Η μάχη κατά του καρκίνου στην Ελλάδα: Καθυστερήσεις και θεραπείες

Η μάχη κατά του καρκίνου στην Ελλάδα: Καθυστερήσεις και θεραπείες

Βασίλης Τσίγκας

Στην τελευταία επιστολή του, ο Ολυμπιονίκης Αλέξανδρος Νικολαΐδης, ο οποίος χάθηκε παλεύοντας μια εξαιρετικά σπάνια μορφή καρκίνου, αναφέρθηκε στις καθυστερήσεις που παρατηρούνται κατά τη διάρκεια της θεραπείας των ασθενών, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να επιστήσει την προσοχή σε αυτό το πολύ κρίσιμο κομμάτι της μάχης κατά του καρκίνου. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ας γίνω η αφορμή για να ενισχυθεί ουσιαστικά το εθνικό μας σύστημα υγείας που τόσο υποτιμήθηκε τα τελευταία χρόνια, όχι να περιμένουν ουρές για μια αξονική, για μια χημειοθεραπεία ή ένα χειρουργείο και να χάνεται πολύτιμος χρόνος».

Ο χρόνος είναι ταυτόχρονα ο πολυτιμότερος σύμμαχος και ο πιο άκαρδος εχθρός των ασθενών που παλεύουν τον καρκίνο. Όσο πιο γρήγορα διαγνωσθεί ο καρκίνος κι επισπευσθούν οι διαδικασίες αποθεραπείας, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει κάποιος να τα καταφέρει. Στην Ελλάδα, όμως, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, αυτά της πανδημίας, παρατηρείται το φαινόμενο μιας ανησυχητικής κωλυσιεργίας, που μπορεί να αποβεί μοιραία για έναν μεγάλο αριθμό ασθενών.

Στο πλαίσιο της καμπάνιας του Gazzetta στην μνήμη του Αλέξανδρου, επικοινωνήσαμε με την Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου, ούτως ώστε να αποτυπώσουμε με αριθμούς την κατάσταση στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και να δούμε τι ευθύνεται για τις περισσότερες καθυστερήσεις.

image

Ο καρκίνος στην Ελλάδα

Για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, ο καρκίνος είναι η δεύτερη κύρια αιτία θνησιμότητας (και) στην Ελλάδα, μετά τα καρδιαγγειακά νοσήματα, με 65 χιλιάδες νέες διαγνώσεις ετησίως και πάνω από 33.000 θανάτους. Η πρόβλεψη είναι ότι έως το 2040 οι νέες διαγνώσεις καρκίνου σε ετήσια βάση θα έχουν φτάσει τις 77.000 και ο αριθμός των θανάτων θα προσεγγίσει τις 42.000.

Το πλήθος των εγκαταστάσεων (νοσοκομείων) που νοσηλεύουν ογκολογικούς ασθενείς και λογίζονται ως πάροχοι από τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και αποζημιώνονται αντίστοιχα, ανέρχονται σε 239 εγκαταστάσεις, εκ των οποίων οι 134 είναι δημόσιες. Όσον αφορά στη χωροθέτηση των νοσοκομείων που περιθάλπουν ογκολογικούς ασθενείς, αυτές είναι συγκεντρωμένες στα μεγάλα αστικά κέντρα των Νομών Αττικής, Θεσσαλονίκης, Λάρισας, Αχαΐας και Ηρακλείου και με διοικητική προσέγγιση κυρίως στις 1η, 4η και 6η ΥΠΕ.

Οι τέσσερις άξονες στους οποίους βασίζεται η ογκολογική περίθαλψη είναι η χειρουργική αφαίρεση του όγκου, η ακτινοθεραπεία / ακτινοχειρουργική, η συστημική θεραπεία και η ιατρική και φαρμακευτική τεχνολογία. Ένας ακόμη πολύ βασικός άξονας έχει να κάνει με την πρόληψη και την όσο το δυνατόν πιο γρήγορη διάγνωση. Κι από εδώ είναι που παρατηρούνται οι πρώτες βασικές καθυστερήσεις, που επιδεινώθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Είναι χαρακτηριστικό πως στην «Επιστημονική Μελέτη για τη Διερεύνηση Αιτιών Καθυστέρησης Διάγνωσης και Έναρξης Θεραπείας Ασθενών με Καρκίνο» που διεξήγαγε το Εργαστήριο Οικονομικών & Διοίκησης της Υγείας του Πανεπιστημίου Πειραιώς τον Σεπτέμβριο του 2021, αναφέρεται πως «τον τελευταίο καιρό, έχουμε μορφές καρκίνου σε προχωρημένα στάδια, όπως είναι στο παχύ έντερο, στο στομάχι ή το πάγκρεας, φαινόμενο που δεν το είχαμε τα προηγούμενα χρόνια, γιατί έχουν εγκαταλειφθεί-αναβληθεί οι εξετάσεις που κάνουν για προσυπτωματικό έλεγχο. Έχουμε φτάσει να αντιμετωπίζουμε προχωρημένες μορφές καρκίνου τις οποίες είχαμε «ξεχάσει» στην χώρα μας την τελευταία 10ετία - 15ετία. Πρέπει να επανέλθουμε στις μαστογραφίες, στα τεστ παπ, στις κολονοσκοπήσεις κ.λ.π».

image

Οι καθυστερήσεις σε διάγνωση και θεραπεία

Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, «Τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ογκολογικοί ασθενείς και πριν την εμφάνιση της πανδημίας, συνέχισαν να υπάρχουν ή και επιδεινώθηκαν κατά τη πρώτη φάση της. Ειδικότερα, οι εμπειρίες των ασθενών είχαν να κάνουν με τη δυσκολία πρόσβασης στις δομές υγείας, την αναβολή προγραμματισμένων ραντεβού, εξετάσεων και θεραπειών, καθώς και με την αλλαγή του πλάνου θεραπείας τους».

Συγκεκριμένα, ένα μεγάλο ποσοστό που άγγιζε και το 90% των επεμβατικών διαγνωστικών εξετάσεων, όπως και οι ενδοσκοπήσεις (κολονοσκόπηση), οι βιοψίες κ.ά. ματαιώθηκαν και ορίστηκαν για άλλες ημερομηνίες που ξεπερνούσαν το διάστημα έξι μηνών.

Ταυτόχρονα, υπήρξαν πολύ μεγάλες καθυστερήσεις στις διαγνωστικές απεικονίσεις, στις εργαστηριακές διαγνωστικές εξετάσεις -ιδιαίτερα τις μοριακές-, λόγω του αυξημένου φόρτου εργασίας των εργαστηρίων, της έλλειψης προσωπικού, καθώς και της πρωτοφανούς έλλειψης αναλώσιμων, αλλά και της αδυναμίας έγκαιρης πρόσβασης των ασθενών στις δημόσιες δομές υγείας. Από την άλλη μεριά, οι περισσότεροι τύποι αντικαρκινικής θεραπείας όπως είναι η ακτινοθεραπεία, η χημειοθεραπεία, η ορμονοθεραπεία, οι χειρουργικές επεμβάσεις διακόπηκαν ή τροποποιήθηκαν ανάλογα με τις ανάγκες. Επιπρόσθετα, μεγάλες καθυστερήσεις και αναβολές προγραμματισμένων ραντεβού αναφέρθηκαν και σε μετεγχειρητικό επίπεδο και γενικότερα μετά το πέρας οποιασδήποτε θεραπείας, γιατί οι επισκέψεις παρακολούθησης, είτε ματαιώνονταν, είτε γινόντουσαν μόνο μέσω τηλεδιάσκεψης ή διαδικτυακά.

Είναι χαρακτηριστικό πως κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, το 90% των χειρουργείων και το 49% των ακτινοθεραπειών αναβλήθηκαν ή έγιναν με μειωμένη συχνότητα, το 67% των προγραμματισμένων ραντεβού είτε ακυρώθηκαν είτε αναβλήθηκαν είτε δεν έγιναν και οι προ-συμπτωματικοί έλεγχοι, αν αναβλήθηκαν, είχαν 2,4 μήνες αναμονής, ενώ το 10% των ασθενών περίμεναν 4+ μήνες.

Σε αυτό πρέπει να συνυπολογίσουμε πως στη χώρα μας η γεωγραφική κατανομή των τμημάτων ακτινοθεραπείας των δημοσίων νοσοκομείων δεν είναι η άριστη για την εξυπηρέτηση των ασθενών, με αποτέλεσμα να αναγκάζονται χιλιάδες ασθενών να μετακινούνται περισσότερο από πενήντα χιλιόμετρα για τη θεραπεία τους.

Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με την «Επιστημονική Μελέτη για τη Διερεύνηση Αιτιών Καθυστέρησης Έναρξης Ακτινοθεραπείας Ασθενών με Καρκίνο», που έκανε το Εργαστήριο Οικονομικών και Διοίκησης της Υγείας του Πανεπιστημίου Πειραιώς, αρκετοί νομοί και τέσσερις περιφέρειες της χώρας δεν διαθέτουν καμία εγκατάσταση ακτινοθεραπείας. Αυτό δημιουργεί τεράστια προβλήματα στη πρόσβαση στις υπηρεσίες και σημαντική επιβάρυνση στους ασθενείς, τόσο σε χρόνο όσο και σε χρήματα.

Ως αποτέλεσμα αυτών και σύμφωνα με την «Επιστημονική Μελέτη για τη Διερεύνηση Αιτιών Καθυστέρησης Διάγνωσης και Έναρξης Θεραπείας Ασθενών με Καρκίνο», έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τα ποσοστά των δηλώσεων των ίδιων των ασθενών, σχετικά με το πού εντοπίζουν τις μεγαλύτερες ανεπάρκειες κατά τη διάρκεια της αντιμετώπισης του καρκίνου: Το 21% αφορά την αρχική διάγνωση, το 15% την αντιμετώπιση των ψυχοκοινωνικών επιπτώσεων, το 15% την αντιμετώπιση οικονομικών επιπτώσεων, το 11% την αντιμετώπιση ανεπιθύμητων ενεργειών, το 5% την πρόσβαση σε οργανώσεις υποστήριξης ασθενών, το 5% την συμμετοχή σε κλινικές μελέτες και το 5% την χορήγηση της σωστής θεραπείας.

Σε ό,τι έχει να κάνει με το 21% που αφορά την αρχική διάγνωση, σύμφωνα με την έρευνα ALL.CAN που πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά την περίοδο Δεκέμβριος - Φεβρουάριος 2019 και συγκέντρωσε 640 απαντήσεις ασθενών, στο 34% των περιπτώσεων η διάγνωση έγινε πάνω από ένα μήνα μετά την αρχική επίσκεψη στο γιατρό και οι λόγοι ήταν κυρίως τρεις: η μη έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση ή/και σωστές εξετάσεις και αποτελέσματα, η αργή/δύσκολη διάγνωση και η καθυστέρηση λόγω αναμονής διεξαγωγής εξετάσεων και αναμονής αποτελεσμάτων στα δημόσια νοσοκομεία.

Όσον αφορά το 15% που ανέφερε παραπάνω ότι εντόπισε τις οικονομικές επιπτώσεις ως την μεγαλύτερη ανεπάρκεια κατά τη διάρκεια της αντιμετώπισης του καρκίνου, σύμφωνα πάλι με την έρευνα ALL.CAN, το 74% των ασθενών ανέφεραν ότι είχαν οικονομική επιβάρυνση για τη φροντίδα και την θεραπεία και το 84% ανέφεραν άλλες οικονομικές επιπτώσεις, μεταξύ των οποίων ένα 26% που δήλωσε απώλεια εργασίας, λόγω της διάγνωσής τους. Συνολικά, το 89% των ασθενών που ερωτήθηκαν, ανέφεραν κάποιου είδους οικονομική επίπτωση για τη φροντίδα και την αντιμετώπιση του καρκίνου.

Η οικονομική διάσταση είναι πολύ σημαντική, καθώς σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις που διογκώθηκαν την εποχή της πανδημίας, οι ασθενείς που αδυνατούσαν να απευθυνθούν σε ιδιωτικές κλινικές, ουσιαστικά είχαν αφεθεί στο έλεος των καιρών, αφού έχαναν πολύτιμους μήνες, κατά τους οποίους είτε δεν μπορούσαν να κάνουν τις απαραίτητες εξετάσεις είτε αδυνατούσαν να κάνουν τις θεραπείες τους.

image

«Αν δεν φροντίσουμε εμείς την υγεία μας…»

Δυστυχώς ο καρκίνος αποτελεί κομμάτι της ζωής μας και όπως είδαμε και παραπάνω, ο αριθμός των ασθενών δεν πρόκειται να μειωθεί, όσο περνούν τα χρόνια. Γι’ αυτό το λόγο είναι απαραίτητο να βρισκόμαστε όλοι σε επαγρύπνιση, σε ό,τι έχει να κάνει με την υγεία μας, είτε προληπτικά είτε μόλις αντιληφθούμε το παραμικρό σύμπτωμα. Αυτό ήταν και το βασικό μήνυμα της προέδρου της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου, Κας Καίτης Αποστολίδου, στο Gazzetta.

«Μία συμβουλή που θα ήθελα να δώσω στον κόσμο, θα είναι να παρακολουθεί εκτενώς την υγεία του, γιατί αν δεν τη φροντίσει ο ίδιος, τότε δυστυχώς είναι δύσκολα τα πράγματα. Δεν πρέπει να το σκέφτεται τελευταία στιγμή. Ο καρκίνος είναι μια δύσκολη ασθένεια και δεν μπορείς να γνωρίζεις, αν θα βρεις στην Ελλάδα τη βοήθεια που θα χρειαστείς την ώρα που θα τη χρειαστείς. Ειδικά αν βρίσκεται κάποιος στην περιφέρεια, θα πρέπει να μετακινηθεί σε ένα μεγάλο αστικό κέντρο για να βρει νοσοκομείο με τις ειδικότητες που χρειάζεται».

Όπως είδαμε και στις έρευνες παραπάνω, είναι λίγα τα νοσοκομεία που πληρούν τις προδιαγραφές για να εξυπηρετήσουν ασθενείς με καρκίνο και βρίσκονται όλα σε μεγάλες πόλεις, όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Λάρισα, η Πάτρα και το Ηράκλειο.

«Στα νοσοκομεία της περιφέρειας υπάρχουν λίγοι γιατροί κι ακόμη και νομαρχιακά νοσοκομεία, δεν είναι σίγουρο ότι θα έχουν ογκολόγους. Νοσοκομεία όπως αυτά του Μεσολογγίου και της Άρτας ή τα νοσοκομεία στα νησιά, δεν μπορούν να καλύψουν όλες τις ανάγκες, οπότε θα πρέπει οι ασθενείς να μετακινηθούν στις μεγάλες πόλεις, κάτι που είναι χρονοβόρο και κοστοβόρο».

Οι ελλείψεις που υπάρχουν στα νοσοκομεία, από το ανθρώπινο προσωπικό, μέχρι τις υλικοτεχνικές υποδομές, είναι ένα πρόβλημα που ταλανίζει την ελληνική κοινωνία δεκαετίες τώρα.

«Είναι καθαρά θέμα πολιτικής βούλησης. Είναι οικονομικοί οι λόγοι, δεν υπάρχει κάποια άλλη δικαιολογία. Προφανώς υπάρχουν άλλες προτεραιότητες», μας είπε η κυρία Αποστολίδου, που ανέφερε ως παράδειγμα και την έλλειψη παθολογοανατόμων γιατρών, που αποτελεί έναν από τους λόγους για τους οποίους παρατηρείται τόσο μεγάλη καθυστέρηση στην έγκαιρη διάγνωση των καρκίνων.

«Δεν υπάρχουν αρκετοί παθολογοανατόμοι. Δεν δίνονται αρκετά κίνητρα σε νέους πτυχιούχους, για να ασχοληθούν με αυτόν τον τομέα. Είναι πιο συμφέρον -κυρίως οικονομικά- να γίνουν οδοντογιατροί ή χειρουργοί. Σε αυτή την ειδικότητα δεν υπάρχει η οικονομική εξέλιξη για να τους δελεάσει».

Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα κωλυσιεργίας του κράτους, που αποτυπώνει περίτρανα την έλλειψη βούλησης από την πλευρά του για να καταπολεμήσουμε τον καρκίνο σε εθνικό επίπεδο, είναι η έλλειψη ενός Εθνικού Μητρώου Νεοπλασιών. Η Ελλάδα είναι μία από τις πέντε τελευταίες χώρες στην Ευρώπη που δεν έχουν ακόμα κανένα μητρώο καρκίνου, εθνικής ή τοπικής εμβέλειας, με αποτέλεσμα να μην διαθέτουμε τα πολύτιμα επιδημιολογικά στοιχεία, που είναι απαραίτητα για την υποστήριξη της κρίσιμης επιστημονικής έρευνας για την ανάπτυξη νέων θεραπειών.

Η πολύ απλή μα συνάμα ενδεικτική απάντηση της Κας Αποστολίδου στο ερώτημα, αν έχουμε Εθνικό Μητρώο Νεοπλασιών ήταν «Όχι, βέβαια». Και γιατί; «Οι πολιτικοί δεν θέλουν να το κάνουν, δεν υπάρχει βούληση. Είναι ένα αίτημα που έχουμε… από πάντα. Δεν υπάρχει κάποια δικαιολογία, δεν υπάρχει η βούληση, είναι απλό».

Σε μια χώρα δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων, δεν ξέρουμε ακόμα με επίσημους αριθμούς, πόσοι ή τι τύπο καρκίνου έχουν. Αν είναι να ξεκινήσουμε από κάπου μια προσπάθεια για να καταπολεμήσουμε αυτή την ασθένεια, καλό θα είναι να την γνωρίσουμε λίγο παραπάνω.