Μπαπέ: Ο... διάδοχος των Μέσι και Ρονάλντο είναι έτοιμος για το επόμενο βήμα
Οι φωτογραφίες του 14χρονου Κιλιάν Μπαπέ, στο σπίτι του στο Μποντί, στα περίχωρα του Παρισιού, στις οποίες κάθεται στο κρεβάτι του και είναι τριγυρισμένος από αφίσες του ινδάλματος του, του Κριστιάνο Ρονάλντο, έχουν κάνει εδώ και χρόνια τον γύρο του διαδικτύου. Για την ακρίβεια πρόκειται για poster του Πορτογάλου σούπερ σταρ με τη φανέλα της Ρεάλ Μαδρίτης.
Αυτό το νεαρό παιδί είχε στο μυαλό του μόνο ένα πράγμα. Να δουλεύει κάθε μέρα, όλο και πιο σκληρά, μέχρι να φτάσει στο επίπεδο του προτύπου του και μια μέρα να φορέσει τη φανέλα της αγαπημένης του Βασίλισσας.
Από νεαρή ηλικία φάνηκε πως αυτό το παιδί είχε κάτι διαφορετικό. Ήταν από άλλη... πάστα. Ένα συμπέρασμα στο οποίο έφτασε από νωρίς νωρίς ένα ποδοσφαιρικό «μάτι» που... κόβει όσο λίγα. Ο Αρσέν Βενγκέρ.
«Όταν τον είδα για πρώτη φορά, είπα: Είναι ο Πελέ!», είχε πει για τον Μπαπέ ο Αλσατός τεχνικός. Ο Βενγκέρ τον είχε παρακολουθήσει πρώτη φορά όταν ήταν έφηβος και αγωνιζόταν σε ομάδα νέων της Μονακό.
Ένας από τους πρώτους προπονητές του τον θυμάται ότι απομνημόνευσε τον εθνικό ύμνο της Γαλλίας στα έξι του χρόνια και η δικαιολογία του ήταν αποστομωτική. «Το μαθαίνω επειδή μια μέρα θα παίξω για τη γαλλική ομάδα», είχε πει.
Εκείνη την εποχή, ένας οικογενειακός φίλος αγόρασε ένα μοντέλο γηπέδου της Ρεάλ Μαδρίτης για τον νεαρό Κιλιάν που λάτρευε τους Μερένγκες. Ο Μπαπέ απάντησε λέγοντάς του «Όχι, μια μέρα εγώ θα σε πάω εκεί». Φαίνεται πως αυτή η ημέρα πλησιάζει.
«Ο κληρονόμος των Μέσι - Ρονάλντο»
«Ο Κιλιάν είχε πάντα καλό timing στα τρεξίματά του και φυσικά τρομερή δύναμη, ενώ είναι από τη φύση του εξαιρετικός εκτελεστής. Μπορεί να σε εκπλήξει, είναι ευκίνητος, έχει αυτόν τον συνδυασμό ευελιξίας και δύναμης. Από τότε που ανέπτυξε τη σύνδεσή του με τον Νεϊμάρ στο παιχνίδι του, έγινε ένας πολύ πιο ολοκληρωμένος παίκτης. Η τελική του επιλογή είναι καλύτερη, η διορατικότητα του είναι καλύτερη, η ταχύτητα των συνεργασιών του με τους άλλους είναι καλύτερη», είχε πει για τον ηγέτη της Γαλλίας ο Βενγκέρ.
Ο θρυλικός κόουτς της Άρσεναλ βλέπει τον Μπαπέ ως τον κύριο κληρονόμο των δυο «βασιλιάδων» του ποδοσφαίρου κατά τον 21ο αιώνα. «Έχουμε δύο παίκτες που έθεσαν τα πρότυπα εδώ και 15 χρόνια. Ο Μέσι και ο Ρονάλντο κυριάρχησαν στον κόσμο του ποδοσφαίρου. Θα αξιολογήσουμε πραγματικά τι έχουν κάνει αυτά τα δύο παιδιά για το ποδόσφαιρο με λίγη απόσταση. Το να παίζεις έτσι για 15 χρόνια είναι απίστευτο, εκπληκτικό. Αναρωτιέστε, ποιος θα έρθει μετά; Έχουμε βρει έναν υποψήφιο σίγουρα», ανέφερε ο Αλσατός κόουτς.
Ο Βενγκέρ πιστεύει ότι η επιρροή αυτών των δύο ποδοσφαιρικών «τοτέμ» ανεβάζουν τον πήχη για όσο διάστημα θυμάται ο Μπαπέ. Ο Γάλλος σταρ ήταν τριών ετών όταν ο Κριστιάνο Ρονάλντο έκανε το ντεμπούτο του με τη Σπόρτινγκ Λισαβόνας και πέντε όταν ο Λιονέλ Μέσι ξεκίνησε την καριέρα του στην Μπαρτσελόνα.
Έχει ονειρευτεί, παρατηρήσει, εξασκηθεί και αναδείχθηκε ως παίκτης γνωρίζοντας ακριβώς τι είναι απαραίτητο για να ξεχωρίσει από τους υπόλοιπους, όπως και έκανε. Η ικανότητα του να φτάσει ψηλότερα από τους υπόλοιπους παίκτες της εποχής του συνοψίζεται σε ένα ασυνήθιστα υψηλό επίπεδο εσωτερικής αποφασιστικότητας, εκτός από το προφανές σύνολο αθλητικών δεξιοτήτων.
Ο κόσμος είναι γεμάτος νεαρούς ποδοσφαιριστές που είναι απόλυτα πεπεισμένοι ότι θα φτάσουν στην κορυφή. Μερικοί από αυτούς έχουν το ταλέντο να υποστηρίζουν την αυτοπεποίθησή τους. Αλλά λίγοι από αυτούς πλησιάζουν στην εκπλήρωση του υποθετικού πεπρωμένου τους. Μόνο ένα μικρό ποσοστό κάνει το μεγάλο βήμα. Όμως μόνο λίγοι μπορούν να αναδειχθούν ως κορυφαίοι της γενιάς τους. Οι λεγόμενοι Generational παίκτες.
Ο Μέσι αποχώρησε από την ευρωπαϊκή σκηνή, αφήνοντας την Παρί Σεν Ζερμέν για την Ίντερ Μαϊάμι και ο Κριστιάνο Ρονάλντο εδώ και ένα χρόνο είναι κάτοικος Σαουδικής Αραβίας για λογαριασμό της Αλ Νασρ. Ο θρόνος είναι άδειος και περιμένει το νέο βασιλιά!
«Πολλοί σπουδαίοι παίκτες που διαμόρφωσαν την ιστορία του ποδοσφαίρου έφυγαν από την Ευρώπη αυτό το καλοκαίρι και μπαίνουμε σε μια νέα εποχή», δήλωσε ο Μπαπέ σε συνέντευξη που δημοσιεύτηκε στο GQ.
Τα κίνητρα που εκτοξεύουν τον Μπαπέ
Ο Βενγκέρ αναλογίζεται τους δύο κύριους τύπους κινήτρων στον αθλητισμό. Το εγγενές κίνητρο αφορά έναν παίκτη που πιέζει τον εαυτό του για να είναι ο καλύτερος, ενώ το εξωτερικό κίνητρο εξαρτάται περισσότερο από εξωτερικές «δυνάμεις» — να ωθείται από άλλους, να θέλει να εντυπωσιάσει τους άλλους, να επηρεάζεται από τους άλλους. «Τα εγγενή κίνητρα είναι πολύ σπάνια», έχει πει ο Αλσατός.
Mια ιστορία που είπε ο δημοσιογράφος, Αντουάν Λε Ρόι από το Canal Plus, ο οποίος δημιούργησε ένα ντοκιμαντέρ για τον Μπαπέ, επισήμανε πώς λειτουργεί αυτό το εγγενές του κίνητρο. Μια μέρα οι δυο τους πέρασαν λίγο χρόνο παίζοντας videogames στο σπίτι του Γάλλου σούπερ σταρ. Ξεκίνησαν με FIFA. Ο Μπαπέ παρατήρησε ότι ο φίλος του δυσκολευόταν πολύ και έτσι τον ρώτησε ποιο παιχνίδι του άρεσε να παίζει.
Η επιλογή του Λε Ρόι ήταν το NBA 2K, στο οποίο έδειξε την εμπειρία του. Διέλυσε τον Μπαπέ. «Κακή ιδέα», θυμάται ο Λε Ρόι. «Μου είπε: "Αντουάν, δώσε μου μια εβδομάδα. Όταν είμαι έτοιμος θα σε ενημερώσω". Μια εβδομάδα αργότερα μου τηλεφωνεί, "Είσαι έτοιμος;". Παίζουμε και δεν κερδίζω παιχνίδι. Λέω, "Τι στο καλό;". Έπαιζα 10 χρόνια, αλλά δεν ήξερα τι να κάνω. Έτσι είναι σε όλα. Δίνει τα πάντα για να είναι ο καλύτερος». Ο Μπαπέ είχε περάσει μια ολόκληρη εβδομάδα στην οποία έμαθε τα πάντα για το παιχνίδι, παρακολουθώντας διαδικτυακά σεμινάρια, αναλύοντας τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία των παικτών στο παιχνίδι για να τα χρησιμοποιήσει προς όφελός του.
Το κίνητρό του, η προσωπικότητά του, η ικανότητά του και η απίστευτη υποστήριξη της οικογένειας του, η οποία ήταν καταλυτική στην εξέλιξη του, είναι τα «μυστικά» του. Η πορεία του μέσα από το ποδοσφαιρικό οικοσύστημα έχει σχεδιαστεί και προετοιμαστεί με ακρίβεια.
Είναι σαν να ήταν κατά κάποιο τρόπο προγραμματισμένος να πετύχει από την παιδική του ηλικία. Η επιρροή των γονιών του είναι βασικός παράγοντας. Η δημιουργία του Μπαπέ έχει τις ρίζες της σε αυτή την οικογενειακή σύνδεση, αυτή την εγγενή εμπιστοσύνη και τη σοφία, τη φροντίδα και την προσοχή στην οποία επέμεναν από τότε που ήταν παιδί.
Η καταλυτική υποστήριξη των γονιών
Ο πατέρας του, Oυίλφριντ Μπαπέ, ήταν προπονητής της AS Bondy και φρόντιζε για τα πάντα στο αθλητικό κομμάτι του Κιλιάν. Η μητέρα του, Φαϊζά Λαμαρί ήταν επαγγελματίας αθλήτρια χάντμπολ και επιβλέπει όλες τις προσωπικές πτυχές του γιου της και την εικόνα του. Συνεργάζονται με μια εξαιρετική αθλητική δικηγόρο, την Ντέλφιν Βερχέιντεν και ένα αξιόπιστο επιτελείο. Όλα είναι υπό έλεγχο, καμία απόφαση δεν είναι βιαστική ή επικίνδυνη.
Παρά το γεγονός ότι είχαν ένα μεγάλο ποδοσφαιρικό «prospect» στα χέρια τους από νεαρή ηλικία, οι γονείς του Μπαπέ αγνόησαν τις προσεγγίσεις των μάνατζερ που ήθελαν απεγνωσμένα να εκπροσωπήσουν τον γιο τους. Αρνήθηκαν ευγενικά το δέλεαρ του πλούτου και τις υποσχέσεις να τον κάνουν αστέρι. Ήταν σίγουροι ότι αυτό θα γινόταν ούτως ή άλλως, χωρίς να χρειάζονται εξωτερικές παρεμβάσεις.
Το Δεκέμβριο του 2012, όταν ήταν 14 ετών, η οικογένεια Μπαπέ ξεναγήθηκε στις εγκαταστάσεις της Ρεάλ Μαδρίτης από τον Ζινεντίν Ζιντάν. Στη συνέχεια πέρασαν μια εβδομάδα στην Τσέλσι και αργότερα άκουσαν τον Βενγκέρ όταν τους επισκέφτηκε αλλά οι αποφάσεις παίρνονταν πάντα στρατηγικά. Οι γονείς του Μπαπέ δεν ένιωσαν πίεση να κάνει ο γιος τους το άλμα για το εξωτερικό όσο ήταν έφηβος.
Ομοίως, οι οικονομικές ανταμοιβές θα ερχόντουσαν χωρίς την ανάγκη συντριπτικής πίεσης στον γιο τους. Στον απόηχο του τελευταίου Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2018, ο Μπαπέ ήταν σε ξέφρενη ζήτηση από πιθανούς χορηγούς. Το περιβάλλον του απέρριψε προτάσεις από περισσότερα από 200 brands.
Έχει κάνει πολύ δρόμο από όταν ξεκίνησε από το σπίτι του στο Μποντί αλλά βοήθησε το γεγονός ότι οι γονείς του κρατούσαν τα ηνία της καριέρας του στην πορεία.
Ως παιδί ήταν αρκετά άτακτος, ιδιαίτερα όταν επρόκειτο για σχολικές εργασίες. Η μητέρα του επέμενε να παίρνει από το σχολείο κάθε μέρα... αναφορά από τους δασκάλους του με αξιολόγηση για τη συμπεριφορά του. Ήταν πολύ έξυπνος αλλά οι σχολικές εργασίες αιχμαλώτιζαν τη φαντασία του. Η παιδική του ηλικία περιελάμβανε τένις, κολύμπι, μουσική και, κυρίως, μαθήματα αγγλικών με προοπτική το μέλλον του.
Ο Oυίλφριντ Μπαπέ έδωσε μια συνέντευξη στη Le Parisien το 2019 που απεικόνιζε την αρχή αυτής της περιπέτειας. «Από την ηλικία των δύο ή τριών ετών, ο Κιλιάν μου έλεγε κάθε μέρα ότι ήθελε να παίξει ποδόσφαιρο. Όμως, περίμενα. Όταν τον πήρα για πρώτη φορά μαζί μου, είδα ότι ήταν παθιασμένος και έτσι τον προπόνησα.
Είχαμε έναν κανόνα. Ό,τι συμβαίνει στο γήπεδο μένει στο γήπεδο ή στα αποδυτήρια. Στο σπίτι, έγινα πάλι ο μπαμπάς και όχι ο προπονητής. Το αστείο είναι ότι χρειάστηκαν ενάμιση χρόνο οι υπόλοιποι για να μάθουν ότι ο Κιλιάν ήταν γιος μου. Δεν με αποκάλεσε ποτέ "μπαμπά" και αφού δούλευα στο γήπεδο από τις 10 το πρωί έως τις 11 το βράδυ, ήταν η γυναίκα μου που τον έφερνε και μετά τον έπαιρνε σπίτι». Μια μέρα ο Κιλιάν τον είπε «μπαμπά» και τα άλλα παιδιά ήταν εντελώς μπερδεμένα.
«Είδαμε πολύ γρήγορα ότι ήταν διαφορετικός», πρόσθεσε ο Oυίλφριντ. «Από την παιδική του ηλικία, ο Κιλιάν ήταν εκθαμβωτικός απέναντι σε παιδιά δύο ή τρία χρόνια μεγαλύτερα από αυτόν. Τον ρώτησα ποιος επαγγελματίας ήθελε να γίνει και ότι ήταν στο χέρι του. Ο Κιλιάν έκανε το δικό του μονοπάτι».
Η είσοδός του στο INF — Institut National du Football — στο Clairefontaine σήμανε ένα μεγάλο βήμα, σε ένα περιβάλλον όπου ενθαρρύνεται να ζει, να αναπνέει και να σκέφτεται για το ποδόσφαιρο. Πέντε R αποτελούν τις βασικές αρχές της ποδοσφαιρικής εκπαίδευσης εκεί: Respect (σεβασμός), Regles (κανόνες), Rigeur (αυστηρότητα), Rendement (αποτελεσματικότητα), Rire (γέλιο).
Ήταν προφανές ότι ο Μπαπέ είχε κάτι το εξαιρετικό ακόμα και ανάμεσα σε μια ομάδα από τα επιλεγμένα ταλέντα της χώρας. Όταν ήρθε η ώρα να επιλέξει τον σύλλογο που θα πάει, υπήρχαν πολλές επιλογές, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό.
Ήταν 14 ετών και η οικογένεια προτιμούσε τον χρόνο παιχνιδιού και τη σταθερότητα στην ενδεκάδα έναντι της αίγλης και των προκλήσεων της προσαρμογής και του ανταγωνισμού σε ένα μεγάλο κλαμπ, ιδιαίτερα με τους μνηστήρες από το εξωτερικό. Το αρχικά φαβορί ήταν η... χαμηλών τόνων, Καέν. Τίποτα δεν υπογράφηκε, αλλά υπήρξε μια συμφωνία, η οποία κατέρρευσε όταν η ομάδα υποβιβάστηκε.
Η Μονακό έκανε σημαντικά «deals» το καλοκαίρι του 2013. Ξόδεψε σχεδόν 170 εκατομμύρια ευρώ σε μια ομάδα νέων παικτών, συμπεριλαμβανομένων των Ραδαμέλ Φαλκάο, Χάμες Ροντρίγκες, Ρικάρντο Καρβάλιο, Ζοάο Μουτίνιο και Ερίκ Αμπιντάλ. Λίγοι θα φαντάζονταν ότι ένας 14χρονος που πήγε στην ακαδημία τους την ίδια περίοδο θα αποδεικνυόταν τελικά η πιο σημαντική μεταγραφή.
«Είδαμε πολύ γρήγορα ότι ήταν διαφορετικός»
Με την... υπογραφή του Ζαρντίμ
Τον πρώτο του χρόνο στο Μονακό, ο Κιλιάν ζούσε σε ένα διαμέρισμα με τον πατέρα του, ο οποίος πήρε άδεια άνευ αποδοχών για να του προσφέρει απόλυτη υποστήριξη. Ο Μπαπέ προήχθη αμέσως στην ομάδα Κ-17, αλλά μια διαμάχη με τον προπονητή του, Μπρούνο Ίρλες, πήγε την καριέρα του ένα βήμα πίσω. Ο Ίρλες ήταν επικριτικός για την έλλειψη αμυντικής προσήλωσης από τον νεαρό επιθετικό. Ο Ουίλφριντ παρακολούθησε προπονήσεις και ένιωσε ότι ο προπονητής είχε μνησικακία εναντίον του γιου του, έχοντας ως πρόφαση την προσπάθειά να του δώσει κάποια μαθήματα.
Ο Λεονάρντο Ζαρντίμ, προπονητής της πρώτης ομάδας, παρενέβη και αποφάσισε να δώσει «προαγωγή» στον Κιλιάν. Ο αντίκτυπός του ήταν συγκλονιστικός και το ταλέντο του εκτοξεύτηκε, με τον νεαρό επιθετικό να συστήνεται δυναμικά στο κοινό. 'Εγινε ο νεότερος παίκτης που αγωνιστικέ με τη φανέλα της Μονακό σε ηλικία 16 ετών και ο νεότερος σκόρερ στα 17 του. Άνοιξε τα φτερά του και ανέβηκε στα ύψη.
Με ένα χρόνο να απομένει στο συμβόλαιό του, ήταν μια λεπτή κατάσταση. Ο Λουίς Κάμπος ήταν ο διευθυντής ποδοσφαίρου της Μονακό εκείνη την εποχή και θυμάται ότι προσπάθησε να πείσει τη μητέρα του Κιλιάν, Φαϊζά, ότι η παραμονή στο Πριγκιπάτο θα ήταν το καλύτερο για την ανάπτυξή του σε μια εποχή που τον ήθελα αρκετά μεγάλες ομάδες.
«Τους εξήγησα, με την εμπειρία μου από μεγάλους συλλόγους, τους λόγους για τους οποίους ο Κιλιάν έπρεπε να μείνει στη Μονακό. Αν είχε φύγει τότε, θα είχε πάει σε αποδυτήρια μεγάλης ομάδας, με μεγάλους εγωιστές, ως ένας άγνωστος. Θα τον είχαν κοιτάξει και θα έλεγαν "Ποιο είναι αυτό το παιδί;". Έχω δουλέψει με τον Κριστιάνο Ρονάλντο στο παρελθόν και μπορώ να τους συγκρίνω. Είναι ίδιοι. Γεννήθηκαν για να γίνουν πρωταθλητές, για να γίνουν αστέρια, για να κερδίσουν τα πιο όμορφα πράγματα στον κόσμο», είχε πει ο Κάμπος.
Το 2016, ο Μπαπέ υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο με τη Μονακό. Την επόμενη σεζόν... εξερράγη, σκοράροντας 26 γκολ, η ομάδα του κέρδισε το πρωτάθλημα κόντρα στην «αχτύπητη» Παρί και έφτασε στα ημιτελικά του Champions League. Ο Μάρτιν Λεπρίς, ο οποίος έγραψε τη βιογραφία του Μπαπέ, έγραψε πως ο Κιλιάν δεν πήγε καν στην πόλη για να γιορτάσει τον θρίαμβο του τίτλου της Μονακό. «Όλοι οι παίκτες πανηγύρισαν. Όχι όμως αυτός. Γύρισε σπίτι με τους γονείς του αμέσως μετά το δείπνο».
Ο τελειομανής «killer»
Είναι τελειομανής. Έχει ορισμένα ιδανικά και πρότυπα που δεν είναι διατεθειμένος να εγκαταλείψει. Η ιστορία που είπε στο The Players’ Tribune το συνοψίζει καλά.
«Υπάρχει ένας κανόνας στο Μποντί που όλοι καταλαβαίνουν. Το μαθαίνεις όταν είσαι νέος. Αν περπατήσεις στο δρόμο και δεις 15 άτομα να στέκονται στη γωνία και γνωρίζεις μόνο ένα από αυτά τα άτομα, έχεις μια επιλογή: είτε κουνάς το χέρι και περπατάς, είτε πηγαίνεις και σφίγγεις και τα 15 χέρια. Εάν περπατήσεις και σφίξεις μόνο το χέρι αυτού του ατόμου, τότε τα άλλα 14 άτομα δεν θα σε ξεχάσουν ποτέ. Θα ξέρουν τι άνθρωπος είσαι».
Σύμφωνα με τον Βενγκέρ, η φάση του διαχωρισμού των ταλαντούχων παιδιών έρχεται σε ηλικία 17-20 ετών. Ο Κιλιάν έλαμψε με τη μία. Στα 18 του εντάχθηκε στην Παρί Σεν Ζερμέν σε μια μεταγραφή ρεκόρ για έφηβο ποδοσφαιριστή και έκανε το ντεμπούτο του για την εθνική ομάδα της Γαλλίας. Σε ηλικία 19 ετών, «έλαμψε» στο Μουντιάλ και έγινε ο δεύτερος έφηβος, μιμούμενος τον Πελέ, που σκόραρε για τους πρωταθλητές κόσμου σς τελικό. «Καλώς ήρθες στο κλαμπ», είχε γράψει ο Πελέ στα social media. Πολύ κλειστό κλαμπ.
Η συχνότητα του σκοραρίσματος του στην Παρί Σεν Ζερμέν αυξήθηκε αναπόφευκτα και ένα σημαντικό πράγμα που έχει παρατηρήσει ο Βενγκέρ σχετικά με την εξέλιξη του Μπαπέ είναι η ικανότητά του να λειτουργεί σε στιγμές πίεσης. «Ακόμα και όταν έχει μια κακή περίοδο, πάντα επιστρέφει δυνατός όταν είναι πραγματικά η κρίσιμη στιγμή», είχε πει ο Αλσατός.
Ο ορισμός της αντίδρασης υπό πίεση ήταν στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του Κατάρ, όταν πήγε μόνος του να σώσει τη Γαλλία κόντρα στην Αργεντινή, ενώ είχε μείνει πίσω στο στο σκορ στο πρώτο μέρος με 2-0. Στα 23 του χρόνια έγινε μόλις ο δεύτερος ποδοσφαιριστής που πέτυχε χατ τρικ σε τελικό Μουντιάλ, μετά τον Τζεφ Χαρστ (1966), όμως δεν κατάφερε να σώσει την «παρτίδα». Ήταν η βραδιά που χρωστούσε το ποδόσφαιρο στον Λιονέλ Μέσι.
Στατιστικά, συγκρίνοντας τον Μπαπέ του 2018 με τον Μπαπέ του 2024, είναι σαφές ότι η ικανότητα του στο σκοράρισμα έχει γίνει πιο «φονική». Η αναλογία των τερμάτων του προς τις ασίστ έχει αλλάξει, με πολύ μεγαλύτερη έμφαση στα τελειώματα των φάσεων.
Αυτή η βελτίωση στο σκοράρισμα, σε συνδυασμό με το βελτιωμένο συνδυαστικό παιχνίδι του, δείχνει πώς εξακολουθεί να πιέζει τον εαυτό του για να γίνεται όλο και καλύτερος. Η δεύτερη φάση του διαχωρισμού συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Ο Μπαπέ έχει καθιερωθεί ως άνθρωπος που συγκεντρώνει τα βλέμματα, όχι μόνο για την Παρί, τη Γαλλία ή τη... Ρεάλ Μαδρίτης αλλά για άπαντες σε όλο τον ποδοσφαιρικό πλανήτη.
Έχει σκοράρει 243 γκολ σε 290 εμφανίσεις με την Παρί, κατέκτησε ακόμα πέντε πρωταθλήματα μετά από αυτό που κέρδισε με τη Μονακό, ήταν ο παίκτης της χρονιάς στο πρωτάθλημα σε τέσσερις από τις τελευταίες πέντε σεζόν και πρώτος σκόρερ σε καθεμία από τις τελευταίες πέντε αγωνιστικές περιόδους, αλλά συνέχισε να βγάζει το «vibe» ενός παίκτη που περίμενε να εκπληρώσει το πεπρωμένο του στη μεγαλύτερη σκηνή του συλλογικού ποδοσφαίρου. Η Ρεάλ Μαδρίτης είναι η ιδανική ομάδα για να εκπληρώσει τις φιλοδοξίες του και να γράψει ιστορία.
Η αυτοπεποίθηση του Μπαπέ ότι μπορεί να κάνει συνέχεια τη διαφορά και το κίνητρο να κυνηγήσει τα μεγάλα τρόπαια είναι πιο ισχυρά από ποτέ...
Μια «σαπουνόπερα» εκατοντάδων εκατομμυρίων
Tην τελευταία τριετία το «τρίγωνο» Παρί Σεν Ζερμέν - Κιλιάν Μπαπέ - Ρεάλ Μαδρίτης ήταν ένα διαρκές «σίριαλ». Για την ακρίβεια... σαπουνόπερα!
Ο Μπαπέ «άνθισε» ποδοσφαιρικά δίπλα στον Νεϊμάρ αλλά όσο περισσότερο χρόνο περνούσαν μαζί στο χορτάρι και στα αποδυτήρια, τόσο πιο δύσκολη γινόταν η σχέση τους. Η άφιξη του Μέσι το 2021 ήταν μια επιπλέον επιπλοκή, εντός και εκτός γηπέδου.
Οι σχέσεις του Μπαπέ με την Παρί ήταν τεταμένες. Μάλιστα είχε αποκαλέσει τους Παριζιάνους «διχαστικό κλαμπ» που «μπορεί να προσελκύει κουτσομπολιά». Επιπρόσθετα υπήρξε μια μακροχρόνια διαμάχη σχετικά με τη χρήση της εικόνας του από τον σύλλογο για εμπορικά οφέλη. «Η Παρί είναι ένας μεγάλος σύλλογος και μια μεγάλη οικογένεια αλλά σίγουρα δεν είναι η... Κιλιάν Ζερμέν» είπε πέρυσι, εκνευρισμένος που μια συνέντευξή του χρησιμοποιήθηκε ως φωνή σε βίντεο για την προώθηση εισιτηρίων διαρκείας.
Το τεράστιο νέο συμβόλαιο που υπέγραψε το 2022 για να παραμείνει στην Παρί για άλλα δύο χρόνια, του έδωσε φωνή για να ακουστεί από την ιεραρχία του συλλόγου όταν ήθελε μιλήσει για την ποδοσφαιρική στρατηγική του κλαμπ. Η πρόσληψη του Κάμπος, ο οποίος τον υποστήριξε στη Μονακό, σε ρόλο αθλητικού διευθυντή, θεωρήθηκε ως επιλογή του αστέρα του συλλόγου, αν και ο Μπάπε υποστήριξε ότι «δεν θα υπερβεί τον ρόλο του ποδοσφαιριστή».
Ήταν μια έκπληξη - και όχι μόνο για τη Ρεάλ Μαδρίτης - όταν ο Μπαπέ επέκτεινε το συμβόλαιό του με την Παρί τον Μάιο του 2022.
Αυτός και η οικογένεια του απέρριψαν το συμβόλαιο που του προσέφερε η Ρεάλ και επέλεξαν να μείνει στην Παρί, με ένα... τρελό διετές συμβόλαιο με οψιόν ανανέωσης έως τον Ιούνιο του 2025. Ο μισθός του Γάλλου είναι στα 70 εκατομμύρια ευρώ και το deal περιελάμβανε ένα μπόνους 80 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο θα έφτανε τα 100 εκατομμύρια αν ανανέωνε το συμβόλαιο του.
Το περασμένο καλοκαίρι ο Μπαπέ ενημέρωσε τη διοικητική ηγεσία της Παρί πως δεν θα ανανέωνε τη συμφωνία τους μέχρι το 2025, πόσο μάλλον για ακόμα περισσότερο. Αυτό έφερε τον σύλλογο σε μια κατάσταση όπου κινδύνευαν να τον χάσουν με ελεύθερη μεταγραφή στο τέλος αυτής της σεζόν.
Η Παρί ήταν πρόθυμη να τον πουλήσει στη Ρεάλ αλλά για τη σωστή τιμή. Τα πράγματα έγιναν ακόμα πιο περίπλοκα όταν η Αλ Χιλάλ πρόσφερε 300 εκατομμύρια ευρώ, το οποίο θα ήταν ρεκόρ μεταγραφής, για να προσπαθήσει να τον πάρει στη Σαουδική Αραβία δίνοντας του συμβόλαιο με μισθό ύψους ενός εκατομμυρίου ευρώ την εβδομάδα.
Η Παρί αποδέχτηκε την προσφορά, αλλά ο Μπαπέ είπε ότι δεν ήταν διατεθειμένος καν να συζητήσει τη μεταγραφή. Η καρδιά και το μυαλό του φαίνεται πως ανήκει στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Ξεκίνησε τη σεζόν ως persona non grata στην Παρί, έμεινε εκτός (μαζί με τον Νεϊμάρ που εν τέλει πήγε στην Αλ Χιλάλ) από την περιοδεία του συλλόγου στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα στο πλαίσιο της καλοκαιρινής προετοιμασίας, ενώ έμεινε εκτός αποστολής και στην πρεμιέρα της Ligue 1, κόντρα στη Λοριάν. Στη συνέχεια, όμως, επανήλθε στην ομάδα, καθώς ο σύλλογος αποδέχτηκε τη ματαιότητα αυτής της αντιπαράθεσης και ξεκίνησε την πιο παραγωγική σεζόν του μέχρι στιγμής στην Παρί, με μέσο όρο άνω του ενός γκολ ανά παιχνίδι.
Όσο περισσότερο έμεινε στην Πόλη του Φωτός, τόσο περισσότερο έμοιαζε με παίκτη έτοιμο για μια νέα πρόκληση. Tο περασμένο καλοκαίρι υποστήριξε πως η Παρί έχει φτάσει στο ταβάνι της στο Champions League. Ηττήθηκε μια φορά στον τελικό, μια στον ημιτελικό και τέσσερις φορές στη φάση των «16» από τότε που εντάχθηκε στην ομάδα.
Έφτασε η ώρα για το όνειρο. Τη Ρεάλ Μαδρίτης. Αν δε δούμε μια συγκλονιστική ανατροπή σε αυτό το «σίριαλ» ο Μπαπέ αναμένεται να μετακομίσει το καλοκαίρι στην πρωτεύουσα της Ισπανίας, στην ηλικία των 25 ετών, λίγο αργότερα από ό,τι ήλπιζε, αλλά σε πλήρη συνάρτηση με την καριέρα που σχεδίαζε ως παιδί στο δωμάτιο με τις αφίσες του Κριστιάνο: πρώτα Clairefontaine, μετά Ligue 1 και «απογείωση» στη Ρεάλ Μαδρίτης.