Μπεργκ στο Gazzetta: «Έκλαιγα με την αδικία, ο Ολυμπιακός δεν ήταν ποτέ επιλογή»
Ο Μάρκους Μπεργκ ανοίγει την καρδιά του στο Gazzetta: Τα δάκρυα για την αδικία που βίωσε στην Ελλάδα, το μεγάλο «όχι» στον Ολυμπιακό και η κατάκτηση ενός πρωταθλήματος που έμοιαζε mission impossible!
Από το Γκέτεμποργκ στο Γκρόνινγκεν και από εκεί στο Αμβούργο (με πέρασμα και από το Αϊντχόφεν) πριν την Αθήνα. Ακολούθως στα Εμιράτα και στο Κρασνοντάρ, πριν την επιστροφή και πάλι εκεί από όπου όλα ξεκίνησαν, στο Γκέτεμποργκ. Θαρρεί κανείς πως πρόκειται για έναν τέλειο κύκλο. Έναν κύκλο ή, αν προτιμάτε, μία σπουδαία καριέρα, που έχει έναν σταθμό να ξεχωρίζει και αυτός δεν είναι άλλος από την Αθήνα. Εκεί ο Μάρκους Μπεργκ έζησε τα πιο όμορφα ποδοσφαιρικά του χρόνια, όπως ο ίδιος παραδέχεται, δίχως να το πολυσκεφτεί.
Από την άλλη, μπορεί να δηλώνει πως ήταν για τον Παναθηναϊκό ένας ποδοσφαιριστής όπως τόσοι και τόσοι άλλοι, όμως δεν ήταν. Σε καμία περίπτωση δεν ήταν. Ήταν ο καλύτερος επιθετικός που φόρεσε όχι μόνο την πράσινη φανέλα, αλλά και κάθε ελληνικής ομάδας εδώ και πολλά χρόνια. Ήταν ευλογία για τους «πράσινους», ο Σουηδός να φορέσει το τριφύλλι στο στήθος για τέσσερις σεζόν.
Οι επιδόσεις του, άλλωστε, μιλούν από μόνες τους. Δεν λένε, όμως, όλη την αλήθεια. Και αυτό γιατί ο Μάρκους Μπεργκ ήταν και παραμένει ένας ποδοσφαιριστής με προσωπικότητα σπάνια που δεν άφησε το αποτύπωμά του μόνο μέσα από τα (πολλά) τέρματα που σημείωσε.
Γράφοντας το τελευταίο, πιθανότατα, κεφάλαιο του βιβλίου της ποδοσφαιρικής του καριέρας, ξεκαθαρίζει πως θα συνεχίσει να παίζει ποδόσφαιρο για όσο το σώμα του το επιτρέπει. Και γιατί όχι; Μόνο τυχερό μπορεί να αισθάνεται το κλαμπ που τον ανέδειξε, που τώρα τον έχει και πάλι στις τάξεις του.
Το Gazzetta ταξίδεψε στο Γκέτεμποργκ και συνάντησε τον «Κινγκ Μάρκους». Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο Σουηδός ξετρύπωσε το κουτί με τις αναμνήσεις των ημερών του στην Ελλάδα. Και όπως θα διαπιστώσετε, υπάρχουν στιγμές, τις οποίες οι λέξεις δεν είναι εύκολο να σκιαγραφήσουν με απόλυτα παραστατικό τρόπο. Και δεν είναι μόνο τα γεγονότα, γιατί ακόμα μεγαλύτερη σημασία από αυτά έχουν τα συναισθήματα. Αυτά που συνοδεύουν το δέσιμο που αναπτύχθηκε ανάμεσα στον Μπεργκ και στον Παναθηναϊκό. Στον Παναθηναϊκό και στον Μπεργκ.
Οι συγκυρίες δεν επέτρεψαν να πάρει σάρκα και οστά το όνειρο κάθε φίλου του Παναθηναϊκού, να επιστρέψει ο Σουηδός στην ομάδα που αγάπησε και αγαπήθηκε. Ένα είναι, όμως, βέβαιο. Αν ποτέ, αφού αφήσει για πάντα στην άκρη τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, αποφασίσει να γράψει την αυτοβιογραφία του, οι σελίδες με πράσινο φόντο θα εμπεριέχουν τα πιο έντονα στοιχεία νοσταλγίας.
«Εδώ η καθημερινότητα είναι πιο δύσκολη»
Ξεκινώντας, πώς αισθάνεσαι που βρίσκεσαι και πάλι πίσω στην πατρίδα σου;
«Η ζωή μας εδώ είναι όμορφη και πολύ διαφορετική. Ζήσαμε στο εξωτερικό για δεκαπέντε χρόνια. Όλα μας τα παιδιά γεννηθήκαν μακριά από τη Σουηδία. Είναι πολύ ιδιαίτερο συναίσθημα να είμαστε και πάλι πίσω. Θα έλεγα πως τα πράγματα είναι καλύτερα από ό,τι περίμενα. Δεν μπορώ να κρύψω ότι είχα κάποιους φόβους πριν επιστρέψω. Και αυτό διότι όταν έχεις ζήσει εκτός Σουηδίας τόσα χρόνια, έχεις μάθει σε έναν πιο ελεύθερο τρόπο ζωής, ειδικά στην Ελλάδα! Εδώ η καθημερινότητα είναι πιο δύσκολη εξαιτίας του ότι οι άνθρωποι είναι πιο πειθαρχημένοι.
Είχαμε, λοιπόν, τις ανησυχίες μας. Αλλά βλέπω ότι για τα παιδιά είναι εξαιρετικό το ότι επέστρεψαν στην πατρίδα τους, ότι πηγαίνουν εδώ σχολείο και ότι θα έχουν την ευκαιρία να κάνουν φίλους που ίσως κρατήσουν για όλη τους τη ζωή. Σίγουρα, υπάρχει μεγάλη ανασφάλεια όταν κάποιος αποκτά παιδιά και βρίσκεται στο εξωτερικό γιατί ξέρει ότι πρόκειται για μία εμπειρία που θα κρατήσει ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Μπορεί στην Ελλάδα να έμεινα για τέσσερα χρόνια, όμως στις υπόλοιπες χώρες που αγωνίστηκα, δεν ζήσαμε για περισσότερα από δύο χρόνια. Τα παιδιά αισθάνονται ανασφάλεια όταν σε μικρή ηλικία αλλάζουν συνεχώς περιβάλλον, τώρα γνωρίζουν πως αυτό είναι το μέρος στο οποίο θα μεγαλώσουν. Όταν επιστρέψαμε πέρσι ρωτούσαν συνεχώς πότε θα φύγουμε ξανά, έτσι είχαν μάθει. Μπορεί να είναι πολύ κοινωνικά και να τους ήταν παντού εύκολο να προσαρμοστούν, εγώ όμως το βλέπω διαφορετικά.
Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Σουηδία και έζησα εκείνα τα ευαίσθητα χρόνια σε ένα ασφαλές περιβάλλον. Αυτή την αίσθηση θέλω να την παρέχω και στα παιδιά μου. Όταν έχεις οικογένεια, σκέφτεσαι πιο ώριμα. Αξιολογείς διαφορετικά τα δεδομένα. Σίγουρα, λοιπόν, στην απόφασή μας, τα παιδιά έπαιξαν τον πιο καθοριστικό ρόλο».
Πώς θα περιέγραφες το συναίσθημα της επιστροφής στην ομάδα από την οποία ξεκίνησες την καριέρα σου;
«Είναι, σίγουρα, πολύ ξεχωριστό. Το κτίριο του προπονητικού κέντρου στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα δεν υπήρχε όταν έφυγα από εδώ. Όμως το μέρος παραμένει το ίδιο, όπως τότε. Ακόμα και σε έναν επισκέπτη από την Ελλάδα αρέσει αυτό το τοπίο, τα δέντρα, ένα γήπεδο μέσα στο δάσος. Είναι πολύ ήρεμα και ταυτόχρονα κοντά στο κέντρο της πόλης. Σίγουρα για εμένα αυτό το μέρος είναι ιδιαίτερο και για έναν επιπλέον λόγο. Θυμάμαι, όταν έκανα τα πρώτα μου ποδοσφαιρικά βήματα, να παίρνω κάθε μέρα το τραμ για να έρθω στην προπόνηση. Δεν έχουν όλοι την ευκαιρία να επιστρέψουν και να αγωνιστούν και πάλι με τη φανέλα της ομάδας στην οποία ξεκίνησαν να παίζουν ποδόσφαιρο».
«Δεν θέλω να σταματήσω να παίζω ποδόσφαιρο»
Είναι ωραία να αγωνίζεσαι και πάλι μπροστά στο ίδιο κοινό που σε ενθάρρυνε στα πρώτα σου ποδοσφαιρικά βήματα;
«Είναι υπέροχο. Ορισμένοι που τότε ήταν παιδιά 15 ετών, σήμερα είναι 30 χρονών σκληροπυρηνικοί οπαδοί! Μπορεί ποτέ να μην γνωρίζεις πως θα εξελιχθούν τα πράγματα στο ποδόσφαιρο, γιατί υπάρχουν πολλοί απρόβλεπτοι παράγοντες που ενδέχεται να παίξουν ρόλο, όμως το να επιστρέφεις και να ανταποδίδεις την αγάπη μου εισέπραξες όταν ήσουν παιδί, είναι σπουδαίο».
Πώς είναι να βλέπεις το φινάλε μίας σπουδαίας καριέρας να πλησιάζει;
«Όταν ήμουν νεότερος, στις δύσκολες περιόδους της καριέρας μου, όπως για παράδειγμα όταν αγωνιζόμουν στη Γερμανία και είχα τραυματιστεί σοβαρά, περίμενα τη στιγμή που θα σταματούσα το ποδόσφαιρο. Όμως, αυτό οφειλόταν καθαρά στη δυσκολία της πνευματικής διαχείρισης ενός τραυματισμού. Τα τελευταία χρόνια, που είμαι υγιής και βρίσκομαι σε καλή πνευματική κατάσταση, σκέφτομαι πως θέλω να συνεχίσω για αρκετό καιρό ακόμα. Δεν θέλω να σταματήσω να παίζω ποδόσφαιρο. Ασφαλώς και πρέπει να δω πως θα αντιδράσει το σώμα μου. Αυτό είναι το σημείο κλειδί, το σημάδι που θα μου δείξει πότε πρέπει να σταματήσω».
Ποιο είναι το κλειδί για να διατηρείσαι ακόμα σε τόσο καλή κατάσταση;
«Για μένα η ισορροπία παίζει τον μεγαλύτερο ρόλο. Κάποιες στιγμές πρέπει να αποδέχεσαι την κατάσταση, να αφήνεις το σώμα σου να ηρεμεί και να ξεκουράζεται. Δεν είναι εφικτό να βρίσκεσαι κάθε μέρα στο πιο ψηλό επίπεδο. Μιλάω σαν επαγγελματίας αθλητής, ακόμα και αν αυτό ακούγεται λίγο περίεργο γιατί πάντα μοιάζω να είμαι σε καλή κατάσταση. Κάποιες στιγμές πρέπει να αφήνω τα πάντα, να ξεκουράζομαι και να κάνω άλλα πράγματα χωρίς να σκέφτομαι το ποδόσφαιρο. Για εμένα, αυτό είναι το κλειδί».
Η σκέψη της επιστροφής, το Euro και ο κορωνοϊός
Πριν πάρεις την απόφαση να επιστρέψεις στη Σουηδία και την Γκέτεμποργκ, σου πέρασε από το μυαλό να αγωνιστείς ξανά στην Ελλάδα φορώντας τη φανέλα του Παναθηναϊκού, κλείνοντας ενδεχομένως εκεί την καριέρα σου;
«Και ναι και όχι. Όταν ήμασταν στη Ρωσία κι ενώ είχε εξαπλωθεί ο κορωνοϊός, εξετάζαμε το ενδεχόμενο να μετακομίσουμε σε κάποιο άλλο μέρος όπως η Ελλάδα, πριν επιστρέψουμε στη Σουηδία. Δεν ξέραμε, όμως, πόσο θα διαρκέσει η δύσκολη περίοδος της πανδημίας και με δεδομένο ότι είχαμε το σπίτι στη Σουηδία αποφασίσαμε ότι επειδή μία μέρα θα γυρίσουμε εκεί, εκείνη ήταν η κατάλληλη στιγμή για να το κάνουμε. Αυτό που, όμως, πάντα λέμε και δεν είναι ψέμα, είναι πως αν υπάρχει ένα μέρος εκτός της χώρας μας που θα θέλαμε να ζήσουμε, αυτό είναι η Ελλάδα. Έχουμε ακόμα εξαιρετική σχέση με ανθρώπους στην Αθήνα και όποτε έχουμε τη δυνατότητα πηγαίνουμε για διακοπές. Παρ’ όλα αυτά, ήταν για εμάς πολύ σημαντικό να επιστρέψουμε στη Σουηδία και να είμαστε κοντά στους δικούς μας ανθρώπους».
Είχες όμως κρατήσει στο μυαλό σου το μήνυμα που είχες στείλει στον κόσμο του Παναθηναϊκού όταν αποχώρησες, πως ίσως μία μέρα γυρίσεις και πάλι να φορέσεις την πράσινη φανέλα;
«Μετά την Αλ Αΐν υπέγραψα για έναν χρόνο στην Κρασνοντάρ έχοντας το βλέμμα μου και στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Αυτό, όμως, καθυστέρησε, εγώ ανανέωσα με την Κρασνοντάρ και τότε αποφασίσαμε πως θα μείνουμε για έναν ακόμα χρόνο στη Ρωσία και μετά θα επιστρέψουμε στη Σουηδία. Η ζωή για τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου στη Ρωσία δεν ήταν εύκολη γιατί όλα ήταν κλειστά. Έτσι, καταλάβαμε πως χρειαζόμαστε την ασφάλεια της Σουηδίας, να έχουμε κοντά μας την οικογένειά μας. Στο Κρασνοντάρ ήμασταν μόνοι, δεν μπορούσε κανείς να μας επισκεφθεί και να μας βοηθήσει. Ήταν πολύ σύνθετο λόγω και της διαδικασίας για την έκδοση visa».
«Για εμένα υπάρχει μόνο μια ομάδα στην Ελλάδα»
Υπήρξαν τότε συζητήσεις με τον Παναθηναϊκό;
«Ο εκπρόσωπός μου είχε κάνει τις όποιες επαφές, γνωρίζαμε πως η επιλογή να επιστρέψω ήταν εκεί για εμένα. Δεν θα έλεγα όμως πως φτάσαμε κοντά στο να συμβεί κάτι τέτοιο. Τελικώς έμεινα για έναν ακόμα χρόνο στην Κρασνοντάρ. Δεν μπήκαμε ποτέ σε συζητήσεις με τον Παναθηναϊκό για όρους συμβολαίου».
Γνωρίζεις όμως ότι οι οπαδοί του Παναθηναϊκού θα ήθελαν πολύ να σε δουν να φοράς ξανά τη φανέλα της ομάδας;
«Είναι δύσκολο να το καταλάβω, γιατί για εμένα ήμουν ένας ακόμα παίκτης όπως όλοι οι άλλοι. Όμως, είμαι ευγνώμων που είχαμε αυτή τη σχέση με τον κόσμο και το κλαμπ. Δεν μπορώ να βρω λέξεις να περιγράψω πόσο ευχαριστήθηκα το διάστημα που ήμουν εκεί. Ο κόσμος το ξέρει και μπορεί να το καταλάβει γιατί στο γήπεδο έδινα πάντα τον καλύτερό μου εαυτό. Η καρδιά μου φλεγόταν κάθε φορά που φορούσα αυτή τη φανέλα. Εκεί έζησα, τόσο πνευματικά όσο και σωματικά, τα καλύτερά μου χρόνια».
Και φυσικά το ότι απέρριψες πρόταση του Ολυμπιακού, τους έδωσε έναν επιπλέον λόγο να σε λατρέψουν.
«Ο Ολυμπιακός δεν ήταν ποτέ μία επιλογή για εμένα. Σέβομαι πάντα τις άλλες ομάδες αλλά έζησα στην Αθήνα και ξέρω πόσο αγαπάει και υποστηρίζει ο κόσμος την ομάδα του. Από τη στιγμή που φόρεσα τη φανέλα του Παναθηναϊκού, υπάρχει για μένα μόνο μία ομάδα στην Αθήνα, αλλά και στην Ελλάδα γενικότερα».
Σωστά, γιατί δεν ήταν ο Ολυμπιακός η μόνη ελληνική ομάδα που σε προσέγγισε προκειμένου να σε αποκτήσει.
«Ναι, έτσι είναι. Όμως κάθε άλλη ελληνική ομάδα, θα ήταν μία επιλογή αν σκεφτόμουν μόνο τα χρήματα. Εγώ εισέπραξα σεβασμό από τον κόσμο, το κλαμπ και τον πρόεδρο και έπρεπε να επιστρέψω κάτι. Δεν σκέφτηκα ποτέ να πάω σε άλλη ελληνική ομάδα».
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ την ιστορία με το χέρι»
Ποια είναι η στιγμή που σου έχει μείνει πιο έντονα χαραγμένη στο μυαλό από το διάστημα της παρουσίας σου στον Παναθηναϊκό;
«Αν έπρεπε να επιλέξω μία στιγμή, αυτή θα ήταν ο τελικός του Κυπέλλου το 2014. Όταν κάποιος παίζει ποδόσφαιρο, θέλει να κατακτά τρόπαια. Από την πλευρά τους οι οπαδοί αποκτούν, μέσα από την κατάκτηση ενός Κυπέλλου, έναν λόγο για να πανηγυρίσουν. Ο τελικός κόντρα στον ΠΑΟΚ ήταν η πιο μεγάλη μου νύχτα στον Παναθηναϊκό».
Και η δυσκολότερη στιγμή;
«Θυμάμαι κάποιες στιγμές να κλαίω έχοντας το συναίσθημα της αδικίας. Μου έχει μείνει αξέχαστο ένα περιστατικό σε ένα παιχνίδι κόντρα στην ΑΕΚ. Ήξερα ότι αν δεχθώ κίτρινη κάρτα θα χάσω δύο σημαντικά ματς στα play offs. Και φυσικά αυτό συνέβη, πολύ νωρίς, μάλιστα, στον αγώνα. Βρήκα την μπάλα με τον αγκώνα και ο διαιτητής έδωσε χέρι και κίτρινη κάρτα. Ούτε χέρι έκανα, αλλά ακόμα και αν είχα κάνει δεν τιμωρείται κάθε επαφή της μπάλας με το χέρι με κίτρινη κάρτα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτήν την ιστορία.
Ακόμα, θυμάμαι αγώνες να αναβάλλονται, όπως αυτός που επρόκειτο να είναι ο πρώτος με τον Αντρέα Στραματσόνι στη θέση του προπονητή. Εγώ ήθελα να παίξω ποδόσφαιρο.
Πριν από ένα άλλο ντέρμπι στη Λεωφόρο, ο πρόεδρος του Ολυμπιακού μπήκε μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Δεν το κάνεις αυτό, ξέρεις ποια θα είναι η αντίδραση. Θεωρώ πως τότε είχαμε μία καλή ομάδα και θα μπορούσαμε να διεκδικήσουμε το πρωτάθλημα ως το τέλος, αν δεν είχαμε τιμωρηθεί. Δεν κατηγορώ κάποιον ξεκάθαρα, αλλά όταν είσαι ποδοσφαιριστής και περιμένεις ένα ντέρμπι, νιώθεις να φλέγεσαι. Συμβαίνει αυτό και απορείς τι πραγματικά μπορείς να κάνεις για να αντιμετωπίσεις την κατάσταση.
Καταλάβαινα τις αντιδράσεις των οπαδών γιατί ήξερα πως ζουν για την ομάδα τους. Υπάρχει μία λεπτή γραμμή την οποία δεν πρέπει κανείς να ξεπερνά. Αυτό το πάθος είναι η ομορφιά της Ελλάδας και από την άλλη ένα από τα μεγάλα της προβλήματα. Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος».
Η οικονομική αστάθεια που επικρατεί στην Ελλάδα και την οποία αντιμετώπισες κι εσύ, θεωρείς πως είναι από τους καθοριστικούς παράγοντες που δεν επιτρέπουν στο ποδόσφαιρο να εξελιχθεί;
«Ναι, βίωσα αυτό το πρόβλημα όταν ήμουν στην Ελλάδα. Σίγουρα δεν είναι εύκολο όχι μόνο για τους ποδοσφαιριστές, αλλά για κανέναν γύρω από το κλαμπ να το διαχειριστεί. Για κάθε εργαζόμενο είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπίσει μία τέτοια κατάσταση».
«Ονειρευόμουν πρωτάθλημα, γράφτηκαν πράγματα που δεν ίσχυαν»
Θεωρείς πως φεύγοντας από τον Παναθηναϊκό άφησες κάτι στη μέση;
«Ίσως το ότι δεν καταφέραμε να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα. Αυτό ήταν κάτι που ονειρευόμουν. Κάτι που όταν αγωνίζεσαι σε μία ομάδα όπως ο Παναθηναϊκός αποτελεί πάντα στόχο. Την περίοδο όμως που ήμουν εγώ εκεί, ίσως ήταν αδύνατο και για τους λόγους που ανέφερα προηγουμένως. Φυσικά, υπήρχαν και άλλες καλές ομάδες τότε στο πρωτάθλημα. Νομίζω πως αν είχα κατακτήσει και αυτό το τρόπαιο, θα έφευγα από τον Παναθηναϊκό 100% ικανοποιημένος».
Υπήρχε στο μυαλό σου η σκέψη να επιστρέψεις για να σβήσεις από την μνήμη πολλών και τον τρόπο με τον οποίο αποχώρησες;
«Έχω αφήσει πίσω μου τον τρόπο με τον οποίο έφυγα από τον Παναθηναϊκό γιατί έχω επιλέξει να κρατήσω τις όμορφες στιγμές που έζησα εκεί. Ξέρω, όμως, ότι δεν έχει ειπωθεί η αληθινή ιστορία σχετικά με το συγκεκριμένο θέμα. Δεν θέλω να δείξω με το δάχτυλο συγκεκριμένους ανθρώπους, ωστόσο, τόσο εγώ όσο και πολύς κόσμος γνωρίζει ακριβώς τι συνέβη. Στα Μέσα, ωστόσο, γράφτηκαν πράγματα που δεν ίσχυαν και επίσης υπάρχουν πολλοί εκτός της κατάστασης που δεν ξέρουν τι έγινε. Δεν πρόκειται να βγω και να πω πως μου συμπεριφέρθηκε ο καθένας. Ξέρω ποιοι με αντιμετώπισαν σωστά και ποιοι όχι, αλλά δεν θα κατηγορήσω κανέναν».
Θεωρείς ότι στην Ελλάδα τα Μέσα και ενδεχομένως και ο κόσμος, ασκούν περισσότερη πίεση από όση πρέπει στις ομάδες και σε όσους βρίσκονται στο χώρο του ποδοσφαίρου;
«Ναι. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλά Μέσα, εδώ στο Γκέτεμποργκ υπάρχει μόνο μία τοπική εφημερίδα και δύο μεγαλύτερα Μέσα. Όταν υπάρχουν πολλοί δημοσιογράφοι, ο κάθε ένας προσπαθεί να βγάλει τη δική του ιστορία και αυτό σημαίνει πως θα γραφτούν και πράγματα που δεν θα είναι αληθή».
«Προτιμώ να παίζω σε μία έδρα όπως του Ολυμπιακού ή του ΠΑΟΚ»
Αγωνίστηκες σε πολλές χώρες. Σουηδία, Ολλανδία, Γερμανία, Ελλάδα, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Ρωσία και τώρα ξανά Σουηδία. Που ευχαριστήθηκες περισσότερο το ποδόσφαιρο;
«Στην Ελλάδα. Το πάθος που έχουν εκεί οι οπαδοί μεταφέρεται στους παίκτες. Θυμάμαι να τρελαίνομαι με τα συναισθήματα που εισέπραττα από την εξέδρα. Βέβαια, ο ποδοσφαιριστής πρέπει να μην ξεπεράσει τα όρια και να μην ξεφύγει. Σε έναν αγώνα κόντρα στον ΠΑΟΚ, όταν ο ρυθμός με παρέσυρε, τσακώθηκα και δέχθηκα κόκκινη κάρτα. Αυτή όμως ήταν και η ομορφιά του ποδοσφαίρου στην Ελλάδα».
Ποιο ήταν το πιο δύσκολο γήπεδο στο οποίο αγωνίστηκες στην Ελλάδα;
«Όλοι οι αγώνες έχουν τις δυσκολίες τους. Για μένα το χειρότερο είναι να πάω σε ένα μικρό γήπεδο χωρίς πολύ κόσμο. Σε μία τέτοια συνθήκη πρέπει να προσπαθήσεις για να βρεις κίνητρο. Προτιμώ να πάω σε μία έδρα όπως αυτή του Ολυμπιακού ή του ΠΑΟΚ γεμάτη με οπαδούς της αντίπαλης ομάδας, όπου νιώθε ότι σε μισούν. Αυτό δίνει επιπλέον κίνητρο στον ποδοσφαιριστή να προσπαθήσει».
Εκτός γηπέδων πως είναι η ζωή σου εδώ στη Σουηδία;
«Είναι πολύ ήρεμη. Τα παιδιά πηγαίνουν σχολείο, επιστρέφουν στις 15:00 και μετά έχουν εξωσχολικές δραστηριότητες. Οπότε κι εγώ είμαι στο προπονητικό κέντρο μέχρι το μεσημέρι και μετά πηγαίνω να τα πάρω και να τα πάω ποδόσφαιρο ή χάντμπολ».
Σου λείπει όμως η καθημερινότητα που είχες στην Ελλάδα;
«Μπορεί να μην πήγαινα κάθε μέρα στη θάλασσα όσο ήμουν στην Ελλάδα, όμως είχα αυτή τη δυνατότητα. Απολάμβανα τον υπέροχο ηλιόλουστο καιρό με τον γαλάζιο ουρανό και αυτό ήταν πολύ όμορφο».
«Θα πηγαίνουμε στην Ελλάδα πιο συχνά»
Έχεις προσαρμοστεί στις καιρικές συνθήκες της Σουηδίας;
«Έχω αρχίσει να τις συνηθίζω. Μπορεί να γεννήθηκα και να μεγάλωσα εδώ, όμως έλειψα πολλά χρόνια και η αλήθεια είναι πως τις είχα ξεχάσει. Μπορεί να ακούγεται περίεργο, όμως και στο Κρασνοντάρ, ο καιρός ήταν ανάλογος με αυτόν της Ελλάδας. Ίσως όχι τόσο ζεστός αλλά όχι πολύ διαφορετικός. Αυτό συμβαίνει διότι η περιοχή είναι κοντά στη Μαύρη Θάλασσα. Πιο πριν ήμουν στην Αλ Αΐν όπου αντιμετώπισα πολύ υψηλές θερμοκρασίες. Οπότε τα τελευταία οκτώ χρόνια έχω βρεθεί σε θερμά κλίματα και ήταν δύσκολο να προσαρμοστώ και πάλι στις καιρικές συνθήκες της Σουηδίας».
Τα παιδιά σου μιλούν καθόλου ελληνικά;
«Προσπαθώ να τους μάθω κάποιες λέξεις που θυμάμαι. Είναι δύσκολο όμως για αυτά, γιατί έζησαν στα Εμιράτα όπου άκουγαν Αραβικά και μετά στη Ρωσία όπου άκουγαν ρωσικά. Για αυτά η πρώτη τους γλώσσα είναι τα αγγλικά, καθώς και στην Ελλάδα πήγαιναν σε αγγλικό σχολείο. Κάποιες λέξεις όμως όπως το “ευχαριστώ” τις έχουν μάθει».
Κλείνοντας, όταν σταματήσεις το ποδόσφαιρο πώς θα σου φαινόταν να περνάς έξι μήνες στη Σουηδία και έξι στη Γλυφάδα;
«Αυτό είναι το όνειρό μου! Τώρα τα παιδιά έχουν σχολείο αλλά όταν μεγαλώσουν λίγο και μπορούν να μείνουν περισσότερο μόνα τους, θα πηγαίνουμε στην Ελλάδα πιο συχνά από ό,τι το κάνουμε τώρα».