο τελευταίο παιχνίδι οι ποδοσφαιριστές φορούν φανέλα με τη λέξη “δημοκρατία” στην πλάτη. Ο Σόκρατες είχε δηλώσει για το γεγονός: “Ίσως ήταν η πιο τέλεια στιγμή που έχω βιώσει. Είμαι σίγουρος πως ισχύει το ίδιο για το 95% των συμπαικτών μου. […] Οι πολιτικές νίκες μου είναι πιο σημαντικές απ’ αυτές ως επαγγελματίας παίκτης”. Παρά τις πιέσεις του στρατιωτικού καθεστώτος, που απειλούσε με σκληρές συνέπειες, την τριετία 1982-84 ηχούσε παντού το σύνθημα “νίκη ή ήττα, αλλά πάντα δημοκρατικά”. Η Κορίνθιανς κατακτά τον πολιτειακό τίτλο το 1982 και το 1983 αποπληρώνοντας όλα τα χρέη της και δημιουργώντας σημαντικό αποθεματικό.
Το 1984 ο Σόκρατες είναι θρύλος στη Βραζιλία. Η κατάσταση στη χώρα είναι έκρυθμη. Σε πολιτική συγκέντρωση, μπροστά σε ενάμιση εκατομμύριο κόσμο, παίρνει το μικρόφωνο και αποθεώνεται όταν υπόσχεται πως θα απορρίψει κάθε πρόταση μεταγραφής από την Ιταλία εάν η Βουλή περάσει τη συνταγματική αναθεώρηση που προέβλεπε μεταξύ άλλων ελεύθερες εκλογές. Η συνταγματική αναθεώρηση δεν έγινε και η μεταγραφή πραγματοποιείται.
Συμφωνεί με τη Φιορεντίνα για τη σεζόν 1984-85 όμως ο τόπος δεν τον χωρά. Η νοοτροπία του ατομισμού, του κυνισμού και της αποκόμισης κέρδους είναι πιο ισχυρή από την ανθρωπιστική, συλλογική, κοινωνικά ευαίσθητη που ασπάζεται ο Σόκρατες. Η στρατιωτική πειθαρχία λιώνει την ελευθερία και την προσπάθεια του να φτιάξει τη “Democracia Fiorentina”. Το χάσμα είναι αγεφύρωτο και ένα χρόνο μετά θα επιστρέψει στην πατρίδα του. Καταλαβαίνει ότι το σύγχρονο επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν δέχεται ανθρώπους σαν αυτόν.
Το κοινό θα τον δει να πραγματοποιεί ελάχιστες εμφανίσεις αργότερα. Οι Φλαμένγκο, Σάντος, Μποταφόγκο θα καλύψουν το διάστημα 1986-89 και λίγο πριν τελειώσει η δεκαετία του ’80 (1989) η καριέρα του ουσιαστικά θα λάβει τέλος. Τυπικά θα γίνει το 2004 (!) στα γήπεδα της Αγγλίας. Το άλμα στον χρόνο και στη λογική κρίνεται φυσιολογικό στην περίπτωση του. Στα 50 του θα παίξει για λογαριασμό της Γκάρφορθ Τάουν, ημιεπαγγελματική ομάδα η οποία αγωνιζόταν στη “Northern Counties East League”.
Ο ιδιοκτήτης-προπονητής, τότε, της ομάδας, ο Σάιμον Κλίφορντ τον πείθει κι αυτός από αληθινή περιέργεια κάνει το μεγάλο ταξίδι. Αναζητούσε νέες εμπειρίες και τα χρήματα δεν τον ενδιέφεραν. Στις 20 Νοεμβρίου 2004 θα αγωνιστεί 12 λεπτά, ως αλλαγή, στο ματς εναντίον της Τάντκαστερ Άλμπιον. Συνέχεια δεν υπήρξε, μια και ο Κλίφορντ δεν μπορούσε να δεχθεί ότι παίκτης της ομάδας πριν τον αγώνα κατανάλωνε μπίρες και κάπνιζε τσιγάρα.
Ο Σόκρατες γέμιζε το γήπεδο με το παράστημα του, με το αρχοντικό του στιλ, με τα “τακουνάκια” του, με την προσωπικότητα του. Στην περίπτωση του –μοναδική- πραγματικά δεν έχουν σημασία οι τίτλοι και οι διακρίσεις. Ο Σόκρατες αγάπησε το άθλημα, τη λαϊκότητα και την αμεσότητα του, τη δημοκρατία του και την ελευθερία του. Αγωνίστηκε γι’ αυτά και πέτυχε την κατάργηση των διαστάσεων και των περιορισμών.
Επέστρεψε το άθλημα στον λαό και εδραίωσε στις συνειδήσεις το πιο ισχυρό παράδειγμα απέναντι στο κυρίαρχο αντιπαράδειγμα, τον καπιταλισμό. Κι αν η αντίδραση επιμένει να ορίζει το ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι, το βλέμμα και το κασκόλ ξέρουν που να ακουμπήσουν, ξέρουν ότι όσο γυρίζει η μπάλα ο Σόκρατες θα σκέφτεται, ο Σόκρατες θα υπάρχει! “Έφυγε” για τ’ αστέρια στις 4 Δεκεμβρίου 2011.
H πρωτοποριακή πλατφόρμα της bwin σε περιμένει με νέες λειτουργίες! |21+
Πηγές
-“Βιρτουόζος της μπάλας και του αγώνα ή απλώς Σόκρατες Μπραζιλέιρο Σαμπάιο ντε Σόουζα Βιέιρα ντε Ολιβέιρα” [eksegersi.gr]
-“World Cup icons: Smoker, drinker, thinker Socrates gets himself in shape-but suffers in Spain (1982) [fourfourtwo.com]
-“When Socrates played for Garforth and had two beers and three smokes as a warm-up” [thesportsman.com]