Όταν ο Ιλούνγκα έδωσε την κλωτσιά της λύτρωσης!
Είναι μια από τις πιο αξέχαστες στιγμές στην ιστορία του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Με την επισήμανση «μια παράξενη στιγμή αφρικανικής άγνοιας» από τον Βρετανό σχολιαστή Τζον Μότσον. Το όνομα του Μουεπού Ιλούνγκα έμεινε για πάντα χαραγμένο στα βιβλία της ιστορίας, για όλους τους λάθος λόγους.
Οι σταρ της Βραζιλίας, Ριβελίνο και Ζαϊρζίνιο ήταν πάνω από τη μπάλα έτοιμοι για το φάουλ, όταν ξαφνικά ο αμυντικός του Ζαΐρ ξέσπασε, έφυγε από το τείχος και σούταρε τη μπάλα όσο πιο μακριά μπορούσε. Ο Ιλούνγκα δέχθηκε κίτρινη κάρτα, όμως η κίνησή του, ήταν μια ενέργεια ανακούφισης, λύτρωσης. Τι κρύβεται πίσω από αυτό; Γιατί η συγκεκριμένη φάση αποτυπώθηκε για πάντα στις μνήμες μας;
Πολλοί, όπως ο σχολιαστής, Τζον Μότσον που παρακολουθούσε, απέρριψαν το παρασκήνιο, μιλώντας για απλή άγνοια από το έθνος που δεν ήταν γνωστό για την ποδοσφαιρική του εμπειρία. Ωστόσο, το να ισχυρίζεται κανείς ότι ο Ζαΐρ δεν γνώριζε τους κανόνες του ποδοσφαίρου είναι τεράστια ασέβεια προς μια αξιοπρεπέστατη ομάδα που εξουδετέρωσε κάθε άλλο αφρικανικό έθνος για να προκριθεί στα τελικά του Μουντιάλ, ενώ κέρδισε το Αφρικανικό Κύπελλο Εθνών την ίδια χρονιά.
Ο δικτάτορας και τα Volkswagen
Στην πραγματικότητα, η αλήθεια για αυτή την πράξη βρίσκεται στη σκοτεινή πλευρά της ιστορίας του ποδοσφαίρου. Το Ζαΐρ βρισκόταν υπό την κυριαρχία του άγριου δικτάτορα Μομπούτου Σέσε Σέκο, άνθρωπος που έκανε μεγάλες αλλαγές στη χώρα. Είχε αλλάξει το όνομα από Κονγκό σε Ζαΐρ το 1971 έπειτα τη βίαιη κατάληψη της εξουσίας με πραξικόπημα το 1965. Από το σημείο εκείνο κι έπειτα διέταξε τους ντόπιους να χρησιμοποιήσουν τα αφρικανικά τους ονόματα και απαγόρευσε όλα τα ρούχα από τον δυτικό κόσμο.
Επένδυσε πολλά στο ποδόσφαιρο στην πατρίδα του και επιθετικά προχώρησε στην οικοδόμηση μιας κυρίαρχης ομάδας. Θυμήθηκε αρκετούς παίκτες που είχαν μετακομίσει στο εξωτερικό -συχνά παρά τη θέλησή τους- και άρχισε να σχεδιάζει την πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Γερμανίας. Ο Μαμπούτου επιθυμούσε να φτιάξει μία δυνατή Εθνική και εξέδωσε διάταγμα, όπου τόνιζε: «Όλοι οι Ζαϊρινοί καλοί παίκτες που έπαιζαν στο Βέλγιο ή αλλού να γυρίσουν πίσω για να βοηθήσουν την ομάδα». Οι περισσότεροι επέστρεψαν με χαρά. Ο Μαμπούτου τους τόνισε πως θα τους καλύψει τα συμβόλαια και θα τους βρει καλή δουλειά.
Η πρόκριση στα τελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου ήταν πιο δύσκολο έργο από ό,τι ακούγεται, καθώς εκείνη την εποχή, μόνο ένα αφρικανικό έθνος εκπροσωπούσε την ήπειρο στο Μουντιάλ.
Με την πιο ταλαντούχα ομάδα, συμπεριλαμβανομένων των Ρίκι Μαβούμπα, Καζάντι Μουάμπα και του πρώτου σκόρερ στο πρωτάθλημα Εθνών Αφρικής (1974), Μουλάμπα Εντιαγέ, το Ζαΐρ έκανε τη διαφορά και στους τελικούς πρόκρισης με Μαρόκο και Ζάμπια έκανε τη διαφορά, τους πέταξε εκτός και βρέθηκε στα γήπεδα της Γερμανίας.
Ο Δικτάτορας, Μαμπούτου ήταν ενθουσιασμένος με την πρόκριση και υποσχέθηκε χρήματα, πολλά χρήματα στους παίκτες. Ο καθένας τους ανταμείφθηκε με ένα σπίτι κι ένα καινούργιο αυτοκίνητο Volkswagen, ενώ έφτασε στο σημείο να τους προσκαλέσει στην πολυτελή έπαυλή του - κάτι που ήταν απίστευτα σπάνιο κατά τη διάρκεια της βασιλείας του. Τα πράγματα έδειχναν καλά εν όψει του τουρνουά, το υλικό ήταν εξαιρετικό, όμως τεράστια ήταν και η πίεση για μια μεγάλη πορεία.
Χωρίς χρήματα, αλλά με πίεση και… μάγους!
Ο Μαμπούτου δεν ταξίδεψε στο Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά φρόντισε να υπάρξει τότε έντονη παρουσία αξιωματούχων στη Δυτική Γερμανία, ώστε να ελέγχει τα πάντα. Υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, μέλη του στρατού, ακόμη και μάγοι στάλθηκαν για να δώσουν στην ομάδα τις καλύτερες πιθανότητες επιτυχίας. Ωστόσο, τα πράγματα δεν πήγαν όπως είχαν προγραμματιστεί.
Έπαιξαν θαυμάσια κατά τη διάρκεια του πρώτου αγώνα τους απέναντι σε μια ομάδα με αυτοπεποίθηση της Σκωτίας με τους Ντένις Λο, Μπίλι Μπρέμνερ και Κένι Νταλγκλίς, αλλά έχασαν με 2-0. Αυτό ήταν το αποκορύφωμα ενός τουρνουά που θα μετατρεπόταν σε καταστροφή για την ομάδα που εκπροσωπούσε ολόκληρη την Αφρική.
Στη διάρκεια του τουρνουά ξέσπασε διαμάχη για τις πληρωμές των παικτών, με πολλούς ποδοσφαιριστές να πιστεύουν ότι οι αξιωματούχοι της χώρας τους είχαν πάρει τα χρήματα. Ξέσπασε χάος μεταξύ της ομάδας, οι παίκτες απείλησαν να μην κατέβουν στα ματς και η Ομοσπονδία αδυνατούσε να βρει λύση. Η FIFA υπό το φόβο του διασυρμού αποφάσισε να καταβάλλει στον καθένα 3000 γερμανικά μάρκα και τους έπεισε να παίξουν, αποφεύγοντας έτσι να χαλάσει τη φήμη και το κύρος του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Η ομάδα της Γιουγκοσλαβίας εκείνη την εποχή δεν θεωρούνταν καλύτερη από τους Σκωτσέζους, από τους οποίους το Ζαΐρ είχε χάσει με 2-0 στο πρώτο τους παιχνίδι. Ωστόσο, οι «Leopards» έδειχναν εκτός αγώνα, δεν μπορούσαν να κυκλοφορήσου τη μπάλα, η άμυνα ήταν έρμαιο των διαθέσεων των αντιπάλων και στο 20λεπτο το σκορ ήταν ήδη 3-0. Η λύση για την αλλαγή εικόνας; Επειτα από πίεση ενός αξιωματούχου, τη θέση του γκολκίπερ, Μουάμπα, πήρε ο Ντιμπί, ίσως ο πιο κοντός ποδοσφαιριστής της διοργάνωσης. Ο Μουλάμπα αποβλήθηκε στο 3-0 και η κατηφόρα δεν είχε σταματημό. Το Ζαΐρ διασύρθηκε με 9-0, ήττα ρεκόρ στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Αυτό σήμαινε εθνική ταπείνωση για το Ζαΐρ και ο δικτάτορας ήταν έξαλλος. Ήταν τέτοιος ο θυμός του που διέταξε αρκετούς προσωπικούς του σωματοφύλακες να πάνε στη Γερμανία και να απειλήσουν παίκτες και προπονητή. Έκαναν ακριβώς αυτό, λέγοντας στην ομάδα ότι εάν έχανε με περισσότερα από τρία γκολ από τη Βραζιλία, δεν θα τους επέτρεπαν να επιστρέψουν στη χώρα. Οι απειλές ήταν πολλές, φήμες μιλούσαν για επικείμενα βασανιστήρια και απώλεια περιουσιών.
Ετσι φτάσαμε στην κλωτσιά λύτρωσης…
Φτάνουμε λοιπόν στο δεύτερο ημίχρονο του τελευταίου αγώνα των ομίλων. Το Ζαΐρ είναι πίσω στο σκορ με 2-0 και οι παίκτες αρχίζουν να πανικοβάλλονται, φοβούμενοι για τη ζωή τους. Με τη Βραζιλία να κερδίζει το περιβόητο φάουλ, συνέβη η πιο… παράξενη στιγμή. Ο Ιλούνγκα θόλωσε, φοβήθηκε και κλώτσησε τη μπάλα όσο πιο μακριά μπορούσε σε μια προσπάθεια να κυλήσει ο χρόνος και, αν το καλοσκεφτείτε, λειτούργησε.
Το Ζαΐρ έχασε το παιχνίδι με 3-0, αλλά του επετράπη να επιστρέψει στο σπίτι του, έστω και… ντροπιασμένο. Το 2002 στο ΒΒC ο Ιλούνγκα είχε πει σε συνέντευξή του πως έδιωξε την μπάλα επειδή ο Μαμπούτου είχε απειλήσει εκείνον και την ομάδα ότι εάν έχαναν με σκορ πάνω από 3-0 από τη Βραζιλία θα υπήρχαν επιπτώσεις. Και ξέρετε πως οι δικτάτορες τιμωρούν…
Το έκανε δηλαδή από φόβο. Αυτή ήταν και η πιο πειστική εξήγηση. Άλλωστε ο Μαμπούτου ήταν ένας σκληρός δικτάτορας με φυλακίσεις, βασανισμούς και θανάτους αντιπάλων του και τόσα άλλα. Οι συμπαίκτες του Ιλούνγκα δεν θυμούνται κάτι τέτοιο, ίσως και να μη θέλουν, ίσως μεταφέρθηκε μόνο σε αυτόν!
Μόλις γύρισαν πάντως στην χώρα τους είχαν καλέσει στο προεδρικό μέγαρο. Ένας εκ των παικτών κρύφτηκε και δεν πήγε. Οι άλλοι το τόλμησαν. Ο Μαμπούτου αποκάλεσε ορισμένους από τους παίκτες μισθοφόρους. Τους ξεκαθάρισε πως κανένας δεν θα φύγει από εκεί. Από τους 22 παίκτες πάντως δυο μπόρεσαν να πάνε στην Γαλλία, ένας στις Βρυξέλλες. Το χτύπημα του Ιλούνγκα στο φάουλ της Σελεσάο αποδείχθηκε να είναι πολλά παραπάνω από την αφρικανική αφέλεια, όπως τόνισε ο Άγγλος που σχολίαζε το ματς.
Ποιο ήταν το μέλλον αρκετών; Ασχημο, αφού αρκετοί από αυτούς πέθαναν στη φτώχεια, ο Μουλάμπα Εντιαγέ αναγκάστηκε να ζητιανεύει στη Νότια Αφρική και ο Εκόφα Μπούνγκου εργαζόταν ως οδηγός ταξί το 2010, χρησιμοποιώντας το ίδιο Volkswagen που του είχαν δώσει το 1974.
Ο Ιλούνγκα, ο τραγικός ήρωας αυτού του κομματιού, πέθανε δυστυχώς το 2015 σε ηλικία 66 ετών, αλλά έμεινε στο ποδόσφαιρο για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Συμμετείχε στο στήσιμο της εθνικής ομάδας και μάλιστα ήταν κόουτς για ένα χρονικό διάστημα. Από τότε πάντως το Ζαϊρ παρέμεινε ένας 'φάρος' δύναμης, αγωνιστικότητας.