Δεν μπλέκεις με τον… loco ingles
Για να πω την αμαρτία μου, όσα χρόνια κάνω αυτή τη δουλειά, δεν θυμάμαι να υπήρχε τόση μεγάλη αντίδραση στο άκουσμα μιας συμφωνίας με ποδοσφαιριστή, σαν αυτή που έλαχε ο Μπράντον Τόμας, πριν καλά-καλά τον δούμε μέσα στο γήπεδο.
Βρε, τι το μαλλί του, τα τατουάζ (που σε κάποιους θύμισαν τον Κλάους Αθανασιάδη), το ύψος του (μέχρι και τον… Σαλπιγγίδη θυμήθηκαν), το βιογραφικό του στη Segunda Division, τα πάντα ενόχλησαν μεγάλη μερίδα του κόσμου. Κι όλα αυτά προτού φτάσουν στην Ελλάδα τα κακά μαντάτα από την Ολλανδία, με τον νέο τραυματισμό του Νέλσον Ολιβέιρα. Εκεί να δείτε τι έγινε…
Αυτό που δεν καταλαβαίνω, είναι κάτι τύπους, κανονικούς ανθρώπους, τους βλέπεις στις φωτογραφίες των προφίλ τους, που πατάνε αυτό το χαζό κουμπί «χα, χα, χα» σε ειδήσεις, όπως ο τραυματισμός του Πορτογάλου επιθετικού, λες και χαίρονται για το κακό που του συνέβη. Και δε μιλάω για οπαδούς άλλων ομάδων, αυτοί είναι εξ ορισμού μια διαφορετική συνθήκη στην εξίσωση των social media, μιλάω για οπαδούς του «Δικεφάλου»!
Από τη νέα βερσιόν που αποφάσισε να λανσάρει από φέτος ο ΠΑΟΚ, για να μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας, ασυζητητί λείπουν παίκτες, παρότι σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια ο Ζοσέ Μπότο μέχρι τις αρχές Ιουλίου είχε φέρει 8 νέα πρόσωπα, έκανε 4 ανανεώσεις, περιμένει τον Νέσμπεργκ και τον Νάραϊ, που -επιτέλους φαίνεται να κλείνει, αλλά και τον Σοτέλδο, προκειμένου να ησυχάσει κι ο Λουτσέσκου, που τρόμαξε και επιμένει ότι η ομάδα του χρειάζεται ενίσχυση. Είτε επειδή τραυματίστηκαν (Ολιβέιρα) ή ξανά τραυματίστηκαν (Ελ Καντουρί), είτε επειδή κάποιοι είναι μακριά από τον καλό εαυτό τους.
Ο προπονητής από πέρσι έδειχνε πόσο πολύ ποντάρει στον Ολιβέιρα. Με τα χαρακτηριστικά του Πορτογάλου στράικερ, και με τα χαρακτηριστικά του παιγνιδιού του ΠΑΟΚ, ο Λουτσέσκου πίστευε και πιστεύει ότι ο 31χρονος επιθετικός θα ήταν η ιδανική λύση στο σκοράρισμα. Οταν ο Νέλσον Ολιβέιρα τραυματίστηκε, ο «Δικέφαλος» έμεινε με τον Σβιντέρσκι (και τον Κούτσια) κι έφερε πίσω τον Ακπομ. Το πρόβλημα δεν λύθηκε κι όταν πωλήθηκε ο Πολωνός επιθετικός ήρθε πίσω ο Τσόλακ, που μέσα σε δύο χρόνια έκανε δύο μεταγραφές με ποσά άνω των 2,5 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά δεν «κόλλησε» ποτέ με την ομάδα της Θεσσαλονίκης. Τώρα, άρον άρον, κλήθηκε απ’ τις παραλίες ο Κούτσιας να πάει στην Ολλανδία και ήρθε ο Τόμας, με το πρόβλημα του φορ να μοιάζει με «εφιάλτη» για τον Ρουμάνο τεχνικό ενόψει των πρώτων επίσημων αγώνων της νέας σεζόν κόντρα στη Λέφσκι Σόφιας.
Κακά τα ψέματα, σ’ αυτά τα παιχνίδια ο φορ είναι ένας και λέγεται «Γιώργος Κούτσιας». Τελεία και παύλα. Ούτε αλχημείες του τύπου «πάω τον Ζίβκοβιτς στην κορυφή» (και χαλάω όλη την ισορροπία), ούτε να περιμένεις από τον Τόμας να έχει προσαρμοστεί και να μπει να παίξει. Για το wonderkid του ΠΑΟΚ αυτή είναι η μεγάλη ευκαιρία. Και σε τέτοιες περιπτώσεις που «γεννάει» το ίδιο το ποδόσφαιρο οφειλής να την αρπάξεις απ’ τα μαλλιά…
Ένας… Άγγλος που δεν μιλάει αγγλικά!
Ο Μπράντον Τόμας είναι εξ ορισμού μια ενδιαφέρουσα περίπτωση, ότι κι αν έχει γραφτεί για εκείνον στο μεγάλο «καφενείο» των social media. Πέρα από το ποδοσφαιρικό βιογραφικό του, όλα όσα εκτός των γραμμών συνοδεύουν τη διαδρομή του λεγάμενου από τις Βαλεαρίδες Νήσους είναι αξιοπρόσεκτα. Έχει δεκάδες τατού στο κορμί του. Στην πλάτη του δεσπόζει ένα λιοντάρι και στο στήθος του ένας σταυρός. Με τη μελάνη να φτάνει μέχρι το λαιμό και να καλύπτει τον αυχένα του, έχει χαραγμένα πάνω στο κορμί του ονόματα, ημερομηνίες, φράσεις.
Ο Ισπανός επιθετικός με το αγγλικό ονοματεπώνυμο, λόγω του πατέρα του, δεν μιλάει γρι αγγλικά! Δεν έζησε ποτέ στην Αγγλία και δεν έπαιξε ποτέ σε αγγλικό σύλλογο. «Ο μπαμπάς μου είναι από το Λονδίνο, η μαμά μου από τη Γρανάδα», λέει ο ίδιος όταν τον ρωτάνε για την αγγλική καταγωγή του. Οι γονείς του συναντήθηκαν στη Μαγιόρκα πριν από πολλά χρόνια όταν η οικογένεια του μπαμπά του είχε ανοίξει μια αγγλική παμπ στο νησί που φιλοξενεί χιλιάδες Άγγλους τουρίστες κάθε καλοκαίρι.
Η παμπ έκλεισε κι ο Μπράντον δεν πρόλαβε να τη δει ανοικτή, δεν θυμάται καλά-καλά πώς λεγόταν, θυμάται όμως όλη την πορεία του πατέρα του σ’ έναν ξένο τόπο όπου έμελλε να στήσει τη δική του οικογένεια. «Ο μπαμπάς μου ήρθε νέος στη Μαγιόρκα, μεγάλωσε εδώ, δούλευε σκληρά, πολλές ώρες. Αρχικά ήταν σερβιτόρος και στη συνέχεια ανέλαβε «δημόσιες σχέσεις» του δρόμου. Ξέρετε αυτούς τους τύπους που στέκονται έξω από τις ντίσκο και τα εστιατόρια και μοιράζουν φυλλάδια; Ενας από αυτούς ήταν και ο πατέρας μου. Αργότερα είχε και ένα εστιατόριο, το οποίο δε λειτουργεί εδώ και έξι ή επτά χρόνια. Τυπικό αγγλικό φαγητό για τουρίστες».
Ο Μπράντον Τόμας γεννήθηκε στο Σαντανί, ένα πανέμορφο χωριό στα νότια παράλια της Μαγιόρκα, παρέα με τον δίδυμο αδερφό του, Τζόρνταν -τα πρώτα από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας Τόμας, που ουδέποτε έμαθαν να μιλάνε αγγλικά στο σπίτι. Ο μπαμπάς του έμαθε να μιλάει ισπανικά (της Ανδαλουσίας) κι ως κλασικός Άγγλος λάτρευε από μικρός το ποδόσφαιρο και στα νιάτα του προσπάθησε ανεπιτυχώς να ασχοληθεί με το άθλημα. Είναι νέος, μόλις 46 ετών, και φανατικός οπαδός της Τσέλσι. Εξαιτίας του, όλη η οικογένεια έμαθε να αγαπάει και να υποστηρίζει την Τσέλσι.
Πίσω στο 2005, η Έβερτον ήταν η πρώτη αγγλική ομάδα που θέλησε να τον αποκτήσει βλέποντας τον μικρούλη Τόμας να αναδεικνύεται καλύτερος παίκτης σ’ ένα διεθνές τουρνουά που είχε γίνει στη Μαγιόρκα. Ήταν μόλις 10 ετών. Η Έβερτον είχαν κλείσει εισιτήρια για εκείνον και τον πατέρα του προκειμένου να ταξιδέψουν στο Λίβερπουλ για να δουν τις εγκαταστάσεις, όλα ήταν συμφωνημένα, ωστόσο η Μαγιόρκα, με την οποία είχε υπογράψει δελτίο, δεν τον άφησε να πάει. Αυτή η ιστορία συνεχίζει να αποτελεί «αγκάθι» για ολόκληρη την οικογένεια, αλλά δεν πήρε από κάτω τον Μπράντον Τόμας, που συνέχισε να ξεχωρίζει στα τμήματα υποδομής της Μαγιόρκα, να φτάνει στην πρώτη ομάδα και να φεύγει μαζί με τον φίλο του Μάρκο Ασένσιο της Ρεάλ Μαδρίτης, όταν ο σύλλογος χρειαζόταν τα χρήματα, μετά τον υποβιβασμό στη Seconda Division, το καλοκαίρι του 2017.
Ο νησιώτης που λάτρεψαν στην Παμπλόνα
Υπέγραψε τριετές συμβόλαιο με τη Ρεν, αλλά στην ομάδα της Βρετάνης έπαιξε σε μόλις 12 αγώνες, με 1 γκολ (το νικητήριο σ’ ένα εκτός έδρας παιχνίδι με τη Μονπελιέ) και 1 ασίστ προτού πάρει το επόμενο καλοκαίρι το δρόμο της επιστροφής για την Οσασούνα, αρχικά ως δανεικός και στη συνέχεια ως κανονική μεταγραφή, με ρήτρα 25 εκατομμυρίων ευρώ, έχοντας σημαντικό ρόλο στην άνοδο της ομάδας στην Primera Division την σεζόν 2018-19, σκοράροντας το ένα από τα πέντε γκολ εναντίον της Κόρδοβα στο ματς όπου πανηγύρισαν την κατάκτηση του τίτλου στη Secunda Division.
Στη μπουτίκ του συλλόγου, η φανέλα του ήταν η δεύτερη σε πωλήσεις μετά απ’ αυτή του αρχηγό της ομάδας, Ρομπέρτο Τόρες και βίωσε την αγάπη του κόσμου που έφτασε στο σημείο να ζωγραφίσει ένα γκράφιτι για πάρτη του, ντυμένο με την τυπική ενδυμασία του San Fermin και το μήνυμα στα βάσκικα: «un dels nostres» (ένας από εμάς).
Στη Παμπλόνα τον ακολούθησε κι ο δίδυμος αδερφός του, Τζόρνταν, τον οποίο ξεχωρίζεις, ουσιαστικά, μόνο από τα τατουάζ που δεν έχει, αλλά υπάρχουν σε αφθονία στο σώμα του Μπράντον. «Ήταν πολύ καλός στο ποδόσφαιρο», θυμάται. «Θα τα κατάφερνε κι αυτός, αλλά είχε ένα σημαντικό πρόβλημα με το μάτι του. Έπαιζε επιτραπέζιο ποδόσφαιρο όταν ένα αντικείμενο τον βρήκε στο μάτι. Έκανε δύο χειρουργεία, αλλά έμεινε με μόνο 10% όραση στο ένα μάτι του».
Σε ηλικία μόλις 20 ετών ο Τζόρνταν έγινε γενικός γραμματέας του PSOE (Ισπανικό Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα) στην πόλη του Σαντανί, αλλά παραιτήθηκε μέσα σε δύο εβδομάδες, λόγω της κριτικής που γινόταν για τον μισθό του. Πήγε στην Παμπλόνα και σπούδασε νομική, παρατώντας μια και καλή το όνειρο του ποδοσφαιριστή και του πολιτικού.
Χιαστός τις μέρες του lockdown…
Η τελευταία του γεμάτη σεζόν πριν τη περσινή ήταν αυτή του 2018-19, καθώς στα μισά της επόμενης, στις 11 Μαρτίου του 2020, υπέστη ρήξη χιαστού και επέστρεψε στο δεύτερο μισό της σεζόν 2020-21. Ο πρώτος σοβαρός τραυματισμός ήρθε σε μια πολύ δύσκολη στιγμή. Ο covid-19 είχε μπει για τα καλά στις ζωές μας, στην Ισπανία ο πρωθυπουργός μόλις είχε βάλει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και οι γιατροί ήταν άφαντοι. Χρειάστηκε να αναβάλει δύο φορές το χειρουργείο μέχρι να κάνει τη σοβαρή επέμβαση και να επιστρέψει για τα καλά στη σεζόν 2021-22, αυτή τη φορά με τη φανέλα της Μάλαγα.
Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ με 9 γκολ, με την ομάδα του να παραμείνει στη δεύτερη κατηγορία της Ισπανίας στο φινάλε της σεζόν και να έχει τη χειρότερη επίθεση της κατηγορίας, καθώς σημείωσε μόλις 36 τέρματα, όπερ σημαίνει ότι είχε πετύχει το 25% των γκολ, παίζοντας σε αρκετά παιχνίδια ως αριστερός εξτρέμ.
Παρά το χαμηλό ύψος του, περισσότερο θυμίζει έναν «επιθετικό τσέπης» (1,73 μ., 71 κιλά), ο Μπράντον είναι ικανός να σκοράρει σε οποιαδήποτε κατάσταση, είτε με κεφαλιά, είτε με μια ατομική ενέργεια. Έχει καλή τεχνική, τις περισσότερες φορές έχει καλές τοποθετήσεις στην περιοχή, εκμεταλλευόμενος τη ζωντάνια του για να είναι ένα βήμα μπροστά από τους αντίπαλους αμυντικούς.
«Προσαρμόζομαι σε οποιαδήποτε θέση κληθώ να παίξω. Νιώθω πιο άνετα ως δεύτερος επιθετικός, ενώ μου αρέσει επίσης να παίζω ως αριστερό εξτρέμ, λιγότερο ως δεξί εξτρέμ, αλλά εφόσον μου πουν να παίξω εκεί, θα προσαρμοστώ και θα μπω να παίξω», λέει. «Θεωρώ τον εαυτό μου μάγκα με προσωπικότητα, εξωστρεφή», λέει και αποκαλύπτει το μεγαλύτερο ελάττωμά του: «Δεν σταματάω ποτέ να μιλάω», κοινώς δεν το κλείνει το στοματάκι του…
Ο… εφιάλτης του Πικέ
Γι’ αυτό όταν και οι δημοσιογράφοι, μετά από ένα παιχνίδι με την Μπαρτσελόνα στο «Καμπ Νου», Αύγουστος του 2018, τον ρώτησαν πως αισθάνθηκε παίζοντας απέναντι σε αμυντικούς, όπως ο Ζεράρ Πικέ, εκείνος απάντησε: «Δεν ήμουν νευρικός. Ούτε είχα άγχος. Δεν είχα εφιάλτες με τον Ζεράρ Πικέ. Μετά από ένα τέτοιο παιχνίδι εκείνος θα έπρεπε να με βλέπει στον ύπνο του. Τουλάχιστον, αυτή ήταν η ιδέα. Να τους πρεσάρουμε όσο πιο ψηλά και έντονα γίνεται. Τους βλέπαμε ότι ένιωθαν άβολα και σκεφτόμουν: «Σκατά. Μάλλον θα πρέπει να ζητήσω συγγνώμη μετά το ματς. Εκείνος θα έπρεπε να με κυνηγάει, όχι εγώ εκείνον».
Μπορεί σε εκείνο το 2-2 να είχε μια ασίστ, να έφυγε με τη φανέλα του Γκριεζμάν από το γήπεδο και απέναντι στον Πικέ να μην είχε το παραμικρό πρόβλημα, όμως με εκείνον που «κατάπιε τη γλώσσα του» ήταν ο Έντερ Μιλιτάο της Ρεάλ Μαδρίτης», «ο καλύτερος αμυντικός που αντιμετώπισα ποτέ, σκληρός σαν βράχος», καθώς όπως θυμάται, «νόμιζα ότι ήμουν γρήγορος, αλλά με ένα σπριντ με κατάπιε»!