Ο Μάνου Γκαρθία «μιλάει» στη μπάλα και αυτή (τον) υπακούει
Μικρός στο μάτι (1.70), με (ευλογημένο) χαμηλό κέντρο βάρους, διορατικότητα, μάτια στην πλάτη, κοντινή κάθετη πάσα και μακρινή μπαλιά ακριβείας, θαυμαστής του Τσάβι και του Αντρές Ινιέστα, της Μπαρτσελόνα του Πεπ Γκουαρδιόλα, πιστός θιασώτης του «tiki – taka».
Όταν έφτασε στο Μάντσεστερ, έσπευσαν να του βάλουν την (βαριά) ταμπέλα «νέος Νταβίδ Σίλβα». Λόγω στιλ και αγγίγματος της μπάλας, άκουσε να τον βαφτίζουν «νέο Τσάβι». Όταν στην Ολλανδία πέρασε τη… μισή αντίπαλη ομάδα και σκόραρε, τα ΜΜΕ το… τερμάτισαν: «Ο νέος Μέσι»!
Όχι, ο Μανουέλ Γκαρθία Αλόνσο, Μάνου Γκαρθία για τους (πολλούς) φίλους και τους (ακόμα περισσότερους) θαυμαστές, δεν είναι Σίλβα, Τσάβι ή Μέσι. Πως θα μπορούσε άλλωστε; Αν, όμως, ήταν πιο σταθερός, αν τελειοποιούσε τις αρετές του και διόρθωνε τις αδυναμίες του, θα έπαιζε σε μια μεγάλη ομάδα ενός πρωταθλήματος πρώτης γραμμής.
Του στοίχισε η αστάθεια, ίσως και το βάρος των προσδοκιών που ο ίδιος δημιούργησε με το ταλέντο του, αλλά στα 24 του παραμένει εξαιρετικά ενεργός και φιλόδοξος. Ο Άρης δεν δίστασε να τον κάνει την πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του, αλλά νιώθει ότι είναι σαν να έβαλε χρήματα στη τράπεζα. Και τώρα ο Μάνου θέλει να της ανταποδώσει την εμπιστοσύνη των Κιτρίνων.
Μπαλαδόρος από πολύ μικρός, γεννήθηκε στο Οβιέδο και η μπάλα κυλούσε στις φλέβες του. Ο πατέρας του Τόνιο έπαιξε τερματοφύλακας σε ομάδες της Λεόν και από πολύ νωρίς του εμφύσησε την αγάπη για την μπάλα, αλλά και για την Σπόρτινγκ Χιχόν. Την παραδοσιακή, δηλαδή, αντίπαλο της Οβιέδο, της ομάδας της γενέτειράς του.
Μεγάλωσε σε εχθρικό (χωρίς εισαγωγικά) περιβάλλον, αλλά δεν πτοήθηκε ποτέ. Ήταν τέτοια, άλλωστε, η αγάπη του στη μπάλα, που υπερνικούσε τα πάντα. Μικρός έπαιζε επιθετικός και, ως φίλαθλος της Σπόρτινγκ, έκανε όνειρα να βαδίσει στα χνάρια του αείμνηστου «μάγου» Ενρίκε Κάστρο «Κίνι». Να αναδειχθεί, δηλαδή, από τα φυτώρια της Σπόρτινγκ και να μεγαλουργήσει με την ερυθρόλευκη φανέλα.
Το πρώτο σκέλος έγινε, αφού στους μικρούς της Σπόρτινγκ άρχισε να ξεχωρίσει σαν τη μύγα μέσα στο γάλα, προσελκύοντας όλους τους μεγάλους της La Liga (Ρεάλ Μαδρίτης, Μπαρτσελόνα, Ατλέτικο). Ο ίδιος, φαν της Premier League από μικρός, το είχε αποφασίσει. Αν έπρεπε να φύγει από την αγαπημένη του Σπόρτινγκ, θα το έκανε μόνο για μια αγγλική ομάδα. Και ο κλήρος, στα 15 χρόνια του Μάνου, έπεσε στη Μάντσεστερ Σίτι, αφού ο γενικός διευθυντής Τσίκι Μπεγκιριστάιν κέρδισε τους γονείς του με την προσέγγισή του.
Βιεϊρά: «Αναπνέει ποδόσφαιρο»
Προτού καν γιορτάσει τα 16α του γενέθλια, αποχωρίστηκε την οικογένειά του και μετακόμισε στο Μάντσεστερ. Για λίγο καιρό διέμενε ως φιλοξενούμενος στο σπίτι μιας οικογένειας, με την οποία διατηρεί επαφή μέχρι και σήμερα. Στη συνέχεια, ήταν από τους πρώτου; που διέμεινε στα δωμάτια των νέων, υπερσύγχρονων εγκαταστάσεων για τα τμήματα υποδομής της Σίτι, ένα έργο που ολοκληρώθηκε εκείνη την εποχή.
Παρ’ ότι ο καιρός στο Μάντσεστερ έμοιαζε πολύ με αυτόν του Χιχόν και αυτό τον βοήθησε να προσαρμοστεί (δεν συνέβη το ίδιο με τον συμπαίκτη του και νυν επιθετικό της Μίλαν, Μπραΐμ Ντίαθ), τα βρήκε αρκετά σκούρα. Δεν έπαιζε σταθερά στην ομάδα Κ18, αναρωτήθηκε πολλές φορές αν έκανε λάθος επιλογή αλλά, κάπου εκεί, εμφανίστηκε στο δρόμο του ο Πατρίκ Βιεϊρά.
Ο θρυλικός Γάλλος μέσος, ένας από τους κορυφαίους όλων των εποχών στην θέση του, πίστεψε από την αρχή στον Μάνου. Ως προπονητής της ομάδας Κ21, τον ανέβασε και του έδωσε σταθερό χρόνο συμμετοχής, ανοίγοντάς του διάπλατα την πόρτα της πρώτης ομάδας των Πολιτών, στην οποία τότε προπονητής ήταν ο Μανουέλ Πελεγκρίνι.
«Είναι ένας σούπερ παίκτης με εξαιρετική τεχνική κατάρτιση. Αναπνέει ποδόσφαιρο» ήταν η δήλωση – ύμνος του Βιεϊρά για τον Μάνου, όταν ο Πατρίκ καθόταν στον πάγκο της Νις και θα αντιμετώπιζε τον νέο άσο του Άρη όταν εκείνος έπαιζε στην Τουλούζ. Ήταν τέτοια η λατρεία του άλλοτε σταρ των Άρσεναλ και Γιουβέντους για τον Μάνου που, όταν έφυγε από τη Σίτι για να εργαστεί στη Νιου Γιορκ, ρωτήθηκε ποια ήταν η καλύτερή του στιγμή από τη πενταετία στους Πολίτες (ένα χρόνο ως παίκτης και τέσσερα ως προπονητής).
Τι απάντησε; «Η αγαπημένη και πιο περήφανη στιγμή μου σε αυτόν τον σύλλογο ήταν να δω τον Μάνου Γκαρθία να παίζει με την πρώτη ομάδα κόντρα στη Κρίσταλ Πάλας και να σημειώνει ένα γκολ»! Και όμως!
Αυτή την στιγμή, βεβαίως, δεν θα την ξεχάσει ποτέ ούτε ο Μάνου. Ανήμερα της εθνικής μας εορτής (28 Οκτωβρίου του 2015), μπήκε ως αλλαγή αντί του Βίλφριντ Μπονί στο 84’ και, δέκα λεπτά αργότερα, σημείωνε γκολ στο εμφατικό 5-1 επί της Πάλας, με το οποίο η Σίτι έπαιρνε την πρόκριση στα προημιτελικά του Λιγκ Καπ.
Με την πρώτη ομάδα της Σίτι, παρά την εμπιστοσύνη του Βιεϊρά και την εκτίμηση του Πελεγκρίνι, έπαιξε μόλις τέσσερα ματς (με ένα γκολ), κάνοντας ντεμπούτο στη Premier League σε αγώνα με την Άστον Βίλα, όπου πήρε την θέση του Γιάγια Τουρέ. Θα κρατήσει για πάντα, όμως, τις προετοιμασίες με την πρώτη ομάδα, την εκπαίδευση που έλαβε εντός και εκτός γηπέδου, τα όσα του δίδαξαν οι προπονητές του και τις βάσεις που πήρε για τη συνέχεια της καριέρας του.
Στην Ιθάκη με βάρκα την μπάλα
Όσο άνηκε στη Σίτι, έπαιξε δανεικός σε Ισπανία (Αλαβές), Ολλανδία (Μπρέντα) και Γαλλία (Τουλούζ), βιώνοντας εμπειρίες και στιγμές που τον έκαναν σοφότερο, έστω και αν πάντα το επίκεντρο είναι η μπάλα.
«Είμαι παίκτης μπάλας, που του αρέσει να είναι γύρω από τη μπάλα, που του αρέσει να τη δέχεται σε πιο προωθημένες θέσεις, σε πιο οπισθοχωρημένες… Το παιχνίδι να είναι πάντα κοντά. Και που μετά θα δουλέψει όσο το δυνατόν περισσότερο για την ομάδα» περιγράφει τον εαυτό του ένας χαρισματικός μπαλαδόρος, που υποφέρει όταν δεν έχει την μπάλα.
Οι αριθμοί του σε γκολ και ασίστ δεν είναι εντυπωσιακοί, αλλά ενδεχομένως αδικούν την επιρροή του στο παιχνίδι της εκάστοτε ομάδας του. Η Σπόρτινγκ, η ομάδα της καρδιάς του, δεν δίστασε να τον κάνει την πιο ακριβή μεταγραφή (και) της δικής της ιστορίας, καταβάλλοντας τέσσερα εκατομμύρια ευρώ στη Σίτι το καλοκαίρι του 2019.
Στο «Μολινόν« είχε τους καλύτερους αριθμούς της καριέρας του, αλλά δεν πανηγύρισε την πολυπόθητη άνοδο στην La Liga. Και, επειδή πάντα βλέπει ψηλά, έρχεται στον Άρη αποφασισμένος να βγάλει τον καλύτερό του εαυτό και, γιατί όχι, να βρει επιτέλους την ποδοσφαιρική του Ιθάκη.
Στέλεχος της Ισπανίας Κ21 και από… σπόντα διεθνής για μια φορά με την Ανδρών (σε φιλικό με τη Λιθουανία που έπαιξαν εκτάκτως ποδοσφαιριστές της Κ21), βίωσε μια τεράστια απογοήτευση με τη μη κλήση του στην ολυμπιακή ομάδα για τους Αγώνες του Τόκιο, στους οποίους οι Φούριας Ρόχας του Πέδρι κατέκτησαν το αργυρό μετάλλιο, χάνοντας στον τελικό από την Βραζιλία του Ριτσάρλισον και του Ντάνι Άλβες.
Και, στην πατρίδα των Ολυμπιακών Αγώνων, ο Μάνου Γκαρθία ψάχνει να θριαμβεύσει, κινούμενος σε όλες τις θέσεις του άξονα (οι προπονητές του θεωρούν ότι η καλύτερη είναι αυτή δίπλα στον αμυντικό μέσο), ζητώντας πάντα την μπάλα για να την μοιράσει άψογα, να ψάξει τον συμπαίκτη που βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να απειλήσει και δουλεύοντας πάντα για να πλησιάσει ακόμα περισσότερο και ο ίδιος στο αντίπαλο τέρμα.
«Ο Μάνου είναι ένα παιδί που πραγματικά μου αρέσει. Η αγωνιστική του συμπεριφορά είναι όπως ήμουν εγώ στην ηλικία του. Εκτός από αυτό, σε επίπεδο ποδοσφαιρικών ικανοτήτων, έχει πολύ καλά προσόντα. Είναι πολύ νέος και είμαι σίγουρος ότι έρχονται πολλά ακόμα» έλεγε, τον Δεκέμβριο του 2015, ο τεράστιος Νταβίδ Σίλβα.
Η πρόβλεψη του θρύλου της Σίτι δεν ήταν 100% πετυχημένη. Η μπάλα, όμως, δεν εγκατέλειψε ποτέ τον Μάνου Γκαρθία. Και ο ίδιος ξέρει ότι δεν θα την προδώσει, γιατί μέσω αυτής θα μπορέσει πιο εύκολα να βρει την Ιθάκη του. Θα είναι αυτή στη Θεσσαλονίκη; Αν ναι, είναι δεδομένο ότι οι φίλοι του Άρη θα χορτάσουν ωραίο ποδόσφαιρο...