Ο Στόγιαν Βράνκοβιτς στο Gazzetta: «Η τάπα στο Παρίσι ήταν "καθαρή" κι ας λένε ό,τι θέλουν»
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΤΟ ΖΑΓΚΡΕΜΠ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΑΜΟΛΗΣ
«Τον συνάντησα στο σπίτι του στην Κηφισιά. Ήθελε απεγνωσμένα να με κρατήσει. Προσπάθησα να του εξηγήσω τη δική μου κατάσταση. Δεν το δεχόταν, αλλά στο τέλος αγκαλιαστήκαμε. Του είπα ότι θα είναι ο Παύλος μου σε όλη μου τη ζωή». Έτσι γράφτηκε ο επίλογος στη μεγαλειώδη συνεργασία του Στόγιαν Βράνκοβιτς με τον Παναθηναϊκό, όπως την εξιστόρισε στο Gazzetta ο γίγαντας των 217 εκατοστών κατά τη συνάντησή μας στο Ζάγκρεμπ. Τέσσερα χρόνια με αποκορύφωμα εκείνο το μπλοκ στον Μοντέρο της Μπαρτσελόνα το βράδυ της 11ης Απριλίου 1996 στο «Παλαί Ντε Μπερσί». Από το χέρι του Στόικο γράφτηκε η πρώτη - μέχρι τις επόμενες- κατάκτηση ευρωπαϊκού τροπαίου εκ μέρους των «πρασίνων». Τέσσερα χρόνια τα οποία χαρακτήρισε ως τα καλύτερα της ζωής του και τα οποία οδήγησαν τους οπαδούς να τον ψηφίσουν στην καλύτερη πεντάδα στην ιστορία της ομάδας, μαζί με τους Δημήτρη Διαμαντίδη, Ντέγιαν Μποντιρόγκα, Φραγκίσκο Αλβέρτη και Αντώνη Φώτση.
Θα μπορούσε να είχε μείνει λιγότερο στον Παναθηναϊκό. Μετά τον δεύτερο χρόνο του είχε πρόταση από τους Μιλγουόκι Μπακς και από τον Ολυμπιακό αλλά «ήμουν δεμένος με την οικογένεια Γιαννακόπουλου. Ένιωθα ότι είμαι μέλος της. Αυτό δεν αγοράζεται με χρήματα. Τα χρήματα που μου πρόσφεραν σαφώς και ήταν πολύ καλά αλλά κάποιες φορές δεν κοιτάζεις μόνο αυτό». Κάπως έτσι έγινε ο αγαπημένος Στόικο των φίλων του Παναθηναϊκού. Ένας μαχητικός και αθλητικός σέντερ, ασυναγώνιστος στα κοψίματα, το φιλότιμο του οποίου τον έκανε εξαιρετικά αγαπητό σε όποια ομάδα αγωνίστηκε. Το 1989 προτίμησε τον Άρη από τη Ρεάλ για να σμίξει με Γκάλη και Γιαννάκη. Κατέκτησε το νταμπλ, αλλά ήρθε η αποτυχία στο Final Four της Σαραγόσα η οποία σήμανε «το τέλος της Αυτοκρατορίας του Άρη». Ο 57χρονος σήμερα Βράνκοβιτς υποστηρίζει ότι αν εκείνη η ομάδα δεν διαλυόταν και έμενε περισσότερο καιρό μαζί, η κατάκτηση της κορυφής ήταν δεδομένη. Είναι αλήθεια ότι εκείνος ο Άρης δεν κατέκτησε το βαρύτιμο τρόπαιο λόγω των κακών σχέσεων των παικτών; Είναι αλήθεια ότι αυτός και ο Σούμποτιτς λειτουργούσαν ως «πυροσβέστες» όταν οι σχέσεις των υπολοίπων παικτών δεν ήταν ιδιαίτερα καλές;
Ο 57χρονος «πύργος» από τη Δαλματία, η κεφαλή του μπάσκετ της σημερινής κροατικής ομοσπονδίας, έδωσε απαντήσεις για όσα συνέβησαν τη σεζόν 1989-1990 στον Άρη και την τετραετία 1992-1996 στον Παναθηναϊκό. Η φυγή του Ντομινίκ Γουίλκινς, το 73-38 από τον Ολυμπιακό και η παραδοχή ότι ο Ντράζεν Πέτροβιτς θα υπέγραφε στον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι προτού σκοτωθεί, αν δεν του ερχόταν η πρόταση που περίμενε από τους Χιούστον Ρόκετς. «Ήμουν ψηλός, είχα ταλέντο, αλλά χωρίς σκληρή δουλειά τίποτα δεν θα γινόταν. Ευχαριστώ τον Θεό που τα όνειρά μου εκπληρώθηκαν» ανέφερε ο Κροάτης που πέρασε πέντε σεζόν στο NBA με τους Σέλτικς, τους Τίμπεργουλβς και τους Κλίπερς.
«Αγχωτική η προεδρία στην ομοσπονδία, αλλά η ζωή μου είναι αφιερωμένη στο μπάσκετ»
Τελικά τι είναι πιο δύσκολο για εσάς; Εκείνο το σπριντ και η τάπα που χάρισε στον Παναθηναϊκό το Πρωταθλητριών ή το να κουμαντάρετε την κροατική ομοσπονδία;
«Όταν είσαι παίκτης μπορείς να κοντρολάρεις τον εαυτό σου, ειδικά όταν αγωνίζεσαι σε μεγάλη ομάδα με καλό προπονητή. Είναι πιο εύκολο. Στην κατάσταση στην οποία βρίσκομαι τώρα εγώ, κάποια πράγματα δεν εξαρτώνται από εμένα. Είναι δύσκολο να παρακολουθείς ένα παιχνίδι και οι ομάδες σου να μην παίζουν καλά και ειδικά να χάνουν. Κι αυτό όμως είναι μέρος του μπάσκετ και μου αρέσει. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουμε κάνει ορισμένα πολύ καλά πράγματα στην ομοσπονδία. Ειδικά οικονομικά. Προσπαθούμε κάθε χρόνο να κάνουμε καλύτερη, πιο δυνατή τη λίγκα στην Κροατία. Να δίνουμε χρήματα όχι μόνο στη μεγάλη κατηγορία, αλλά και στις μικρότερες. Ξέρουμε από την άλλη πως όλα εξαρτώνται από το αποτέλεσμα της εθνικής ομάδας. Στο Σπλιτ ηττηθήκαμε από τη Γερμανία και αποκλειστήκαμε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο. Δεν τα πήγαμε καλά, ενώ μάλιστα παίζαμε στη χώρα μας. Πλέον έχουμε μπροστά μας τα προκριματικά για το Παγκόσμιο και την επόμενη σεζόν προκριματικά για το Ευρωμπάσκετ».
Πλέον υποθέτω ότι παρακολουθείτε με μεγαλύτερο άγχος τους αγώνες;
«Είναι πραγματικά αγχωτική δουλειά, αλλά όλη μου η ζωή είναι αφιερωμένη στο μπάσκετ. Δεν είναι εύκολο, αλλά αυτό είναι που μου αρέσει. Πριν από τέσσερα χρόνια η κροατική ομοσπονδία δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Ήμουν εδώ, είχα μερικές συναντήσεις, ήθελαν να αναλάβω την προεδρία και το αποδέχτηκα».
Το 2016 αναλάβατε καθήκοντα προέδρου στην Ομοσπονδία της Κροατίας. Πόσο καιρό σας πήρε να συνηθίσετε σε αυτόν τον ρόλο; Ποιο ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι σε αυτή τη διαδικασία;
«Είχαμε κάποια οικονομικά προβλήματα. Τώρα είμαστε καλύτερα, αλλά σου είπα και νωρίτερα ότι όλα εξαρτώνται από τα αποτελέσματα της εθνικής ομάδας. Αυτό που πετυχαίνουμε εμείς είναι πίσω από τις κάμερες. Ο κόσμος θέλει να βλέπει την εθνική να παίζει καλά, να κατακτά μετάλλια, να βρίσκεται στην κορυφή. Αυτό είναι το πιο δύσκολο όταν βρίσκεσαι στην προεδρία της ομοσπονδίας».
«Ο Άρης θα έφτανε στην κορυφή αν εκείνη η ομάδα έμεινε περισσότερο καιρό μαζί»
Θα ήθελα τώρα να σας γυρίσω αρκετά χρόνια πίσω. Τι θυμάστε από τον καιρό που ενδιαφέρθηκε ο Αρης να σας αποκτήσει; Είχατε άλλες επιλογές; Γιατί επιλέξατε τον Άρη;
«Είχα προτάσεις από διάφορες ομάδες, αλλά θα έλεγα ότι ο Άρης ήταν πιο επιθετικός στο ενδιαφέρον του. Ο κόουτς του Άρη είχε ταξιδέψει στο Ζάγκρεμπ προκειμένου να παρακολουθήσει τους αγώνες που παίζαμε στο Ευρωπαϊκό. Ενδιαφέρθηκε έντονα ο Άρης και πλησίασε τον πρόεδρο της τότε ομάδας μου. Ήρθαν στη συνέχεια στη Ζάνταρ, υπογράψαμε τα συμβόλαια και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα».
Σας ήθελαν το ίδιο διάστημα οι Σέλτικς και η Ρεάλ;
«Οι Σέλτικς με ήθελαν μετά το Παγκόσμιο του 1986. Στη Ρεάλ είχα τη δυνατότητα να πάω το 1989, το ίδιο διάστημα που με ήθελε ο Άρης».
Είναι αλήθεια ότι η διοίκηση του Άρη ρώτησε τον Γκάλη ποιον παίκτη θα ήθελε να φέρουν στην ομάδα κι εκείνος διάλεξε εσάς;
«Είχαμε τη δυνατότητα να μιλήσουμε λίγο γι' αυτό κατά τη διάρκεια του Ευρωμπάσκετ. Ήξερα ότι ο Άρης είχε τον Γκάλη, τον Γιαννάκη και ήθελαν να πάρουν και πεντάρι».
Τι έλειψε από τον μεγάλο Άρη και δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει ως το τέλος της διαδρομής σε ένα Final Four; Εν προκειμένω, στη Σαραγόσα το 1990 έγινε η πρώτη ομάδα με τρεις διαδοχικές παρουσίες σε Final Four.
«Είχαμε καλή ομάδα. Το ελληνικό μπάσκετ εκείνη την εποχή με τον Γιαννάκη, τον Γκάλη, τον Φασούλα είχε αρχίσει να λάμπει. Αν αυτή η ομάδα του Άρη είχε τη δυνατότητα να μείνει περισσότερο καιρό μαζί, πιστεύω ότι θα έφτανε στην κορυφή».
Μπορούμε να πούμε πως εκείνο το Final Four στη Σαραγόσα σήμανε το τέλος εποχής για την αυτοκρατορία του Άρη;
«Μπορούμε να το πούμε ναι. Στη συνέχεια ο Ολυμπιακός, ο Παναθηναϊκός και ο ΠΑΟΚ άρχισαν να μεγαλώνουν. Μετά από εκείνη τη σεζόν έφυγα από τον Άρη και υπέγραψα συμβόλαιο δύο ετών στους Σέλτικς».
Μετά το Final Four της Σαραγόσα οι οπαδοί του Άρη ήταν εκνευρισμένοι. Το ίδιο κι εσείς με τους οπαδούς για τις αντιδράσεις τους.
«Χάσαμε στο πρώτο παιχνίδι και δεν μπορούσα να είμαι χαρούμενος. Το ίδιο και οι οπαδοί. Κάποιες φορές κερδίζεις, κάποιες χάνεις. Πιστεύω όμως αυτό που σου είπα. Ότι αν αυτοί οι παίκτες μέναμε περισσότερο καιρό μαζί, θα κατακτούσαμε την κορυφή».
Πώς θυμάστε εκείνο το πέρασμά σας από τον Άρη; Με Γκάλη, Γιαννάκη, Ρωμανίδη. Στην πρώτη χρονιά μακριά από την πατρίδα (1989-90), λίγο πριν από τον πόλεμο.
«Πέρασα πολύ καλά στη Θεσσαλονίκη. Ήμουν τυχερός που είχα τον Λευτέρη Σούμποτιτς δίπλα μου. Αυτός έκανε πιο εύκολη τη ζωή μου γιατί δεν μιλούσα ελληνικά, ήμουν πολύ νέος. Με βοήθησε πολύ, περνούσαμε πολλές ώρες της ημέρας μαζί».
Γιατί δεν μείνατε περισσότερο στον Άρη και αποχωρήσατε;
«Μου προέκυψε η πρόταση από τους Σέλτικς. Οι περισσότεροι μπασκετμπολίστες έχουν όνειρο να αγωνιστούν κάποια στιγμή στο NBA. Έτσι κι εγώ. Εκείνη την εποχή ειδικά ήμουν νέος και η ομάδα που με ήθελε ήταν οι Σέλτικς, όχι κάποια άλλη ομάδα. Όταν σκέφτεσαι ότι σου δίνεται η δυνατότητα να προπονείσαι καθημερινά δίπλα στον Λάρι Μπερντ, τον Κέβιν ΜακΧέιλ, τον Ρόμπερτ Πάρις, δεν μπορείς να προσπεράσεις εύκολα αυτήν την προοπτική».
Είναι αλήθεια ότι εσείς και ο κ. Σούμποτιτς ήσασταν οι παίκτες που λειτουργούσατε ως «πυροσβέστες» στον Άρη, όταν οι σχέσεις των υπολοίπων παικτών δεν ήταν ιδιαίτερα καλές;
«Στη ζωή, ανεξάρτητα από την ενασχόληση του καθενός, ειδικά στην περίπτωσή μας που ήμασταν επαγγελματίες παίκτες του μπάσκετ, μερικές φορές υπάρχουν νεύρα. Άλλη φορά συνέβαινε σε εμένα, άλλη φορά σε άλλο. Ο καθένας διεκδικούσε τη θέση του, αλλά δεν μπορώ να πω ότι μας συνέβη κάτι εξαιρετικά ασυνήθιστο. Δεν θα ξεχάσω όμως τι έγινε όταν παίξαμε απέναντι στο Μιλάνο. Ο Ντίνο Μενεγκίν χτύπησε πολύ άσχημα τον Γιαννάκη. Πολύ άσχημα. Τότε τρελάθηκα. Κι εγώ και οι συμπαίκτες μου».
Σας ρώτησα για τις σχέσεις των παικτών του Άρη, διότι υπήρξαν κάποιοι που υποστήριξαν ότι ένας από τους λόγους που δεν κατάφερε ο Άρης να στεφθεί πρωταθλητής Ευρώπης, ήταν οι κακές σχέσεις που υπήρχαν.
«Όχι, ποτέ. Δεν μπορώ να συμφωνήσω με αυτό».
«Δεν είναι αλήθεια ότι είχαμε κακές σχέσεις στον Άρη. Έφυγα γιατί θα έκανα προπόνηση με τον Λάρι Μπερντ»
«Τα χρήματα που έδινε ο Ολυμπιακός ήταν καλά, αλλά ήμουν δεμένος με την οικογένεια Γιαννακόπουλου»
Διάβασα μια ιστορία και θα ήθελα να σας ρωτήσω αν ισχύει. Πως όταν υπογράψατε στον Παναθηναϊκό το καλοκαίρι του 1992 και ψάχνατε για σπίτι, βρήκατε ένα στη Γλυφάδα το οποίο σας άρεσε πολύ. Και πως όταν όμως το είδε η σύζυγός σας, δεν της άρεσε. Είναι αλήθεια;
«Όχι. Βρήκαμε ένα πραγματικά ωραίο σπίτι στη Γλυφάδα, δίπλα στη θάλασσα. Πολύ ωραίο μέρος, με τρία υπνοδωμάτια, στον πρώτο ή τον δεύτερο όροφο. Δεν θυμάμαι. Πολύ ωραίο σπίτι. Το μοναδικό πρόβλημα ήταν πως βρισκόταν κοντά στο παλιό αεροδρόμιο, στο Ελληνικό, και είχε φασαρία. Μετά από ένα χρόνο το αφήσαμε και πήγαμε να μείνουμε στη Βουλιαγμένη. Πολύ πιο ήσυχα».
Πώς πειστήκατε να υπογράψετε στον Παναθηναϊκό;
«Μετά την ολοκλήρωση του συμβολαίου μου με τους Σέλτικς, ήρθε ο τότε προπονητής του Παναθηναϊκού Ζέλικο Παβλίσεβιτς και μου ζήτησε αν θέλω να υπογράψω στην ομάδα του. Μου ανέλυσε όλο το πλάνο που είχαν. Ότι ο πρόεδρος ήθελε να φτιάξει δυνατή ομάδα, ότι είχε ήδη πάρει τον Γκάλη, ενώ μου είπε ότι είχε νεαρούς παίκτες όπως ο Αλβέρτης, ο Οικονόμου, ο Μυριούνης. Ήταν και ο Άριαν Κόμαζετς. Σκέφτηκα ότι θα δημιουργούσαμε καλή ομάδα και υπέγραψα για δύο χρόνια».
Πριν υπογράψετε στον Παναθηναϊκό οι Μπακς και ο Ολυμπιακός κινήθηκαν για την απόκτησή σας;
«Όχι. Όταν ήμουν ήδη στον Παναθηναϊκό. Προπονητής του Μιλγουόκι ήταν τότε ο Μάικ Ντανλίβι. Μετά τον δεύτερο χρόνο μου στον Παναθηναϊκό ήρθε στην Αθήνα για να μου μιλήσει. Ο Ολυμπιακός ενδιαφέρθηκε κι αυτός μετά τον δεύτερο χρόνο μου στον Παναθηναϊκό. Το πρώτο μου συμβόλαιο στον Παναθηναϊκό είχε διάρκεια δύο ετών. Ενδιαφέρθηκαν δηλαδή όταν ήμουν ελεύθερος. Εγώ όμως ήμουν δεμένος με την οικογένεια Γιαννακόπουλου. Ένιωθα ότι είμαι μέλος της. Αυτό δεν αγοράζεται με χρήματα. Τα χρήματα που μου πρόσφεραν σαφώς και ήταν πολύ καλά αλλά κάποιες φορές δεν κοιτάζεις μόνο αυτό».
«Καθαρό το κόψιμο στον Μοντέρο, αν θέλουν ας λένε το αντίθετο»
Στο μεταξύ, όλοι μιλούν για εκείνη την τάπα στον Μοντέρο και πολλοί ξεχνούν αυτήν στον Ρέμπρατσα. Αυτό το μπλοκ σας έστειλε επί της ουσίας στο Final Four του 1996.
«Ναι. Είχαμε χάσει το πρώτο παιχνίδι στο ΟΑΚΑ και η κατάσταση δεν ήταν εύκολη για εμάς. Ξέραμε ότι έχουμε καλή ομάδα, ότι έχουμε καλό προπονητή (Μπόζινταρ Μάλκοβιτς) και τους νικήσαμε δύο φορές στο Τρεβίζο. Το πρώτο νικηφόρο μας παιχνίδι ήταν πιο εύκολο σε σχέση με το δεύτερο, στο οποίο έκανα εκείνη την τάπα».
Ποια είναι η άποψή σας για εκείνο το μπλοκ στον Μοντέρο, στον τελικό; Ήταν δίκαιο; Τι απαντάτε σε αυτούς που υποστηρίζουν ότι ήταν αντικανονικό;
«Ήταν καθαρό το μπλοκ. Αν θέλουν να μιλάνε για αυτό, ας το κάνουν, αλλά χρειάζεται να μου πουν τους κανονισμούς. Τους κανονισμούς του μπάσκετ για το μπλοκ».
Έχει τύχει να ξαναμιλήσετε από τότε μέχρι σήμερα με τον Μοντέρο;
«Όχι, δεν τον έχω ξαναδεί από τότε, ούτε έχουμε μιλήσει».
Το παρακολουθείτε ξανά στο Youtube εκείνο το σπριντ και την τάπα;
«Μερικές φορές ναι, το κάνω».
«Ποτέ δεν μάθαμε γιατί έφυγε ο Ντομινίκ πριν από τους τελικούς με τον Ολυμπιακό, ήταν σοκ»
Τι θυμάστε περισσότερο από τα ντέρμπι του Παναθηναϊκού εναντίον του Ολυμπιακού;
«Δεν ήταν ωραίες οι φορές που οι οπαδοί εκτόξευαν αντικείμενα στο γήπεδο. Από εκεί και πέρα νιώθω χαρούμενος που έζησα αυτά τα ντέρμπι. Μεγάλα παιχνίδια. Ξέραμε ότι θα παίζαμε σε γεμάτες έδρες. Η έδρα του Ολυμπιακού ήταν η μεγαλύτερη εκείνη την εποχή στην Ελλάδα. Και πολύ μπασκετική έδρα. Λες και έπαιζες στο Madison Square Garden. Είχαν σπουδαίους οπαδούς».
Υπήρξε ένα παιχνίδι το 1994, όταν αντιμετωπίσατε τον Παναγιώτη Φασούλα, ο οποίος έκανε δέκα σουτ χωρίς να σκοράρει. Το θυμάστε;
«Το θυμάμαι. Ήταν η τυχερή μου νύχτα».
Καταλάβατε ποτέ γιατί έφυγε ο Ντομινίκ Γουίλκινς πριν από τους τελικούς με τον Ολυμπιακό το 1996;
«Όχι, ποτέ. Η αλήθεια είναι ότι είχα τη δυνατότητα να τον συναντήσω από κοντά πριν από μερικά χρόνια στο Σπρίνγκφιλντ, αλλά δεν τον ρώτησα».
Ήταν σοκ για τον Παναθηναϊκό;
«Μεγάλο σοκ, δεν το συζητάμε. Ήταν ο καλύτερος παίκτης μας. Έφυγε χωρίς εξήγηση, ήταν παράξενο».
Στον τελευταίο τελικό εκείνου του πρωταθλήματος, στις 19 Μάιου 1996, ο Ολυμπιακός επικράτησε 73-38, λίγο καιρό μετά την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών από την ομάδα σας. Ποια είναι η εξήγηση που δίνετε για τη διαφορά των 35 πόντων;
«Όταν χάνεις έναν παίκτη, τον καλύτερό σου παίκτη, είναι πολύ δύσκολο να τον αντικαταστήσεις. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα έπρεπε να χαράξουμε τελείως διαφορετική στρατηγική. Σε επτά με δέκα μέρες έπρεπε να φτιάξουμε ένα πλάνο χωρίς τον Ντομινίκ».
Αυτή η ήττα ήταν μια από τις πιο δύσκολες στιγμές στην καριέρα σας;
«Θα το έλεγα, ναι».
Πώς καταφέρατε να δημιουργήσετε σχέσεις ζωής με τον Παναθηναϊκό; Σε σημείο που ο κόσμος να σας ψηφίσει στην καλύτερη πεντάδα μαζί με Διαμαντίδη, Αλβέρτη, Φώτση και Μποντιρόγκα;
«Το πρώτο πράγμα που ένιωσα σχετικά με τους Έλληνες όταν ήμουν στη Θεσσαλονίκη, είναι πως αν σε πάρουν με καλό μάτι από την αρχή, θα σε αγαπάνε για πάντα. Πάντα είχα καλή σχέση με τους οπαδούς, ειδικά στην Ελλάδα. Εμείς από τη Δαλματία έχουμε αυτό το ταπεραμέντο. Όπως οι Έλληνες. Ήξερα ότι οι Έλληνες οπαδοί μπορούν να σου δώσουν αγάπη, να σου προσφέρουν κίνητρο. Ήμουν χαρούμενος όταν έπαιζα στο ΟΑΚΑ και είχαμε 15.000-16.000 οπαδούς δίπλα μας. Η υποστήριξη ήταν τεράστια. Ήταν μεγάλη τιμή για εμένα ότι συμπεριλήφθηκα στην καλύτερη πεντάδα. Πέρασα τέσσερα χρόνια στον Παναθηναϊκό, τα καλύτερα της ζωής μου με τη σύζυγό μου. Πήραμε και το Ευρωπαϊκό. Θα είμαι πάντα ευγνώμων προς την οικογένεια Γιαννακόπουλου».
Τι ήταν ο Παναθηναϊκός για τον Στόγιαν Βράνκοβιτς και τι ο Στόγιαν Βράνκοβιτς για τον Παναθηναϊκό;
«Ο Παναθηναϊκός για εμένα ήταν μεγάλο μέρος της ζωής μου. Εγώ για τον Παναθηναϊκό ήμουν ένας καλός παίκτης».
Ποια στιγμή με τον Παύλο και τον Θανάση θα κουβαλάτε για πάντα στη ψυχή σας; Που λέγατε στον γιο σας, τον Αντόνιο όταν ήταν πιτσιρικάς;
«Έχω τόσες καλές αναμνήσεις από αυτή την οικογένεια. Δεν θα ξεχάσω το πρόσωπό τους μετά τη νίκη στο Παρίσι, όταν πήραμε το Ευρωπαϊκό. Το συναίσθημα εκείνης της στιγμής δεν μπορώ να στο περιγράψω με λόγια. Έδιναν τόσα χρήματα κάθε χρόνο για να δημιουργήσουν δυνατή ομάδα. Δεν τους ένοιαζε πόσα χρήματα έδιναν, απλά ήθελαν να φτιάξουν ισχυρό σύνολο και να νικήσουν».
Πώς θέλετε να σας θυμούνται οι φίλοι του Παναθηναϊκού;
«Ως ένα απλό παίκτη που πέρασε από την ομάδα και έδωσε και την ψυχή του. Η υποστήριξή τους ήταν τεράστια, όχι μόνο στους αγώνες που δίναμε στην Αθήνα. Θυμάμαι στον τελικό του Παρισιού, περισσότερο από το μισό γήπεδο ήταν στα πράσινα».
Γιατί φύγατε από τον Παναθηναϊκό μετά την τετραετία;
«Είχα πρόταση από τους Τίμπεργουλβς. Μου πρόσφεραν τριετές συμβόλαιο».
Τότε είχε ολοκληρωθεί το συμβόλαιό σας στον Παναθηναϊκό;
«Ναι. Είχα υπογράψει αρχικά για δύο χρόνια. Μετά τον δεύτερο χρόνο υπέγραψα για άλλο ένα και μετά τον τρίτο για ένα ακόμη, που θα ήταν ο τέταρτος».
Προφανώς και είχατε πρόταση για ανανέωση στον Παναθηναϊκό έτσι;
«Ναι φυσικά. Ο Παύλος δεν ήταν χαρούμενος, αλλά προσπάθησα να του εξηγήσω ότι το NBA είναι κάτι σπουδαίο, κάτι σημαντικό για εμένα. Δεν μπορούσε να δεχτεί την απόφασή μου, αλλά στο τέλος έφυγα ως φίλος».
Θυμάστε αυτήν την τελευταία σας συνάντηση, όταν είχατε πλέον πάρει την τελική σας απόφαση;
«Ήταν στο σπίτι του στην Κηφισιά. Ήθελε απεγνωσμένα να με κρατήσει. Προσπάθησα να του εξηγήσω τη δική μου κατάσταση. Δεν το δεχόταν, αλλά στο τέλος αγκαλιαστήκαμε. Του είπα ότι θα είναι ο Παύλος μου σε όλη μου τη ζωή».
Μιλήσατε επίσης με τον Θανάση ή όχι;
«Ο Παύλος ήταν αυτός στον οποίο έπρεπε να ανακοινώσω την απόφασή μου. Ο Θανάσης ήταν πάντα δίπλα στην ομάδα. Ερχόταν και έβλεπε όλες τις προπονήσεις, ταξίδευε με την ομάδα, ήταν στο πλάι, ας το πούμε έτσι».
Αφού φύγατε από τον Παναθηναϊκό, είχατε πρόταση από άλλη ελληνική ομάδα για να επιστρέψετε;
«Ποτέ, καμία. Μετά το NBA υπέγραψα για ένα χρόνο στη Μπολόνια. Είχα ένα πρόβλημα με την πλάτη μου και επί της ουσίας έπαιξε για 1,5 χρόνο».
«Ο Παύλος δεν το δεχόταν ότι θα έφευγα. Του είπα ότι θα είναι ο Παύλος μου σε όλη μου τη ζωή»
«Ο Ντράζεν μού είπε ότι θα υπέγραφε στον Παναθηναϊκό αν δεν ερχόταν πρόταση από τους Ρόκετς»
Ποιος ήταν ο παίκτης με τον οποίο συνεργαζόσασταν καλύτερα κατά τη διάρκεια της καριέρας σας;
«Ξεκάθαρα ο Γιαννάκης. Όταν έχεις δίπλα σου έναν τέτοιο παίκτη και άνθρωπο... Όταν χρειαζόμουν βοήθεια, ήξερα ανά πάσα ώρα και στιγμή ότι θα το κάνει, ότι θα είναι εκεί που πρέπει. Το ίδιο συνέβαινε κι εκ μέρους. Ήταν πολύ σκληρός παίκτης και δουλευταράς. Γι' αυτό μου άρεσε. Μου αρέσουν αυτοί οι παίκτες».
Μια και αναφέρεστε στον Παναγιώτη Γιαννάκη, πώς ήταν κατά τη γνώμη σας η σχέση του και η συνεργασία του με τον Νίκο Γκάλη;
«Μου μιλάς για δύο από τους καλύτερους Έλληνες παίκτες στην ιστορία της χώρας. Ο Γκάλης ήταν απίστευτος σκόρερ, ο Γιαννάκης ένας point guard που έπαιζε σκληρή άμυνα, που του άρεσε να πασάρει. Όταν έχεις καλή χημεία, τότε μπορείς να παίξεις πολύ καλό μπάσκετ. Πολλά πράγματα οφείλονται και στον προπονητή. Ο Ιωαννίδης ήταν σκληρός προπονητής».
Ο Ντράζεν Πέτροβιτς ήταν φίλος σας, τον αγαπούσατε πολύ. Μπορείτε να μας περιγράψετε τις στιγμές όταν μάθατε για τον θάνατό του;
«Δέχτηκα τηλεφώνημα από τον πατέρα του και δεν πίστευα αυτά που άκουσα. Ήταν οδυνηρή στιγμή στη ζωή μου. Πήγα στο σπίτι του για να δω τον πατέρα του και τη μητέρα του. Ήρθε και ο αδερφός του. Ήταν εφιαλτική νύχτα. Είχε συμβεί κάτι που δεν είχα σκεφτεί ποτέ ότι θα συνέβαινε. Life is life».
Θυμάστε την τελευταία επικοινωνία που είχατε με τον Ντράζεν πριν από το αυτοκινητιστικό του δυστύχημα;
«Η τελευταία μας επικοινωνία ήταν στο αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης. Χαιρετηθήκαμε. Ήταν η τελευταία φορά που τον είδα ζωντανό».
Θα ερχόταν πράγματι στον Παναθηναϊκό;
«Ναι. Όταν βρισκόμασταν στην Πολωνία, με κάλεσε ο Παύλος και μου ζήτησε να μιλήσει με τον Ντράζεν. Να τον ρωτήσω αν θα ενδιαφερόταν να έρθει στον Παναθηναϊκό. Υπήρχε μια φήμη τότε ότι το Χιούστον ήθελε να τον αποκτήσει. Περίμενε εκείνη την πρόταση και μου είπε ότι αν δεν ερχόταν τελικά η προσφορά από τους Ρόκετς, ότι θα υπέγραφε στον Παναθηναϊκό».
«Κορυφαίος Ευρωπαίος ο Ντόντσιτς, ο Αντετοκούνμπο βελτίωσε το σουτ»
Ποιος θεωρείτε πως ήταν ο δυσκολότερος αντίπαλος που αντιμετωπίσατε;
«Ο Σαμπόνις στην Ευρώπη. Στο NBA, εκείνο τον καιρό, ήταν πολλοί οι σπουδαίοι αντίπαλοι. Ο Γιούιν, ο Ολάζουον, ο Σακίλ. Δυνατοί παίκτες».
Υπάρχουν Ευρωπαίοι που αγωνίζονται αυτή τη στιγμή στο NBA και είναι ηγέτες. Παρόλα αυτά, συνολικά οι Αμερικανοί παραμένουν ένα επίπεδο πάνω σε σχέση με τους Ευρωπαίους. Οι ΗΠΑ κατέκτησαν το χρυσό μετάλλιο στους τελευταίους Ολυμπιακούς Αγώνες. Γιατί θεωρείτε ότι συμβαίνει;
«Έχει να κάνει με θεμελιώδη πράγματα. Eίναι πιο αθλητικοί και ειδικά αυτήν την εποχή παίζουν το run and gun. Πολλά pick and roll. Αυτό που δεν βλέπω στη σημερινή εποχή, είναι να υπάρχει το κλασικό πεντάρι τύπου Γιούιν και Ολάζουον».
Σας αρέσει περισσότερο το μπάσκετ στην Ευρώπη ή αυτό του NBA;
«Τώρα μου αρέσει περισσότερο το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Παλαιότερα το NBA ήταν κάτι άλλο με Μπερντ, Τζόρνταν, Μάτζικ, Μπάρκλεϊ».
Θυμάστε το σπουδαιότερο καλάθι της καριέρας σας;
«Αυτό που πέτυχα στο Ζάγκρεμπ με τη Ζάνταρ απέναντι στην Τσιμπόνα, όταν πήραμε το πρωτάθλημα. Είχα σχεδόν triple double, το έχασα για δύο τάπες. Είχα 17 πόντους, 19 ριμπάουντ και οκτώ τάπες. Ήταν το πρώτο μου τρόπαιο».
Δεν ξέρω αν αυτό το παιχνίδι είναι η απάντησή σας στην εξής ερώτηση: Ποιο είναι το ματς που σας έχει μείνει αξέχαστο;
«Σίγουρα αυτό εναντίον της Τσιμπόνα, αλλά και ο τελικός κόντρα στη Μπαρτσελόνα στο Παρίσι με τον Παναθηναϊκό. Και φυσικά ο τελικός των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992, όταν με την Κροατία αντιμετωπίσαμε τη Dream Team. Υπάρχουν κι άλλα, αλλά κυρίως αυτά τα τρία».
Θα μπορέσει η Κροατία να γίνει ξανά η μεγάλη δύναμη του παρελθόντος;
«Εξαρτάται από το πόσο σκληρά θα δουλέψουμε όλοι μας γι' αυτό. Ακόμα και τώρα έχουμε καλούς νέους παίκτες. Πριν από μερικές εβδομάδες η Τσιμπόνα έπαιξε κόντρα στην Παρτιζάν, τη Σκαβολίνι και την Τσεντεβίτα. Είδα πώς έπαιξε η Τσιμπόνα και μου άρεσε. Νέα ομάδα με παίκτες όπως ο Lovro Gnjidić, ο Toni Nakić, ο Mateo Drežnjak, ο Roko Prkačin και ο Antonio Vranković. Αυτό που μου άρεσε είναι ο τρόπος παιχιδιού της και το πώς διαχειρίζεται όλη την κατάσταση ο προπονητής (Vladimir Jovanović). Κι αυτός νέος προπονητής, αλλά κάνει καλή δουλειά».
Πώς βλέπετε το γεγονός ότι παίκτες όπως ο Αντετοκούνμπο, ο Ντόντσιτς και ο Γιόκιτς ξεχωρίζουν στο NBA; Ποια είναι η άποψή σας γι' αυτούς;
«Τον Αντετοκούνμπο τον είδα πρώτη φορά εδώ στο Ζάγκρεμπ. Ήταν το 2015, όταν η Ελλάδα έπαιξε με την Κροατία στη φάση των ομίλων του Ευρωμπάσκετ. Είδα πόσο αθλητικός ήταν. Είχε τότε πρόβλημα με το σουτ, αλλά τώρα βλέπω ότι έχει βελτιωθεί και σκοράρει από μέση και μακρινή απόσταση. Όταν είδα για πρώτη φορά τον Ντόντσιτς, είπα μέσα μου ότι θα γίνει σπουδαίος παίκτης. Ο Αντετοκούνμπο έφυγε πιο νέος για το NBA σε σχέση με τον Ντόντσιτς, ο οποίος από την πλευρά του έκανε σπουδαία πράγματα με τη Ρεάλ. Δεν με εκπλήσσουν αυτά που κάνει ο Ντόντσιτς, διότι είχα δει τί παίκτης είναι. Απίστευτος».
Σε πόσα χρόνια πιστεύετε ότι η Κροατία θα έχει τον επόμενο Στόγιαν Βράνκοβιτς, τον επόμενο Ράτζα και Κούκοτς;
«Δύσκολη ερώτηση, αλλά όσο το συντομότερο, τόσο το καλύτερο».
Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο καλύτερος Ευρωπαίος μπασκετμπολίστας;
«Εμένα μου αρέσει ο Λούκα Ντόντσιτς».
«Είχα ταλέντο, αλλά χωρίς σκληρή δουλειά τίποτα δεν θα γινόταν. Ευχαριστώ τον Θεό που τα όνειρά μου εκπληρώθηκαν»
Θεωρείτε πως κάνατε αυτήν την καριέρα λόγω του ύψους σας; Λόγω ταλέντου;
«Ήμουν ψηλός, είχα ταλέντο, αλλά χωρίς σκληρή δουλειά τίποτα δεν θα γινόταν. Ευχαριστώ τον Θεό που τα όνειρά μου εκπληρώθηκαν. Είμαι χαρούμενος για όσα πέτυχα και υπερήφανος».
Οι γονείς σας ήταν ψηλοί κι εκείνοι;
«Όχι, καμία σχέση με εμένα. Ακόμα και οι δύο αδερφές μου έχουν φυσιολογικό ύψος».
Το πρόβλημα που είχατε με τη μυωπία πόσο σας επηρέασε;
«Είναι αλήθεια ότι μερικές φορές είχα προβλήματα όταν οι αντίπαλοι με χτυπούσαν με τα δάχτυλα στα μάτια. Άλλες φορές έχανα τους φακούς επαφής, αλλά δεν ήταν και τόσο μεγάλο το πρόβλημα. Πήγαινα στα αποδυτήρια και έβαζα άλλους».
Ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που βιώσατε στη ζωή σας;
«Ο θάνατος του Πέτροβιτς και ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία. Πολύ δυσάρεστες καταστάσεις στην πόλη Βούκοβαρ και σε διάφορα μέρη κοντά στη Ζάνταρ. Θάνατοι αθώων ανθρώπων και κατεστραμμένα κτίρια».
Σας αρέσει η EuroLeague;
«Ειλικρινά δεν ξέρω πολλά πράγματα για τη EuroLeague. Είναι ξεχωριστή διοργάνωση από αυτές της FIBA. Ακούω πως κάποιες ομάδες έχουν προβλήματα, ότι θέλουν να φύγουν, αλλά δεν μπορώ να είμαι βέβαιος για όσα συμβαίνουν».
Πόσο έχει αλλάξει το ευρωπαϊκό μπάσκετ όλα αυτά τα χρόνια;
«Κατ' αρχήν πλέον το Ευρωμπάσκετ διεξάγεται κάθε τέσσερα χρόνια. Η άποψή μου είναι ότι ο έλεγχος που είχε παλαιότερα η FIBA και η EuroLeague στο μπάσκετ ήταν καλύτερος από ό,τι σήμερα».
Πόσο σας έχει επηρεάσει ο κορονοϊός; Πώς είναι η κατάσταση στην Κροατία;
«Δόξα Τω Θεώ δεν έχω προσβληθεί από τον κορονοϊό. Έχω κάνει δύο εμβόλια, αλλά ποιος ξέρει πώς θα είμαι; Τα κρούσματα στην Κροατία ανεβαίνουν. Δεν ξέρω και ποιος πραγματικά γνωρίζει να μας εξηγήσει τι συμβαίνει με αυτήν την κατάσταση. Παλεύουμε εδώ και δύο χρόνια και δεν έχει αλλάξει κάτι».
Στις 15 Σεπτεμβρίου απεβίωσε σε ηλικία 78 ετών ο Ντούσαν Ίβκοβιτς. Τι ήταν ο Ντούντα για το μπάσκετ της Γιουγκοσλαβίας;
«Ήταν ο προπονητής της Γιουγκοσλαβίας. Ήταν και δικός μου προπονητής το 1988-1989. Ήταν πολύ λυπηρό αυτό που συνέβη, ήταν μικρός σε ηλικία. Ήταν ένα σοκ για όλους νομίζω».