Γιατί οι ποδοσφαιριστές ξαναπαθαίνουν ρήξη χιαστού;
Η επέμβαση, ο χρόνος επιστροφής, η αποκατάσταση, ο ρόλος του εγκεφάλου, ο ψυχολογικός παράγοντας. Δύο επιστήμονες, ο ορθοπεδικός Άλκης Καλιακμάνης και ο φυσικοθεραπευτής Γιώργος Κακαβάς, αναλύουν στο Gazzetta όλα τα δεδομένα για τη ρήξη χιαστού και μεταφέρουν πληροφορίες άγνωστες για το ευρύ κοινό.
Η αντίστροφη μέτρηση έφτανε στο τέλος της. Ο Κάρλος Ζέκα είχε κάνει πολλή υπομονή και είχε ρίξει αμέτρητες ώρες δουλειάς. Στο ματς της Κοπεγχάγης με την Μπρόντμπι, στις 7 Αυγούστου, ο διεθνής μέσος πάτησε ξανά χορτάρι και η χαρά ήταν ανείπωτη. Ο Ζέκα ένιωθε έτοιμος και πήρε γρήγορα τα πάνω του. Έπαιξε 90λεπτα, αναδείχθηκε MVP στο ματς με τη Σεβίλλη για το Champions League, όμως απέναντι στην Άαρχους, το εφιαλτικό «κρακ» ακούστηκε και πάλι. Ξανά ρήξη χιαστού, ξανά στο ίδιο γόνατο.
Ο Ζέκα δεν είναι ο μοναδικός ποδοσφαιριστής που ξαναζεί τον εφιάλτη. Ο Πέτρος Μάνταλος, ο Λάζαρος Χριστοδουλόπουλος, ο Κώστας Φορτούνης, ο Μιχάλης Μπακάκης, ο Νίκος Καρέλης, ο Θανάσης Καραγκούνης, είναι μόνο κάποιοι από τους ποδοσφαιριστές ειδικότερα και τους αθλητές γενικότερα που αισθάνθηκαν το γόνατό τους (όχι το ίδιο) να διαλύεται ξανά. Γιατί συμβαίνει αυτό, ακόμα κι αν η επέμβαση είναι επιτυχημένη και τα πρωτόκολλα ακολουθούνται στο 100%;
Το Gazzetta ρίχνει φως στον τραυματισμό που στοιχειώνει τα όνειρα των ποδοσφαιριστών, με τη βοήθεια δύο ανθρώπων με πολύ μεγάλη εμπειρία και ερευνητικό έργο: Του ορθοπεδικού Άλκη Καλλιακμάνη, ο οποίος ήταν για πολλά χρόνια γιατρός στην ΑΕΚ και του Γιώργου Κακαβά, φυσικοθεραπευτή, ειδικού στην αθλητική αποκατάσταση, ο οποίος εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή στη νευρολογία της πρόληψης των μυοσκλετικών τραυματισμών.
Οι έρευνες, τα στοιχεία και τα όσα αναφέρονται στις παρακάτω γραμμές αφορούν τον πρόσθιο χιαστό (ACL), ο οποίος θα αναφέρεται απλώς ως χιαστός. Και πρόκειται για έναν τραυματισμό, που δεν είναι μια απλή διαδικασία. «Ο χιαστός, ως τραυματισμός, δεν είναι μια αποσπασματική δουλειά, ότι δηλαδή χειρουργείται κάποιος πολύ καλά, τελειώνει, τον αναλαμβάνει ο φυσικοθεραπευτής ή ο γυμναστής αποκατάστασης και μετά μπαίνει στην ομάδα. Είναι μια διαδικασία που απαιτεί πολύ συγκεκριμένη ομαδική δουλειά, από πολλές ειδικότητες και η γνώμη μου είναι ότι ο αθλητής υψηλού επιπέδου που έχει πάθει χιαστό, θα πρέπει μετά για όλη τη διάρκεια να δίνει έμφαση στην αποκατάσταση του γονάτου. Είναι μια διαδικασία που δεν σταματά», τονίζει αρχικά στο Gazzetta ο Άλκης Καλλιακμάνης, με τον Γιώργο Κακαβά να προσθέτει: «Περισσότερο πιθανό είναι να το πάθει δεύτερη φορά στο άλλο πόδι. Η έρευνα λέει ότι υπάρχει πιθανότητα να γίνει ρήξη στο άλλο πόδι, σε απόσταση έναν με ενάμιση χρόνο, εκεί που πάει να γυρίσει πλήρως ο παίκτης. Τι κάνουν γι' αυτό; Έχουν αρχίσει και ξαναγράφουν τα πρωτόκολλα αποκατάστασης. Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που κάνουμε την αποκατάσταση γιατί έχουμε πολλές υποτροπές».
Ρήξη χιαστού: Οι πιθανότητες και ο χρόνος αποκατάστασης
Εδώ και πολλά χρόνια η επιστημονική κοινότητα μελετά τους τρόπους αντιμετώπισης και αποκατάστασης από μια ρήξη χιαστού. Ωστόσο, τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι ότι τελικά η γρήγορη επιστροφή δεν σημαίνει απαραίτητα επιτυχία. Ο Άλκης Καλλιακμάνης εξηγεί στο Gazzetta: «Εμείς ξέρουμε από τα papers, τις μελέτες κτλπ, ότι κατά μέσο όρο σε μια ομάδα με 25-30 παίκτες, η συχνότητα είναι περίπου ένας χιαστός κάθε μία ή μιάμιση σεζόν, ποσοστό που δεν είναι μικρό. Δεδομένου του χρόνου που πρέπει να μείνει ο αθλητής εκτός, αυτό το ποσοστό αρχίζει να αυξάνεται. Ο πρόσθιος χιαστός έχει πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες σε άλλα αθλήματα, όπως το βόλεϊ, το μπάσκετ, αλλά και αθλήματα που δεν είναι τόσο συνηθισμένα σε εμάς, όπως το χόκεϊ επί πάγου, το λακρός και το αμερικανικό ποδόσφαιρο. Αυτό συμβαίνει λόγω των ιδιαιτεροτήτων του κάθε αθλήματος.
Παρότι είναι μια πολύ μελετημένη επέμβαση, με πολλές τεχνικές και με αλλαγές όσον αφορά στον τρόπο που χειρουργούμε, στα μηχανήματα και στα υλικά που χρησιμοποιούμε, αυτό που βλέπουμε εν πρώτοις είναι παράδοξο: Με βάση τη στατιστικές, ένας αθλητής έχει πιθανότητες έως και 30% στον πρώτο ή τον δεύτερο χρόνο να υποστεί και πάλι ρήξη, είτε στο ίδιο είτε στο άλλο πόδι. Είναι κάτι που προσπαθούμε να εξηγήσουμε. Αν το δούμε επί του υγιούς πληθυσμού, κάποιος που έχει υποστεί ρήξη έχει 15% περισσότερες πιθανότητες να ξαναπάθει σε σχέση με κάποιον που δεν έχει υποστεί. Άρα είναι πολύ μεγάλο το ποσοστό "αποτυχίας".
Το συμπέρασμα και η τάση αυτή τη στιγμή, είναι ότι θα πρέπει να υπάρχει μια καθυστερημένη επιστροφή του αθλητή στις δραστηριότητες. Αυτό που λέγαμε πριν από μερικά χρόνια ότι σε 4-6 μήνες ο αθλητής μπορεί σιγά-σιγά να επιστρέψει, τώρα συζητείται όλο και πιο έντονα. Όσο πιο καθυστερημένη η επάνοδος, δηλαδή να πλησιάζει τα δύο χρόνια, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες να πάθει άλλη βλάβη. Και εδώ έρχεται ένα μεγάλο conflict, σχετικά με το πώς θα το εξηγήσεις στον αθλητή και το περιβάλλον του, στον μάνατζέρ του, στην ομάδα κ.ό.κ ότι θα πρέπει να μείνει 12, 16 ή 18 μήνες έξω. Εμπλέκονται και άλλοι παράγοντες».
O Γιώργος Κακαβάς τονίζει: «Η αποκατάσταση είναι αυτή που θα κάνει τη διαφορά. Οι Αμερικανοί, επειδή στέκονται στο θέμα του εγκεφάλου, μιλούν για δύο χρόνια return to sport. Γιατί κανείς δεν ξέρει πότε θα δει ο εγκέφαλος το μόσχευμα σαν hardware. Υπάρχει ένα μεγάλο ερωτηματικό εκεί. Γι' αυτό και έβγαλα το σχετικό paper με το periodisation. Πήρα τη λογική του Φερχάιχεν και την τοποθέτησα στην αποκατάσταση. Γιατί κάτι δεν πάει καλά, έχουμε πολλούς επανατραυματισμούς και άρα υπάρχει λάθος».
O Καλλιακμάνης ξεκαθαρίζει ότι δεν εννοεί πως όλοι, ανεξαιρέτως, θα πρέπει να κάνουν δύο χρόνια για να επιστρέψουν, αλλά ότι «αυτό που βλέπουμε στις μελέτες είναι ότι όσο πιο καθυστερημένα επιστρέψεις, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες. Οι συγκεκριμένες μελέτες αναφέρουν ότι κάνει μέχρι και δύο χρόνια να επιστρέψει το γόνατο με το μόσχευμα, άρα η τάση είναι να γίνεται η επιστροφή σαφώς αργότερα από ότι γινόταν παλιότερα. Τώρα έχουμε αρχίσει και λέμε για επιστροφή σε 8-12 μήνες και αυτό έχει βασιστεί σε αυτές τις μελέτες και τις παρατηρήσεις. Είναι επίσης σημαντικό ο παίκτης να μπει προοδευτικά, να είναι ομαλή η επάνοδός του και να διατηρήσει το πρόγραμμα αποκατάστασης και πρόληψης».
Η μεταφορά της περιοδικότητας στην αποκατάσταση
Το periodisation (αποδίδεται στα ελληνικά ως περιοδισμός ή περιοδικότητα), στο οποίο αναφέρθηκε ο Γιώργος Κακαβάς, είναι μια τάση που τελευταία κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος στην προπόνηση. Βασικός εκφραστής της είναι ο Ολλανδός «γκουρού», Ραϊμόν Φερχάιχεν, ο οποίος στο βιβλίο του δίνει τον εξής ορισμό: «Στο ποδόσφαιρο η έννοια της περιοδικότητας σχετίζεται με τον σχεδιασμό όλων των προπονήσεων και των αγώνων. Προφανώς, ο προπονητής έχει ελάχιστη επιρροή στον προγραμματισμό των αγώνων του πρωταθλήματος. Αλλά ο σχεδιασμός των προπονήσεων είναι η βασική του δουλειά. Σε κάθε προπόνηση, οι παίκτες αναπτύσσουν στοιχεία τακτικά, τεχνικά και φυσικής κατάστασης εντός των ποδοσφαιρικών τους ενεργειών. Ωστόσο, ο προπονητής μπορεί να δώσει συγκεκριμένη έμφαση σε έναν από αυτούς τους τρεις τομείς με τους χειρισμούς του στην άσκηση. Έτσι, με την περιοδικότητα, μπορεί να διαχωρίσει διαφορετικούς τύπους προπονήσεων». Ουσιαστικά, αφορά τον καταρτισμό ενός μακροχρόνιου προπονητικού πλάνου, ο οποίος λαμβάνει πλήρως υπόψιν του διαφορετικές αρχές και νόμους που διέπουν την προπονητική. Η ισορροπία στην προπονητική δομή βοηθάει τον αθλητή να εξελιχθεί περισσότερο και να αποδώσει καλύτερα.
Ο Κακαβάς, στο paper με τίτλο "Periodization in Anterior Cruciate Ligament Rehabilitation: A Novel Framework", προτείνει μια νέα οπτική στην αποκατάσταση του χιαστού. «Είναι το μοναδικό paper που έχει δημοσιευτεί για την περιοδικότητα στην αποκατάσταση. Αυτή τη στιγμή πάμε να κάνουμε μια μεγάλη στροφή. Πρόσθεσα ένα στάδιο που έχει να κάνει με τις ασκήσεις για το μυαλό. Πραγματοποιώντας τις, έχεις μια πολύ καλή εικόνα για το τι συμβαίνει με το γόνατο. Ο αθλητής αισθάνεται πιο σταθερός. Έχει λιγότερο φόβο επιστροφής. Γιατί οι αθλητές τι φοβούνται; Μην το ξαναπάθουν στο ίδιο πόδι και έτσι το ξαναπαθαίνουν στο άλλο. Αν ξανασυμβεί στο ίδιο πόδι, αυτό συμβαίνει ότι η αποκατάσταση δεν έγινε με τον σωστό τρόπο, με βάση την υπόθεση που κάνω. Υπάρχουν αυτή τη στιγμή πολλά που πρέπει να γίνουν, πριν βάλεις έναν άνθρωπο στο γήπεδο να τρέξει ή να παίξει ποδόσφαιρο. Είναι ένα σπορ με πολλές αλλαγές κατεύθυνσης, γιατί έχουμε δει ότι εκεί γίνεται πολλές φορές η ζημιά. Οι περισσότεροι την πατάνε όταν παίζουν άμυνα. Έχεις έναν παίκτη με την μπάλα και τον παρακολουθείς και εκεί που πάει να σου φύγει, το γόνατό σου δεν μπορεί να κάνει την εκρηκτική κίνηση για να ακολουθήσει τον παίκτη. Γιατί μάλλον ποτέ δεν προπονήθηκε σε αυτό. Δεν έχει ξαναμάθει. Ο εγκέφαλος θέλει κάποια εκατοστά του δευτερολέπτου για να σταθεροποιήσει το γόνατο, δίνει στους μυς γύρω από το γόνατο εντολή brace. Αν δοθεί αργά, γίνεται η στροφική κίνηση του γονάτου και σπάει ο χιαστός πάλι».
Στο paper του, υπογραμμίζει πως «ο τραυματισμός του χιαστού δεν είναι απλώς ένα τοπικό μηχανικό τραύμα, αλλά οι συνέπειές του εκτείνονται και στο κεντρικό νευρικό σύστημα» και τονίζει ότι «η αποκατάσταση που που σχεδιάζεται σύμφωνα με τις αρχές της περιοδικότητας, δυνητικά επιτρέπει την καλύτερη ενσωμάτωση των αναγκών των ασθενών για την επιστροφή στον αθλητισμό, χρησιμοποιώντας έννοιες που θα ενσωματωθούν ευκολότερα από τους γυμναστές, για να ωφελήσουν τελικά τον αθλητή και να αποτρέψουν τον επανατραυματισμό».
Τα μοσχεύματα και ο ρόλος του εγκεφάλου
Τι γίνεται όμως στην επέμβαση, που είναι το πρώτο βήμα και τι ακριβώς συμβαίνει με τα μοσχεύματα; Ο Αλκης Καλλιακμάνης απαντά: «Ο πραγματικός, ο native χιαστός, είναι ένας πολύ δυνατός σύνδεσμος με μηχανοϋποδοχείς, νευροϋποδοχείς και αγγεία. Άρα, όταν εμείς πηγαίνουμε σε έναν σπασμένο χιαστό να βάλουμε ένα μόσχευμα, θα πρέπει να περάσει μια διαδικασία νέας αγγείωσης, νεύρωσης και πολλαπλασιασμού ξανά των κυττάρων του, γιατί θα περάσει μια διαδικασία ιστικής νέκρωσης και επαναδημιουργίας. Θα πάνε καινούργια κύτταρα να ξαναφτιάξουν τον ιστό και να κάνει τελικά αυτό που λέμε συνδεσμοποίηση, να αρχίσει δηλαδή να συμπεριφέρεται σαν σύνδεσμος. Ξέρουμε ότι σε ένα γόνατο με μόσχευμα, αυτό που ονομάζουμε νευρομυϊκή προσαρμογή, δηλαδή η αίσθηση του τι γίνεται μέσα στο γήπεδο, θα πρέπει να αρχίσει να αναπληρώνεται εξωαρθρικά, θα πρέπει δηλαδή να λειτουργεί σαν άρθρωση όλο το γόνατο και να αποκατασταθεί, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ο φυσιολογικός χιαστός μέσα. Έχει να κάνει και με το είδος του μοσχεύματος που χρησιμοποιούμε. Δηλαδή, αν χρησιμοποιήσουμε τένοντα επιγονατιδικό, που έχει και οστικό μπλοκ πάνω του - και έχει επανέλθει η τάση να τον χρησιμοποιούμε-, έχουμε δει ότι η περίοδος αυτή της επούλωσης, της ωρίμανσης, μπορεί να πάρει από 6 έως 12 μήνες. Αν χρησιμοποιήσουμε άλλο μόσχευμα, δηλαδή είτε από οπίσθιους μηριαίους που είναι πολύ στη μόδα είτε πτωματικά μοσχεύματα που είναι της μόδας στο εξωτερικό, διαπιστώνουμε ότι αυτή η περίοδος της ωρίμανσης μπορεί να φτάσει από 12 έως 24 μήνες. Το βλέπουμε και απεικονιστικά και με νέες ακριβές μεθόδους, δηλαδή όχι με μια απλή μαγνητική, για να δούμε πώς φαίνεται πια το μόσχευμα».
Είναι, όμως, πολύ σημαντικό να συσχετιστεί η αποκατάσταση και με τον εγκέφαλο. Ο Γιώργος Κακαβάς τονίζει: «Το periodisation έχει μεγάλη σημασία και το σημαντικότερο, έχει να κάνει με το μυαλό. Συνήθως έχουμε τρία σημεία που παίρνουμε ένα μόσχευμα για να τον αντικαταστήσουμε. Τα τελευταία 20 χρόνια έχουν αλλάξει πολλές τεχνικές χιαστού γιατί κάνουν τα χειρουργεία και δεν πάνε καλά. Γι' αυτό δεν μπορούν να βρουν μια χρυσή τομή. Το πρόβλημα τελικά, δεν είναι το χειρουργείο, είναι το πώς θα κάνεις την αποκατάσταση. Το χειρουργείο, το να καθηλώσεις τον χιαστό με μόσχευμα είναι μια ρουτίνα των τελευταίων τριάντα ετών. Στην αποκατάσταση όμως, δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Έχουμε αρχίσει κάποιοι ερευνητές και ασχολούμαστε με αυτό το κομμάτι. Λέμε, λοιπόν, ότι επειδή βάζεις μέσα ένα ζωντανό μόσχευμα, αυτό κάνει αιμάτωση στους 3-4 μήνες. Από τη στιγμή που θα πάρει αιμάτωση, είναι κάτι ζωντανό. Παλιότερα έβαζαν τεχνητά μοσχεύματα που έχουν τη μεγαλύτερη αποτυχία από όλα, γιατί δεν υπάρχουν αισθητήρες ώστε να το διαβάζει ο εγκέφαλος. Ο εγκέφαλος παίρνει κάθε μέρα από το σώμα μας πληροφορίες, από τους μηχανοϋποδοχείς. Άρα, βάζοντας ένα μόσχευμα και κάνοντας αιμάτωση δεν έχει κανείς ιδέα τι συμβαίνει στους 3-4 μήνες και χρησιμοποιούμε functional MRI για να δούμε, καθώς και μια νέα τεχνική που διαβάζει τον εγκέφαλο, η οποία λέγεται fNIRS. Η έρευνα έχει αποδείξει ότι η μαγνητική είναι ένα φτωχό μέσο για αυτή την περίσταση. Για αυτό και τα πρωτόκολλα έχουν αλλάξει και λένε όχι αμέσως μαγνητική, πρώτα θα "στεγνώσει" το γόνατο από το οίδημα και μετά θα γίνει η μαγνητική. Αν βγάλεις μαγνητική με οίδημα είναι σαν να βγάζεις φωτογραφία στην ομίχλη. Η Μπαρτσελόνα χρησιμοποιεί μια τεχνική που λέγεται laximetry, είναι ένα μηχάνημα που ο υπολογιστής διαβάζει τον τζόγο στο γόνατο. Αν έχει μέχρι τρία χιλιοστά, συνήθως υπάρχει μερική ρήξη ή διάταση. Αν είναι πάνω από 5, πλήρη ρήξη. Χρησιμοποιείται και για λόγους πρόληψης, για παράδειγμα πριν από μια μαγνητική». Τη συγκεκριμένη τεχνική χρησιμοποιεί και ο ίδιος ο Έλληνας φυσικοθεραπευτής και τα αποτελέσματα είναι πολύ ενθαρρυντικά.
Ο Γιώργος Κακαβάς συνεχίζει: «Τον τραυματισμό του χιαστού, στην Αμερική υπάρχει ένα trend να τον λένε brain trauma. Ολα αυτά τα χρόνια υπήρχε η τάση να δίνουν μεγάλη έμφαση στο κομμάτι της ενδυνάμωσης του ποδιού. Αλλά αποδείχθηκε ότι αυτό είναι λάθος. Γιατί δεν έχει να κάνει με το πόσο δυνατό είναι ένα πόδι, γι' αυτό συμβαίνει και στο άλλο πόδι. Είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, που παίζουν πολλά ρόλο. Γι αυτό η ενδυνάμωση με κάτι μηχανήματα όπως το ισοκινητικό που απλώς τεντώνεις και λυγίζεις το πόδι δεν αρκεί, γιατί αυτή η κίνηση δεν υπάρχει στη φύση. Στη φύση και στο ποδόσφαιρο οι κινήσεις δεν είναι γραμμικές. Γι' αυτό και δεν συμπαθώ τα εργομετρικά. Γιατί το να τρέχεις σε ένα διάδρομο και να σου μετρούν το νέο max ή να σου λένε ότι το πόδι έχει μια ασυμμετρία... το σώμα είναι γεμάτο ασυμμετρίες δεν πάει να πει ότι θα τραυματιστούν». Ο Άλκης Καλλιακμάνης προσθέτει: Ένα άλλο κομμάτι είναι το πρωτόκολλο αποκατάστασης. Για πολλά χρόνια δινόταν έμφαση μόνο στην ενδυνάμωση, που αφορά τους φυσικοθεραπευτές και τους γυμναστές. Πιστεύαμε ότι το επιταχυνόμενο πρωτόκολλο δεν έχει διαφορά με το αργό. Εδώ και λίγα χρόνια λέμε ότι δεν έχει να κάνει με έναν παράγοντα, δηλαδή την ενδυνάμωση, αλλά είναι πολυπαραγοντικό, θα πρέπει να δίνεται έμφαση σε αυτό που ονομάζουμε λειτουργική αποκατάσταση του γόνατος και του αθλητή. Και όλο και περισσότερο πια δίνουμε, εκτός από τα προηγούμενα που είπαμε, έμφαση στον παράγοντα της ιδιοδεκτικότητας, δηλαδή την αίσθηση του σώματός μας μέσα στο χώρο κα τη νευρομυϊκή προσαρμογή, δηλαδή το πώς ο εγκέφαλος και το σώμα μας θα αρχίσει να αποκαθιστά και να φέρνει στο φυσιολογικό τους αυτές τις λειτουργίες.
Ο Καλλιακμάνης σημειώνει και άλλους παράγοντες που παίζουν ρόλο στην επαναφορά του γονάτου: «Ξέρουμε ότι όταν το πόδι έχει κι άλλες βλάβες, π.χ στον χόνδρο, στους μηνίσκους, στο μυελό, αυτό που λέμε ωστική θλάση, όλα αυτά είναι επιβαρυντικοί παράγοντες στο να επανέλθει γρήγορα ένα γόνατο. Εάν πάμε στο κομμάτι της αποκατάστασης, πάλι με μετρήσεις που κάνουμε είτε με gps είτε με δυναμόμετρα είτε με μηχανήματα παρακολούθησης είτε με μετρήσεις, βλέπουμε πως ό,τι έχει να κάνει με το γόνατο, δηλαδή η μυϊκή δύναμη, η εκρηκτικότητα, ο χρόνος αντίδρασης, η στάση του σώματός μας, η νευρομυϊκή προσαρμογή, η γωνία των αρθρώσεων, του ισχίου, της ποδοκνημικής κτλπ, σε έναν χειρουργημένο ασθενή για χιαστό, βλέπουμε ότι όλα αυτά έχουν αλλάξει και έχουν χειροτερέψει. Όλα έχουν καθυστερημένο χρόνο επανόδου στα φυσιολογικά τους επίπεδα, ο οποίος μπορεί να ξεπεράσει τους 12 μήνες. Επίσης βλέπουμε ότι στη μυϊκή δύναμη όχι μόνο υπάρχει ανισορροπία και στα δύο πόδια, αλλά και για μεγάλο χρονικό διάστημα, που ξεπερνάει αυτό που λέγαμε παλιά τους 4-6 μήνες, είναι πιο κάτω από τις φυσιολογικές τιμές αναφοράς ενός αθλητή».
Οι παράγοντες και οι μετρήσεις
Επέμβαση-αποκατάσταση-πρόληψη. Αυτά είναι τα τρία στάδια ενός καλού αποτελέσματος, σύμφωνα με τον Άλκη Καλλιακμάνη: «Αν θελήσει κανείς να τα διαχωρίσει λίγο, ένα καλό αποτέλεσμα έχει να κάνει αρχικά με μια καλή επέμβαση, μια καλή λειτουργική τεχνική, με την επιλογή του σωστού μοσχεύματος ανά αθλητή, μια εξατομικευμένη χειρουργική επέμβαση. Έπειτα, με ένα καλό πρόγραμμα αποκατάστασης που να λαμβάνει υπόψη όλους τους παράγοντες που αναφέραμε και τρίτον με ένα πρόγραμμα πρόληψης, το οποίο ξεπερνάει και το πρόγραμμα αποκατάστασης. Αυτή τη στιγμή ξέρουμε ότι υπάρχουν περίπου 40 παράγοντες που εμπλέκονται με το να σπάσεις τον χιαστό σου και εν πολλοίς τους διακρίνουμε σε ενδογενείς (ανατομία του γονάτου, του χιαστού, της λεκάνης κτλπ, πράγματα που δεν μπορούμε να αλλάξουμε) και εξωγενείς, οι οποίοι είναι και οι περισσότεροι. Όσο μελετούμε αυτό το κομμάτι, διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν όλο και πιο πολλοί εξωγενείς παράγοντες, όπως για παράδειγμα που προσγειώνεται κάποιος όταν κάνει ένα άλμα, ο τρόπος που τρέχει, η ταχύτητα αντίδρασης σε ερεθίσματα και άλλο, όπως το κλίμα το παπούτσι, ο χλοοτάπητας. Είναι εξωγενείς, άρα υπόκεινται στην τροποποίηση τη δική μας. Εκεί μπορούμε να παρέμβουμε και να διορθώσουμε πράγματα που ενδεχομένως έχει από μικρή ηλικία ο αθλητής, λόγω τεχνικής, προπόνησης κ.ο.κ. Μπορούμε να διορθώσουμε αυτές τις ασκήσεις και το πρόγραμμα πρόληψης. Θα πρέπει όμως να καταλάβει ο αθλητής ότι θα πρέπει να το ακολουθεί για τον υπόλοιπο χρόνο της καριέρας του, αυτό που λένε οι ξένοι compliance. Δεν είναι εύκολο να πείσεις έναν αθλητή, γιατί είναι πολύπλοκα τα προγράμματα. Θα πρέπει να τα κάνεις εύκολα, ώστε να επιτελούν το έργο τους κι ο αθλητής να μπορεί να τα εντάξει στο πρόγραμμά του».
Έπειτα, ενα ζήτημα που απασχολεί την επιστημονική κοινότητα είναι αυτό των τεστ: «Κάτι άλλο που βλέπουμε και δεν γίνεται εύκολα στην Ελλάδα, είναι οι συγκεκριμένες μετρήσεις. Στο εξωτερικό το λένε test battery και είναι ένας μπούσουλας, ας το πούμε, ή μια ομάδα ασκήσεων-μετρήσεων. Λειτουργικές δοκιμασίες, πόσο γρήγορα τρέχει, με πόση ταχύτητα εκτελεί κτλπ, θα πρέπει να τις βγάλει με επιτυχία ώστε να επιστρέψει με ασφάλεια. Όλο και περισσότερα τεστ έρχονται στην επιφάνεια και δεν υπάρχει συμφωνία στην επιστημονική κοινότητα για το ποια πρέπει να συμπεριλαμβάνονται και πόση ακρίβεια πρέπει να έχουν. Παλιά λέγαμε ότι μια διαφορά 20% μπορεί να είναι ok, πλέον ότι θα πρέπει να είναι μέχρι 10% σε σχέση με το φυσιολογικό», προσθέτει ο έμπειρος ορθοπεδικός.
Και φυσικά, ένας παράγοντας τόσο σημαντικός σε κάθε πτυχή του ποδοσφαίρου: Η Ψυχολογία. Ο Καλλιακμάνης συνεχίζει: «Ένας ακόμα τεράστιος παράγοντας που εμείς πολλές φορές αφήνουμε εκτός, είναι ο ψυχολογικός. Πόσο έτοιμος δηλαδή είναι ψυχολογικά ένας αθλητής να επιστρέψει. Στο εξωτερικό υπάρχουν συγκεκριμένα ψυχολογικά τεστ μετά από κάθε χιαστό». Ας θυμηθούμε, σε αυτό το σημείο, όσα είχε πει ο Θανάσης Καραγκούνης στο Gazzetta μετά τον δεύτερο τραυματισμό του: «Όταν έπαθα αυτό, μετά από επτά μήνες που ήμουν από τις 8.00 το πρωί -δεν το συγκρίνω με άλλες δουλειές, αλλά ο καθένας έχει το πρόβλημα του- 200 χιλιόμετρα πήγαινε-έλα και να κάθομαι 7 ώρες εκεί και να δουλεύω για το πόδι μου. Επτά μήνες. Κάθε μέρα. Χωρίς διακοπές και να έχω την τότε κοπέλα μου, τώρα γυναίκα μου, σπίτι απλά να με περιμένει. Στο εξωτερικό, χωρίς να έχω γονείς, χωρίς φίλους, χωρίς τίποτα. Και αφού περνάει αυτό και λες “βγήκε, επιτέλους να παίξω λίγη μπάλα, να είμαι πάλι νορμάλ σε ομάδες να μην προπονούμαι μόνος μου”, συμβαίνει ξανά. Πρέπει να είσαι τρελός για να μην τρελαθείς. Εκεί την άκουσα καλά δηλαδή. Δεν ήθελα να μιλάω σε κανέναν, ούτε στη μάνα μου την ίδια. Δεν ήθελα να ξαναπαίξω ποδόσφαιρο, δηλαδή μαχαίρι τώρα να σταματήσω, δεν θέλω. Κι όχι ότι πονάς, να πεις ότι κάτι έπαθα. Μην τα κάνω και γελοία, είναι ένας τραυματισμός που συμβαίνει στο ποδόσφαιρο ή σε κάποια άλλα αθλήματα κυρίως. Τώρα υπάρχουν πολύ χειρότερα πράγματα γύρω μας από αρρώστιες κτλπ. Αλλά όταν το ζεις εκείνη τη στιγμή, θεωρείς κι εσύ ότι είναι το τέλος του κόσμου αυτό που έχεις πάθει. Πόσω μάλλον όταν μιλάς για την καριέρα σου, για το ψωμί σου, για το πού θα βρίσκεσαι, για την οικογένειά σου και τα λοιπά. Και τότε δεν ήξερα».
Ένα ακόμα σημείο, στο οποίο στέκεται ο πρώην γιατρός της ΑΕΚ, είναι η απουσία οργανωμένου συστήματος καταγραφής, ώστε μέσα από την ανάλυση των δεδομένων να προκύπτουν χρήσιμα συμπεράσματα: «Εδώ ο καθένας κάνει ό,τι τεχνική θέλει, δεν υπάρχει registry, ποιο είναι το ποσοστό των χιαστών, της αποτυχίας, δεν έχουμε υποχρέωση να το δηλώσουμε κάπως όπως οι Σκανδιναβοί ή οι Αμερικανοί που έτσι αντλούν τεράστια στατιστικά στοιχεία».
Ο αντίκτυπος στην απόδοση
Πέραν του πότε θα επιστρέψει ο αθλητής στη δράση, είναι σημαντικό και το πώς θα επιστρέψει, το αν θα καταφέρει να φτάσει στα προ τραυματισμού επίπεδα απόδοσης. Ο Καλλιακμάνης υποστηρίζει: «Εν κατακλείδι, όσο πιο γρήγορα επιστρέψει ένας αθλητής, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητές του για τρία πράγματα: Να υποστεί νέα ρήξη, στο χειρουργημένο ή στο άλλο γόνατο, να υποστεί άλλους τραυματισμούς αν επιστρέψει πρώιμα, βλέπε θλάσεις-τενοντίτιδες και και το τρίτο, που επίσης συχνά δεν λαμβάνεται υπόψιν, είναι να έχει για μεγάλο χρονικό διάστημα μειωμένη απόδοση. Βλέπεις ποδοσφαιριστές που μπαίνουν γρήγορα, αλλά δεν φτάνουν στα επίπεδα απόδοσης που είχαν πριν και είναι επίσης πολύ σημαντικό. Βλέπουμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό, που φτάνει στο 80-90% θα επανέλθει, αλλά στα επίπεδα απόδοσης θα φτάσει ένα 60-70%, για άλλους και πιο λίγο. Εμείς αυτό που θέλουμε, σαν αθλητιατρική είναι το ποσοστό αυτό να αυξηθεί».
Είναι χαρακτηριστική η έρευνα του Henry Ford Health System του Ντριτρόιτ για τις αθλήτριες του WNBA, σύμφωνα με την οποία, για να επιστρέψουν σε "elite" απόδοση από ρήξη χιαστού, χρειάζονται δύο χρόνια. Στο NBA, ο Ντέρικ Ρόουζ εγχειρίστηκε τον Μάιο του 2012 και πήρε το ιατρικό ok τον επόμενο Μάρτιο, ωστόσο η επιστροφή του ήρθε τον Οκτώβριο του 2013, σε ένα φιλικό με τους Ιντιάνα Πέισερς. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, υπέστη ρήξη μηνίσκου στο άλλο πόδι. O Καουάι Λέοναρντ έχασε όλη τη σεζόν 2021-22, με μερική ρήξη χιαστού, όπως και ο Τζαμάλ Μάρει, που τραυματίστηκε στις 21 Απριλίου. O Κλέι Τόμπσον έσπασε τον χιαστό του στο Game 6 των τελικών του ΝΒΑ τη σεζόν 2018-19. Εγειρίστηκε στις 2 Ιουλίου και επέστρεψε στις προπονήσεις των Σεπτέμβριο του 2020, δηλαδή 14 μήνες μετά. Έχασε και την επόμενη σεζόν, λόγω τραυματισμού στον αχίλλειο.
Ας δούμε το παράδειγμα του Ραδαμέλ Φαλκάο, το οποίο χρησιμοποιείται συχνά ως case study. Ο Κολομβιανός, o οποίος έπαθε την πρώτη του σοβαρή ζημιά στο γόνατο τον καιρό που έπαιζε ακόμα στη Ρίβερ Πλέιτ, υπέστη τον Ιανουάριο του 2014 ρήξη χιαστού στο αριστερό πόδι. Τον Φεβρουάριο, μπήκε στην 30άδα του Πέκερμαν για το Μουντιάλ του καλοκαιριού και στα μέσα Μαΐου, ο πατέρας του δήλωσε ότι ο "Tigre" ήταν ήδη 60% έτοιμος. Δηλαδή, μόλις 4 μήνες μετά τον τραυματισμό του! Στις 25 Μαΐου ταξίδεψε στην Αργεντινή για να προπονηθεί με την υπόλοιπη ομάδα της Κολομβίας και τελικά αποφάσισε ο ίδιος να μην πάρει μέρος στο Παγκόσμιο Κύπελλο, προκειμένου να μην στερήσει τη θέση από κάποιον που ήταν απόλυτα έτοιμος. Παρόλα αυτά, πήρε κανονικά μέρος στην προετοιμασία της Μονακό και έπαιξε στα φιλικά. Πράγματι, επέστρεψε πριν το αναμενόμενο, σκορπίζοντας ενθουσιασμό στα Social Media και στους fans του. Ωστόσο, η καριέρα του δεν ήταν ποτέ ξανά η ίδια. Είχε καλές περιόδους, αλλά δεν ήταν ο παλιός Φαλκάο, ενώ χτυπήθηκε στη συνέχεια από αρκετούς τραυματισμούς, κυρίως μυϊκούς. Δεδομένα, δεν κατάφερε να γίνει ξανά ο επιθετικός που σκόρπιζε τον τρόμο στην Ευρώπη με τη φανέλα της Πόρτο και της Ατλέτικο.
Αντί επιλόγου, λοιπόν, ας συνοψίσουμε: Η ρήξη χιαστού δεν είναι ένας απλώς τραυματισμός. Δεν αρκεί το χειρουργείο να είναι σωστό και μετά να γίνει ενδυνάμωση στο πόδι. Όπως τόνισαν και οι δύο επιστήμονες, είναι ένα ζήτημα πολυπαραγοντικό, με τη διαδικασία της αποκατάστασης να είναι εκείνη που διαδραματίζει τελικά τον μεγαλύτερο ρόλο και τις προτάσεις για την επικυμήκηνση του χρόνου της, να έρχονται σε σύγκρουση με όλους όσοι θέλουν τον αθλητή πίσω στο γήπεδο όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Το θέμα είναι να επιστρέψει και να είναι έτοιμος απ' όλες τις απόψεις, προκειμένου να αποφύγει τον επανατραυματισμό, έχοντας δουλέψει με το σώμα, το μυαλό και την ψυχολογία του, για να καταφέρει σταδιακά όχι μόνο να μην τραυματιστεί ξανά, αλλά και για να φτάσει στο αναμενόμενο στάδιο απόδοσης. Μπορεί να συμβεί αυτό στις συνθήκες του σύγχρονου ποδοσφαίρου, όπου συχνά άλλα πράγματα μετρούν περισσότερο από τις πιθανότητες για επανατραυματισμό του αθλητή; Αυτό είναι κάτι που πρέπει να απαντήσουν όσοι παίρνουν τις αποφάσεις...