Μέμφις Ντεπάι, το λιοντάρι που διαδέχθηκε τον Μέσι

Μέμφις Ντεπάι, το λιοντάρι που διαδέχθηκε τον Μέσι

Ο Σίμπα έχασε τον πατέρα του, Μουφάσα, με τραγικό τρόπο. Ο θείος του Σκαρ, ο οποίος εποφθαλμιούσε τον θρόνο του, τον εξαπάτησε και τον έκανε να πιστέψει ότι αυτός ευθυνόταν για τον θάνατο του Μουφάσα.

bwin sponsred

Αφού αυτό – εξορίστηκε για πολύ καιρό, αφού βρήκε καταφύγιο στο «Hakuna Matata» (κάτι σαν το «δεν βαριέσαι αδελφέ» της ζούγκλας), ο Σίμπα ωρίμασε. Ενηλικιώθηκε (σε… λιονταρίσια χρόνια) και επέστρεψε για να πάρει πίσω τον θρόνο που του άνηκε. Για την διαδρομή του, ο Σϊμπα, ο αξέχαστος «Βασιλιάς των Λιονταριών» του εργοστάσιου ονείρων του Γουολτ Ντίσνεϊ, είναι το είδωλο του Μέμφις Ντεπάι!

Το έχει πει σε παλαιότερη συνέντευξή του, το επιβεβαιώνει με το τεράστιο τατουάζ ενός λιονταριού που καλύπτει όλη του την πλάτη και, για το οποίο, χρειάστηκε να μείνει 24 ώρες στο κρεβάτι. Ο τίτλος της βιογραφίας του, βεβαίως, δεν θα μπορούσε να μην έχει παρόμοιο μοτίβο: «Καρδιά ενός λιονταριού».

Ο Ολλανδός επιθετικός, στα 27 του χρόνια, βιώνει την πιο ώριμη και παραγωγική περίοδο της καριέρας του. Με την φανέλα της εθνικής του ομάδας, στο επιβλητικό 6-1 επί της Τουρκίας για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου, σημείωσε χατ – τρικ και έφτασε τα 33 γκολ ως Οράνιε. Όσα, δηλαδή, είχε πετύχει κάποιος… κύριος ονόματι Γιόχαν Κρόιφ.

Ιπτάμενος όπως και ο Γιόχαν, δεν δείχνει να τον βαραίνει η ταμπέλα (τόνων) του «διαδόχου του Μέσι» στην Μπαρτσελόνα. Ξεχωρίζει σαν τη μύγα μέσα στο γάλα στο «Καμπ Νόου», το οποίο έχει ήδη βρει το νέο του είδωλο στο πρόσωπο ενός ποδοσφαιριστή που, όπως λέει εύστοχα ο ίδιος, «ο Θεός μου έδωσε ένα ταλέντο για να διασκεδάζω και να ψυχαγωγώ τους υπόλοιπους».

Το κάνει μέσα στο γήπεδο με τις ντρίμπλες, τις κάθετες πάσες, τα εξαιρετικά του χτυπήματα και την ατελείωτη κίνηση. Το κάνει και έξω από αυτό, με την φωνή του. Από μικρός, έβγαζε χαρτζιλίκι ραπάροντας σε μαγαζιά του Μούρντρεχτ, ένα χωριό με λιγότερους από δέκα χιλιάδες κατοίκους. Πλέον το κάνει (σχεδόν) επαγγελματικά για εκατομμύρια χρήστες του Διαδικτύου, αφού έχει βγάλει ένα άλμπουμ και πολλά σινγκλς. Όχι για να βγάλει χρήματα, δεν τα έχει ανάγκη. Αλλά για να εκφράζεται, να μοιράζεται τα εσώψυχά του με τον έξω κόσμο.

image

Εις το όνομα του παππού

Στο πίσω μέρος της φανέλας του γράφει «Memphis» και όχι «Depay». Μέμφις, όπως μια από τις αμερικανικές πόλεις όπου οι Γκανέζοι πρόγονοί του πάλευαν για την επιβίωση ως σκλάβοι. Και όχι Ντεπάι, γιατί του θυμίζει την εγκατάλειψη, την ορφάνια.

Σε ηλικία τεσσάρων ετών, ο πατέρας του, Γκανέζος Ντένις Ντεπάι, παράτησε τον ίδιο και την μητέρα του, Κόρα, αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στην ζωή και την ψυχή του μικρού Μέμφις. «Δεν θα τον συγχωρέσω ποτέ» έχει ξεκαθαρίσει ο ποδοσφαιριστής, αν και εσχάτως φαίνεται πως έβαλε νερό στο κρασί του.

Η μητέρα του βρήκε σύντομα έναν άλλο σύντροφο, αλλά η επιλογή της αποδείχθηκε εφιαλτική για τον Μέμφις. Ο πατριός του είχε ήδη δέκα παιδιά (!) από προηγούμενο γάμο. Και, όταν ο Ντεπάι (συγνώμη, Μέμφις…) άρχισε να ξεχωρίζει με την μπάλα στα πόδια, η ζήλια των υπολοίπων μετατράπηκε σε βάσανο.

Τον φώναζαν «μαϊμού», του τραβούσαν τα αυτιά με πένσα (!), του έκαναν το βίο αβίωτο. «Εκείνη την εποχή έμαθα να επιβιώνω. Η απελευθέρωσή μου ερχόταν παίζοντας μπάλα» θυμάται σχετικά. Σαν να μην έφτανε αυτό, η μοίρα, για άλλη μια φορά, φέρθηκε σκληρά στην Κόρα.

bwin

Την μητέρα του Μέμφις την παράτησε και αυτός ο άνδρας, με αποτέλεσμα να χρειαστεί νοσηλεία σε ψυχιατρική κλινική για λίγους μήνες. Ο πιτσιρικάς, από την πλευρά του, βρήκε καταφύγιο στην ραπ, αλλά κυρίως στο ποδόσφαιρο, για χάρη του οποίου άλλωστε άφησε (για λίγο) στην άκρη την αγάπη του για την μουσική.

Ο παππούς του, ο πατέρας της Κόρα, του στάθηκε σαν πατέρας, ειδικά την εποχή που νοσηλευόταν η κόρη του. Του εμφύσησε την αγάπη για την μπάλα, τον βοήθησε στα πρώτα του βήματα και ο Μέμφις του χρωστάει αιώνια ευγνωμοσύνη. Κάθε του γκολ είναι αφιερωμένο σε εκείνον, ο οποίος έφυγε από την ζωή μια ημέρα πριν από τα 15α γενέθλια του εγγονού του.

«Μου έδωσε πολλή δύναμη και με φρόντισε. Πάντα θα τον φυλάω στην καρδιά μου» λέει για τον παππού ένα χαρισματικό ταλέντο που έκανε το «μπαμ» στη Σπάρτα Ρότερνταμ, ενσωματώθηκε στο φυτώριο της Αϊντχόφεν στα δώδεκα του χρόνια και στα 17 του είχε ήδη κάνει ντεμπούτο με την πρώτη ομάδα της PSV, πανηγυρίζοντας και την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Κ17 με την Ολλανδία.

Ο παππούς του, παρ’ ότι φίλαθλος του Άγιαξ, τον είχε συμβουλέψει να μπει στα τμήματα υποδομής της Αϊντχόφεν και δεν το μετάνιωσε. Λόγω των προβληματικών παιδικών του χρόνων, ο σύλλογος έβαλε δίπλα του από νωρίς έναν life coach, για να τον καθοδηγεί και να τον συμβουλεύει. Μέχρι σήμερα, οι δυο τους παραμένουν πολύ καλοί φίλοι.

bwin - To Αμερικανικό Όπεν παίζει εδώ με ειδικά για κάθε πόντο. |21+

image

Η (βαριά) φανέλα με το «7»

«No Love» (όχι αγάπη) είναι το τραγούδι του που έχει περισσότερα «χτυπήματα» στις streaming πλατφόρμες. Ο ίδιος, όμως, έχει και μοιράζει πολλή αγάπη. Στην μητέρα του, στην ραπ, στα τατουάζ, στα λιοντάρια (έχει ως κατοικίδιο έναν τιγρολέοντα), στον Θεό («η πίστη μου δίνει εσωτερική ειρήνη»). Και, πάνω απ’ όλα, στο ποδόσφαιρο.

Παρά τις εκκεντρικότητές του, παρ’ ότι φοράει χρυσαφικά αξίας εκατό χιλιάδων ευρώ και μοιάζει περισσότερο με ράπερ απ’ ότι με ποδοσφαιριστή, είναι αφοσιωμένος στην μπάλα. Και αυτή η αφοσίωση του έκανε δυνατή μια μεταγραφή – ζωής στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, όταν τον ήθελε η… μισή (και βάλε) Ευρώπη.

Ο Λουίς Φαν Χάαλ, ο προπονητής με τον οποίο πέτυχε το πρώτο του μουντιαλικό γκολ το 2014 (και, βεβαίως, το τίμησε με τα ανάλογα τατουάζ στο κορμί του), ήταν αυτός που τον σημάδεψε περισσότερο. Τον πήρε μαζί του στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, έναν χρόνο αργότερα. Και, μάλιστα, δεν δίστασε να του δώσει την (βαριά) φανέλα με το «7». Αυτή που φόρεσαν ο Τζορτζ Μπεστ, ο Μπράιαν Ρόμπσον, ο Ερίκ Καντονά, ο Ντέιβιντ Μπέκαμ και ο Κριστιάνο Ρονάλντο.

Ήθελε να «καταπιεί» τον κόσμο και έλεγε ότι στόχος του ήταν να γίνει το νούμερο ένα. Ποτέ, όμως, δεν βρήκε την θέση του στο «Ολντ Τράφορντ». Οι απαιτήσεις ήταν πολλές, ο ρυθμός απίστευτα υψηλός και σκληρός και, στα 21 του χρόνια, ο Μέμφις ένιωθε να πνίγεται. Η αποχώρηση του Φαν Χάαλ τον αποτελείωσε, αφού ο διάδοχος του Ολλανδού, ο Ζοσέ Μουρίνιο, δεν τον πίστεψε ποτέ. Μετά από ενάμισι χρόνο γεμάτο σκαμπανεβάσματα, βρήκε την Ιθάκη του στη Λιόν. Τυχαίο; Μάλλον όχι (Λιόν-lion).

Στους Λιονέ βρήκε το ποδόσφαιρό του, τον ρόλο του, ένιωσε ξανά πρωταγωνιστής, πήρε την ομάδα στις πλάτες του. Έλυσε τα (ποδοσφαιρικά) δεσμά που τον περιόριζαν και έβγαλε τον καλύτερό του εαυτό, κερδίζοντας με το σπαθί του και πάλι την προσοχή των «μεγάλων».

Η φήμη του «κακού παιδιού» που τον ακολουθεί, τον αδικεί. Τα παιδικά χρόνια ήταν σκληρά, οι γονείς των συμμαθητών του δεν τον καλούσαν στα πάρτι γενεθλίων γιατί τον φοβόντουσαν (;), αλλά η ευγενική του ψυχή δεν τους κράτησε ποτέ κακία. Μεγάλωσε με δυσκολίες αλλά, παρ’ ότι ζει πλέον μέσα στην χλιδή, δεν ξέχασε όσους δεν τις αποχωρίζονται ποτέ. Στη Γκάνα, χώρα απ’ όπου κατάγεται, έχει δημιουργήσει εδώ και τρία χρόνια ένα ίδρυμα που βοηθάει τα τυφλά και τα κωφάλαλα παιδιά να έχουν μια καλύτερη ζωή.

Το καλοκαίρι που μόλις μας άφησε, ως ελεύθερος από την Λιόν, είχε πολλές προτάσεις. Επέλεξε την Μπαρτσελόνα, γιατί ήθελε να παίξει δίπλα στον καλύτερο όλων, τον Λιονέλ Μέσι, τον οποίο άλλωστε έχει συμπεριλάβει και σε ένα από τα τραγούδια του.

Η μοίρα, όπως τόσες φορές στην ζωή του, τον… ντρίμπλαρε και πάλι. Δεν πτοείται όμως. Πήρε χωρίς φόβο (αλλά με πολύ πάθος) την μπαγκέτα του ηγέτη από τον Αργεντινό, δείχνει να το απολαμβάνει και, το πιο σημαντικό, δεν σταματάει ποτέ να κάνει όνειρα. Ένα από τα τατουάζ του, άλλωστε, το επιβεβαιώνει: «Κυνηγός ονείρων».

bwin - Πάρε τον απόλυτο έλεγχο των στοιχημάτων σου με το Auto Cash Out*. |21+ *Ισχύουν όροι και προϋποθέσεις