Μάρκο Σίλβα: Η λονδρέζικη Ιθάκη του
Για πρώτη φορά στα έντεκα χρόνια της προπονητικής του καριέρας, έμεινε ά(ν)εργος για 19 μήνες. Φρόντισε, βεβαίως, να τα εκμεταλλευτεί στο έπακρο. Παρακαλούθησε εκατοντάδες αγώνες στην τηλεόραση και άρχισε να μαθαίνει γερμανικά, μήπως η μοίρα τον έφερνε να αναλάβει μια ομάδα της Bundesliga.
Το απωθημένο του Μάρκο Σίλβα, βεβαίως, ήταν η Αγγλία. Γιατί ένιωθε πως είχε αφήσει ανοιχτά μέτωπα στο Νησί, αφού με την Χαλ γεύτηκε τον υποβιβασμό στη Championship, στην Γουότφορντ έμεινε οκτώ μήνες και στην Έβερτον 19, παρ’ ότι με όλες είχε υπογράψει συμβόλαια πολυετούς διάρκειας.
Το περασμένο καλοκαίρι, η Φούλαμ χτύπησε την πόρτα του 44χρονου τεχνικού από την Λισσαβόνα, ο οποίος κέρδισε τον ιδιοκτήτη, Πακιστανό-Αμερικανό μεγιστάνα Σαχίντ Καν, με το «bom dia» (καλημέρα στα πορτογαλικά).
Οι δύο άνδρες συναντήθηκαν επί πορτογαλικού εδάφους και η μια συνάντηση ήταν και αρκετή, αφού ο Καν έμεινε εντυπωσιασμένος από τις φιλοδοξίες του Σίλβα και, κυρίως, τις γνώσεις του για τον λονδρέζικο σύλλογο, ακόμα και για το πώς θα μπορούσε η Φούλαμ να εκμεταλλευτεί το πλούσιο ταλέντο που έχει στην ακαδημία της.
Στην παρουσίασή του, ο Σίλβα εστίασε στην «σταθερότητα» που έψαχνε στο Λονδίνο, παρ’ ότι η Φούλαμ μόλις είχε υποβιβαστεί από την Premier League. Και όμως, εννέα μήνες αργότερα, οι Κότατζερς πανηγυρίζουν την άμεση επάνοδο στα σαλόνια του αγγλικού ποδοσφαίρου, η οποία συνδυάστηκε από πολύ ωραίο ποδόσφαιρο, μόλις οκτώ ήττες (οι περισσότερες ανώδυνες) σε 42 παιχνίδια και πολλά, πολλά γκολ.
Τον Ιανουάριο, με τρεις διαδοχικές εμφατικές νίκες (7-0 τη Ρέντινγκ, 6-2 τις Μπρίστολ Σίτι και Μπέρμιγχαμ), η Φούλαμ έγινε η πρώτη ομάδα της δεύτερης κατηγορίας που σημείωνε 6+ γκολ σε τρία σερί παιχνίδια μετά την Έβερτον τον Φεβρουάριο του… 1954! Τα Ζαχαρωτά, 67 χρόνια νωρίτερα, έκλεισαν εκείνη την σεζόν με άνοδο, κάτι βεβαίως που έκανε η Φούλαμ του Μάρκο Σίλβα.
Πως τα κατάφερε; Καταρχήν, έπεισε τον Αλεκσάνταρ Μίτροβιτς να παραμείνει στο «Κρέιβεν Κότατζ», από το οποίο θα είχε φύγει σίγουρα ο Σέρβος επιθετικός, αν έμενε στο τιμόνι ο Σκοτ Πάρκερ. Ο «Μίτρο» ανταπέδωσε την εμπιστοσύνη στον Σίλβα με σαράντα γκολ σε ισάριθμα παιχνίδια (!), εκτοξεύοντας επιθετικά μια ομάδα που στηρίχθηκε στην χημεία των Τοσίν Ανταραμπιόγο - Τιμ Ριμ στο κέντρο της άμυνας και την δημιουργική τέχνη του παίκτη της Λίβερπουλ πλέον, Φάμπιο Καρβάλιο (εννέα γκολ - επτά ασίστ), του δανεικού από τους Κόκκινους Χάρι Γουίλσον (δέκα γκολ - 16 ασίστ) και του δαιμόνιου Νέεσκενς Κεμπανό (εννέα γκολ - έξι ασίστ).
Η μεταμόρφωση του τελευταίου πιστώνεται πρωτίστως στην δουλειά του Λουίς Μπόα Μόρτε, στενού συνεργάτη του Σίλβα από την εποχή της Έβερτον και θρύλος της Φούλαμ, την οποία βοήθησε ως παίκτης να ανέβει το 2001, φτάνοντας μέχρι να φορέσει το περιβραχιόνιο του αρχηγού.
Και όχι, ο Μπόα Μόρτε δεν δίνει την ελληνική νότα στην άνοδο της Φούλαμ, επειδή πριν από δέκα χρόνια φόρεσε την φανέλα της ΑΕΛ για επτά παιχνίδια. Αυτή ανήκει απολύτως στον άλλοτε αναλυτή του ΠΑΟΚ Αντώνη Λεμονάκη, με τον οποίο ο Σίλβα συνεργάστηκε ιδανικά στον Ολυμπιακό και τον ενσωμάτωσε στο τιμ του έκτοτε, προκειμένου να μελετά τους αντιπάλους, αλλά και να προετοιμάζει τις κομπίνες στις στατικές φάσεις.
Ο μέτριος δεξιός μπακ που έγινε «νέος Μουρίνιο»
Από μικρός στα τμήματα υποδομής της Κόβα Πιεντάντε, ο Σίλβα ονειρευόταν να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής. Τα κατάφερε με την Μπελενένσες, αν και στην καριέρα του κατέγραψε μόλις δύο συμμετοχές στην πρώτη κατηγορία, μια με την ομάδα που τον έκανε επαγγελματία και μια με την Καμπομαϊορένσε.
Φιλότιμος και γρήγορος δεξιός μπακ, έβγαλε το ψωμί του στις μικρές κατηγορίες και βρήκε την Ιθάκη του στην Εστορίλ, την φανέλα της οποίας φόρεσε για έξι χρόνια. Και, μόλις κρέμασε τα παπούτσια του σε ηλικία 34 ετών, δέχθηκε την θέση του διευθυντή ποδοσφαίρου στην ομάδα όπου ξεκίνησε την προπονητική του σταδιοδρομία και ο Φερνάντο Σάντος.
Ο Σίλβα έμελλε να το κάνει στα μέσα της πρώτης του σεζόν ως διευθυντής ποδοσφαίρου, όταν απολύθηκε ο Βινίσιους Εουτρόπιο και πήρε τα ηνία της ομάδας. Έκανε ντεμπούτο με ήττα, αλλά στα επόμενα 24 παιχνίδια η Εστορίλ γνώρισε μόλις τρεις και πανηγύρισε την επάνοδο στην πρώτη κατηγορία μετά από επτά χρόνια.
Αν δεν το ήξερε ήδη, ο Μάρκο κατάλαβε ότι η προπονητική του ταιριάζει γάντι. Σε δύο σεζόν και με όπλο το δέσιμο με τον κόσμο, όπως ο ίδιος εξηγεί, εκτόξευσε την ομάδα σε ισάριθμες θέσεις στην πρώτη πεντάδα της βαθμολογίας (και την έξοδο στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις), νίκησε την Πόρτο μέσα στο «Ντραγκάο» και άρχισε να διαβάζει στα ΜΜΕ ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί στον νέο Ζοσέ Μουρίνιο.
Οι επιτυχίες του «Special One» αποτέλεσαν και αποτελούν σημείο αναφοράς και οδηγό για τον προπονητή που διαδέχθηκε τον Λεονάρντο Ζαρντίμ στη Σπόρτινγκ Λισσαβόνας, την οδήγησε στον πρώτο της τίτλο (Κύπελλο) μετά από έξι χρόνια, αλλά παρέμεινε μόλις μια σεζόν, αφού ο πρόεδρος Μπρούνο ντε Καρβάλιο βρήκε μια ηλίθια δικαιολογία για να τον απολύσει, έχοντας συμφωνήσει με τον Ζόρζε Ζεσούς για να καθίσει στον πάγκο των Λιονταριών.
Ολυμπιακός: Ό, τι αρχίζει ωραία τελειώνει... απότομα
Η απόλυση - έκπληξη από την Σπόρτινγκ έδωσε την ευκαιρία στον Ολυμπιακό να κινηθεί για τον πλέον υποσχόμενο Πορτογάλο προπονητή της γενιάς του. Στον Πειραιά, όπου διαδέχθηκε άλλον Πορτογάλο (Βίτορ Περέιρα), ο Σίλβα οδήγησε τους Ερυθρόλευκους σε ένα ευρωπαϊκό ρεκόρ για τον 21ο αιώνα (17 διαδοχικές νίκες στο πρωτάθλημα), παίζοντας ωραία μπάλα και με highlight μια νίκη στο (αγαπημένο του πλέον) Λονδίνο επί της Άρσεναλ, στη φάση ομίλων του Champions League.
Στο λιμάνι, ο Σίλβα κατέκτησε το πρώτο πρωτάθλημα της ποδοσφαιρικής του καριέρας, αλλά (μάλλον) ήθελε περισσότερα. Στο ξεκίνημα της καλοκαιρινής προετοιμασίας, ζήτησε να λύσει το συμβόλαιο με τον Ολυμπιακό, επικαλούμενους οικογενειακούς λόγους.
«Έφυγα με δική μου πρωτοβουλία» παραδέχθηκε αργότερα ο Σίλβα, ο οποίος υποστηρίζει πως εξακολουθεί να έχει εξαιρετική σχέση με τους ανθρώπους του Ολυμπιακού. Ήταν, άλλωστε, ο μοναδικός προπονητής μετά τον Ερνέστο Βαλβέρδε, που είχε βγάλει μια ολόκληρη σεζόν (από την αρχή μέχρι το τέλος) στον ερυθρόλευκο πάγκο.
Σημαίνει αυτό ότι μια μέρα μπορεί να γυρίσει στο «Καραϊσκάκης»; Στο άμεσο μέλλον, σίγουρα όχι. Επτά μήνες αργότερα, άλλωστε, ξεκίνησε η βρετανική του περιπέτεια (Χαλ), η οποία τον συναρπάζει και του δίνει τεράστιο κίνητρο.
«Για να είμαι ειλικρινής, βρέθηκα κοντά στην επιστροφή μου στην Αγγλία αρκετές φορές. Ήθελα, όμως, μια καλή πρόκληση και ένα καλό πρότζεκτ» έλεγε για την επιλογή της Φούλαμ, με την οποία έχει υπογράψει τριετές συμβόλαιο και, αυτή την στιγμή τουλάχιστον, δείχνει διατεθειμένος να το εξαντλήσει και, γιατί όχι, να το επεκτείνει κιόλας.
Το «Κρέιβεν Κότατζ» έχει εξελιχθεί στην λονδρέζικη Ιθάκη του Μάρκο Σίλβα, ο οποίος επισημαίνει με ρεαλισμό ότι «το κύριο ζητούμενο πάντα είναι τα αποτελέσματα», αλλά πάντα προσπαθεί αυτά τα αποτελέσματα να συνδυαστούν με ωραίο ποδόσφαιρο και μια συγκεκριμένη φιλοσοφία.
Αυτή που δέχθηκε τα εγκώμια του Πεπ Γκουαρδιόλα, όταν η Μάντσεστερ Σίτι αντιμετώπισε (και απέκλεισε με ανατροπή) την Φούλαμ στον τέταρτο γύρο του Κυπέλλου. «Είμαι πολύ χαρούμενος και ικανοποιημένος με όσα έχει κάνει ο Μάρκο και με εντυπωσιάζει το πώς παίζει η Φούλαμ. Η επιθετική της λειτουργία είναι φανταστική» είχε πει ο Καταλανός για τον Πορτογάλο συνάδελφό του.
Αυτός ο συνδυασμός ουσίας - θεάματος επιτρέπει και στον Σαχίντ Καν να νιώθει ότι το ένστικτό του τον δικαίωσε απόλυτα, όταν το περασμένο καλοκαίρι έδωσε τα χέρια μαζί του, μετά από μόλις μια συνάντηση. Και, όσο προετοιμάζει την επιστροφή του στη Premier League που τον πλήγωσε αρκετά στο παρελθόν, λατρεύοντας όμως το πάθος που μεταφέρουν οι φίλαθλοι, ο Σίλβα φροντίζει να μορφώνεται, να δυναμώνει ακόμα περισσότερο προπονητικά.
«Θέλω να είμαι έτοιμος για την επόμενη πρόκληση» λέει με νόημα, αν και οι Κότατζερς σταυρώνουν τα δάχτυλα ώστε η επόμενη πρόκληση, ενδεχομένως μακριά από το Λονδίνο και σε υψηλότερο επίπεδο, να αργήσει αρκετά χρόνια να (του) εμφανιστεί…