Πέτα ψηλά, Σίνισα

Πέτα ψηλά, Σίνισα

Η είδηση που κανείς δεν ήθελε να έρθει ποτέ: Μας άφησε ο Σίνισα Μιχαΐλοβιτς. Πέθανε σε κλινική της Ρώμης σε ηλικία 53 ετών. Στις 13 Ιουλίου του 2019 μας είχε σοκάρει: «Έχω λευχαιμία, αλλά θα τη νικήσω παίζοντας επιθετικά». Στις 29 Οκτωβρίου του 2019 η μεταμόσχευση μυελού των οστών στο Sant'Orsola στην Μπολόνια τον γέμισε ελπίδα, στις 22 Νοεμβρίου ήρθε η παραίτηση, στις αρχές του 2022 χτύπησε το καμπανάκι κινδύνου. Σήμερα η ανακοίνωση της οικογένειας που έσβησε και την τελευταία ελπίδα. Η ζωή του «πλούσια», αντίθετα με τα παιδικά του χρόνια στο Βούκοβαρ. Ναι, εκεί που τα πουλιά πετούν ελεύθερα. Μεγάλωσε νωρίς, ανδρώθηκε στον πόλεμο, έζησε όλα τα άσχημα του, τα οποία όμως τον έκαναν ακόμα πιο δυνατό. Απόλαυσε κάθε χαρά, λύπη, γεννήθηκε δυο φορές, την πρώτη το 1969 και τη δεύτερη όταν η μοίρα δεν του χαρίστηκε. Εκλαψε, όπως δεν το είχε κάνει ποτέ και δεν ντράπηκε. Εξωτερίκευσε τα συναισθήματά του και απελευθερώθηκε. Αγάπησε τον πατέρα του Μπόγκνταν, τη μητέρα του Βικτόρια, την οικογένειά του, μα περισσότερο το ποδόσφαιρο.

Και πως τα φέρνει η ζωή… Στα 49 του χρόνια ο «πόλεμος» τον πλησίασε ξανά, αυτή τη φορά πιο κοντά και πιο έντονα από ποτέ. Δεν μπορούσε να δραπετεύσει, έπρεπε να δώσει «μάχη», για τη γυναίκα του, για τα παιδιά, για τη μητέρα του. Φόβος; Φοβόταν, αλλά η ελπίδα ήταν το σύστημα νίκης. Το ακολούθησε πιστά, είχε θάρρος, όπως ως ποδοσφαιριστής. Εζησε χάρη στο θάρρος του… Όμως, το ρολόι σταμάτησε στο 53’. Δεν είχε συνηθίσει να αποχωρεί σε αυτό το λεπτό. Εζησε ως πρωταγωνιστής, ως ηγέτης. Αυτή τη φορά όμως ο αντίπαλος ήταν αόρατος, πολύ δυνατός, ακόμα και για τον Σίνισα Μιχαΐλοβιτς, τον θαρραλέο παίκτη, τον υπέροχο προπονητή. Ρόμα, Λάτσιο, Σαμπντόρια, Ίντερ και Σερβία έζησαν τον… μύθο του, τα 28 του φάουλ στη Serie A θα μείνουν στο μυαλό μας να μας συντροφεύουν.

Η επίδρασή του στο παιχνίδι, τη Σερβία και τις καρδιές μας θα μείνουν για πάντα στη μνήμη μας, όπως και το πλούσιο πνεύμα και η ευγενική του ψυχή.

«Πέτα ψηλά, Σίνισα».

Γράφουν οι: Πολύδωρος Παπαδόπουλος – Ιάσονας Θεριός

image

Ο αμυντικός με το μαγικό αριστερό

Πώς να το εξηγήσει κανείς; Πώς να πειστεί κάποιος ότι ένα πόδι μπορεί να «διατάξει» την μπάλα με τόσο μοναδικό τρόπο, να τη στείλει εκεί ακριβώς που θέλει; Τύχη, λάθος του αντιπάλου, ρέντα. Πολλές φορές ακούγεται πως αυτοί ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες πίσω από ένα πανέμορφο τέρμα. Ο Σίνισα Μιχαΐλοβιτς και το αριστερό του πάντως, δεν θα μπορούσαν να μπουν σε καμιά τέτοια κουβέντα. Απέκλεισαν αυτό το ενδεχόμενο εκείνο το απόγευμα του 1998 που Λάτσιο και Σαμπντόρια συναντήθηκαν, τότε που ο Σέρβος έκρυψε στα εξάταπά του το χειριστήριο και έστειλε, όχι μία, όχι δύο, αλλά τρεις τηλεκατευθυνόμενες εκτελέσεις φάουλ στα δίχτυα των Γενοβέζων. Ιστορικό επίτευγμα, μέχρι σήμερα είναι ο ένας εκ των δύο που έχουν πετύχει ένα τέτοιο χατ-τρικ στη Serie A. Ακόμα και κάτι τόσο μοναδικό όμως, αποτέλεσε απλά μια ακόμη κορυφή στην καριέρα του.

Μια καριέρα άλλωστε, που άρχισε με τον πιο «χρυσό» τρόπο που θα μπορούσε. Το 1991 σε ηλικία μόλις 22 ετών, κατάφερε να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης. Ο Ερυθρός Αστέρας νικούσε τη Μαρσέιγ στα πέναλτι και κατακτούσε για πρώτη φορά στην ιστορία του το Κύπελλο Πρωταθλητιριών, με τον Μιχαΐλοβιτς να προσθέτει το δικό του σημαντικό λιθαράκι σε αυτή την ανεπανάληπτη επιτυχία. Δύο σεζόν πέρασε στο Βελιγράδι και εκτός από αυτό του Ευρωπαϊκού κατάφερε να προσθέσει στη συλλογή του, δύο πρωταθληματικά μετάλλια κι ένα Διηπειρωτικό.

Οι τίτλοι αυτή αλλά και η παρουσία του στο χορτάρι έγιναν τα διαβατήριά του για τη μεταγραφή στη Λάτσιο και τη λαμπερή ιταλική λίγκα. Στη Ρώμη βρήκε ένα δεύτερο σπίτι στο οποίο και «έζησε» για έξι χρόνια. Εκεί, κατά κύριο λόγο, έγραψε τη δική του ιστορία, εκεί ένιωσε πιο σημαντικός από ποτέ. Άλλωστε την περίοδο που βρέθηκε στη Λάτσιο, η ομάδα κατάφερε να γεμίσει χαμόγελα τη γαλάζια πλευρά της ιταλικής πρωτεύουσας. Κι αυτό γιατί τη συγεκριμένη εξαετία πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα, δύο Κύπελλα, δύο Super Cup και ισάριθμους ευρωπαϊκούς τίτλους, με κορυφαία στιγμή το UEFA του 1999. Κατάφερε να γίνει σημείο αναφοράς και σε διεθνές επίπεδο, αφού μέτρησε με την εθνική Σερβίας/Μαυροβουνίου 63 συμμετοχές, ενώ έπαιξε και στο Μουντιάλ του 1998 και το Euro του 2000. Από το 2004 έως το 2006 αγωνίστηκε στην Ίντερ κι έπειτα «κρέμασε» τα παπούτσια του.

Και το έκανε ως ένας εξαιρετικός παίκτης. Ένας ατρόμητος, σκληρός και μαχητικός αμυντικός του οποίου όλη η κομψότητα κρυβόταν στο μαγικό του αριστερό πόδι. Άλλωστε, μέχρι σήμερα λογίζεται ως ένας από τους κορυφαίους εκτελεστές στημένων φάσεων όλων των εποχών.

Το πάθος του για το ποδόσφαιρο δεν θα μπορούσε να τον αφήσει μακριά από το άθλημα για πολύ καιρό μετά την απόσυρσή του. Προπονητικά, μπορεί να μην έκανε το βήμα παραπάνω, όμως κατάφερε να προπονήσει την εθνική Σερβίας, να βρει μια οικογένεια στην Μπολόνια, όπου πέρασε τέσσερα χρόνια συνολικά και συγκίνησε τον ποδοσφαιρικό πλανήτη με τον αγώνα του, το θάρρος του απέναντι στον εφιάλτη.

image

Σίνισα, πόση ζωή έχεις ζήσει..

Η ζωή του Σίνισα ήταν μια ακόμα από τις αμέτρητες που στιγματίστηκαν ανεπανόρθωτα από τον εμφύλιο πόλεμο. Ο πατέρας του ήταν Σέρβος από τη Βοσνία και η μητέρα του ήταν από την Κροατία, εκεί όπου γεννήθηκε και ο ίδιος, στο Βούκοβαρ, κοντά στα σερβικά σύνορα. Η εθνική ταυτότητα για εκείνον ήταν ανέκαθεν μια περίπλοκη έννοια. Έγινε ακόμα πιο περίπλοκη όταν επέλεξε τη Σέρβικη υπηκοότητα αντί της Κροατικής, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στη μέχρι τότε πατρίδα του.

Όμως οι δυσκολίες που αντιμετώπισε, τα εμπόδια που κλήθηκε να ξεπεράσει ήταν εν τέλει κι αυτά που «έφτιαξαν» έναν τρομερό άνθρωπο. Το 2016 σε συνέντευξή του, παραδέχθηκε πως σε μια συνάντηση που είχαν το 2000 συγχώρησε τον παιδικό του φίλο. Και μπορεί να ακούγεται κάτι απλό, ωστόσο δεν επρόκειτο για έναν τσακωμό για κάποια κοπέλα, δεν υπήρξε κάποια καθημερινή παρεξήγηση μεταξύ δύο αγαπημένων προσώπων. Ο κολλητός του ήταν Κροάτης και μπροστά στα μάτια του Σίνισα έγινε αυτός που ανατίναξε το σπίτι της οικογένειάς του, το πατρικό του.

«Πήρε το όπλο, πήγε μπροστά από μια φωτογραφία μου με το κόκκινο αστέρι και πυροβόλησε την εικόνα μου, οι γονείς μου έπρεπε να παραδοθούν. Μόλις βγήκαν από το σπίτι οι γονείς μου, ο φίλος μου έριξε μια βόμβα και το ανατίναξε», ανέφερε χρόνια μετά. Κι όμως, δεν υπάρχουν λόγια, λέξεις πιο ικανές να περιγράψουν με περιεκτικό τρόπο όλα όσα υπήρξε ο άνθρωπος Μιχαΐλοβιτς, από αυτές που βγήκαν από τα δικά του χείλη.

«Η μητέρα μου ακόμα με κοιτάζει με τα ίδια μάτια όπως όταν ήμουν παιδί. Δεν μιλάει ιταλικά και τα παιδιά μου,δεν μιλανε σερβικα. Αλλά κάθε φορά που έρχεται να μας επισκεφτεί στη Ρώμη και βλέπω πως τα κοιτάζει, καταλαβαίνω ότι η αγάπη δεν χρειάζεται λόγια. Μερικές φορές νομίζω ότι είμαι εκατόν πενήντα χρονών, για όλα όσα έχω ήδη ζήσει. Εφηβεία στη Σερβία, καριέρα και πολλές πόλεις, έξι παιδιά, φτώχεια, επιτυχίες. Πόλεμοι, πληγές, δάκρυα. Σήμερα αν κοιτάξω πίσω μπορώ να πω..Σίνισα, πόση ζωή έχεις ζήσει..».

Αυτά είπε τη στιγμή που χρειαζόταν να φανεί πιο δυνατός από ποτέ, τη στιγμή που ο εμφύλιος πόλεμος, η καταστροφή του πατρικού του δεν έμοιαζαν πια τόσο δύσκολα. Γιατί ένας άλλος εχθρός, πολύ πιο επιθετικός είχε αρχίσει να απειλεί τη ζωή του. Κι ακόμα κι αν αυτή στο τέλος «έσβησε», ο ποδοσφαιρικός κόσμος οφείλει να την κοιτάξει όπως της αξίζει. Με θαυμασμό και υπερηφάνεια για αυτόν τον μοναδικό άνθρωπο, τον μαχητή Σίνισα Μιχαΐλοβιτς.

image

Η μάχη, το θάρρος, αλλά και η κατάρρευση!

Στις τελευταίες φωτογραφίες που είχαν αναρτηθεί στα social media από τη γυναίκα του Μιχαΐλοβιτς είχε αρχίσει να αποτυπώνεται η μεγάλη δυσκολία της... μάχης που έδινε ο Σέρβος προπονητής. Μία... μάχη που είχε αρχίσει να τον... γονατίζει.

«Η αγάπη είναι κάτι που κρατά για πάντα. Είναι κάτι 'αιώνιο'», έγραφε η Αριάνα σε μία από τις πρόσφατες φωτογραφίες που είχε ανεβάσει με τον άντρα της. Όταν η Μπολόνια του είχε δώσει τιμητικά την υπηκοότητα έναν χρόνο πριν, τον μήνα Νοέμβριο, ο Μιχαΐλοβιτς είχε μιλήσει για τη νύχτα της ζωής του. Ο ίδιος έλεγε στους παίκτες του πως «η ζωή πάντα θα έχει προβλήματα. Θα υπάρχουν και τα προβλήματα. Δεν τη ζείτε με το να τα αγνοείτε, αλλά με το να προσπαθείτε να τα ξεπεράσετε κάθε φορά».

Ο Σίνισα πάλεψε με τη λευχαιμία του για ένα μεγάλο διάστημα. Πάλεψε για 4,5 χρόνια και τελικά τον... λύγισε στα 53 του χρόνια. Την εντόπισε για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 2019. Είχε μόλις καταφέρει να κρατήσει κατηγορία τη Μπολόνια. Την είχε στη 10η θέση και ενώ στο τέλος του Γενάρη ήταν με το ένα πόδι στη Serie B. Τι πορεία.

Ένας από τους συνεργάτες του Σέρβου είχε πει τότε: «Ήταν έξι πολύ καλοί μήνες στη Μπολόνια». Η Μπολόνια είχε χαρακτηριστικά που μπορεί να μην ταίριαζαν στον Μιχαΐλοβιτς. Όμως έγινε η πόλη του. Ήταν εκεί από το 2008 μετά τη συμβουλή του Ρομπέρτο Μαντσίνι. Στη Μπολόνια αναδείχθηκε ως προπονητής και εκεί τελείωσε και η πορεία του με αυτήν την οδυνηρή για αυτόν εμπειρία με τη... μάχη του με τη λευχαιμία.

Όταν άρχισε να αντιμετωπίζει το πρόβλημα με τη υγεία του οι διοικούντες τη Μπολόνια ήθελαν να του ζητήσουν να σταματήσει διότι δεν ήθελαν να τον απολύσουν. «Δεν σταματάω. Δεν παραιτούμαι. Εάν θέλετε διώξτε με», απάντησε εκείνος. Ήταν τόσο αποφασιστικός και ξεκάθαρος. Ένας μεγάλος μαχητής. Τελικώς οι δεσμοί Μπολόνια - Μιχαΐλοβιτς παρέμειναν παρότι ο Σέρβος δεν είχε κρύψει ποτέ τη φιλοδοξία του για έναν πιο μεγάλο σύλλογο.

Υπάρχουν στιγμές που δεν θα ξεχαστούν. Στις 25 Αυγούστου του 2019 παρότι οι γιατροί του το είχαν απαγορεύσει έκατσε στον πάγκο με τη Βερόνα. Ήταν ήδη 15 κιλά πιο ελαφρύς από την ασθένειά του.

Και πάλι όμως. Η Μπολόνια θα νικούσε την Ίντερ τον Απρίλιο και θα στερούσε τίτλο στους Νερατζούρι. Και εκείνος να επιδιώκει να είναι στην ομάδα όσο περισσότερο μπορεί εν μέσω των θεραπειών του. Μέχρι και που οπαδοί της ομάδας και ακόμα και οπαδοί της Λάτσιο προσευχήθηκαν για αυτόν ζητώντας τη βοήθεια της Παναγίας από τον ναό του Αγίου Λουκά. Οι οπαδοί που τον επισκέφθηκαν σε δύσκολες στιγμές του και ενώ ήταν εκεί φυσικά και η σύζυγός του.

Το περασμένο καλοκαίρι όταν βγήκε από την κλινική του Sant' Orsola ήθελε να βρεθεί στην καθιερωμένη συνάντηση της ομάδας. Η θερμοκρασία ήταν 35 βαθμοί Κελσίου. Ζήτησε μία καρέκλα, κάθισε στον ίσκιο και άρχισε να μιλάει. Ένας από τους γιατρούς του νόμιζε πως θα κατέρρεε και θα έπεφτε στο έδαφος.

Το φθινόπωρο του 2021 νοίκιασε μία παλιά αγροικία για να γιορτάσει μαζί με φίλους και την οικογένειά του φυσικά αυτό που ο ίδιος έλεγε τα... δεύτερα γενέθλιά του. Και αυτό διότι όπως είπε ο Τζιάνι Μοράντι ήταν σαν να είχε γεννηθεί ξανά μετά τη μεταμόσχευσή του.

Εκείνη την περίοδο ένιωσε πως είχε νικήσει την πιο σκληρή του... μάχη όμως αναγκάστηκε να κάνει και 2ο χειρουργείο. Ο ίδιος είχε πει ότι «δυστυχώς αυτές οι αρρώστιες είναι ύπουλες οι... μπάσταρδες. Αυτή πρέπει να είναι πολύ τολμηρή για να έρχεται να με προκαλεί ξανά». Όμως οι γιατροί ήταν ειλικρινείς και ξεκάθαροι. Οι πιθανότητες να έχει αποτέλεσμα αυτή η επέμβαση ήταν λίγες.

Η Μπολόνια θα τον απέλυε στις αρχές Σεπτεμβρίου μετά από ένα κακό ξεκίνημα της ομάδας. Ο Σίνισα διαφώνησε και ήταν σίγουρος πως μπορεί να αλλάξει τις τύχες της ομάδας. Ο Ιταλοκαναδός πρόεδρος, Τζόει Σαπούτο, είχε μιλήσει τότε για την πιο δύσκολη απόφαση της ζωής του. Λίγες μέρες μετά ο Μιχαϊλοβιτς είχε μιλήσει για το πρόβλημά του σε έναν φίλο του. Του είχε μεταφέρει πως άλλες μέρες πηγαίνει καλά και άλλες όχι και ότι θέλει κουράγιο, χρόνο και τύχη για να τα καταφέρει.

Είχε τονίσει πως κουράγιο έχει και μένει να φανούν τα υπόλοιπα. Η Μπολόνια θρηνεί την απώλειά του. Ήταν ένα δικό της παιδί. Τον αγάπησε πολύ. Μαζί με τη Μπολόνια τον θρηνεί και όλος ο υπόλοιπος κόσμος του ποδοσφαίρου και γενικά ο αθλητικός κόσμος. Μαζί με όσους τον εκτιμούσαν θρηνούν και εκείνοι που τους έδωσε το μήνυμα να μην τα παρατούν ποτέ.