Μπερνάρντ: Η ατσάλινη επιμονή του «χρυσού παιδιού»
Στη δεξιά πλευρά του λαιμού του, έχει «χτυπήσει» ένα από τα δεκάδες τατουάζ που κοσμούν το μικροσκοπικό κορμί του. Το έκανε όταν έπαιζε στην Ουκρανία και είχε αρχίσει να μαθαίνει αγγλικά, γι’ αυτό και επέλεξε να είναι σε αυτή την γλώσσα.
Μια λέξη, ένα αληθινό μότο ζωής: «Persist». Ήτοι «επιμένω». Αυτό που λέει, αυτό που φωνάζει ο Μπερνάρντ Ανίσιο Καλντέιρα Ντουάρτε από τότε που άρχισε να ασχολείται σοβαρά με το ποδόσφαιρο.
«Το έκανα γιατί το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου είχε να κάνει με επιμονή και αφοσίωση» εξηγεί ο Βραζιλιάνος μεσοεπιθετικός, ο οποίος ετοιμάζει τις βαλίτσες του για την Ελλάδα και τον Παναθηναϊκό.
«Έπρεπε να επιμείνω και να αφοσιωθώ για να μπορέσω να γίνω επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, αφού εξαιτίας του ύψους μου, υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που έλεγαν ότι δεν θα τα καταφέρω» θυμάται, λίγες ημέρες προτού μπει στα πρώτα -άντα της ζωής του (8 Σεπτεμβρίου).
«Όταν επιμένεις πραγματικά και αφοσιώνεσαι σε κάτι, δίνεις στον εαυτό σου μια ευκαιρία να πετύχεις. Οι γονείς μου πίστεψαν σε εμένα και το τατουάζ έγινε ως αποτύπωση της ζωής μου, όλα όσα πέρασα για να φτάσω εδώ» τονίζει.
Τι «πέρασε» μέχρι να φτάσει εδώ; Όπως ένα από τα ινδάλματά του, ο Λιονέλ Μέσι, έκανε θεραπεία με αυξητικές ορμόνες γιατί κινδύνευε να μείνει… νάνος. «Εντάξει, δεν απέδωσε και πολύ η θεραπεία» λέει αστειευόμενος ο μικρός μάγος από το Μπέλο Οριζόντε, το ύψος του οποίου έφτασε μετά βίας το 1,64.
Εξαιτίας αυτού, κόπηκε δύο φορές στα τμήματα υποδομής της Ατλέτικο Μινέιρο, αλλά εκείνος δεν πτοήθηκε ποτέ. Επέμεινε, τα έδωσε όλα και πέτυχε και με το παραπάνω, με όπλο την χαρά που δίνει μέσα στο γήπεδο με την μπάλα στα πόδια, όπως είπε κάποτε γι’ αυτόν ο Λουίς Φελίπε Σκολάρι.
Ο μπαμπάς Ντέλιο και η μαμά Νέλια βρήκαν την έμπνευση για το όνομά του στον θρυλικό παίκτη του βόλεϊ, Μπερνάρντ. Και, από εκείνη τη στιγμή, μια μπάλα, διαφορετική από εκείνη του βόλεϊ, έγινε αχώριστη σύντροφος ενός ποδοσφαιριστή που την χαϊδεύει με μαεστρία, ξέρει να την στέλνει με μοναδικό τρόπο στον προωθημένο συμπαίκτη του, αλλά και στο βάθος των αντιπάλων διχτύων.
Είναι δεξιοπόδαρος, αλλά έχει σκοράρει πολλές φορές με το αριστερό, αλλά και με το κεφάλι ερχόμενος από πίσω, παρ’ ότι είναι… δύο σπιθαμές άνθρωπος. Ο πατέρας του, φανατικός ποδοσφαιρόφιλος, έβλεπε μπάλα με τις ώρες. Όχι μόνο τα εντός συνόρων, αλλά και τα ευρωπαϊκά. Ήθελε να γίνει επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, αλλά ο πατέρας του δεν τον άφησε να φύγει από το σπίτι για να πάει μακριά στην πόλη.
Ο Ντέλιο Ντουάρτε ανταμείφθηκε με την στήριξη στον γιο του, μέσω του οποίου ζει το όνειρό του. Και ο Μπερνάρντ απολαμβάνει να γεμίζει χαρά την οικογένειά του, κάνοντας αυτό που περισσότερο αγαπάει στη ζωή: Να κλωτσάει – χαϊδεύει μια ασπρόμαυρη μπάλα.
Το «χρυσό παιδί»
Όταν τα συμβόλαια και οι προτάσεις ομάδων και εταιρειών άρχισαν να πέφτουν βροχή πάνω στον θαυματουργό νεαρό Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα, τα ΜΜΕ της Αργεντινής τον βάφτισαν «Pibe de Oro», ήτοι «χρυσό παιδί», δανειζόμενα ένα παρατσούκλι που είχε, σαράντα χρόνια νωρίτερα, ένας σπουδαίος μέσος της Μπόκα Τζούνιορς ονόματι Ερνέστο Λατσάτι.
Όταν ο Μπερνάρντ άρχισε να… ζωγραφίζει στο γήπεδο με την φανέλα της Ατλέτικο Μινέιρο, ο δημοσιογράφος Νταντά Μαραβίγια αποφάσισε να τον «βαφτίσει» με το ίδιο παρατσούκλι: «O bambino de ouro».
Και ο ποδοσφαιριστής από το Μπέλο Οριζόντε, παρά το νεαρό της ηλικίας του, βάλθηκε να τον δικαιώσει με τα πεπραγμένα του. Σε ηλικία 22 ετών, ήταν καθοριστικός στην ιστορική κατάκτηση του Κόπα Λιμπερταδόρες από την Ατλέτικο Μινέιρο των Ζιλμπέρτο Σίλβα και Ροναλντίνιο, με τους οποίους πανηγύριζε ως φίλαθλος την κατάκτηση του Μουντιάλ το 2002. Το τελευταίο στέμμα της Σελεσάο μέχρι σήμερα.
Ένα χρόνο νωρίτερα είχε συμπεριληφθεί στην αποστολή της Εθνικής Βραζιλίας στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών, πρόβα τζενεράλε για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2014 στη χώρα της μπάλας, της σάμπας και του καφέ.
Και, στον ημιτελικό της διοργάνωσης με την Ουρουγουάη, στον δρόμο για την κατάκτηση του τροπαίου, συνέβαλε σημαντικά στη νίκη – πρόκριση (2-1), μπαίνοντας ως αλλαγή στο τελευταίο ημίωρο. Έπαιζε, άλλωστε, στο σπίτι του, το «Μινεϊράο», έδρα της Ατλέτικο, γνωρίζοντας και την αποθέωση των ντόπιων φιλάθλων.
Η μοίρα, όμως, θέλησε στο γήπεδο όπου γεύτηκε την πιο όμορφη στιγμή με την Σελεσάο, να βιώσει και την πιο δραματική. Ένα χρόνο αργότερα, ο τραυματισμός – σοκ του Νεϊμάρ στον μουντιαλικό προημιτελικό με την Κολομβία, υποχρέωσε τον Σκολάρι να ψάξει έναν παίκτη που θα καλύψει το (τεράστιο) κενό του.
Ουδείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ο «Φελιπάο» θα έδινε τη μπαγκέτα της ομάδας στον παίκτη που ένα χρόνο νωρίτερα είχε πει ότι δίνει χαρά με το παιχνίδι του. Στα 22 του, κλήθηκε να καθοδηγήσει τη Σελεσάο κόντρα στην πανίσχυρη Γερμανία. Το ταπεινωτικό 1-7 από τα Πάντσερ στο «Μινεϊράο» αποτέλεσε, άδικα βεβαίως, το κύκνειο άσμα του Μπερνάρντ στην εθνική ομάδα. Ούτε αυτό, όμως, τον πτόησε. «Επιμένω», τα είπαμε αυτά.
Ο Ροναλντίνιο και η Ευρώπη
Στην Ατλέτικο Μινέιρο, είχε την ευκαιρία να παίξει δίπλα σε ένα από τα είδωλά του, τον Ροναλντίνιο. Εκτός από τις πολύτιμες συμβουλές του «Ρόνι», πήρε μαζί του ως θησαυρό και την στάση ζωής του Βραζιλιάνου μάγου.
«Ακόμα και όταν χάνουμε, προσπαθώ να το αντιμετωπίζω με χαμόγελο. Δεν είναι ότι δεν νοιάζομαι, αλλά είναι ο καλύτερος τρόπος να το ζήσεις» λέει για την φιλοσοφία που ακολουθεί και πρεσβεύει πιστά, όπως κάνει και για την αγάπη του για το Θεό.
Αυτές, σε συνδυασμό με την επιμονή του (μην ξεχνιόμαστε…), τον καθιέρωσε στην Ατλέτικο ανάμεσα σε αστέρια και τον έκανε την πιο ακριβή μεταγραφή στα 114 χρόνια ιστορίας της ομάδας (25 εκατομμύρια ευρώ από τη Σαχτάρ Ντόνετσκ).
Επίσης, του επέτρεψαν να ξεδιπλώσει το ταλέντο του ακόμα και υπό τις οδηγίες ενός ιδιόρρυθμου προπονητή όπως ο Μιρτσέα Λουτσέσκου, αλλά και να κερδίσει το χειροκρότημα στο πιο απαιτητικό πρωτάθλημα του κόσμου, την Premier League, με την φανέλα της Έβερτον και προπονητές τους Μάρκο Σίλβα και Κάρλο Αντσελότι.
«Ο κόσμος μιλάει για το μέγεθος του Μπερνάρντ, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι διαθέτει ποιότητα. Αν έχεις ποιότητα στο παιχνίδι σου, και θέλεις να παίξεις καλό ποδόσφαιρο, τότε ο Μπερνάρντ μπορεί να μας δώσει πολύ καλά πράγματα» έλεγε ο Πορτογάλος άλλοτε προπονητής του Ολυμπιακού για τον επόμενο σταρ του Παναθηναϊκού.
Στο Ντόνετσκ άργησε να βγάλει τον καλό του εαυτό, αλλά το έκανε. Ο πόλεμος στο Ντονμπάς και ένα αεροπλάνο που έπεσε κοντά στο σημείο όπου έμενε με τους γονείς του, τον έβαλαν σε σκέψεις για αποχώρηση. Το έκανε ως ελεύθερος με προορισμό την Έβερτον, όπου είχε την ευκαιρία να δοκιμαστεί στο υψηλότερο επίπεδο και να παίξει στο αγαπημένο πρωτάθλημα του πατέρα του.
«Κάθε Κυριακή πρωί σηκωνόμασταν στη Βραζιλία, λόγω της διαφοράς ώρας, για να δούμε τους αγώνες της Premier League. Ήταν κάτι σαν παράδοση» θυμάται ο Μπερνάρντ ο οποίος, ως παίκτης της Σαχτάρ αντιμετώπισε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στο Champions League και είχε την ευκαιρία να ανταλλάξει φανέλες με τον Γουέιν Ρούνεϊ, τον αγαπημένο παίκτη του μπαμπά Ντέλιο.
«Γεια σας. Ονομάζομαι Μπερνάρντ Ντουάρτε και είμαι 18 ετών. Γεννήθηκα στο Μπέλο Οριζόντε. Είμαι ένας παίκτης γρήγορος, ντριμπλέρ και παίζω ως μεσοεπιθετικός» είχε αυτό – παρουσιαστεί σε μια από τις πρώτες του συνεντεύξεις.
Βελτίωσε σε μέγιστο βαθμό την ταχύτητα και τη ντρίμπλα, τελειοποίησε το κοντρόλ της μπάλας και εξελίχθηκε σε έναν ποδοσφαιριστή που, πάνω απ’ όλα, δεν αφήνει αδιάφορο κανέναν. Ούτε στο Μπέλο Οριζόντε, ούτε στο Ντόνετσκ (και μετέπειτα στο Κίεβο), ούτε στο Λίβερπουλ, ούτε στη Σαρίγια των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Ούτε, βεβαίως, και στην Αθήνα, η οποία ετοιμάζεται να υποδεχθεί έναν μικροσκοπικό μπαλαδόρο που κάποτε απασχόλησε Μίλαν, Τσέλσι, Τότεναμ, Μπορούσια Ντόρτμουντ και Πόρτο, χαρακτηρίστηκε «ανερχόμενο αστέρι» από τον καλλιτέχνη Ροναλντίνιο και, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, δεν τα παράτησε ποτέ. «Επιμένω», τα είπαμε αυτά…