Γκρεγκόρζ Κριχόβιακ: Η πολλή δουλειά τον έκανε αφέντη
Η Σέλια Ζονά, σύντροφος εδώ και δέκα χρόνια και σύζυγος του από τον Δεκέμβριο του 2019, είναι… επικίνδυνα κατηγορηματική γι’ αυτόν. «Είναι εντελώς άχρηστος στο σπίτι» λέει και εξηγεί: «Όταν γυρίζει σπίτι, κοιμάται, τρώει, κοιμάται, μετά προπονείται, τρώει, κοιμάται, τρώει, κοιμάται και προπονείται». Ο Γκρεγκόρζ Κριχόβιακ την κοιτάει δήθεν ενοχλημένος, αλλά ξέρει ότι λέει την αλήθεια και μόνο την αλήθεια.
Γιατί ο νέος άσος της ΑΕΚ είναι υπόδειγμα επαγγελματία και σκοπεύει να συνεχίσει έτσι μέχρι να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. Δεν πίνει, δεν καπνίζει, κοιμάται όσες περισσότερες ώρες μπορεί, δεν πηγαίνει σε πάρτι και προτιμά να κάθεται σπίτι με την γυναίκα του και φίλους (ο καλύτερος φίλος που του έδωσε το ποδόσφαιρο είναι ο τερματοφύλακας της Γιουβέντους και της Εθνικής Πολωνίας, Βόιτσεχ Στσέσνι), να παίζει μπιλιάρδο (εξπέρ) και, κυρίως, να ξεκουράζεται γιατί την επόμενη μέρα έχει προπόνηση.
Στα 32 του χρόνια, ο Πολωνός μέσος απολαμβάνει κάθε στιγμή αυτής της ρουτίνας. Και τα καλοκαίρια, όταν οι υποχρεώσεις το επιτρέπουν, λατρεύει να παίρνει την Σέλια και να γυρίζει τον κόσμο. Ο ίδιος, άλλωστε, δεν έχει πρόβλημα να κινηθεί και να προσαρμοστεί σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη, αφού μιλάει άψογα αγγλικά, γαλλικά και ισπανικά και αρκετά καλά ρωσικά και ιταλικά.
Τα τελευταία είχε αρχίσει να τα μαθαίνει για την περίπτωση που κάποια στιγμή έπαιρνε μεταγραφή σε χώρα της γείτονας χώρας. Δεν το έκανε, αλλά η μοίρα τον έφερε εντέλει στην Ελλάδα, με την ΑΕΚ να γίνεται ο ένατος σταθμός της αξιοπρόσεκτης καριέρας του.
Δεν αποκλείεται, μάλιστα, αν παρατείνει την παραμονή του στην χώρα μας και μετά το καλοκαίρι, να αρχίσει να μαθαίνει ελληνικά. Αυτή η προσαρμοστικότητά του, άλλωστε, τον έκανε πολύτιμο σε όλες σχεδόν τις ομάδες στις οποίες αγωνίστηκε. Εξαίρεση, η νεόπλουτη Παρί Σεν Ζερμέν, παρ’ ότι σε αυτή έκανε την πιο ακριβή μεταγραφή της καριέρας του (27,5 εκατομμύρια ευρώ) και, μάλιστα, ύστερα από υπόδειξη ενός προπονητή με τον οποίο είχε συνεργαστεί άψογα για μια διετία.
«Είναι φτιαγμένος από κάτι ξεχωριστό, από ένα ξεχωριστό σκληρό υλικό» είχε πει για τον «Κρίχα» ο Ουνάι Έμερι, ο οποίος είχε το κεφάλι του ήσυχο όταν ο Πολωνός ήταν μέσα στο γήπεδο, γιατί ήξερε πόσες δουλειές και πόσο καλά μπορεί να τις κάνει.
Ως πιτσιρικάς, μετά από προτροπή του μεγάλου του αδελφού που τον έπαιρνε μαζί του στις προπονήσεις με την ομάδα του, άρχιζε να παίζει ως επιθετικός, αλλά σιγά σιγά γύρισε πιο πίσω. Η (πιο) καλή του θέση είναι αυτή του αμυντικού μέσου, αλλά μπορεί με άνεση να αγωνιστεί ως κεντρικός μέσος και να αλωνίζει πάνω - κάτω σε όλο τον άξονα.
Όταν, μάλιστα, βρεθεί κοντά στην αντίπαλη εστία, έχει την δυνατότητα να απειλήσει με μακρινά δυνατά σουτ, αλλά και με κεφαλιά, αφού τα πηγαίνει πολύ καλά και στο ψηλό παιχνίδι. Είπαμε, έχει όλο το πακέτο ο κύριος…
«Ο Πολωνός Terminator»
Σε αντίθεση με τους περισσότερους, ποτέ δεν είχε μια αγαπημένη ομάδα, στην οποία ονειρευόταν να αγωνιστεί κάποια στιγμή. Αντίθετα, είχε ως είδωλο και σημείο αναφοράς τον Στίβεν Τζέραρντ, τον οποίο λάτρευε να βλέπει αγωνιζόμενο. Και, στις 17 Οκτωβρίου του 2012, είχε την ευκαιρία να τον αντιμετωπίσει, σε μια από τις πρώτες του εμφανίσεις με την Εθνική Πολωνίας και τον «Stevie G» με το περιβραχιόνιο των Τριών Λιονταριών,
Η συμμετοχή στην εθνική ομάδα της χώρας του ήταν το μεγάλο του όνειρο και το έχει πραγματοποιήσει 86 φορές, με παρουσία σε δύο Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο. Η παρουσία στο Μουντιάλ του Κατάρ, με την παρέα του Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι να έχει προκριθεί άνευ αγώνα στον τελικό των δικών της μπαράζ λόγω του αποκλεισμού της Ρωσίας, είναι ο επόμενος μεγάλος του στόχος.
Μέχρι τότε, βεβαίως, θέλει να κρατηθεί «ζεστός» και να κάνει μέσα στο γήπεδο αυτό χάρη στο οποίο κερδίζει το… παντεσπάνι του: Να σκίζεται σε κάθε αγώνα, να μην δίνει ως χαμένη καμία μπαλιά και να τα δίνει όλα για να βοηθήσει την ομάδα του, ακόμα και αν (λανθασμένα) του έχουν κολλήσει την ετικέτα του «σκληρού».
Τι λέει ο ίδιος; «Δεν είμαι σκληρός. Είμαι μαχητής και πάντα πάω στην κόντρα. Αλλά πάω στην μπάλα. Ποτέ δεν πήγα να κάνω ζημιά σε έναν αντίπαλο. Δεν είμαι έτσι. Για να νικήσεις στην μεγάλη μάχη, πρέπει πρώτα να κερδίζεις τις μικρές μονομαχίες» εξηγεί ο «Πολωνός Terminator», όπως τον βάφτισαν στην Γαλλία, όπου πήγε πιτσιρικάς για λογαριασμό της Μπορντό, αλλά έφτιαξε το όνομά του με την φανέλα της Ρεμς.
Εκεί, άλλωστε, τον εντόπισε ο Μόντσι, ο κατά πολλούς κορυφαίος αθλητικός διευθυντής στον κόσμο τον 21ο αιώνα. «Τους εκλεκτούς από το αρχικό σκάουτινγκ τους παρακολουθούν έως και επτά προπονητές και κρατάμε 8-10 παίκτες ανά θέση. Τους κατατάσσουμε από Α έως Ε σε διάφορες κατηγορίες. Το Α είναι ο παίκτης που είναι για να αποκτηθεί άμεσα. Αυτός που έχει περισσότερα Α, όπως ο Κριχόβιακ, αποκτάται άμεσα» εξήγησε κάποτε το αφεντικό της Σεβίλλης για την μεταγραφή του Πολωνού το καλοκαίρι του 2014, αντί 5,5 εκατομμυρίων ευρώ.
Στο «Σάντσεθ Πιθχουάν», ο Κριχόβιακ έγινε πολύ γρήγορα σημείο αναφοράς, όχι μόνο για την δουλειά του μέσα στο γήπεδο, αλλά για τον επαγγελματισμό του. Συνήθιζε τα πρωινά να εμφανίζεται στο προπονητικό κέντρο δύο ώρες πριν από την προπόνηση και να πηγαίνει στο γυμναστήριο για το… ζέσταμα!
«Κανείς δεν θα μπορεί να πει ποτέ ότι δεν τα έδωσα όλα» λέει με περηφάνια για την προσέγγιση της δουλειάς του μέσα στο γήπεδο, την οποία φροντίζει να μελετάει κάθε φορά μετά τους αγώνες. Και πριν, όμως, περνάει από… κόσκινο τους ποδοσφαιριστές που θα κληθεί να αντιμετωπίσει βάσει θέσης στο γήπεδο, ώστε να ξέρει πως μπορεί να επιβάλλει τον νόμο του. Όλα για το καλό της ομάδας αλλά, επί της ουσίας, και για τον ίδιο. «Με την δουλειά μπορείς να ξεπεράσεις το ταλέντο» είναι το μότο της ζωής του.
Η ζωή δεν τελειώνει στην μπάλα
Η διετία του στην Σεβίλλη ήταν η πιο παραγωγική της καριέρας του. Κατέκτησε δύο διαδοχικά Europa League και στο πρώτο σκόραρε στον τελικό (κόντρα στη Ντνίπρο και επί πολωνικού εδάφους), ενώ συμπεριλήφθηκε και στην κορυφαία ενδεκάδα της διοργάνωσης από πολλά ευρωπαϊκά μέσα.
Ακόμα και η UEFA τον είχε υποψήφιο για την κορυφαία ενδεκάδα της σεζόν στην Ευρώπη, δίπλα σε παίκτες όπως ο Αντρές Ινιέστα, ο Εντέν Αζάρ (στα… καλά του, βεβαίως), ο Πολ Πογκμπά και ο Αρτούρο Βιδάλ.
Η Παρί του έμεινε απωθημένο και παράπονο για την «απογοητευτική», όπως την χαρακτηρίζει, αντιμετώπιση από τον Έμερι. Έφτασε στο σημείο να ζητήσει ο ίδιος να παίζει με την δεύτερη ομάδα, στην τέταρτη κατηγορία, για να μην χάσει τον ρυθμό του!
Στην Γουέστ Μπρομ είχε μια «γεμάτη» σεζόν αφού το στιλ και η δουλειά του ταιριάζουν ταμάμ με το αγγλικό ποδόσφαιρο, ενώ στην Ρωσία με Λοκομοτίβ Μόσχας και Κράσνονταρ ξεδίπλωσε και τις δημιουργικές - εκτελεστικές του αρετές, αφού οι προπονητές του φρόντιζαν να τον προωθούν και να του δίνουν ελευθερία κινήσεων.
Με (πιο) ανοιχτούς ορίζοντες πλέον και μέσα στο γήπεδο, νιώθει σημαντικός ό, τι και αν του ζητάει ο προπονητής. Λατρεύει το ποδόσφαιρο και έχτισε παρόν και μέλλον χάρη σε αυτό, αλλά γνωρίζει ότι η ζωή δεν τελειώνει στην μπάλα. Κατά την διάρκεια της πρώτης του θητείας στην Γαλλία, λοιπόν, φρόντισε να πάρει πτυχίο στην διοίκηση - διαχείριση αθλητικών επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο της Λιόν.
«Εμένα με δίδαξαν ότι έπρεπε να πάρω πτυχίο γιατί ποτέ δεν ξέρεις πως τα φέρνει η ζωή» εξηγεί ο επιτυχημένος ποδοσφαιριστής, αλλά και επιχειρηματίας Κριχόβιακ. Με δεξί χέρι τον αδελφό του, έχει επενδύσει σε καλλυντικά που παράγονται με οικολογικά υλικά, σε κατασκευαστική εταιρεία με πρωτοποριακά υλικά, σε μπουτίκ ρούχων και, εσχάτως, με ένα πρότζεκτ που σχετίζεται με την υγεία και την ιατρική.
«Στην πανδημία κατάλαβα ότι η υγεία είναι το πιο σημαντικό» λέει σχετικά ο Πολωνός, ο οποίος γνωρίζει ότι είναι ένας ποδοσφαιριστής με περιορισμένο ταλέντο. Αυτό, όμως, δεν τον ενοχλεί καθόλου. «Είμαι ένας παίκτης που παλεύει και τρέχει πάντα. Όπου έφτασα, το έκανα χάρη στην δουλειά μου» λέει και καμαρώνει (ορθά) γι’ αυτό.