Χουάν Χόμπεργκ: Σκόραρε, πανηγύρισε, πέθανε, επέστρεψε
Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του στα ποδοσφαιρικά γήπεδα ως τερματοφύλακας της ομάδας της πόλης του, της Κλουμπ Ατλέτικο Σεντράλ Κόρδοβα. Ελλείψει επιθετικών σε έναν αγώνα, όμως, ο προπονητής ζήτησε από τον Χουάν Εντουάρντο Χόμπεργκ να παίξει μπροστά. Το έκανε, πέτυχε δύο γκολ και ποτέ ξανά δεν άφησε την θέση του φορ.
Με τρομερή φυσική δύναμη και ένστικτο μπροστά από το αντίπαλο τέρμα, έγινε ένας από τους κορυφαίους επιθετικούς της Νοτίου Αμερικής την δεκαετία του ‘50. Σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που, όταν μετακόμισε από τη Ροσάριο Σεντράλ στη Πενιαρόλ, οι Ουρουγουανοί τον ερωτεύτηκαν, θέλησαν και πέτυχαν να τον κάνουν και αυτόν Ουρουγουανό.
Ο Χόμπεργκ, με φοβερές επιδόσεις στη Πενιαρόλ, ενσωματώθηκε στην κορυφαία ομάδα του κόσμου εκείνη την εποχή, την Σελέστε που το 1950 είχε πετύχει το θρυλικό «Maracanazo», υποχρεώνοντας την Βραζιλία στην πιο πικρή ήττα της στην ιστορία των Μουντιάλ, μέσα στο ίδιο της το σπίτι.
Η Ουρουγουάη έφτασε στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Ελβετίας ως το μεγάλο φαβορί για να κάνει το ριπίτ, διατηρώντας παίκτες όπως ο τερματοφύλακας Ρόκε Μάσπολι ή ο επιθετικός Χουάν Αλμπέρτο Σκιαφίνο ως συνδετικούς κρίκους με την παγκόσμια πρωταθλήτρια μια τετραετία νωρίτερα.
Χωρίς να χρειαστεί τη συμβολή του Χόμπεργκ, η Σελέστε «καθάρισε» στην πρώτη φάση Τσεχοσλοβακία (2-0) και Σκωτία (7-0), αποκλείοντας στα προημιτελικά την Αγγλία (4-2), της οποίας δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα (της επιτυχίας).
Στα ημιτελικά, η ομάδα του Χουάν Λόπες αντάμωσε με την πιο ελκυστική και συναρπαστική ευρωπαϊκή ομάδα εκείνης της εποχής: Την Ουγγαρία του Φέρεντς Πούσκας, του Νάντορ Χιντεγκούτι και του Σάντος Κότσις, μεταξύ πολλών άλλων μπαλαδόρων.
Στις 30 Ιουνίου του 1954, στο Ολυμπιακό Στάδιο της Λωζάνης, οι Μαγυάροι κυριάρχησαν για 75 λεπτά και ήταν αγκαλιά με την πρόκριση στον μεγάλο τελικό, χάρη σε γκολ των Τσίμπορ (13’) και Χιντεγκούτι (46’). Και αυτό, παρ’ ότι δεν είχαν στην διάθεσή τους τον τραυματία Πούσκας.
Νεκρός για 15 δευτερόλεπτα
Η Ουρουγουάη, μαχητική εκ φύσεως και αήττητη μέχρι τότε σε επίπεδο Μουντιάλ, δεν επρόκειτο να παραδοθεί άνευ αντίστασης. Ύστερα από δύο ασίστ του Σκιαφίνο, ο Χόμπεργκ σημείωσε ισάριθμα γκολ (75’, 86’). Μετά το δεύτερό του γκολ, επικράτησε πανδαιμόνιο που λίγο έλειψε να του στοιχίσει την ίδια του την ζωή.
Οι συμπαίκτες του έπεσαν πάνω του για να πανηγυρίσουν το γκολ της ισοφάρισης με έναν υπέρμετρο ενθουσιασμό. Όταν αποχώρησαν, πάγωσαν. Ο Χόμπεργκ δεν αντιδρούσε, δεν σηκωνόταν, έμοιαζε να έχει λιποθυμήσει. Η κατάσταση, όμως, ήταν πολύ, πολύ χειρότερη. Ο Χουάν ήταν νεκρός.
Οι μασέρ της εθνικής ομάδας, Χουάν Κίρχμπεργκ και Κάρλος Αμπάτε, έσπευσαν επάνω του και άρχισαν να του κάνουν μαλάξεις στην καρδιά, ενώ του έδωσαν κοραμίνη, ένα καρδιοτονωτικό και διεγερτικό της αναπνοής. Η γρήγορη επέμβασή τους αποδείχθηκε σωτήρια αφού, μετά από 15 δευτερόλεπτα όπου ο Χόμπεργκ ήταν κυριολεκτικά νεκρός, επανήλθε στη ζωή.
Και, μάλιστα, όταν συνήλθε, η πρώτη του απορία ήταν: «Τι συνέβη; Τους ισοφαρίσαμε;». Ναι, η Ουρουγουάη είχε ισοφαρίσει και ο Χόμπεργκ, παρά το τεράστιο σοκ που βίωσε, έπαιξε κανονικά στην ημίωρη παράταση.
Εκεί, η πανίσχυρη (ακόμα και χωρίς Πούσκας) Ουγγαρία επέβαλε την ανωτερότητά της, όπου και πήρε τη νίκη – πρόκριση (4-2) χάρη σε δύο γκολ του Σάντος Κότσις, για να χάσει στη συνέχεια στον τελικό από τη Δυτική Γερμανία στο επονομαζόμενο «θαύμα της Βέρνης».
Πριν από αυτό το θαύμα, όμως, είχε συντελεστή ένα άλλο στη Λωζάνη. Ένα θαύμα ζωής, σε μια εποχή όπου δεν υπήρχε η ιατρική εξέλιξη που κατέστη δυνατή την επιστροφή από τον θάνατο του Κρίστιαν Έρικσεν, ο οποίος βίωσε μια κατάσταση παρόμοια με αυτή του Χόμπεργκ.
Ο τερματοφύλακας που έγινε επιθετικός, ο Αργεντινός που έγινε Ουρουγουανός, ο άνθρωπος που επέστρεψε από τον θάνατο σε ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο, έκλεισε την πρώτη του παρουσία σε Μουντιάλ με γκολ χωρίς αντίκρισμα στην ήττα από την Αυστρία στον μικρό τελικό (1-3).
Ντρίμπλαρε ξανά τον θάνατο
Τον αποκαλούσαν «δήμιο» γιατί… σκότωνε τους αντίπαλους τερματοφύλακες. Στη ζωή του, όμως, ο Χόμπεργκ «σκότωσε» τον θάνατο. Και, μάλιστα, όχι μια, αλλά δύο φορές. Μετά την περιπέτειά του στο Μουντιάλ του 1954, είχε μια νέα, πολύ δυσάρεστη εμπειρία, τέσσερα χρόνια αργότερα.
Περιζήτητος ακόμα και από ευρωπαϊκές ομάδες, με Ρόμα και Γιουβέντους να χτυπούν την πόρτα του, αλλά να εισπράττουν το «όχι» της Πενιαρόλ. Τον Ιούνιο του 1958, δοκιμάστηκε από τη Σπόρτινγκ Λισσαβόνας, έπεισε για την αξία του, αλλά δεν μπόρεσε να υπογράψει στα Λιοντάρια, γιατί η πορτογαλική ομάδα είχε καλύψει τις θέσεις των ξένων.
Μαζί με την σύζυγο και τον μικρό τους γιο Χουάν Πάμπλο, πήραν το αεροπλάνο της επιστροφής για το Μοντεβιδέο. Ένα άκρως προβληματικό DC-6 Constellation, με το οποίο απογειώθηκαν από την Λισαβόνα με εννέα ώρες καθυστέρηση λόγω μηχανικών προβλημάτων.
Το αεροσκάφος δεν… τσούλαγε και, μετά από στάσεις ανεφοδιασμού σε Ντακάρ και Ρεσίφε, διανυκτέρευση στο Ρίο ντε Τζανέιρο λόγω νέων προβλημάτων, το ταξίδι προς στο Μπουένος Άιρες εξελίχθηκε σε εφιάλτη.
Μετά από 25 λεπτά πτήσης, μια από τις μηχανές σταμάτησε. Και όταν το αεροπλάνο έστριψε για να επιστρέψει στο Ρίο, μια άλλη μηχανή σταμάτησε και μάλιστα πήρε φωτιά. Το αεροσκάφος άρχισε να πέφτει και ο πιλότος έκανε αναγκαστική προσθαλάσσωση δίπλα στο νησί Ίσλα Γκράντε, κοντά στον Παναμά.
Από (νέο) θαύμα, ο Χόμπεργκ, η οικογένειά του και όλοι οι υπόλοιποι επιβάτες επέζησαν, αν και οι πρώτες ειδήσεις που μεταδόθηκαν στην Ουρουγουάη έκαναν λόγο για εκατόμβη νεκρών. Τα ΜΜΕ, αφού ανασκεύασαν τις πρώτες λανθασμένες πληροφορίες, απέδωσαν το ότι δεν σκοτώθηκε κανείς στο ότι στην πτήση ταξίδευε ένα… αγγελούδι. Και αυτό δεν ήταν άλλο από τον γιο του Χόμπεργκ.
Ο κόσμος γέμισε το αεροδρόμιο του Μοντεβιδέο γιατί ήθελε απλώς να αγγίξει (!) τον άγγελο. Η αστυνομία φυγάδευσε την οικογένεια του Χόμπεργκ, ο οποίος στην πτήση έχασε όλα του τα χρήματα, αποφάσισε να σταματήσει την μπάλα στα 31 του και να εργαστεί ως συλλέκτης χρέους.
Οι φίλαθλοι της Πενιαρόλ, όμως, δεν τον ξέχασαν. Έκαναν εκστρατεία με ονομασία «η ανάκτηση του Χόμπεργκ» και κατάφεραν να γυρίσει στα γήπεδα. Από εκεί πέρασε στους πάγκους και, με την ιδιότητα του προπονητή πια, διέσχισε το 1968 τον Ατλαντικό (χωρίς… απρόοπτα αυτή την φορά) για να αναλάβει τον Παναθηναϊκό.
Στον πάγκο του Τριφυλλιού κάθισε για 24 παιχνίδια, εργάστηκε σε Περού και Ισημερινό, ενώ το 1970 οδήγησε στην τέταρτη θέση του Μουντιάλ την δεύτερη πατρίδα του που έγινε πρώτη, την Ουρουγουάη.
Στις 30 Απριλίου του 1996, σε ηλικία 69 ετών, η προβληματική καρδιά του Χουάν Χόμπεργκ σταμάτησε να χτυπάει. Η τρίτη αναμέτρησή του με τον χάρο ήταν και η φαρμακερή...