Λίβερπουλ: Στην Εποχή των Τεράτων
Η μεγάλη Λίβερπουλ του Γιούργκεν Κλοπ, η υπερηχητική αρμάδα που καθήλωσε την Ευρώπη (και) με τις μυθικές κόντρες της απέναντι στην διαστημική Μάντσεστερ Σίτι τα τελευταία πέντε χρόνια δηλώνει μέχρι στιγμής εκκωφαντικά απούσα από τη φετινή σεζόν. Κούραση, τραυματισμοί αλλά και κορεσμός ενός ρόστερ που δεν ανανεώθηκε την στιγμή που έπρεπε φέρνουν τους Κόκκινους στο εξωφρενικό για τα δικά τους στάνταρ -15 από την πρωτοπόρο Άρσεναλ μετά από μόλις 14 αγωνιστικές στην Premier League και μόλις στο +9 από τη Νότιγχαμ Φόρεστ που βρίσκεται στη ζώνη του υποβιβασμού.
Όλες οι ομάδες ολοκληρώνουν κάποια στιγμή τον αγωνιστικό τους κύκλο, όμως ο ρυθμός και η ταχύτητα της αγωνιστικής καθίζησης των Reds προξενεί έκπληξη για μια ομάδα που κέρδισε δύο κύπελλα, έφτασε στον τελικό του Champions League και εξώθησε τη Σίτι στα όριά της στην κούρσα του πρωταθλήματος μόλις την περυσινή χρονιά. Οι λίγοι μήνες που μεσολάβησαν από την περασμένη άνοιξη σίγουρα θα φαντάζουν δεκαετίες για τους φίλους της ομάδας οι οποίοι βλέπουν στο χορτάρι ένα σύνολο που δεδομένα δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν.
Το τι ακριβώς πήγε τόσο στραβά σε τόσο μικρό διάστημα για έναν από τις πιο καλοκουρδισμένους ποδοσφαιρικούς οργανισμούς του πλανήτη παραμένει άλυτο μυστήριο ακόμα και για τους ίδιους τους ιθύνοντες της ομάδας, με τον Κλοπ και το επιτελείο του να δοκιμάζουν διαφορετικές αγωνιστικές προσεγγίσεις στο πρώτο μισό της χρονιάς χωρίς να μπορούν να δώσουν πειστικές απαντήσεις στα προβλήματα που έχουν παρουσιαστεί. Το επίμονο ερώτημα όμως παραμένει: πρέπει να αποχαιρετήσουμε για πάντα την κόκκινη αρμάδα όπως την ξέραμε μέχρι το περασμένο καλοκαίρι ή οι τελευταίοι μήνες αποτελούν απλώς μια κακή παρένθεση στην κατά τα άλλα αψεγάδιαστη εικόνα των κυπελλούχων Αγγλίας;
Τη διέλυσε το κυνήγι του Quadrable, την αποτελείωσε η έλλειψη επενδύσεων
Ο επίδοξος ερευνητής των κακώς κειμένων της φετινής Λίβερπουλ δεν γίνεται να μην ξεκινήσει την έκθεσή του από τα πεπραγμένα των προηγούμενων χρόνων στο Κόκκινο Λιμάνι, και ιδιαίτερα της περσινής σεζόν κατά την οποία η ομάδα του Κλοπ αγωνίστηκε σε όλα τα διαθέσιμα παιχνίδια στα οποία δύναται να λάβει μέρος ένας αγγλικός σύλλογος.
63 ματς ήταν ο τελικός απολογισμός για τους ποδοσφαιριστές των Κόκκινων, χωρίς μάλιστα να προσμετράται η επιβάρυνσή τους από την συμμετοχή στις υποχρεώσεις με τις εθνικές τους ομάδες, απολογισμός που προκύπτει από τις πορείες μέχρι την κατάκτηση του FA Cup και του Carabao Cup και τον χαμένο τελικό του Champions League από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Το δε ρόστερ της ομάδας δεν διέθετε την πληθώρα λύσεων που ενδεχομένως απολαμβάνουν άλλα κλαμπ και ούτε χαρακτηρίζεται από χαμηλό μέσο όρο ηλικίας (4ος μεγαλύτερος στο φετινό πρωτάθλημα).
Τα παραπάνω εξηγούν με αρκετά άμεσο τρόπο το κυριότερο ψεγάδι της φετινής Λίβερπουλ: οι ποδοσφαιριστές της (τουλάχιστον όσοι εξ' αυτών είναι υγιείς) βρίσκονται σε απελπιστική αγωνιστική κατάσταση. Το ρόστερ δεν ήταν αρκετά μεγάλο ή αρκετά νεανικό για να διαχειριστεί τον περσινό μαραθώνιο, η χρονικά περιορισμένη καλοκαιρινή προετοιμασία δεν βοήθησε στην αποθεραπεία και φυσικά η ανανέωση για την οποία ακούγονται όλο και περισσότεροι ψίθυροι γύρω από το «Άνφιλντ» δεν πραγματοποιήθηκε ούτε το φετινό καλοκαίρι.
Το πρόβλημα του «κοντού» ρόστερ δεν είναι βέβαια καινούριο, αφού είχε φανεί ακόμα εντονότερα την σεζόν 2020-21, όταν η κρίση τραυματισμών στο «Άνφιλντ» ανάγκασε ελάχιστους ποδοσφαιριστές να επιβαρυνθούν πολύ περισσότερο από όσο άντεχαν τα σώματά τους. Ορισμένοι μάλιστα δεν έχουν καταφέρει να βρουν ουσιαστικό χρόνο ξεκούρασης από τότε ελλείψει εναλλακτικών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Τρεντ Αλεξάντερ-Άρνολντ που μετά από τέσσερις σεζόν χωρίς ανάσα βρίσκεται φέτος στην χειρότερη ατομική κατάσταση της καριέρας του.
Το ρόστερ «φωνάζει» για φρέσκα πόδια και άφθαρτες ιδέες για να αποκτήσει και πάλι την χαρακτηριστική του ζωντάνια. Οι σημαντικότεροι ποδοσφαιριστές του βρίσκονται στο τέλος της ακμής τους ή ακόμα και στην αρχή της κάμψης τους, έχοντας καταθέσει στο γήπεδο πολλές φορές και «την ψυχή τους» αν λάβουμε υπόψη τα επίπεδα ενέργειας που απαιτεί η φιλοσοφία του Κλοπ. Πέρα από τον Τζέιμς Μίλνερ στα 36 και τον Τζόρνταν Χέντερσον στα 32, υπάρχουν και οι Τιάγκο-Φαν Ντάικ-Μάτιπ-Φιρμίνο στα 31 και οι Σαλάχ-Άλισον στα 30 με τον Φαμπίνιο στα 29. Η ανανέωση ξεκίνησε με τον Νούνιες στα 23 και τον Κονατέ επίσης στα 23, όμως έχει μείνει πολύ πίσω στον χώρο που αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της τωρινής έκδοσης των Κόκκινων.
Πράγματι, το κέντρο των φιναλίστ του Champions League έγινε αντικείμενο συζήτησης το περασμένο καλοκαίρι με τον Κλοπ να υπερασπίζεται τις διαθέσιμες επιλογές του δηλώνοντας πως δεν χρειάζεται ποδοσφαιριστή στον συγκεκριμένο χώρο, παρότι η Λίβερπουλ είχε προσπαθήσει να ντύσει στα κόκκινα τον Ορελιέν Τσουαμενί που κατέληξε στη Ρεάλ.
Λίγες μέρες πριν την λήξη του παραθύρου ο Γερμανός έκανε στροφή 180 μοιρών παραδεχόμενος το λάθος του, όμως ο υπολειπόμενος χρόνος ήταν λιγοστός και έτσι η Λίβερπουλ αρκέστηκε στον δανεισμό του ανενεργού και ανέτοιμου Αρτούρ Μέλο από τη Γιουβέντους. Έχοντας καταλάβει το λάθος τους οι Κόκκινοι έχουν επικεντρώσει πια όλες τους τις δυνάμεις στην προσπάθεια απόσπασης της υπογραφής του Τζουντ Μπέλινγκχαμ, ενώ κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου Κυπέλλου συνδέθηκαν και με το όνομα του Έντσο Φερνάντες της Μπενφίκα.
Μια ομάδα χωρίς ταυτότητα και η Εποχή των Τεράτων
Στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες, ο Πεπ Λάιντερς επαναλαμβάνει αμέτρητες φορές με θρησκευτική ευλάβεια την φράση «intensity is our identity», δηλαδή «η ένταση είναι η ταυτότητά μας». Το «δεξί χέρι» του Γιούργκεν Κλοπ ουσιαστικά κατέγραψε σε βιβλίο τις σημειώσεις του για την περσινή χρονιά των Ρεντς θέλοντας να φέρει τον κόσμο της ομάδας ένα βήμα πιο κοντά στην καθημερινότητα του αγωνιστικού τμήματος αλλά και τις σκέψεις του προπονητικού επιτελείου ενός εκ των σημαντικότερων κλαμπ στον κόσμο.
Πράγματι, η ρήση του για την ένταση της ομάδας που προπονεί επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα: το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό έκανε την Λίβερπουλ να ξεχωρίσει, αυτό αποτέλεσε την «μαγιά» για να χτιστεί η υπερομάδα του Κλοπ και όσο και αν εξελισσόταν ή διαφοροποιούνταν το αγωνιστικό προφίλ των Κόκκινων κατά τη διάρκεια των χρόνων, η ένταση και η ενέργεια ήταν πάντα αναπόσπαστα κομμάτια της αγωνιστικής τους φιλοσοφίας.
Αν όμως η ένταση και η ενέργεια είναι η ταυτότητα της Λίβερπουλ, τότε τι συμβαίνει όταν οι ποδοσφαιριστές της δεν μπορούν να αποδώσουν στα αθλητικά επίπεδα του παρελθόντος; Πολύ απλά, η ομάδα χάνει την ταυτότητά της και φυσικά καλείται να υιοθετήσει μια νέα ταυτότητα υπό πίεση χρόνου ώστε να μην πετάξει την χρονιά στα σκουπίδια. Την περυσινή σεζόν η Λίβερπουλ κατέγραψε 443 high turnovers, δηλαδή 443 κλεψίματα σε απόσταση μικρότερη ή ίση των 40 μέτρων από την αντίπαλη εστία. Δεν ήταν απλά πρώτη στην Premier League, αλλά είχε απόσταση 65 τέτοιων κλεψιμάτων από τη δεύτερη Μάντσεστερ Σίτι. Φέτος η ομάδα του Κλοπ βρίσκεται στην όγδοη θέση της σχετικής λίστας...
Ο Γερμανός ξεκίνησε μάλιστα το καλοκαίρι την διαδικασία μετατροπής του αγωνιστικού πλάνου της Λίβερπουλ, αφού τότε συντελέστηκε και μία μεγάλη αλλαγή στο ρόστερ της ομάδας. Τα έξι χρόνια του Σαντιό Μανέ στο «Άνφιλντ» έφτασαν στο τέλος τους και ο Σενεγαλέζος έδωσε ουσιαστικά την σκυτάλη στον 22χρονο Ντάργουιν Νούνιες της Μπενφίκα.
Μοιραία ο Κλοπ ήθελε να επικεντρώσει το επιθετικό βάρος στην κορυφή της επίθεσης για να αξιοποιήσει τον νεοφερμένο Ουρουγουανό, όμως αποδείχθηκε πως ούτε η Λίβερπουλ ήταν προετοιμασμένη να μετατοπίσει τον μεγαλύτερο φόρτο των τελικών της προσπαθειών στον άξονα, ούτε ο Νούνιες ήταν έτοιμος να αποδώσει ευθύς αμέσως σε ένα πρατάθλημα εντελώς διαφορετικών απαιτήσεων από το πορτογαλικό. Κάπως έτσι φτάσαμε στην «εποχή των τεράτων» πάνω από την κόκκινη πλευρά του Μέρσεϊσαϊντ, την εποχή που κατά τον Αντόνιο Γκράμσι «ο παλιός κόσμος πεθαίνει και ο νέος πασχίζει να γεννηθεί».
Η στελεχιακή και ιδιοκτησιακή αβεβαιότητα «φρενάρουν» την εξέλιξη που δεν μπορεί να περιμένει
Και ενώ η Λίβερπουλ βρίσκεται στο κρισιμότερο αγωνιστικό σταυροδρόμι της εποχής Κλοπ, ταυτόχρονα το διοικητικό αλλά και ιδιοκτησιακό της μέλλον παραμένει ανοιχτό. Όταν το περασμένο καλοκαίρι ο απόλυτα επιτυχημένος αθλητικός διευθυντής Μάικλ Έντουαρντς αποχώρησε από την θέση του μετά από 6 χρόνια αναζητώντας ένα διάλειμμα από το ποδόσφαιρο, η αντικατάστασή του από τον μέχρι πρότινος βοηθό του Τζούλιαν Γουόρντ έμοιαζε μια τελείως φυσική διαδικασία.
Κανείς δεν περίμενε όμως ότι ο ίδιος ο Γουόρντ θα άφηνε με την σειρά του την θέση ελάχιστους μήνες αργότερα, και σίγουρα κανείς δεν περίμενε ότι θα συμπαρέσυρε στην έξοδο και τον επικεφαλής του τμήματος data του συλλόγου, Ίαν Γκρέιαμ. Ο Γκρέιαμ ουσιαστικά αποτελούσε τα τελευταία δέκα χρόνια τον υλοποιητή του σχεδίου των ιδιοκτητών και του αθλητικού διευθυντή για «έξυπνο» σκάουτινγκ ποδοσφαιριστών βασισμένο σε μεγάλο όγκο δεδομένων τα οποία εκτός από τις μεταγραφές αξιοποιούνται για την βελτίωση του τρόπου προπόνησης/αποθεραπείας αλλά και του τακτικού σχεδίου της ομάδας.
Φαίνεται ότι πλέον υπάρχει η παραδοχή στις τάξεις της ομάδας σχετικά με την ανάγκη ανανέωσης, όμως η διάθεση για μεγάλες επενδύσεις εξακολουθεί να αμφισβητείται. Η «σφιχτή» οικονομική πολιτική της FSG -ιδιοκτήτριας εταιρείας των Ρεντς- φέρνει την Λίβερπουλ μόλις στην ένατη θέση σε καθαρά έξοδα την τελευταία δεκαετία ανάμεσα στις ομάδες της Premier League, με ποσό ανάλογο με αυτό της Άστον Βίλα και μικρότερο από των Γουέστ Χαμ, Έβερτον και Νιουκάστλ. Προφανώς η μακροχρόνια έλλειψη επενδύσεων έχει αντισταθμιστεί από το απόλυτα επιτυχημένο μοντέλο των μεταγραφών όμως και το ίδιο το μοντέλο βρίσκεται προς ώρας στον αέρα αφού σιγά-σιγά αποχωρούν όλα τα μέλη που το στελέχωναν. Ακόμα το ίδιο το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ομάδας τίθεται εν αμφιβόλω με την FSG να αναζητά δημόσια από στρατηγικούς «συμπαίκτες» που θα την βοηθήσουν στην χρηματοδότηση του αγωνιστικού τμήματος μέχρι αγοραστές του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών του κλαμπ.
Η έλλειψη χρηματοδότησης δημιουργούσε προβλήματα ακόμα και στα χρόνια της ακμής της ομάδας, όταν κατάφερνε ξανά και ξανά να εξωθεί στα άκρα την εξαιρετική αλλά και εκτός οικονομικού ανταγωνισμού Μάντσεστερ Σίτι, όμως πλέον μπορεί να αποδειχθεί καταστροφική. Η απομάκρυνση από το μοντέλο της εύρεσης αξίας εκεί που δεν εντοπίζεται εύκολα (τα λεγόμενα «λαβράκια»: Μανέ, Σαλάχ, Ρόμπερτσον κ.ά.) σε συνδυασμό με την χαμηλή χρηματοδότηση και τον αγωνιστικό και ηλικιακό κορεσμό του σημερινού συνόλου αποτελούν έναν επικίνδυνο συνδυασμό που μπορεί πολύ εύκολα να γκρεμίσει τα όσα πανέμορφα χτίστηκαν στο Άνφιλντ την τελευταία επταετία.
Ο Κλοπ έχει δηλώσει ότι θα παραμείνει στην θέση του υπό οποιοδήποτε ιδιοκτησιακό καθεστώς εφόσον νιώθει πως είναι επιθυμητός από την όποια νέα διοίκηση και αυτό δεδομένα προσδίδει μια ασφάλεια στους φίλους της ομάδας, όμως το μυστικό της επιτυχίας της Λίβερπουλ ήταν η άριστη γνώση διαφόρων στελεχών γύρω από το ξεχωριστό αντικείμενό τους και η αγαστή μεταξύ τους συνεργασία, και όχι η αρχή του ενός πανίσχυρου ποδοσφαιρανθρώπου που είχε λόγο επί παντός επιστητού.
Η Λίβερπουλ όπως την γνωρίσαμε μέσα από την υπέροχη δουλειά του Γιούργκεν Κλοπ δεν έχει πεθάνει ακόμα. Δεν βρίσκεται στα πρώτα της νιάτα, δεν έχει πια τον ενθουσιασμό του έφηβου που δεν λογαριάζει τίποτα και με την ορμή του διαλύει κάθε εμπόδιo κυνηγώντας τα όνειρά του, έχει όμως εμπειρία και αρκετή βενζίνη ακόμα στο ρεζερβουάρ της πριν πουλήσει το τομάρι της. Χρειάζεται όμως να μάθει να κερδίζει χωρίς να πρέπει να αγωνιστεί στο 110% των δυνάμεών της, πρέπει να αρχίσει να παίρνει νίκες κάνοντας διαχείριση δυνάμεων και όχι με το γκάζι κολλημένο στο πάτωμα.
Ο στόχος της τετράδας και της συμμετοχής στο επόμενο Champions League είναι απόλυτα εφικτός για την ομάδα του Λιμανιού που ήδη πριν την διακοπή είχε αρχίσει να βελτιώνεται, όμως για να επιστρέψει στην απόλυτη ελίτ της Ευρώπης το καλοκαίρι θα πρέπει να ληφθούν σκληρές αποφάσεις, ενδεχομένως να χωρίσουν οι δρόμοι της με ποδοσφαιριστές που είναι ήδη θρύλοι του συλλόγου όμως έδωσαν όσα είχαν να προσφέρουν και φυσικά θα χρειαστούν γενναίες επενδύσεις ώστε να χτιστεί και πάλι μία ομάδα-φόβητρο ακόμα και για τα κορυφαία κλαμπ της ηπείρου.