«Old Boy»: Ο «χειμώνας» του Βιβάλντι στην οθόνη!
Όταν είδα αυτή την ταινία… Λάθος ξεκίνημα. Θυμάσαι τι έκανες όταν είδες… Όχι, δεν χρειάζεται απάντηση. Ένα χτύπημα στον τοίχο [κάπως καλύτερα]. Δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, οι γροθιές ματώνουν [ναι, χρειάζεται το αίμα], το χρώμα στον τοίχο ξεφτίζει. Ξύνεις την επιφάνεια και βλέπεις τους αρμούς της φυλακής σου [καλά το πας]. Με ένα κουτάλι διαλύεις το υλικό, σίγα-σιγά, και χτυπάς ξανά. Το τούβλο υποχωρεί και δεν ακούς το ήχο της πρόσκρουσης. Είσαι ψηλά. Βγάζεις το χέρι και αισθάνεσαι την παλάμη σου υγρή. Βρέχει. Δεν ξέρεις τι ώρα είναι. [μας αρέσει η άγνοια]. Δεν ξέρεις ποιο έτος διανύουμε. Το μόνο που γνωρίζεις είναι ο εγκλεισμός και η εκδίκηση. [τέλειο ξεκίνημα. Μη γράψεις τίποτε άλλο]. Στο διάολο οι συμβουλές! Όταν, λοιπόν, είδα αυτή την ταινία μου έπεσε το σαγόνι στο πάτωμα! Όταν είδα αυτή την ταινία ένιωσα τη γροθιά στο στομάχι, κατάλαβα γιατί υπάρχουν και πώς δημιουργούνται τα κλισέ, κατάλαβα ότι αυτό που έβλεπα ήταν κάτι μοναδικό. Όχι, δεν θα μπορούσε ο Ταραντίνο, ο Σπάικ Λι και κανείς άλλος να σκηνοθετήσει αυτό το αριστούργημα. Ο «χειμώνας» από τις «Τέσσερις Εποχές» του Βιβάλντι, αυτός ο δαιμονικός ρυθμός, βρίσκει τον κινηματογραφικό του δαίμονα! Το «Old Boy» είναι ταινιάρα που αξίζει να της δώσουμε ένα σπέσιαλ κείμενο.
Κανείς δεν θα γλιτώσει!
Η αρχή του νήματος βρίσκεται λίγο πριν το φινάλε. Ο πρωταγωνιστής παίρνει το ψαλίδι και κόβει τη γλώσσα του! Το μεγάλο κομμάτι πέφτει στο ρυάκι του δωματίου και η εκδίκηση γίνεται ανεξέλεγκτο, κοφτερό, αστέρι. Πλέον δεν υπάρχει στόχευση, κατεύθυνση, επιδίωξη. Το τσεκούρι (ή το σφυρί αν προτιμάται) έχει φύγει από τα χέρια του Ο Ντα-Σου (Oh Dae-su) και γυρίζει, γυρίζει, γυρίζει! Κανείς δεν είναι ασφαλής, κανείς δεν θα προετοιμάσει τον θάνατο του, κανείς δεν θα γλιτώσει, κανείς! Η κρύα και κοφτερή λάμα της σκληρής ανταπόδοσης θα διαλύσει τον εξωτερικό εχθρό, τους βοηθούς του, τις προθέσεις του, το δεύτερο χτύπημα και θα φτάσει ως την αρχή της πληγής. Δεν υπάρχουν πια γράμματα στην αρχέγονη λέξη, μόνο σχήματα-όπλα που στρέφονται στον εαυτό του θύματος, στον ανυποψίαστο θύτη του παρελθόντος και στον νηφάλιο δράστη του παρόντος. Οι γραμμές του αίματος, τα αποσιωπητικά του, τα αιχμηρά κόμματα του, ο λόγος του, σταματούν με το ηχητικό επιφώνημα. Εκπυρσοκρότηση σε μεταλλικό κουτί και ο ξερός ήχος απλώνεται στη μεγαλούπολη, στα υπόγεια και σε ένα χιονισμένο δάσος. Η εκδίκηση έγινε θυσία, έγινε τραγωδία, η όραση χάθηκε, η ακοή κρεμάστηκε στον αέρα και μόνο το καυτό μελάνι έμεινε για να διηγείται την ιστορία του «Old Boy», της ταινίας που καθόρισε το σύγχρονο σινεμά της Νότιας Κορέας (και όχι μόνο).
Από την ησυχία στο παρατεταμένο χειροκρότημα!
Το κοινό της Νότιας Κορέας θα δει την ταινία στα τέλη Νοέμβρη 2003. O σκηνοθέτης, ο Παρκ Τσαν-Γουκ, ανησυχούσε για τις πωλήσεις. Λέγανε ότι θα απαγορευθεί λόγω της αιμομιξίας και πως θα δεχτεί σφοδρή κριτική. Στα λόγια του δημιουργού προστίθενται αυτά του παραγωγού Σιντ Λιμ ο οποίος αποκαλύπτει πως τη μέρα της δημοσιογραφικής προβολής δεν υπήρξε κανένα χειροκρότημα. Κανείς δεν είπε κουβέντα και όλοι έφυγαν ήσυχα. Παρ’ όλα αυτά, σε δύο μήνες «έκοψε» 3.26 εκατομμύρια εισιτήρια! Έξι μήνες αργότερα θα κερδίσει το «Μεγάλο Βραβείο» στο Φεστιβάλ των Καννών (2004). Πρώτη φορά ταινία από τη Νότια Κορέα λάμβανε τέτοια τιμή. Η στιγμή είναι καθοριστική για το μέλλον του «Old Boy». Μόλις τελείωσε η προβολή στις Κάννες, το κοινό σηκώθηκε και χειροκρότησε θερμά αυτό που είδε. Δεν ήταν το συνηθισμένο χειροκρότημα, αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας διανομής «Finecut». Μπορούσες να καταλάβεις ότι οι θεατές τη λάτρεψαν. Θυμάμαι ότι ήταν παρατεταμένο χειροκρότημα. To Old Boy ανέβασε το επίπεδο του κορεάτικου σινεμά. Οι Κάννες οδήγησαν στην παγκόσμια αναγνώριση και στην οικονομική επιτυχία. Το 2019 έγινε η επανέκδοση του σε 4Κ ανάλυση. Ήταν η καλύτερη αφορμή για να αξιολογηθεί ξανά, να ακουστούν νέες γνώμες και να γραφτούν καινούργιες αναλύσεις. Δυο μήνες μετά την επιτυχία των «Παράσιτων» (του Μπονγκ Τζουν-Χο) στις Κάννες, τονιζόταν ότι τα θεμέλια μπήκαν από το Old Boy. To 2017 οι «nytimes» θα γράψουν για τον σκηνοθέτη: Παρκ Τσαν-Γουκ, ο άνθρωπος που έβαλε το κορεάτικο σινεμά στον κινηματογραφικό χάρτη.
Η ταινία βασίζεται στην ομώνυμη σειρά μάνγκα των Γκάρον Τσουσίγια (κείμενο), Νομπουάκι Μινεσίγκι (εικονογράφηση). Ο παραγωγός, ο Σιντ Λιμ, θυμάται: Ήμουν 31 ετών και βαριόμουν. Μια μέρα αποφάσισα να πάω στο μαγαζί με τα κόμικ. Μου είχε πει ο σεναριογράφος μας, ο Χουάνγκ, πως το γκράφικ νόβελ Old Boy ήταν πολύ καλό. Υπάρχει σε αυτό ένα κάδρο που εστιάζει στο πρόσωπο ενός άντρα. Αυτός έμοιαζε με τον Τσόι Μιν-Σικ. Είδα, λοιπόν, αυτή την εικόνα και σκέφτηκα πως θα ήταν ιδανικός για τον ρόλο. Η ταυτότητα του φιλμ καθορίστηκε από μια σκέψη του Παρκ Τσαν-Γουκ. Ο σκηνοθέτης, όταν γινόταν η συζήτηση για την κατεύθυνση του σεναρίου, σημείωσε πως το ερώτημα που έπρεπε να απαντηθεί ήταν όχι γιατί φυλακίστηκε (σ.σ ο πρωταγωνιστής) αλλά γιατί αφέθηκε ελεύθερος. Πάνω σε αυτή την παρατήρηση αναπτύχθηκε και η ιστορία της αιμομιξίας. Δεν αρκούσε, όμως, η ευθεία προσέγγιση σε αυτό το λεπτό και άβολο θέμα. Οι συντελεστές της ταινίας ήθελαν ο Ο Ντα-Σου να χειραγωγηθεί, να πέσει στην αγκαλιά της Μι-Ντο, -της κόρης του- χωρίς να το ξέρει. Για τον Παρκ αυτό ήταν αδιαπραγμάτευτο. Από την αρχή, ο Παρκ, ο Λιμ και γω, θέλαμε να αναδιαμορφώσουμε το μάνγκα, αναφέρει ο Τσόι Μιν-Σικ. Και συνεχίζει λέγοντας Θυμάμαι τον σκηνοθέτη να τονίζει πως αυτός [Ο Ντα-Σου] δεν ήξερε τι είχε κάνει.
Το καλό τέλος κουβαλά πολλές πληγές
Το «Old Boy» και η εκδίκηση. Η εκδίκηση και το «Old Boy». Σαν παιδικό παραμύθι που κανείς δεν έζησε καλά στο τέλος. Ή μήπως όχι; Ας αναλύσουμε (όσο μπορούμε) την ταινία για να βρούμε την απάντηση. Ένας ασυλλόγιστος έφηβος δεν ήξερε να κρατά το στόμα του κλειστό. Το απύλωτο στόμα οδηγεί τη διαστροφή στα άκρα. Ο πόθος του αδελφού (Γου Τζιν) για τη αδελφή φτάνει, μέσα από τη φήμη, στην περιοχή του τετελεσμένου! Η έφηβη κοπέλα καταλαμβάνεται από την αμείλικτη σκέψη της εγκυμοσύνης. Τη στοιχειώνει, την ορίζει, μέχρι και την κοιλιά της φουσκώνει! Το κρίμα είναι τόσο βαρύ που οδηγεί στην αυτοκτονία! Ο έφηβος μεγαλώνει, αποκτά κόρη και μια μέρα… εξαφανίζεται! Για 15 χρόνια θα μείνει φυλακισμένος σε ένα διαμέρισμα! Θα αφεθεί σκόπιμα ελεύθερος. Από την πρώτη στιγμή ψάχνει εκδίκηση. Θέλει να επιστρέψει τον πόνο που υπέστη. Η γνώση, όμως, προηγείται. Γιατί τιμωρήθηκε τόσο σκληρά; Τι έκανε; Μια κοπέλα, υπάλληλος σε εστιατόριο, τον βοηθά και τον ακολουθεί ως το τέλος. Όσο η ιστορία προχωράει, η εκδίκηση φεύγει από τα χέρια του Ο Ντα-Σου. Η τιμωρία δεν πραγματώνεται σε τέσσερις τοίχους, αλλά στην επανάληψη της ιστορίας. Τώρα, είναι ο Ο Ντα-Σου που έχει υποπέσει στο φρικτό σφάλμα της αιμομιξίας! Ο Γου Τζιν του αποκαλύπτει ότι η Μι Ντο είναι κόρη του! Ο κόσμος του Ο Ντα-Σου καταρρέει. Δεν μπορεί να διανοηθεί ότι η Μι-Ντο θα μάθει την αλήθεια. Για να τον συγχωρήσει ο Γου Τζιν κόβει τη γλώσσα του με ψαλίδι! Η επιθυμία του γίνεται δεκτή. Ο τιμωρός μπαίνει στο ασανσέρ και αυτοκτονεί! Η εκδίκηση που ήθελε ο Ο Ντα-Σου έρχεται, τελικά, από το χέρι του βασανιστή του! Και ενώ όλα δείχνουν ότι η υπόθεση δεν θα έχει καλό τέλος, για κανέναν, ο Παρκ Τσαν-Γουκ κάνει την ανατροπή στην τελευταία σκηνή. Ο δίχως φωνή πια Ο Ντα-Σου βρίσκεται σε ένα χιονισμένο δάσος. Κάθεται σε καρέκλα και συνομιλεί με μια υπνωτίστρια. Της δίνει τη συγκατάθεση του να τον υπνωτίσει, να τον κάνει να ξεχάσει τα πάντα εκτός από την αγάπη του για τη Μι-Ντο. Αυτή τον βρίσκει και τον αγκαλιάζει. Τότε, ένα χαμόγελο διαγράφεται στο πρόσωπο του και ο κόσμος πια γελά μαζί του. Το τέλος, λοιπόν, είναι καλό, απλώς κουβαλά πολλές πληγές.
Κι αν η εκδίκηση είναι ο πυρήνας του έργου, υπάρχουν κι άλλα ζητήματα που αναδεικνύονται. Ο Παρκ Τσαν-Γουκ μας δείχνει πώς έχουμε φυλακίσει τις ζωές μας σε τέσσερις τοίχους. Η τηλεόραση είναι ο κόσμος μας και ένα κουμπί μας κατευθύνει. Έπειτα, είναι το θέμα της μνήμης και ο ρόλος της στον πόνο και στην εκδίκηση. Φυσικά, ο έρωτας που γίνεται ύβρις σχολιάζεται με ύφος αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Και στην εκδίκηση, όμως, υπάρχει το ερώτημα: τι χάνεις και τι κερδίζεις όταν εκδικείσαι; Στην προκειμένη περίπτωση χάνεις τον άνθρωπο μέσα σου και κερδίζεις το έλεος της αγάπης. Γιατί κι αν είμαι χειρότερος από κτήνος δεν αξίζει να ζω;
Οι τέσσερις αξέχαστες σκηνές
Η σκηνή μάχης
Το ξεδόντιασμα
Το κόψιμο της γλώσσας
Το χταπόδι τρώγεται ζωντανό!
*Χρησιμοποιήθηκαν πληροφορίες από το “From Manga to Modern Classic. The Making of Old Boy”[koreanscreen.com]