Φάκελος Sportswashing: Οι «μαύρες σακούλες» και το ξέπλυμα μέσω του αθλητισμού

Φάκελος Sportswashing: Οι «μαύρες σακούλες» και το ξέπλυμα μέσω του αθλητισμού

Θάνος Σαρρής

Το Gazzetta ανοίγει τον φάκελο του sportswashing, ερευνά τη σχέση του με την πολιτική και, φιλοξενώντας θέσεις και αναλύσεις ειδικών, εξηγεί πώς το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός γίνονται εργαλείο για το ξέπλυμα της εικόνας. Και όχι μόνο...

«Ο αθλητισμός είναι μια ανθρώπινη δραστηριότητα που συνεισφέρει στο χτίσιμο της προσωπικότητας του ατόμου και αποτελεί συστατικό χαρακτηριστικό της ταυτότητας ενός έθνους. Αυτή η ειρηνική αντιπαράθεση προϋποθέτει την υπέρβαση του εαυτού μας, το σεβασμό του άλλου και των νόμων, που στο γήπεδο ονομάζονται κανόνες. Ο αθλητισμός, ως έκφραση της επί Γης ειρήνης, είναι μια ασύγκριτη στιγμή της κοινωνικής ζωής των πολιτών». Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Πιέρ Ζαρκά, πολιτικό επιστήμονα και πρώην διευθυντή της «L'Humanité», όπως μεταφέρθηκαν στο βιβλίο «Σπαράγματα των Γηπέδων» του Μιχάλη Παπαδάκη.

Με λίγες λέξεις, μεταφέρει την ουσία του αθλητισμού, τη σημασία του τόσο για το άτομο, όσο και για το σύνολο. Ο αθλητισμός αποτελεί ένα πολύ σημαντικό «κοινωνικό εργαλείο», το οποίο έχει αλλάξει τις ζωές ουκ ολίγων ανθρώπων, έχει ενώσει λαούς, έχει σταματήσει πολέμους, έχει λειτουργήσει ως όχημα για πραγματική κοινωνική αλλαγή. Η δύναμη του, ωστόσο, αποτελεί δέλεαρ για τους ισχυρούς. Στο όνομά του, προσπαθούν να διαστρεβλώσουν την πραγματική εικόνα και να στρέψουν την κοινή γνώμη μακριά από την πραγματικότητα, να χτίσουν τη δική τους ατζέντα.

Το Gazzetta, με τη βοήθεια επιστημόνων, ερευνητών και ανθρώπων που γνωρίζουν καλά τον τρόπο που κινούνται τα νήματα για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, ανοίγει τον φάκελο sportswashing. Εξηγεί τις προεκτάσεις του και τη σχέση του με την πολιτική, ερευνά περιπτώσεις του παρελθόντος και αναζητά τον τρόπο που τελικά αυτό που αποκαλούμε απλοϊκά ως «κοινή γνώμη» επηρεάζεται.

image

Τι είναι το sportswashing και ποιοι το χρησιμοποιούν;

H πρακτική του sportswashing, του ξεπλύματος δηλαδή με όχημα τον αθλητισμό για την αποκατάσταση της φήμης ή τη στροφή της προσοχής μακριά από όσα πραγματικά συμβαίνουν, δεν είναι κάτι νέο, ακόμα κι αν η σχετική ορολογία ξεκίνησε να χρησιμοποιείται πρόσφατα. Από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936 μέχρι το χορηγικό πρόγραμμα του Κατάρ δουλεύεται εντατικά, «ξεπλένοντας» καθεστώτα, μονάρχες, επιχειρηματίες, πολιτικούς και άλλες αμφιλεγόμενες προσωπικότητες. Και τα χρήματα δεν φαίνεται να απασχολούν κανέναν. Η Δρ. Ελισάβετ - Αργυρώ Μανώλη, αναπληρώτρια καθηγήτρια αθλητικού μάρκετινγκ και επικοινωνίας στο Loughborough University, το κορυφαίο αθλητικό πανεπιστήμιο στον κόσμο, καθώς και ακαδημαϊκή σύμβουλος της Μπαρτσελόνα, εξηγεί στο Gazzetta: «Το sportswashing ως όρος, ξεκίνησε να χρησιμοποιείται σχετικά πρόσφατα. Ένας λίγο παλαιότερος όρος που χρησιμοποιούταν από εγκληματολόγους, ήταν το image laundering, το οποίο λειτουργεί ακριβώς όπως και η έννοια του money laundering, δηλαδή το ξέπλυμα χρήματος. Εδώ μιλάμε για ξέπλυμα της εικόνας ενός ανθρώπου, ενός οργανισμού, μίας μπράντας, ενός κράτους. Την εικόνα που έχουμε εμείς γι' αυτόν τον άνθρωπο, τον οργανισμό, εταιρεία, χώρα και πώς μπορούμε να αλλάξουμε την εικόνα που το κοινό έχει σχηματίσει.

Αυτό που περιγράφει ο όρος sportswashing δεν είναι κάτι καινούργιο. Αν σκεφτούμε από τα αρχαία χρόνια γιατί οι χορηγοί ασχολούνταν και επένδυαν χρήματα στον αθλητισμό, καταλήγουμε πάντα στο ίδιο συμπέρασμα: Ότι κάποιος, ο οποίος λόγω αντικειμένου δεν ασχολείται με τον αθλητισμό, εμπλέκεται σε αυτόν μέσω μιας χορηγίας παραδείγματος χάριν, για να μπορέσει να δημιουργήσει ένα θετικό πρόσημο στην εικόνα του. Επί της ουσίας και χωρίς να θέλω να μπω σε λεπτομέρειες θεωρίας, η κάθε μπράντα, ο κάθε αθλητής, η κάθε ομάδα το κάθε πρωτάθλημα έχει κάποια χαρακτηριστικά στο μυαλό μας. Αν λοιπόν κάποιος, ο οποίος δεν ασχολείται με τον αθλητισμό εμπλακεί με αυτόν, κάποια από αυτά τα χαρακτηριστικά, τα θετικά, αλλά και τα αρνητικά, μπορούν να περάσουν στον χορηγό. Ή αντίστοιχα σε άλλες εταιρείες ή οργανισμούς που ασχολούνται με αυτόν. Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η ιδέα του sportswashing, έτσι ξεκίνησε η ιδέα της χορηγίας γενικά. Η ιδέα του image laundering είναι απλή: Βελτιώνουμε την εικόνα που έχει κάποιος».

Το sportswashing σχετίζεται με το soft power, την έννοια της ήπιας ισχύος. Ο Τζόζεφ Νάι, στο βιβλίο του "Soft Power: The means to success in world politics", την όρισε ως «η ικανότητα ενός κράτους να δομεί μια κατάσταση με τέτοιο τρόπο, ώστε τα άλλα κράτη να αναπτύσσουν τις προτιμήσεις τους ή να προσδιορίζουν τα ενδιαφέροντά τους σε αρμονική θέση με τα δικά του». Η Ελισάβετ-Αργυρώ Μανώλη αναφέρει: «Το soft power αναφέρεται στη δύναμη που μπορεί να έχει ένα κράτος, η οποία δεν είναι άμεση με την έννοια της γεωπολιτικής σημασίας του, του πόσα χρήματα ή πυρομαχικά διαθέτει. Τα δυνατά σημεία δεν έχουν να κάνουν με τα “hard” στοιχεία, αλλά με εκείνα που μπορεί να πείσει τον κόσμο ότι είναι σημαντικό, τα «απαλά». Στο μάρκετινγκ, αυτή είναι η διαφορά της διαφήμισης και των δημοσίων σχέσεων. Οι δημόσιες σχέσεις κάνουν τους άλλους να έχουν μια θετική εικόνα, αντί της εικόνας της μπράντας. Ο αθλητισμός είναι ένα εργαλείο, μέσω του οποίου μπορεί να δημιουργηθεί soft power. Είναι ένας τρόπος, μέσω του οποίου μπορεί ένα κράτος να γίνει συμπαθές, να μπορέσει να προωθήσει και να γνωστοποιήσει σε αυτούς που δεν το ξέρουν τις συνήθειές του, τις οργανωτικές του δυνατότητες, την ικανότητα, όπως έγινε στο Κατάρ, να δημιουργήσει απίστευτα στάδια στη μέση της ερήμου, την ταχύτητα με την οποία αυτά δημιουργούνται και τους πόρους που ξοδεύονται γι' αυτά. Το να διοργανώσει ένα επιτυχές τουρνουά, στο οποίο οι φίλαθλοι θα περάσουν καλά, όλα αυτά είναι στοιχεία του soft power».

Η Ελισάβετ Μανώλη
Η Ελισάβετ Μανώλη

Και ποιοι είναι αυτοί που καταφεύγουν στο sportswashing; Η Δρ. Μανώλη τονίζει στο Gazzetta: «Είναι διάφοροι λόγοι για τους οποίους κάποιος άνθρωπος, εταιρεία, οργανισμός ή κράτος, ασχολείται με αυτό. Μπορεί να είναι πολιτικοί λόγοι, τα geopolitics, που συζητούνται πολύ τον τελευταίο καιρό, μπορεί να είναι οικονομικοί και είναι απλά κάποιες φορές η έννοια του ότι έτσι μπορούμε να προστατεύσουμε τη βιωσιμότητα μιας εταιρείας. Μην ξεχνάμε ότι κάποιες εταιρείες μπορεί απλά να μην υπάρχουν στο πεδίο μας και να εισέρχονται μέσω της εμπλοκής τους με τον αθλητισμό. Οι λόγοι θεωρώ ότι είναι κυρίως στρατηγικοί, όχι πολιτικοί-οικονομικοί. Είναι μια γενικότερη ιδέα, το ότι κάνουμε τα βήματα για ένα πλάνο για το μέλλον. Τώρα πού θα το οδηγήσουμε αυτό, είναι ανάλογα το ποιος μπαίνει σε αυτή τη διαδικασία. Ένα κράτος θα έχει οικονομικούς και πολιτικούς λόγους περισσότερο, από ό,τι καθαρά το θέμα της εικόνας. Ένας ιδιοκτήτης ομάδας, παραδείγματος χάριν, θα ασχοληθεί με αυτό αρχικά για το θέμα της εικόνας, γιατί θα τον προστατέψει σε άλλες επενδυτικές του ενέργειες και έπειτα φαντάζομαι για κάποιον οικονομικό λόγο, για να έχει μια προστασία, μια θετική εικόνα από τους φιλάθλους σε άλλες οικονομικές ενέργειες που θα κάνει. Αλλά ο γενικότερος λόγος είναι στρατηγικός. Είναι επομένως μια μακροχρόνια στρατηγική.

Ένας παρεμφερής όρος που είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, είναι αυτός του greenwashing, εστιάζοντας δηλαδή το «ξέπλυμα» στο περιβάλλον. Η Δρ. Μανώλη εξηγεί: «Είναι μια διαφορετική εκδοχή του image laundering. Όλες αυτές οι διαφορετικές εκδοχές, είναι απλώς εκφάνσεις του ίδιου φαινομένου. Προσπαθούμε να αλλάξουμε την εικόνα μας. Το greenwashing λοιπόν, εστιάζει στις περιβαλλοντικές δράσεις. Όχι ότι είναι κάποιο νέο φαινόμενο, αλλά βλέπουμε τον τελευταίο καιρό ότι υπάρχει όλο και περισσότερη πίεση από τον κόσμο, από τους καταναλωτές, να υπάρξει μια οποιαδήποτε δράση, που να ωφελεί το περιβάλλον, το οποίο ήδη έχουμε βλάψει αρκετά. Οπότε greenwashing, ονομάζεται η προσπάθεια να βελτιώσουμε την εικόνα μιας μπράντας ή ενός ανθρώπου ή κάποια χώρας, οργανισμού κτλπ, δημιουργώντας την εικόνα της περιβαλλοντικής συνείδησης, η οποία μπορεί και να είναι ψευδής. Αλλά αυτό στο οποίο εστιάζουμε, είναι η δημιουργία της εικόνας, το κατά πόσο αυτή η οντότητα, θα ασχοληθεί πραγματικά με περιβαλλοντικές δράσεις δεν είναι κάτι που εξετάζεται μαρκετίστικα.

Εμείς απλώς κοιτάμε το φαινόμενο καθαρά στο κομμάτι της επιφάνειας. Αυτό λοιπόν το φαινόμενο το παρατηρούμε όλο και πιο συχνά και πιστεύω θα το δούμε και τα επόμενα χρόνια. Ξεκινάει τόσο σε κάποια σημεία από την πίεση που ασκούν οι καταναλωτές όσο και από το ενδιαφέρον που έχουν δείξει κάποιες χώρες και δημόσιοι οργανισμοί, για να δημιουργήσουν κριτήρια που πρέπει να ακολουθηθούν πλέον από όλες τις εταιρείες για να έχουμε κάποιες δράσεις, κάποια πρόοδο σε θέματα περιβάλλοντος. Κάτι αντίστοιχο βλέπουμε και στον αθλητισμό. Βλέπουμε για παράδειγμα τεράστια πίεση από την Ολυμπιακή Επιτροπή, να υπάρχει στρατηγική για να αντιμετωπιστούν οποιαδήποτε προβλήματα δημιουργηθούν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην εκάστοτε χώρα που τους φιλοξενεί. Αλλά και πάλι, εμείς τα εξετάζουμε πιο επιδερμικά. Δεν κοιτάμε τις δράσεις αυτές καθεαυτές, αλλά το κατά πόσο επηρεάζουν τους φιλάθλους, τους χορηγούς και το γενικότερο κοινό, την κοινωνία. Κατά πόσο επηρεάζουν τις απόψεις που τρέφουν αυτοί για τον οποιοδήποτε οργανισμό, εταιρεία ή χώρα ή άνθρωπο χρησιμοποιεί αυτές τις δράσεις για να αλλάξει την εικόνα του».

image

Επηρεάζει το sportswashing τους φιλάθλους;

Το πώς αισθάνεται ο καθένας αν το αγαπημένο του σπορ ή ομάδα του χρησιμοποιείται για εξωραΐσει την εικόνα ενός ανθρώπου, καθεστώτος ή οργανισμού, είναι προσωπική υπόθεση. Ωστόσο, υπάρχουν σχετικά δεδομένα που δείχνουν την τάση που επικρατεί. Σε πρόσφατη ακαδημαϊκή έρευνα για τους φιλάθλους και τη σχέση τους με την ομάδα που υποστηρίζουν, φαίνεται ότι οι κατηγορίες για sportswashing ή οποιαδήποτε άλλη περίεργη δραστηριότητα από την ομάδα, δεν τους επηρεάζει ιδιαίτερα. Η Δρ. Ελισάβετ-Αργυρώ Μανώλη ήταν εκείνη που εκπόνησε την έρευνα, σε συνεργασία με τον Σουνγκγιούνγκ Κιμ για το International Journal of Sports Marketing and Sponsorship. Μας λέει, χαρακτηριστικά: «Σε μια πρόσφατη έρευνά μας κοιτάξαμε την πίστη, το loyalty, που έχουν οι φίλαθλοι για την ομάδα τους και το συναίσθημα ότι ανήκουν κάπου, το πώς αισθάνονται με τους υπόλοιπους φιλάθλους και το πώς αυτά ιεραρχούνται στις επιλογές τους. Το τι νιώθουν για την ομάδα και το πώς αυτό που νιώθουν επηρεάζεται από αυτό το συναίσθημα ότι ανήκουν κάπου και από την αγάπη τους για την ομάδα. Βρήκαμε λοιπόν, ότι οι φίλαθλοι θα προτιμήσουν να αδιαφορήσουν, να κάνουν ότι δεν γνωρίζουν ή να το ξεχάσουν, ότι η ομάδα την οποία υποστηρίζουν, για παράδειγμα, δεν συμπεριφέρεται αντίστοιχα με το όπως θα έπρεπε.

Θα αποφύγουν να εκφράσουν κριτική στην ομάδα για μια πράξη με την οποία δεν συμφωνούν, έτσι ώστε να προστατέψουν αυτό το συναίσθημα πίστης και αγάπης για την ομάδα, αλλά και επίσης την αγάπη για τους υπόλοιπους φιλάθλους. Δηλαδή όχι μόνο για το sportswashing, αλλά για οποιαδήποτε δράση γίνει, η οποία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο κριτικής για το ευρύ κοινό, για τους φιλάθλους οι οποίοι είναι ήδη άρρηκτα συνδεδεμένοι συναισθηματικά με μια ομάδα και με τους φιλάθλους. Βλέπουμε ότι οποιαδήποτε δράση της ομάδας αρνητική, μπορεί να περάσει χωρίς να αφήσει κάποιο αποτέλεσμα. Είναι πολύ ενδιαφέρον και στην περίπτωση του sportswashing, αλλά γενικά αν δούμε τις δράσεις των ομάδων και το κατά πόσο αυτές είναι ανακόλουθες ίσως με το τι θα έπρεπε να είναι ή με το ποια είναι η πραγματική εικόνα της ομάδας. Αν η ομάδα, π.χ, υποτίθεται ότι ανήκει στην τοπική κοινωνία και βοηθάει την τοπική κοινωνία και οι δράσεις της είναι ανακόλουθες, βλέπουμε ότι αυτό δεν επηρεάζει τους φιλάθλους που της έχουν ιδιαίτερη αγάπη».

Ο Γκίντο Τονιόνι, πρώην σύμβουλος του Ζεπ Μπλάτερ τον καιρό που ήταν στην ηγεσία της FIFA, έλεγε χαρακτηριστικά: «Ο απλός φίλαθλος θέλει να δει ποδόσφαιρο, να πάει στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Να δει τους ήρωές του να παίζουν, τον Ρονάλντο, τον Μέσι και άλλους. Δεν νοιάζεται για τις διαμάχες στη FIFA. Ξέρει ότι είναι διεφθαρμένη και έχει απηυδήσει. Το ερώτημα που επιτρέπεται είναι: Τι τον νοιάζει τον απλό φίλαθλο η δωροδοκία στον αθλητισμό; Πρέπει να μας νοιάζει, γιατί το άθλημα δίνει την ψευδαίσθηση στον κόσμο ότι είναι κάτι ωραίο, δίκαιο, διασκεδαστικό και καθαρό. Δεν είναι, αλλά η ψευδαίσθηση παραμένει. Η διαφθορά στον αθλητισμό αλλά και παντού χρειάζεται πάταξη».

Το sportswashing, πάντως, φαίνεται ότι έχει αντίκρισμα για εκείνους που επενδύουν σε αυτό. Η Δρ. Μανώλη υποστηρίζει στο Gazzetta: Αν λειτουργεί το sportswashing ή γενικά το image laundering; Μπορώ να πω ότι, ναι, λειτουργεί. Η εικόνα που έχουμε για κάποιες μπράντες, επηρεάζεται πάρα πολύ από τα άτομα και τις δραστηριότητες με τις οποίες ασχολούνται. Αρχικά, τα μαθαίνουμε. Αρκετές χώρες ξεκινούν τη διαδικασία του bidding, του να εκδηλώσουν ενδιαφέρον για να έχουν κάποια διοργάνωση στη χώρα τους, καθαρά και μόνο για να γίνει γνωστό το όνομά τους. Βεβαίως και ο τουρισμός είναι σημαντικός, αλλά επί της ουσίας όλα αυτά στηρίζονται στη στρατηγική του να γίνει γνωστή η μπράντα τους, η εικόνα τους. Οπότε υπό αυτή την έννοια λειτουργεί». Και τι γίνεται με το αθλητικό γεγονός των ημερών, το Μουντιάλ; «Τώρα για το Κατάρ, πιστεύω ότι η εικόνα του άλλαξε. Αρχικά, μιλάνε όλοι για το Κατάρ. Δεν ήταν ένα θέμα συζήτησης πριν από 1-2 χρόνια, πόσω μάλλον πριν του δοθεί το Παγκόσμιο Κύπελλο. Οπότε βεβαίως και λειτουργεί. Δεν λειτουργεί σε απόλυτους βαθμούς. Δηλαδή δεν έχουμε αμνησία. Μας αλλάζει ίσως σε κάποιους την εικόνα, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι διαγράφουμε όλα τα άλλα που γνωρίζουμε για μία μπράντα. Από εκεί και έπειτα, βάσει έρευνας, η μνήμη μας δεν διαρκεί για πάντα. Ίσως στις νεότερες γενιές, σ' αυτές που δεν έχουν ζήσει κάποια από τα γεγονότα που οι παλιότεροι θυμόμαστε ή σε γενιές που δεν έχουν διαφορετική εικόνα για τη διάρκεια των επιπτώσεων των πράξεών μας, τότε θα δούμε και μια διαφορετική αντιμετώπιση.

Βλέπουμε ότι το sportswashing έχει διαφορετική επιρροή στις διάφορες κοινωνίες, άρα επηρεάζεται από κοινωνικοπολιτικούς παράγοντες, επηρεάζεται από τον τρόπο με τον οποίο έχουμε μορφωθεί και τα λοιπά. Αλλά ως γενικός κανόνας, βεβαίως και λειτουργεί. Και πάλι, χωρίς να θέλω να το βαρύνω με τη θεωρία, αυτό που λέμε με την εικόνα είναι το brand image. Υπάρχει ένα πιο απλό κομμάτι, που είναι το brand awareness, κατά πόσο γνωρίζουμε την μπράντα. Αυτή τη στιγμή, έχουμε όλοι μάθει το Κατάρ. Ακόμη και άνθρωποι που μπορεί να μην είχαν κάποιο ενδιαφέρον στην περιοχή γεωγραφικά. Άρα, το πρώτο βήμα έχει επιτευχθεί. Ίσως να μην έχουν καταφέρει απόλυτα να αλλάξουν την εικόνα, αλλά ίσως και όλη αυτή η προβολή των σταδίων και των θετικών πραγμάτων να έχει επηρεάσει κάποιους. Ξαναλέω, δεν έχουμε όλοι αμνησία, αλλά επηρεαζόμαστε. Άρα λειτουργεί».

image

Η νομιμοποίηση του ναζισμού

Το πρώτο, τρανταχτό παράδειγμα sportswashing, ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1936. Η ανάθεση έγινε πριν την ανάδυσή του στην εξουσία του Χίτλερ και σήμανε την αποδοχή της Γερμανίας στη Διεθνή Κοινότητα, μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Το ναζιστικό κόμμα είχε συμπληρώσει τρία χρόνια στην εξουσία το καλοκαίρι των Αγώνων και o Αδόλφος Χίτλερ είδε την προοπτική τους ως μια ιδανική ευκαιρία για να προωθήσει και να νομιμοποιήσει το ναζιστικό καθεστώς. Αφενός να δείξει την ανωτερότητα της Άριας φυλής, αφετέρου να περάσει στους επισκέπτες και τους εκπροσώπους των άλλων χωρών μια διαφορετική εικόνα για τη Γερμανία, μια εικόνα ειρήνης και ανεκτικότητας. Όλο το μάρκετινγκ πριν τη διοργάνωση ήταν στρατηγικά σχεδιασμένο. Οι πολύχρωμες αφίσες και οι καταχωρήσεις στα περιοδικά δημιουργούσαν ομοιότητες με την Αρχαία Ελλάδα, θέλοντας να καλλιεργήσουν στη συνείδηση του κόσμου τον συσχετισμό. Ο ίδιος ο Ρίχαρντ Στράους ήταν ο μαέστρος της ορχήστρας που άνοιξε την τελετή έναρξης και υποδέχθηκε τον Χίτλερ.

Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή πήρε διαβεβαιώσεις ότι η μεγαλύτερη διοργάνωση του αθλητισμού, με αυτόν τον τόσο σημαντικό συμβολισμό, δεν θα μετατρεπόταν σε πεδίο προπαγάνδας για τον ναζισμό. Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ για να καταλάβει τα ψεύδη. Μόλις ένας αθλητής εβραϊκής καταγωγής αποτέλεσε μέλος της γερμανικής αποστολής, παρότι στη ΔΟΕ είχαν υποσχεθεί ότι δεν θα αποκλειστεί κανείς εξαιτίας αυτού. Κάποιοι αθλητές εβραϊκής καταγωγής επέλεξαν οι ίδιοι να μην λάβουν μέρος, ωστόσο ο ίδιος ο Χίτλερ, το διάστημα των αγώνων, φρόντισε να «κρύψει» τα στοιχεία της γενοκτονίας. Απέσυρε ακόμα και τις πινακίδες που απαγόρευαν την παρουσία Εβραίων σε δημόσιους χώρους.

Η ρητορική της ανωτερότητας της Άριας φυλής ήταν πανταχού παρούσα, ενώ το νέο, επιβλητικό αθλητικό κέντρο που δημιουργήθηκε για τις ανάγκες των αγώνων και περιλάμβανε τέσσερα στάδια, ήταν «ντυμένο» με σβάστικες. Ήταν η πρώτη διοργάνωση Ολυμπιακών Αγώνων, στην οποία υπήρξε τηλεοπτική κάλυψη χρησιμοποιήθηκε το τέλεξ, ενώ πάνω από το Βερολίνο πετούσαν ζέπελιν, για να μεταφέρουν την εικόνα σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Για πρώτη φορά, επίσης, υιοθετήθηκε η μεταφορά της Ολυμπιακής Φλόγας από την Ελλάδα, μια κίνηση με τεράστιο συμβολισμό.

Οι «μαύροι υπηρέτες» των ΗΠΑ, όπως τους αποκαλούσαν τα ΜΜΕ των Ναζί, κατέκτησαν 12 μετάλλια (από τα συνολικά 57 των Αμερικανών) και η εικόνα του Τζέσε Όουενς να κατακτά τέσσερα χρυσά και να συνθλίβει τη θεωρία περί «λευκής ανωτερότητας», έγινε ανεξίτηλο αντιναζιστικό σύμβολο. Ωστόσο, οι Γερμανοί αθλητές κατέκτησαν τα περισσότερα μετάλλια στους Αγώνες του 1936, 103 στο σύνολο, ενισχύοντας την αίσθηση υπεροχής που ήθελε να δημιουργήσει το καθεστώς.

image

To Μουντιάλ της Αργεντινής

Αν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 1936 ήταν το πρώτο case study που ξεχώρισε, το Μουντιάλ του 1978 έδειξε πώς η τακτική αυτή μεταφέρεται στο ποδόσφαιρο. Ο Τζόναθαν Γουίλσον, στο βιβλίο του "Angels with Dirty Faces", μεταφέρει την εικόνα της Αργεντινής τα χρόνια εκείνα: Από τις αρχές του 1976, η οικονομική κατάσταση και η βία στη χώρα είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Τον Μάρτιο, ο πληθωρισμός είχε χτυπήσει 56%, ποσοστό ρεκόρ. Μετά τον θάνατο του Περόν, τα εξτρεμιστικά γκρουπ είχαν χάσει κάθε έρεισμα στις δυνάμεις του κέντρου και οι συγκρούσεις ήταν άγριες και συχνές ανάμεσα στους αντάρτες, τις παραστρατιωτικές ομάδες που συνήθως είχαν την υποστήριξη του καθεστώτος και τη δεξιά πτέρυγα των περονιστών. Κατά μέσο όρο, στο Μπουένος Άιρες πυροδοτούταν μία βόμβα κάθε τρεις ώρες και λάμβανε χώρα μια πολιτική δολοφονία κάθε πέντε ώρες. Όσον αφορά την οικονομία; Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ισαβελίτα Περόν, στις 5 Φεβρουαρίου, ανήμερα των 45ων γενεθλίων την, διόρισε τον έκτο υπουργό οικονομικών από όταν ανέλαβε τον Ιούλιο του 1974. Την επόμενη εβδομάδα δολοφονήθηκε η νύφη του πρώην προέδρου, Στρατηγού Λανούς από αντάρτες, ο πατέρας Φρανσίσκο Σουάρες, μέλος του κινήματος για τον Τρίτο Κόσμο που αποτελούταν από καθολικούς ιερείς, εκτελέστηκε μαζί με τον αδερφό του από ακροδεξιούς, ενώ ο στρατός ανακοίνωσε τον θάνατο δεκάδων ανταρτών στο Τουκουμάν. Τα πτώματα έμεναν σε κοινή θέα, ως προειδοποίηση για τους συντρόφους τους. Μόνο τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο διαπράχθηκαν 32 απαγωγές στην Κόρδοβα. Η επιστροφή του στρατού ήταν προδιαγεγραμμένη. Το τελευταίο χτύπημα ήρθε στις 15 Μαρτίου, όταν μια βόμβα εξερράγη στο πάρκινγκ στρατιωτικών στο Μπουένος Άιρες. Ο στρατηγός Βιδέλα πρόλαβε να σωθεί, αλλά σκοτώθηκε ένας άνδρας και τραυματίστηκαν ακόμα 29. Εννέα μέρες αργότερα, όταν η Ρίβερ Πλέιτ επικρατούσε 2-1 της Πορτουγκέζα για το Copa Libertadores, ο στρατός πήρε την εξουσία. Η Ισαβελίτα Περόν δραπέτευσε με ελικόπτερο, ενώ την ίδια μέρα εκατοντάδες συνδικαλιστές εκτελέστηκαν πάνω σε πλοία στον ποταμό. Η Αργεντινή έγινε με διάταγμα «Χριστιανική χώρα που μάχεται τον Κομουνισμό» και την επόμενη επταετία τριάντα χιλιάδες άνθρωποι δολοφονήθηκαν στο όνομα του σκοπού.

Η απόφαση της FIFA για τη διεξαγωγή του Μουντιάλ στην Αργεντινή οριστικοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1966. Δέκα χρόνια μετά, η Χούντα έπρεπε να διαγράψει τις εικόνες των απαγωγών και των δολοφονιών, να δείξει στους επισκέπτες ότι το καθεστώς έφερε σταθερότητα και ασφάλεια στη χώρα. Το Παγκόσμιο Κύπελο έγινε γρήγορα προτεραιότητα για τους στρατιωτικούς, που έσπευσαν να αναλάβουν τον έλεγχο της Ente Autarquico del Mundial (EAM), της οργανωτικής επιτροπής. Οι προετοιμασίες δεν προχωρούσαν, με αποτέλεσμα ο τότε πρόεδρος της FIFA, Στάνλεϊ Ράους, να κινητοποιήσει το Μοντεβιδέο και το Πόρτο Αλέγκρε για να βοηθήσουν και να σκέφτεται τη μεταφορά του Μουντιάλ στην Ισπανία. Ωστόσο, ο Ζοάο Χαβελάνζε, ο οποίος διαδέχθηκε τον Ράους το 1974, υποστήριξε από την αρχή ότι ο μόνος λόγος που θα μπορούσε η Αργεντινή να χάσει το Παγκόσμιο Κύπελλο ήταν η οικονομία της, την κρίση της οποίας απέδιδε σε «εσωτερικές αναταραχές». Μάλιστα, πριν την πρώτη σέντρα, δήλωνε δημόσια ότι «η χώρα διαθέτει τις κατάλληλες οικονομικές συνθήκες για ένα ιδανικό Παγκόσμιο Κύπελλο», ξεχνώντας σκοπίμως ότι 500 μέτρα από το γήπεδο που ξεκίνησε η διοργάνωση, εκτελούσαν κόσμο. Να σημειώσουμε ότι, όπως έχει πει και ο ίδιος ο Ζεπ Μπλάτερ, το Μουντιάλ του 1978 ήταν το πρώτο στο οποίο μπήκαν χορηγοί και το ποδόσφαιρο έγινε προϊόν.

Οι εσωτερικές κριτικές ήταν περιορισμένες, αλλά δεν έλειπαν. Ο Νάντε Παντσέρι έγραφε στο El Grafico: «Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978 δεν πρέπει να γίνει στην Αργεντινή για τον ίδιο λόγο που κάποιος που δεν έχει αρκετά μετρητά για να βάλει βενζίνη σε ένα Ford T δεν αγοράζει μια Τορίνο. Αν το κάνει, σημαίνει ότι κλέβει χρήματα από κάποιον». Περίπου το 10% του ΑΕΠ, δηλαδή σχεδόν 700 εκατομμύρια δολάρια, δαπανήθηκε για την ανακατασκευή των γηπέδων της Ρίβερ, της Βελές και της Ροσάριο και για την κατασκευή νέων στην Κόρδοβα, τη Μαρ ντελ Πλάτα και την Μεντόσα. Χρηματοδοτήθηκαν ακόμα το κέντρο τηλεόρασης και τα βελτιωτικά έργα στα αεροδρόμια και στους δρόμους. Το τείχος από τσιμέντο που χτίστηκε στο Μπουένος Άιρες για να κρύβει τις villas miserias, τις γειτονιές με τις παραγκουπόλεις, προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις.

Ο Στρατηγός Ομάρ Ακτίς, που είχε παίξει κάποτε για την τρίτη ομάδα της Ρίβερ Πλέιτ, ανέλαβε επικεφαλής της οργανωτικής επιτροπής. Δολοφονήθηκε από βομβιστές τον Αύγουστο του 1976 και μολονότι η επίθεση χρεώθηκε σε «ανατρεπτικά στοιχεία», ο ερευνητής Εουγκένιο Μενέντες στο βιβλίο του έγραψε ότι η δολοφονία του σχεδιάστηκε από τον Ναύαρχο Κάρλος Αλμπέρτο Λακόστε, ο οποίος τον αντικατέστησε στην επιτροπή και φέρεται να υπεξαίρεσε εκατομμύρια από τα χρήματα του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Στην εποχή της Χούντας, βέβαια, κανείς δεν μπορούσε να το ερευνήσει. Ο δημοσιογράφος Ροδόλφο Γουάλς, που έστειλε ανοιχτή επιστολή στο καθεστώς για τις δολοφονίες και τις εξαφανίσεις, βρέθηκε νεκρός μία μέρα αργότερα. Κάθε παράγοντας δρούσε ανεξέλεγκτος, για το δικό του συμφέρον, συνθέτοντας το παζλ του τρόμου. Οι «μητέρες», που έκαναν πορεία αναζητώντας τα παιδιά τους, συνέχισαν ακόμα και μετά τις εξαφανίσεις των τριών γυναικών που ηγούνταν του κινήματος. Στο Μουντιάλ προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον, τόσο που ο τερματοφύλακας της Δυτικής Γερμανίας, Σεπ Μάιερ, θέλησε να τις υποστηρίξει.

Το Μουντιάλ έγινε κανονικά και για αρκετούς αναλυτές ήταν πιστό αντίγραφο των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936. Ο Βιδέλα παρουσιάστηκε στο πρώτο ματς ανάμεσα στη Δυτική Γερμανία και την Πολωνία με κοστούμι αντί της στρατιωτικής του στολής και έκανε λόγο για το «Παγκόσμιο Κύπελλο της Ειρήνης». Υπήρξε και εκείνο το ματς με τους Περουβιανούς, στο οποίο η Αργεντινή χρειαζόταν μια ευρεία νίκη για να προχωρήσει και επικράτησε με 6-0. Πολλά είδαν το φως της δημοσιότητας τα χρόνια που ακολούθησαν, ωστόσο δεν είναι της παρούσης. Αξίζει να μεταφέρουμε εδώ την αναφορά ότι πριν τη σέντρα επισκέφτηκαν τα αποδυτήρια του Περού ο Βιδέλα παρέα με τον Χένρι Κίσινγκερ των ΗΠΑ και τα λόγια του πρώην βουλευτή του Περού, Χενάρο Λεδέσμα, ότι «ο Βιδέλα ήθελε να κερδίσει το Παγκόσμιο Κύπελλο για να καθαρίσει την κακή εικόνα που είχε η Αργεντινή σε όλον τον κόσμο». Ξέπλυμα εικόνας, δηλαδή. Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί ότι ο Σέσαρ Λουίς Μενότι και οι ποδοσφαιριστές δεν ήταν στο πλευρό του καθεστώτος, αλλά ήθελαν το τρόπαιο για τον λαό. «Εμείς είμαστε ο λαός. Ερχόμαστε από τις τάξεις των θυμάτων και εκπροσωπούμε το μοναδικό νομιμοποιημένο πράγμα αυτή τη στιγμή στη χώρα, το ποδόσφαιρο. Δεν παίζουμε για τις ακριβές θέσεις που είναι γεμάτες από στρατιωτικούς. Εκπροσωπούμε την ελευθερία, όχι τη δικτατορία», είπε ο Μενότι στα αποδυτήρια, πριν τον τελικό.

«Ήταν οι πρώτες χαρούμενες στιγμές που θυμάμαι και ως κοινωνία περάσαμε από την ευφορία στη θλίψη όταν μάθαμε στο τέλος της δικτατορίας όσα συνέβαιναν εκείνες τις μέρες και πώς μας χρησιμοποίησαν ως μαριονέτες», θα έλεγε στο ντοκιμαντέρ FIFA Uncovered ο Ντανιέλ Φερέιρο, στέλεχος της Ομοσπονδίας της χώρας, με τον Ντέιβιντ Κον, συγγραφέα του βιβλίου "The fall of the house of FIFA" να συμπληρώνει: «Ο αθλητισμός, ουσιαστικά, επιτρέπει να εξαγοράζεται από απολυταρχικά καθεστώτα αντί να χρησιμοποιήσει τη δύναμή του για να αντιταχθεί σε αυτά. Και θα λέγαμε ότι η Αργεντινή εφηύρε το σύστημα του πώς να το κάνεις».

image

Η ιδιαιτερότητα του Κόλπου και το Κατάρ

Και έρχεται η στιγμή που το Μουντιάλ του Κατάρ, διεξάγεται κανονικά. Μια διοργάνωση για την οποία έχουν δει το φως της δημοσιότητας τόσο σκάνδαλα διαφθοράς και δωροδοκίας, όσο και εμφανείς καταπατήσεις ανθρώπινων δικαιωμάτων. Ένα Μουντιάλ που έχει κοστίσει ανθρώπινες ζωές, με τις οικογένειες των νεκρών εργατών να ψάχνουν δικαίωση. Είναι όμως το Μουντιάλ του Κατάρ μια ακόμα «απλή» περίπτωση sportswashing; Ο Τζέιμς Ντόρσι, βραβευμένος δημοσιογράφος και ακαδημαϊκός, ασχολείται ενδελεχώς με τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής και τον Αραβικό Κόσμο, καθώς και με τη σύνδεση του αθλητισμού με την πολιτική. Το Gazzetta επικοινώνησε μαζί του, σχετικά με την υπόθεση του Κατάρ.

«Το sportswashing νομίζω ότι δεν είναι η βασική κινητήριος δύναμη για την εμπλοκή του Κόλπου στα διεθνή σπορ. Δεν λέω ότι δεν αποτελεί έναν παράγοντα, αλλά νομίζω ότι δεν είναι αυτό που αξίζει τα χρήματα και τον θόρυβο ως κινητήριος δύναμη. Αυτή, θεωρώ, ότι διαφοροποιείται από χώρα σε χώρα. Για το Κατάρ έχει να κάνει περισσότερο με την αμυντική πολιτική και τον συσχετισμό με τη Διεθνή Κοινότητα, να δημιουργήσει το κατάλληλο περιβάλλον, ώστε σε περίπτωση που χρειαστεί, η Διεθνής Κοινότητα να πάρει το μέρος του Κατάρ. Δεν λέω ότι τα ζητήματα φήμης δεν παίζουν ρόλο, αλλά αν ήταν μόνο γι' αυτά δεν θα άξιζαν τα χρήματα».

Ο Γιώργος Τζογόπουλος, (Ph.D. Loughborough University, Hνωμένο Βασίλειο, 2009) είναι ειδικός σε θέματα ΜΜΕ, διεθνών σχέσεων και κινεζικών υποθέσεων. Τονίζει στο Gazzetta: «Πολύς κόσμος τον τελευταίο 1.5 μήνα έχει ξεκινήσει και λέει για το Κατάρ, ωστόσο αυτό το οποίο συμβαίνει στη διεθνή πολιτική σκηνή, είναι ότι το Κατάρ έχει εξελιχθεί σε βασικό παίκτη που εξάγει ενέργεια. Αυτό είναι το κομβικό σημείο, το οποίο δίνει δυναμική στο Κατάρ στη διεθνή σκηνή και όχι το Μουντιάλ. Το δεύτερο σημαντικό, είναι ότι το Κατάρ από το 2021 και μετά, με αμερικανική μεσολάβηση, τα έχει βρει με τις άλλες αραβικές χώρες της περιοχής. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το Μουντιάλ έρχεται να συμπληρώσει μια προσπάθεια που γίνεται από τη χώρα να επανέλθει στον αραβικό κόσμο και να μην θεωρείται κράτος που σπονσοράρει την τρομοκρατία. Για τους Αμερικανούς, πλέον, μετά τη συμφωνία του 2021, είναι ο πιο βασικός εταίρος που μπορούν να έχουν εκτός ΝΑΤΟ. Το γεγονός ωστόσο ότι αυτή τη στιγμή μπορεί να τα έχει βρει με τους γείτονές της, δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα που υπήρχαν στο παρελθόν έχουν ξεχαστεί. Επομένως, είναι σημαντικό το ότι τα έχει βρει και με την Ανατολή και με τη Δύση. Μην ξεχνάμε, ότι όταν ξεκίνησε το Μουντιάλ, το Κατάρ υπέγραψε μια τεράστια συμφωνία με την Κίνα για εξαγωγή φυσικού αερίου, διάρκειας 30 ετών. Το Κατάρ θα συνεχίσει να είναι βασικός παίκτης, ακόμα και όταν ξεχάσουμε το Μουντιάλ». Προφανώς, η διεξαγωγή του Παγκόσμιου Κυπέλλου παίζει τον δικό της ρόλο, γιατί όλη η προσοχή του κόσμου (και όχι μόνο της Δύσης) είναι στραμμένη πάνω του.

Κάνει κακό η αρνητική δημοσιότητα και όλα τα άρθρα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας; Σίγουρα, αλλά μην ξεχνάμε ότι αυτή η τάση συμβαίνει στον Δυτικό Κόσμο. «Δεν ξέρουμε τι λέει η κοινή γνώμη στις χώρες που παρέχει εργατικό δυναμικό στο Κατάρ», υποστηρίζει στο Gazzetta ο Τζέιμς Ντόρσι, για να προσθέσει: «Η αρνητική κριτική για την οποία μιλάμε, αφορά μόνο ένα κομμάτι της κοινής γνώμης. Δεν ξέρουμε τι λένε στην Ασία ή στην Αφρική». Ο Αμερικανός ερευνητής στέκεται στη σημασία που έχει η Δύση, καθώς οποιαδήποτε στιγμή χρειαστεί τη βοήθεια της Διεθνούς Κοινότητας θα πρέπει να έχει τη νομιμοποίηση της Δύσης, ωστόσο ακόμα και αυτή η κριτική, συχνά πέφτε σε μια παγίδα που το Κατάρ γνωρίζει καλά πώς να εκμεταλλευτεί: «Υπάρχει η κριτική που είναι δικαιολογημένη, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι νεκροί εργάτες, η LGBΤ κοινότητα και εκείνη που είναι μεροληπτική και για αρκετούς έχει να κάνει με προκατάληψη, όπως το ότι έχει πολλή ζέστη, ότι η χώρα είναι πολύ μικρή, ότι δεν θα αφήσει το τουρνουά legacy. Ποιος το καθορίζει αυτό; Αρκετοί λοιπόν δεν ξεχώρισαν την κριτική τους, με αποτέλεσμα, κατά μία έννοια, να υπονομεύσουν τους εαυτούς τους». «Το ότι το Μουντιάλ πήγε στο Κατάρ, νομίζω ότι είναι περισσότερο θέμα της FIFA και παρά του ίδιου του sportswashing από το Κατάρ», καταλήγει ο Γιώργος Τζογόπουλος.

Το Κατάρ πάντως, είχε ξεκινήσει αρκετά πριν το Μουντιάλ να χρησιμοποιεί το ποδόσφαιρο. Βρίσκεται πίσω από το πρότζεκτ της Παρί Σεν Ζερμέν και την -ανεπιτυχή μέχρι στιγμής- προσπάθεια κατάκτησης του Champions League, «έτρεξε» και ένα πολύ μεγάλο πρόγραμμα αθλητικών χορηγιών, μέσω των αερογραμμών του, σε μεγάλες ομάδες, όπως η Μπαρτσελόνα, η Ρόμα, η Παρί, η Μπάγερν. Οι οπαδοί της τελευταίας, μάλιστα, αντέδρασαν άσχημα γι' αυτό. «Για τα χρήματα ξεπλένουμε τα πάντα», έγραφε ένα πανό στην κερκίδα τους. «Η Άγκελα Μέρκελ το 2018 κάλεσε τις εταιρείες να ξαναχτίσουν σχέσεις με το Κατάρ. Η Μπάγερν είναι ένας επιτυχημένος σύλλογος, αλλά είναι παράλληλα εταιρεία», έλεγε κυνικά ο Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε. Πέρυσι, με αφορμή την ανανέωση της χορηγικής συμφωνίας, η συνέλευση του μελών (έχουν λόγο στις σημαντικές αποφάσεις) αντέδρασε άσχημα, με το ακροατήριο να τραγουδά «δεν είμαστε οι οπαδοί που θέλετε». Eίναι σαφής η χρησιμοποίηση των χορηγιών για άλλους λόγους.

Τα υπόλοιπα κράτη του Κόλπου, όπως το Μπαχρέιν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, βρίσκονται επίσης στο παιχνίδι. Μην ξεχνάμε ότι τα ΗΑΕ έκαναν το πρώτο μεγάλο άνοιγμα, με την αγορά της Μάντσεστερ Σίτι. Για τον Ντόρσι, η δική τους προσέγγιση είναι περισσότερο «εμπορική», ενώ το Μπαχρέιν έφερε τη Formula 1 στα εδάφη του, ωστόσο δεν είχε τη δύναμη για να επεκταθεί περισσότερο, πέραν κάποιων χορηγιών σε αγγλικές ομάδες.

image

Tι συμβαίνει στο Κατάρ με τους μετανάστες εργάτες;

Η κατάμαυρη σελίδα των μεταναστών εργατών αποδεικνύει ότι η «εργαλειοποίηση» του αθλητισμού, είτε τελικά το sportswashing είναι ο βασικός παράγοντας είτε όχι, ξεπερνά τις δημόσιες σχέσεις. Η Δέσποινα Παρασκευά-Βελουδογιάννη, υπευθυνή Εκστρατειών του Ελληνικού Τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, εξηγεί στο Gazzetta τις συνθήκες: «Στο Κατάρ, οι μετανάστες και οι μετανάστριες εργάτριες αγγίζουν τα δύο εκατομμύρια, αποτελώντας τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας του. Εδώ και χρόνια ζουν μια εφιαλτική ζωή. Υπό το σύστημα kafala, που στην πράξη δεν έχει καταργηθεί, οι εργοδότες είναι εκείνοι που παρέχουν άδειες διαμονής, την ίδια στιγμή που επέχουν ρόλο κηδεμόνα και στην ουσία ελέγχουν τη βίζα και το νομικό καθεστώς των εργαζομένων. Συχνά εμποδίζουν τους εργαζόμενους να αλλάξουν θέση εργασίας, αρνούμενοι να υπογράψουν το λεγόμενο «πιστοποιητικό μη εναντίωσης», με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι που προσπαθούν να ξεφύγουν να έρχονται αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της απέλασης και της σύλληψης. Επιπλέον, οι περισσότερες εργαζόμενες/-οι είναι υποχρεωμένες/-οι να καταβάλλουν σε πράκτορες των χωρών καταγωγής τους υπέρογκα ποσά ως αμοιβές πρόσληψης προκειμένου να μπορούν να μεταναστεύσουν για να εργαστούν.

Η πλειονότητα των μεταναστών και μεταναστριών εργαζομένων μιλάει επίσης για καθυστερήσεις και μη καταβολή μισθών, για εμπόδια στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη, για ατιμωρησία των εργοδοτών που παραβιάζουν τα δικαιώματά τους, για απαγόρευση συνδικαλισμού. Χαρακτηριστικά, οι οικιακές εργαζόμενες καταγράφεται ότι εργάζονται 14 έως 18 ώρες την ημέρα χωρίς εβδομαδιαίο ρεπό, απομονωμένες σε ιδιωτικές κατοικίες, υπό τις κακοποιητικές πρακτικές των εργοδοτών τους. Ειδικά δε για τους εργαζόμενους στην ιδιωτική ασφάλεια (φύλακες, φρουροί κ.λπ.), η Διεθνής Αμνηστία έχει καταγράψει ότι οι συνθήκες εργασίας τους συχνά ισοδυναμούν με καταναγκαστική εργασία, μία από τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης που, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, σηματοδοτεί τον εξαναγκασμό του ατόμου να εργάζεται, συχνά υπό την απειλή ποινής, και περιλαμβάνει: υπερβολικές ώρες εργασίας (έως και 84 ώρες / εβδομάδα, 12 ώρες / ημέρα, 7 ημέρες / εβδομάδα), άρνηση ημερών ανάπαυσης και αυθαίρετες τιμωρίες, άρνηση αναρρωτικών αδειών, παρακράτηση εγγράφων ταυτότητας. Καταγράφονται επίσης καταγγελίες για ακατάλληλες συνθήκες διαβίωσης σε υπερπλήρη καταλύματα και με έλλειψη βασικών συνθηκών υγιεινής, όπως επίσης για ρατσιστικές διακρίσεις, και για σοβαρές ψυχολογικές επιπτώσεις από τις κακοποιήσεις».

Οι συνθήκες είναι τραγικές, ωστόσο υπάρχει και μελανότερο σημείο. Οι θάνατοι. Ο αξιωματούχος του Κατάρ, Χασάν Αλ Θαγουάντι, δήλωσε ότι οι θάνατοι των εργατών στα έργα ανέρχονται στους 400-500. Η κυρία Παρασκευά-Βελουδογιάννη τονίζει: «Βεβαίως, η πιο μαύρη σελίδα σε αυτή την ιστορία δεν είναι άλλη από τους χιλιάδες ανεξιχνίαστους θανάτους εργαζομένων κάτω από ακραίες καιρικές συνθήκες. Δυστυχώς, τα επίσημα στατιστικά του Κατάρ είναι αναξιόπιστα καθώς συνήθως τα πιστοποιητικά θανάτου για μετανάστες/-τριες εργαζόμενους/-ες αποδίδουν τους θανάτους σε «φυσικά αίτια» ή σε αόριστες διατυπώσεις περί καρδιακής ανεπάρκειας. Τέτοιου είδους πιστοποιήσεις ενδέχεται αφενός να αποκρύπτουν μεγάλο αριθμό θανάτων ως «ανεξιχνίαστων», αφετέρου αποκλείουν το ενδεχόμενο αποζημίωσης για τις οικογένειες.

Τον Μάιο του 2022 η Διεθνής Αμνηστία μαζί με έναν συνασπισμό οργανώσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συλλόγων φιλάθλων και σωματείων, ξεκίνησε την εκστρατεία #PayUpFIFA, με την οποία καλεί τη FIFA να δημιουργήσει ένα ταμείο για την αποζημίωση των εργαζομένων που έχουν πληγεί αλλά και των οικογενειών των εργαζομένων που πέθαναν κάτω από ακραίες και ανεξέλεγκτες συνθήκες εργασίας, ως ένα πρώτο, ελάχιστο βήμα αποκατάστασης. Ζητάμε από τη FIFA να εκταμιεύσει 440 εκατ. δολάρια, το αντίστοιχο δηλαδή ποσό που μοιράζει σε χρηματικά έπαθλα στο Παγκόσμιο Κύπελλο.

Εδώ μπορείτε να υπογράψετε και εσείς τη σχετική έκκληση της Διεθνούς Αμνηστίας και να πιέσετε τη FIFA και το Κατάρ να αποζημιώσουν τις/τους μετανάστριες/-ες εργάτριες/-ες που υπέστησαν εκμετάλλευση και κακοποίηση».

Ανταποκρίνεται η FIFA στο αίτημα; «Μέχρι στιγμής δεν έχουμε λάβει καμιά επίσημη απάντηση από τη FIFA. Θα συνεχίσουμε όμως για όσο χρειαστεί, μέχρι να αποδοθεί το δίκαιο. Γιατί βλέπουμε ότι οι συνθήκες μπορούν να αλλάζουν, έστω και λίγο: Από τότε που η FIFA ανέθεσε στο Κατάρ τα δικαιώματα για τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022, η κυβέρνηση έχει αναλάβει διάφορες δεσμεύσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και έχει εισαγάγει τυπικά σημαντικές εργασιακές μεταρρυθμίσεις, έπειτα και από διεθνή θεσμική πίεση που έχει ασκήσει μεταξύ άλλων και η Διεθνής Αμνηστία, που εδώ και χρόνια καταγράφει όλες τις εξελίξεις σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών και των μεταναστριών εργαζομένων δημοσιεύοντας διαδοχικές έρευνες. Ωστόσο, το Κατάρ συνεχίζει να μην εφαρμόζει τους νέους αυτούς νόμους, και η εκμετάλλευση εξακολουθεί να ευδοκιμεί. Γι’ αυτό κι εμείς δεν σταματάμε την άσκηση θεσμικής πίεσης ούτε τις δράσεις κοινωνικής ευαισθητοποίησης. Και θα συνεχίσουμε μέχρι το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός εν γένει να σημαίνουν πρώτα και κύρια ανθρώπινα δικαιώματα».

image

Το vision 2030 της Σαουδικής Αραβίας

Δεν είναι, φυσικά, μόνο το Κατάρ. Δεν είναι και μόνο το Παγκόσμιο Κύπελλο. Το πλάνο της Σαουδικής Αραβίας για «οικονομική και κοινωνική αναδόμηση», προκειμένου να ανοίξει τη χώρα στον υπόλοιπο κόσμο, ανακοινώθηκε τον Απρίλιο του 2016. Η υγεία, η εκπαίδευση, οι υποδομές, η διασκέδαση και ο τουρισμός ήταν τα σημεία κλειδιά, όπως και η απεξάρτηση της οικονομίας από την αγορά πετρέλαιού. Στον τομέα «διασκέδαση», ο αθλητισμός έχει πρωτεύοντα ρόλο. Σύμφωνα με την υπουργό αθλητισμού, Αντούα Αλ Αριφί, το πλάνο έχει τρεις άξονες: Την αύξηση της συμμετοχής σε αθλητικές δραστηριότητες, την εξέλιξη των αθλητών σε ελίτ επίπεδο και τη διαβεβαίωση ότι οι αθλητές της Σαουδικής Αραβίας θα μπορούν να ανταγωνίζονται στο κορυφαίο επίπεδο. Τόσο το Υπουργείο Αθλητισμού, όσο και η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της χώρας που έκανε όλο τον κόσμο να συζητά γι' αυτήν μετά τον θρίαμβο της εθνικής της στην πρεμιέρα του Μουντιάλ απέναντι στην Αργεντινή, αλλάζουν την κουβέντα όταν αυτή φτάνει στην εξαγορά της Νιούκαστλ από το Public Investment Fund (PIF) της Σαουδικής Αραβίας, η περιουσία του οποίου ανέρχεται στα 620 εκατομμύρια δολάρια. Το PIF, μαζί με την PCP Capital Partners και την RB Sports and Media ήταν οι οντότητες που προχώρησαν στην εξαγορά των "Magpies", έναντι 350 εκατομμυρίων λιρών.

Ο διάδοχος του θρόνου, Μοχάμεντ Μπιν Σάλμαν, είναι πρόεδρος του PIF. Στο διοικητικό συμβούλιο βρίσκονται έξι υπουργοί της κυβέρνησης και ένας σύμβουλος του βασιλικού δικαστηρίου. Ο πρόεδρος της Νιούκαστλ, Γιασίλ Αλ Ρουμαγιάν, είναι επίσης πρόεδρος στην κρατική εταιρεία πετρελαίου Aramco, η οποία είναι χορηγός στη Formula 1. Για περίπου έναν χρόνο, κανείς από την PIF δεν είχε βγει να μιλήσει δημόσια, μέχρι τη φιλοξενία του ίδιου του Αλ Ρουμαγιάν στο Socrates Podcast, όπου τόνισε πως ο στόχος είναι τα 350 εκατομμύρια που δαπανήθηκαν να φτάσουν τουλάχιστον στα 3.5 δισεκατομμύρια. «Όταν το μελετάς από όλες τις πλευρές, η επενδυτική προοπτική είναι τεράστια. Επίσης, μας δίνει τη βάση για να προχωρήσουμε σχετικά με την επένδυση στον αθλητισμό», υποστήριξε.

Η Σαουδική Αραβία βρίσκεται στην 127η θέση σε σύνολο 146 χωρών στη φετινή έκθεση για την έλλειψη ισότητας των φύλων. Τη «βαραίνουν» υποθέσεις όπως η δολοφονία του Τζαμάλ Κασόγκι, ο ρόλος της στον εμφύλιο πόλεμο της Υεμένης, οι φυλακισμένοι δημοσιογράφοι και ακτιβιστές, τα δικαιώματα των γυναικών, οι εκτελέσεις και οι φυλακίσεις όσων τολμούν να διαφωνήσουν με το καθεστώς. Ωστόσο, αυτό δεν σταματά τις προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες να συνεργάζονται μαζί της. Πριν από περίπου πέντε χρόνια, η La Liga υπέγραψε συμφωνία με την Ομοσπονδία της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και την κυβερνητική Γενική Αθλητική Αρχή της χώρας, στο πλαίσιο της προώθησης του ποδοσφαιρικού τους brand και το άνοιγμα του ισπανικού ποδοσφαίρου σε μια ακόμα αγορά. Η Σαουδική Αραβία αγόρασε τα τηλεοπτικά δικαιώματα της Primera Division και στο πλαίσιο της προώθησης, έγινε μια μάλλον ασυνήθιστη κίνηση. Επτά ομάδες της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας ανακοίνωσαν την ένταξη εννιά ποδοσφαιριστών από την αραβική χώρα για μια σεζόν. Αναγκάστηκαν, για την ακρίβεια, να το κάνουν, καθώς ήταν μέρος του deal, το οποίο φυσικά έφερε στα ταμεία και της διοργανώτριας αρχής, αλλά και των ομάδων, χρήματα. «Αχρείαστες μεταγραφές που είναι υπεράνω των προπονητικών αποφάσεων και των παικτών από τις ακαδημίες. Η Μαφία συνεχίζει την επέλασή της», έγραψαν χαρακτηριστικά οι Bukaneros, οι οργανωμένοι οπαδοί της Ράγιο Βαγιεκάνο. Οι Σαουδάραβες έδωσαν το 2019 περίπου 20 εκατομμύρια για να εξασφαλίσουν τη διεξαγωγή των τριών από τους πέντε επόμενους τελικούς του ιταλικού Supercoppa και 120 εκατομμύρια συνολικά στους Ισπανούς, για τη διοργάνωση του Final 4 του δικού τους Super Cup. Χρήματα, τα οποία μοιράστηκαν οι ομάδες και η Ομοσπονδία.

Το rematch του σπουδαίου αγώνα πυγμαχίας ανάμεσα στον Άντι Ρουίς Τζούνιορ και τον Άντονι Τζόσουα έγινε, επίσης, το 2019 στη Σαουδική Αραβία, συγκεντρώνοντας τα βλέμματα όλου του κόσμου και την κριτική των ανθρωπιστικών οργανώσεων. To WWE «ταξίδεψε» στη χώρα το 2014 και η νέα συμφωνία που υπογράφτηκε μέχρι το 2027 φέρνει δύο μεγάλα wrestling events στη Σαουδική Αραβία τον χρόνο. To LIV Golf tour χρηματοδοτήθηκε από το PIF, το οποίο αγόρασε τη Νιούκαστλ. Ο πλουσιότερος αγώνας ιπποδρομίας, το Σάουντι Καπ, έλαβε χώρα στην Τζέντα, ενώ το 2029 θα φιλοξενήθούν οι Χειμερινοί Ασιατικοί Αγώνες. H δεκαετής σύμβαση με τη Formula 1 άγγιξε τα 650 εκατομμύρια δολάρια και είναι πιθανόν τα επόμενα χρόνια, να ενταχθεί και δεύτερη πίστα, πέραν από αυτή της Τζέντα, στο καλεντάρι. Τον Μάρτιο του 2022, κατά τη διάρκεια των ελεύθερων δοκιμαστικών τους Grand Prix, αντάρτες Χούτι χτύπησαν με πυραύλους τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις της Aramco, οι οποίες βρίσκονταν περίπου 15 χιλιόμετρα από τους οδηγούς. Ο αγώνας έγινε κανονικά και ο Φέλιξ Τζέικενς από τη Διεθνή Αμνηστία χαρακτήρισε “sportswashing” την απόφαση αυτή. «Παρά τις υποσχέσεις για μεταρρυθμίσεις, οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο στη Σαουδική Αραβία. Η αξιοπρέπεια και η ελευθερία του λόγου είναι πρακτικά ανύπαρκτες. Η περισσότερη προσοχή του κόσμου είναι πλέον στην Ουκρανία, αλλά ο κόσμος του αθλητισμού δεν πρέπει να περιορίσει τη συνείδησή του σε μία σύγκρουση. Δεν πρέπει να δοθεί στη Σαουδική Αραβία δωρεάν είσοδος για τις συνεχιζόμενες βομβιστικές επιθέσεις σε αμάχους της Υεμένης», είπε χαρακτηριστικά.

Πρόσφατα, η Σαουδική Αραβία, συμφώνησε με τον Λιονέλ Μέσι για την προώθηση του vision 2030, ο οποίος φιγουράρει στη σελίδα "visit Saudi". Πόσο ειρωνικό, το ότι ο Μέσι είναι πρεσβευτής της UNICEF, η οποία ανακοίνωσε πέρυσι ότι περισσότερα από 10.000 παιδιά έχουν χάσει τη ζωή τους στην Υεμένη, μετά την εμπλοκή της Σαουδικής Αραβίας. «Η φήμη της Σαουδικής Αραβίας στον κόσμο χρειάζεται αναβάθμιση και όλο αυτό αποτελεί rebranding της χώρας», έλεγε στο "Athletic" ο Ντένις Χόρακ, πρέσβης του Καναδά από το 2015 μέχρι το 2018. Ο Τζέιμς Ντόρσι τονίζει στο Gazzetta: «Η Σαουδική Αραβία είναι ο ελέφαντας στο δωμάτιο. Το μεγαλύτερο παιδί στην πλατεία. Ο αθλητισμός ταιριάζει στη στρατηγική της οικονομικής επέκτασης. Τα οράματα για τα κράτη αυτά είναι πρωτίστως οικονομικά. Αυτό νομίζω ότι μετρά περισσότερο για τη Σαουδική Αραβία, που σκοπεύει να γίνει η καρδιά του Κόλπου σε όλα. Αυτό που λένε στις εταιρείες είναι ότι αν θέλεις να κάνεις δουλειές με την κυβέρνηση, πρέπει να έχεις τη βάση σου εδώ, ενώ μέχρι το 2024, τα προϊόντα που έρχονται από τρεις ζώνες της Ε.Ε δεν θα είναι πια αφορολόγητα. Χτίζουν ένα από τα μεγαλύτερα αεροδρόμια, κάνουν τέτοιες κινήσεις. Οπότε ο αθλητισμός είναι ένας παράγοντας αυτών. Η φήμη σίγουρα παίζει ρόλο, αλλά το να μειώσουμε όλα αυτά στο επίπεδο του sportswashing νομίζω ότι δεν είναι ακριβές και χάνει το νόημα. Είναι οικονομικό το ζήτημα».

image

Η Άρσεναλ και το καθεστώς της Ρουάντα

Η ταινία Hotel Rwanda κυκλοφόρησε το 2004 και ήταν υποψήφια για τρία Oscar. Διηγήθηκε την ιστορία του Πολ Ρουσεσαμπαγκίνα, διευθυντή του ξενοδοχείου, ο οποίος κατά τη διάρκεια του εμφύλιου φιλοξένησε και έσωσε τη ζωή 1.200 προσφύγων Τούτσι και Χούτου. Περισσότεροι από 500.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν μέσα σε 100 μέρες, κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ο Πολ, κατάφερε να διαφύγει με τη σύζυγό του στο Βέλγιο, ωστόσο τον Σεπτέμβριο του 2021 κατηγορήθηκε για διασυνδέσεις με εξόριστη ομάδα ανταρτών, συνελήφθη για τρομοκρατία, μεταφέρθηκε με τη βία στη Ρουάντα και φυλακίστηκε μετά από μια δίκη-παρωδία. Ο Ρουσεσαμπαγκίνα, πολιτικός αντίπαλος του προέδρου της χώρας, Πολ Καγκάμε, καταδικάστηκε σε 25 χρόνια, γεγονός που προκάλεσε την έντονη αντίδραση του ΟΗΕ.

Ο Καγκάμε είναι φίλος της Άρσεναλ και τελευταία έχει περισσότερους λόγους για να την υποστηρίζει. Από το 2018, ο κρατικός τουριστικός οργανισμός της χώρας αποτελεί χορηγό των «Κανονιέρηδων», με το μότο Visit Rwanda να κοσμεί το μανίκι της φανέλας τους. Η συμφωνία ανανεώθηκε πέρυσι, έναντι 10 εκατομμυρίων ευρώ τον χρόνο και προβάλει στη Δύση μια χώρα, στην οποία, σύμφωνα με το Human Right Watch, τα βασανιστήρια είναι συχνό φαινόμενο. Η Μικέλα Ρονγκ, συγγραφέας και ανταποκρίτρια για έξι χρόνια στην Αφρική σε ΜΜΕ όπως το BBC, το Reuters και οι Financial Times, έγραψε πρόσφατα το βιβλίο "Do Not Disturb: The Story of a Political Murder and an African Regime Gone Bad", , με αφορμή τη δολοφονία του αποστάτη Πατρίκ Καρεγκέγια το 2014. Γνωρίζει πολύ καλά το καθεστώς του Καγκάμε και ήταν από τις πρώτες που μίλησαν για τη χορηγία της Άρσεναλ. Το Gazzetta επικοινώνησε μαζί της και τα όσα μεταφέρει έχουν τεράστιο ενδιαφέρον.

Έχεις ζήσει και δουλέψει στην Αφρική και πρόσφατα έγραψες ένα βιβλίο για το καθεστώς της Ρουάντα. Μίλησες ανοιχτά για τη χορηγία του "Visit Rwanda" στην Άρσεναλ. Μπορείς να μας δώσεις το πλαίσιο και να εξηγήσεις τη λειτουργία του sportswashing στην περίπτωση αυτή;

«H Ρουάντα είναι εξαιρετικά επαρκής στη χρησιμοποίηση του sportswashing για το γυάλισμα της εικόνας της. Πρόκειται για ένα από τα πιο καταπιεστικά καθεστώτα στην αφρικανική ήπειρο. Ο πρόεδρος Πολ Καγκάμε έχει φρικτό ρεκόρ στα ανθρώπινα δικαιώματα, τόσο εντός συνόρων όσο και εκτός. Ξέρουμε πλέον ότι το δικό του Πατριωτικό Μέτωπο σκότωσε χιλιάδες χωρικούς πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τη γενοκτονία του 1994. Για δεκαετίες, μια σειρά από αντάρτικα κινήματα με την υποστήριξη της Ρουάντα ρήμαξαν τη γειτονική Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ενώ λεηλάτησαν τον ορυκτό πλούτο της χώρας. Είναι ένα καθεστώς, το οποίο αιχμαλωτίζει τους ηγέτες της αντιπολίτευσης για να τους εμποδίσει να πάρουν μέρος στις εκλογές, έχει συνθλίψει τα ανεξάρτητα ΜΜΕ σε μια χώρα όπου οι δημοσιογράφοι, οι ακαδημαϊκοί και οι ακτιβιστές για τα ανθρώπινα δικαιώματα που αμφισβητούν την επίσημη αφήγηση, σκοτώνονται, αιχμαλωτίζονται ή απλά εξαφανίζονται. Αλλά οι περισσότεροι στη Δύση δεν τα γνωρίζουν αυτά. Αυτό που βλέπουν είναι τους παίκτες της Άρσεναλ, οι οποίοι διαφημίζουν στις φανέλες τους το "Visit Rwanda". Βλέπουν τους ήρωές τους να πετούν στο Κιγκάλι και να μοιράζονται το πόντιουμ με τον περιχαρή Καγκάμε, να βγάζουν selfies με τους αντάρτες και να παίζουν ποδόσφαιρο με τα παιδιά από τη Ρουάντα. Ακούν πόσο συγκινημένοι είναι που επισκέφτηκαν το μουσείο που τιμά τη γενοκτονία (υποχρεωτικό για κάθε VIP).

Οπότε, η Άρσεναλ επιδέξια πακετάρει και πουλάει μια αφήγηση, η οποία απλά συμβαίνει να δικαιολογεί το γάντζωμα του Καγκάμε στην εξουσία, να ξεπλένει τα εγκλήματά του και να αντηχεί τους ισχυρισμούς του ότι έχει δημιουργήσει ένα σύγχρονο, καθαρό και πολύ προσεγμένο θαύμα ανάπτυξης. Αυτό που σοκάρει είναι ότι τίποτα από αυτά δεν έρχεται δωρεάν. Η Ρουάντα είναι μια από τις πιο φτωχές χώρες στην Αφρική, η οποία βασίζεται πολύ στις δωρεές για να χρηματοδοτήσει το σύστημα υγείας και εκπαίδευσης, ωστόσο με κάποιον τρόπο βρίσκει χρήματα για να πληρώνει στην Άρσεναλ, ένα από τα πλουσιότερα κλαμπ στον κόσμο, δεκάδες εκατομμύρια δολάρια για το brand της. Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η ώθηση που δίνει στη βιομηχανία του τουρισμού δικαιολογεί το έξοδο, αλλά οι αριθμοί δεν συμφωνούν. Στη Ρουάντα σπάνια το κάνουν. Ως Βρετανίδα φορολογούμενη, δεν βλέπω γιατί οι φόροι μου πρέπει να πηγαίνουν για υπηρεσίες που η κυβέρνηση της Ρουάντα θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει, αν δεν διοχέτευε τόσα εκατομμύρια στον δρόμο της Άρσεναλ».

H Μικέλα Ρονγκ
Η Μικέλα Ρονγκ

Είναι το sportswashing μια μέθοδος που έχεις δει ξανά τον καιρό που έζησες στην Αφρική;

«Υπάρχουν κι άλλες αφρικανικές χώρες που χρησιμοποιούν το sportswashing, αλλά καμία δεν το κάνει τόσο ασύδοτα όσο η Ρουάντα. Αλλά από την άλλη, καμιά άλλη αφρικανική χώρα δεν έχει τέτοια εμμονή με την διεθνή εικόνα της, όπως η Ρουάντα. Η συμφωνία με την Άρσεναλ είναι μόνο ένα κομμάτι της ιστορίας του sportswashing. Έχει υπογράψει μια παρόμοια συμφωνία με την Παρί Σεν Ζερμέν, οι παίκτες της οποίας έχουν φιλοξενηθεί στη Ρουάντα με τον ίδιο τρόπο με αυτούς της Άρσεναλ και επέστρεψαν με απαστράπτοντες λογαριασμούς. Και το ποδόσφαιρο δεν είναι το μοναδικό άθλημα που έχει αγκαλιάσει η Ρουάντα για να προωθήσει την εικόνα της. Ο Καγκάμε δημιούργησε ισχυρούς δεσμούς με το NBA. Μετά από επίσκεψη στο Κιγκάλι, η Λίγκα αποφάσισε να ξεκινήσει πρωτάθλημα στην Αφρική. Στο πρώτο παιχνίδι τραγούδησε ο βραβευμένος με Grammy Αμερικανός ράπερ, J. Cole. Η Rwandair, ο εθνικός αερομεταφορέας, έχει βασικό ρόλο σε αυτές της συμφωνίες. Παράλληλα, η Ρουάντα γίνεται σημαντικός παίκτης στον κόσμο της ποδηλασίας. Πέρυσι, τέτοια εποχή, επιλέχθηκε για να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδηλασίας του 2025, το μεγαλύτερο ποδηλατικό γεγονός του κόσμου, ως η πρώτη αφρικανική χώρα που το καταφέρνει στην ιστορία. Με λιγότερη επιτυχία επένδυσε στο βόλεϊ γυναικών, για να δει τις προσπάθειές της να υπονομεύονται όταν ανακαλύφθηκε ότι η κορυφαία παίκτρια της ήταν στην πραγματικότητα... Βραζιλιάνα!».

Υπάρχουν νομικοί τρόποι για να μπλοκαριστούν οι δραστηριότητες του sportswashing;

«Εναντιώνομαι σθεναρά στο πρόγραμμα της κυβέρνησής μου με τη Ρουάντα, το οποίο μου φαίνεται παράλληλα βαθιά κυνικό και ανήθικο, όπως και σε κάθε άλλη χρηματοδότηση σε δικτατορίες. Αλλά όταν μιλάμε για αυτές τις συμφωνίες προώθησης, δεν βλέπω τον νόμο ως απάντηση. Είναι στο χέρι των φιλάθλων να καλέσουν τις ομάδες τους να λογοδοτήσουν. Αυτές οι χορηγίες βασίζονται στην άγνοια, στο γεγονός ότι πολλοί φίλοι του ποδοσφαίρου έχουν ασαφή εικόνα για το γίνεται στην Αφρική. Πόσοι από αυτούς αγοράζουν χαρούμενοι φανέλες με το "Visit Rwanda" στο μανίκι γνωρίζουν ότι η Ρουάντα αυτή τη στιγμή χρηματοδοτεί ένα γκρουπ ανταρτών που αφήνει εκατοντάδες χιλιάδες Κονγκολέζους χωρικούς άστεγους; Ή ότι ο βασικός ηγέτης της αντιπολίτευσης βρίσκεται σε κατ' οίκον περιορισμό; Ή ότι Άγγλοι αξιωματούχοι έχουν δημοσίως καταγγείλει εξωδικαστικές δολοφονίες, θανάτους υπό κράτηση, εξαφανίσεις και βασανιστήρια στη Ρουάντα; Στοιχηματίζω ούτε ένας. Οι λέσχες φιλάθλων οφείλουν να εκπαιδευτούν σχετικά με το τι διαφημίζεται στις φανέλες που λατρεύουν να φορούν και πρέπει να ασκήσουν πίεση. Το καταναλωτικό μποϊκοτάζ δουλεύει, το ξέρουμε από την εμπειρία μας. Ξέρουμε επίσης ότι η εικόνα και η φήμη είναι εύθραυστα πράγματα, παθαίνουν εύκολα ζημιά. Οι φίλαθλοι πρέπει να δείξουν το ίδιο επίπεδο περιέργειας για τα οικονομικά ζητήματα των ομάδων τους, με αυτό που δείχνουν για τη σεξουαλική ζωή των ποδοσφαιριστών τους».

image

H Ρωσία και η Ουγγαρία του Όρμπαν

Το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός γενικότερα δεν χρησιμοποιούνται ως «εργαλεία» μόνο από ανθρώπους στην Αφρική ή στις αραβικές χώρες. Είτε μιλάμε για περιπτώσεις sportswashing είτε για καθαρή πολιτική, οι ισχυροί προσπαθούν πάντα να το χρησιμοποιήσουν και να το ελέγξουν, όπως άλλωστε έκανε η χούντα και στην Ελλάδα.

Ο Όρος sportswashing είχε ήδη αρχίσει να χρησιμοποιείται από Οργανισμούς όπως η Διεθνής Αμνηστία, όταν το 2018 η Ρωσία φιλοξένησε το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Η Gazprom, o ενεργειακός Κολοσσός της χώρας είχε εξελιχθεί στον μεγαλύτερο χρηματοδότη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Ομάδες όπως η Άρσεναλ και η Σάλκε τον έφεραν με περηφάνεια στη φανέλα τους, ενώ χορηγούσε και το Champions League, με 40 εκατομμύρια το χρόνο. Το ζήτημα της Gazprom είναι περισσότερο σύνθετο. Το πλειοψηφικό της πακέτο ανήκει στο κράτος. Ο τρόπος που χρησιμοποιήθηκε περιγράφηκε ως «ενεργειακή διπλωματία» μέσω του ποδοσφαίρου. Η χορηγία στη Σάλκε άνοιξε το παιχνίδι με τη Γερμανία, τον μεγαλύτερο «πελάτη» του ρωσικού αερίου. Από τα συνολικά 167.7 δις κυβικών μέτρων φυσικού αερίου που διοχετεύτηκαν το 2020 στην Ευρώπη, τα 56.3 πήγαν εκεί. Τον Ιανουάριο του 2022, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, η Ρωσία έλαβε από τη Γερμανία 2.6 δις ευρώ, ενώ η «εξάρτηση» από το φυσικό αέριο μεγάλωνε σταδιακά και για τις άλλες χώρες. To 2021, το 40% προερχόταν από τη Ρωσία. Κατά μία έννοια, χρηματοδότησε έμμεσα τον στρατό.

Φυσικό αέριο από Ρωσία

Στο Λονδίνο, η Τσέλσι του Ρομάν Αμπράμοβιτς, ήταν η πρωταθλήτρια πριν ξεκινήσει το σερί της Μάντσεστερ Σίτι, ούσα μία από τις ομάδες των Ρώσων ολιγαρχών στην Ευρώπη που ξεχώρισε. Στο γήπεδο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, ο κόσμος έβλεπε μετά τα lockdown του Covid-19 στις μεγάλες πινακίδες μηνύματα για το πώς η Aeroflot, χορηγός της ομάδας τους, θα ενώσει ξανά τον κόσμο. Το 2014, οι Χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες διοργανώθηκαν στο Σότσι, όπου αργότερα ταξίδεψε και η Formula 1. Ο αναλυτής Αντρές Μαρτίνες, έγραφε στο "global sports matters" πως «για τον Πούτιν, ο αθλητισμός πάντα παρείχε έναν ισχυρό συμβολισμό. H δύναμη και η αριστεία, είτε σε εθνικό είτε ατομικό επίπεδο, προτάσσονται ως αντίδοτο στην παρακμή και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Ο αθλητισμός ισοδυναμεί με σθένος και αντιτίθεται στην ιδέα ότι η Ρωσία έχει μια γερασμένη, μη υγιή κοινωνία». Η εικόνα του ίδιου του Πούτιν ως αθλητή, στο χόκεϊ, το τζούντο, την ιππασία, εξυπηρετούσε ακριβώς αυτό το αφήγημα, όπως και η εμπλοκή του, έμεσα ή άμεσα, με τους ποδοσφαιρικούς συλλόγους και τα κέντρα αποφάσεων της χώρας του.

Ακόμα και το σκάνδαλο ντόπινγκ, που ανάγκασε τους Ρώσους αθλητές να πάρουν μέρους στους Ολυμπιακούς του Τόκιο και του Πεκίνου υπό τη σημαία της Ρωσικής Ολυμπιακής Επιτροπής, το οποίο εν μέρει σχετίζεται με το αθλητικό πλάνο της Ρωσίας, δεν επηρέασε τον Πούτιν, ο οποίος είδε στη διοργάνωση του Σότσι ως τη δική του παρακαταθήκη: Ήταν η πρώτη φορά, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, που η Ρωσία επανερχόταν στο αθλητικό προσκήνιο με αυτόν τον τρόπο. Λίγες μέρες μετά το σβήσιμο της Ολυμπιακής Φλόγας, οι δυνάμεις του Πούτιν εισέβαλαν στην Κριμαία. Όσο για το Μουντιάλ; Το είπε με λίγα λόγια ο ίδιος ο πρόεδρος της FIFA, Τζιάνι Ινφαντίνο: «Αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο έχει αλλάξει την αντίληψη του κόσμου για τη Ρωσία». Mετά την αποκαθήλωση του Μπλάτερ, ο Πούτιν φρόντισε να αποκτήσει στενή σχέση με τον Ινφαντίνο. Τον παρασημοφόρησε, μάλιστα, το 2019. Όπως και με το Κατάρ, οι καταγγελίες για διαφθορά, δωροδοκία αλλά και για εκμετάλλευση των μεταναστών εργατών (από τη Βόρεια Κορέα), υπήρχαν και στο Μουντιάλ του 2018.

Όλα γκρεμίστηκαν σαν χάρτινος πύργος μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όμως ήταν πλέον αργά. Το sportswashing είχε επιτελέσει το έργο του Πούτιν, ακόμη κι αν η UEFA τελείωσε τη χορηγία της Gazprom, απομάκρυνε τον τελικό του Champions League από την Αγία Πετρούπολη, τιμώρησε ομάδες και αθλητές.

Ο Όρμπαν

Ας δούμε μια ακόμα πιο σύγχρονη περίπτωση, όπως αυτή του Βίκτορ Όρμπαν. Η Ουγγαρία δεν προκρίθηκε στο Μουντιάλ του Κατάρ, αλλά ο ακροδεξιός ηγέτης της βρήκε τον τρόπο να τραβήξει την προσοχή στην εθνικιστική του ατζέντα, με άξονα το ποδόσφαιρο. Εμφανίστηκε, μετά το φιλικό με την Ελλάδα με ένα κασκόλ που απεικόνιζε τον χάρτη της «Μεγάλης Ουγγαρίας», η οποία περιλαμβάνει μέρη που ανήκουν σε άλλες χώρες και προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Ουκρανίας. Το καλοκαίρι, μιλώντας σε φοιτητές στη Ρουμανία, στην οποία ζουν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο Ούγγροι, αναφέρθηκε στις «εθνικές και ευρωπαϊκές φιλοδοξίες» της πατρίδας του, τονίζοντας ότι οι Ούγγροι που διαμένουν στην Τρανσυλβανία και σε άλλες περιοχές πρέπει να μείνουν ενωμένοι.

Ο Όρμπαν έχει ψύχωση με το ποδόσφαιρο. Λέγεται ότι παρακολουθεί μέχρι και έξι αγώνες την ημέρα και ταξιδεύει συχνά για μεγάλες αναμετρήσεις. Σύμφωνα με τον Guardian, μετά την επανεκλογή του το 2020, η χώρα έχει δαπανήσει περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια ευρώ κρατικού χρήματος για λόγους που σχετίζονται με το ποδόσφαιρο και αφορούν ανακαινίσεις γηπέδων ή κατασκευές νέων. Πέραν των σταδίων, μοίρασε χρήματα σε ακαδημίες για να βγάλουν «την επόμενη γενιά του ουγγρικού ποδοσφαίρου» και να αναβιώσει τη δόξα της ομάδας του Πούσκας. Το όνομα του ανθρώπου που οδήγησε τον Παναθηναϊκό στο Γουέμπλεϊ, φιγουράρει στην oμάδα της ιδιαίτερης πατρίδας του Όρμπαν, το Φέλσκατ. Η Πούσκας Ακαντέμια έχει πάρει περίπου 100 εκατομμύρια από κρατικές επιχορηγήσεις και κάνει πρωταθλητισμό. Είναι μια ομάδα που ιδρύθηκε το 2007, σε μια πόλη 1.800 κατοίκων, η οποία δεν έχει καμία σχέση με τον Φέρεντς Πούσκας. Το δίκτυο εμπλέκεται και σε εταιρικό επίπεδο. Με το πρόγραμμα TAO, που θέσπισε ο ίδιος ο Όρμπαν, εταιρείες μπορούν να κάνουν δωρεές σε αθλητικούς συλλόγους με αντάλλαγμα την φοροαπαλλαγή. Η εθνικιστική ατζέντα και οι νεοναζιστικοί χαιρετισμοί, συνήθως ξεπλένονται μέσω επιχορηγήσεων, ενώ τα αυτοκίνητα στο πάρκινγκ του Φέλσκατ κουβαλούν συχνά ανθρώπους που δεν πηγαίνουν για να δουν την Πούσκας Ακαντέμια, αλλά για να κάνουν business.

image

Αντί επιλόγου...

Το sportswashing και η γενικότερη «εργαλειοποίηση» του αθλητισμού δεν συναντώνται αποκλειστικά στις παραπάνω περιπτώσεις, ούτε μόνο σε μερικές ακόμα δυνατές χώρες, όπως η Κίνα ή το Αζερμπαϊτζάν. Sportswashing μπορεί να συμβαίνει από μια τοπική ομάδα ποδοσφαίρου, μέχρι τη χορηγία ενός μικρού επιχειρηματία σε ομάδα μη δημοφιλούς αθλήματος. Ωστόσο, είδαμε παραπάνω πως συχνά ξεφεύγει από το «γυάλισμα της εικόνας» και σχετίζεται με κινήσεις στις σκακιέρα που έχουν τεράστια σημασία. Κάποιοι ενδέχεται να βρεθούν σε σχετικές περιπτώσεις ως έμμεσα εμπλεκόμενοι και η ιστορία με τη συμμετοχή της Ελλάδας σε συνυποψηφιότητα με τη Σαουδική Αραβία (το καλοκαίρι υπογράφτηκαν συμφωνίες ύψους 4 εκατομμυρίων μεταξύ τους) και την Αίγυπτο, για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2030, είναι μια τέτοια περίπτωση.

«Δεν υπάρχει καλύτερο μέσο δημοσίων σχέσεων για την προσέγγιση του κοινού», έγραφε χαρακτηριστικά για το ποδόσφαιρο ο σπουδαίος Εδουάρδο Γκαλεάνο, προσθέτοντας, γι' αυτούς που διαφεντεύουν τις ομάδες, ότι χρησιμοποιούν το παιχνίδι για την απόκτηση κύρους και για να βρεθούν στο προσκήνιο. Οι κανόνες δεν είναι καινούργιοι, όσο κι αν αλλάζουν οι ορολογίες, όσο κι αν βγαίνουν στη δημοσιότητα περισσότερα στοιχεία, με τη βοήθεια και της τεχνολογίας. Η δύναμη του αθλητισμού παραμένει τεράστια. Δεν θα πάψει ποτέ να προσελκύει ανθρώπους που θα προσπαθούν να την ελέγξουν. Το ζήτημα είναι τι κάνει η απέναντι πλευρά, εκείνη που οραματίζεται αλλιώς τον αθλητισμό...

@Photo credits: Getty Images/Ideal Image, Χρήστος Ζωίδης