Ρόμα: Η συμπυκνωμένη ευτυχία στο Scudetto του 2001
«Τα τοιχώματα της κατσαρόλας λένε την αλήθεια, πρέπει πάνω τους να φέρουν τα αποτυπώματα της κόκκινης σάλτσας». Οι ιταλίδες γιαγιάδες κηρύττουν τον απαράβατο κανόνα τους, όσο τα ανυπόμονα εγγόνια τους τις ρωτούν πότε θα είναι έτοιμο το φαγητό. Για να είναι έτοιμη όμως η σάλτσα ντομάτας, βλέπετε, πρέπει να έχει συμπυκνωθεί αρκετά. Τόσο ώστε οι χυμοί της να αφήνουν τους λεκέδες τους στην πλαϊνή επιφάνεια της κατσαρόλας, όσο εκείνη «κατεβαίνει», με την περιττή υγρασία να εξατμίζεται και να αφήνει πίσω της ένα παχύρευστο πεντανόστιμο αποτέλεσμα. Με το κατέβασμα αυτό - ρεντιξιόν το αποκαλούν στις υψηλές κουζίνες - η γεύση παγιδεύεται, εξασφαλίζεται πως μερικές κουταλιές αυτής της σάλτσας θα είναι πολύ πιο έντονες, πολύ πιο νόστιμες από ένα ολόκληρο καζάνι μιας νερουλής απομίμησης. Είναι απλό στα αλήθεια. Όσο συμπυκνώνεται, όσο η ποσότητά της μειώνεται, η γεύση της κορυφώνεται.
Στη Ρώμη ξέρουν τη συνταγή, ξέρουν να εκτιμούν την ένταση, τις λίγες σωστές κουταλιές, είναι εντάξει με το να θυσιάζουν τη ποσότητα. Και η εκτίμηση αυτή μερικές φορές αφήνει τις κουζίνες, ταξιδεύει στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, εκεί όπου τα επίσης συμπυκνωμένα, σχεδόν καταπιεσμένα συναισθήματα, δεν εκρήγνυνται συχνά, μα όταν το κάνουν, είναι εκκωφαντικά.
Κάτι τέτοιο έγινε και το 2001, στο τελευταίο πρωτάθλημα της Ρόμα, που κερδίζει τους νέους ύμνους της στήλης «Τα καλύτερά τους χρόνια» του Gazzetta. Η μοναδικότητα της στιγμής, στις καρδιές των φίλων των Τζαλορόσι κέρδισε τα υπέρλαμπρα παλμαρέ των αντιπάλων, όπως ακριβώς θα έκαναν και λίγες αλλά πεντανόστιμες κουταλιές μιας σωστής παραδοσιακής γιαγιαδίστικης σάλτσας ντομάτας.
Μέχρι σήμερα, αυτές που γεύτηκαν όλοι στην πορφυρόχρυση πλευρά της αιώνιας πόλης πριν 22 χρόνια είναι και οι τελευταίες τους. Το πρώτο και τελευταίο Scudetto του Capitano Φραντσέσκο Τότι, του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα. Το πρώτο και τελευταίο Scudetto της Ρόμα στον 21ο αιώνα. Ευτυχία μοναδική, συμπυκνωμένη. Και άρα πιο έντονη, πιο σπουδαία.
Από τον Ζέμαν στον Καπέλο και από εκεί στην ελπίδα
Λένε πως τα δεσμά του παρελθόντος είναι αυτά που συχνά δεν αφήνουν περιθώρια απεγκλωβισμού, που φυλακίζουν τους κρατούμενούς τους με τρόπο ανελέητο, καταδικάζοντάς τους να ζουν στο, συχνά ένδοξο, «χθες». Κάτι τέτοιο ήταν και για τη Ρόμα η δεκαετία του '90. Το λυτρωτικό πρωτάθλημα του 1983, το δεύτερο στην ιστορία του συλλόγου, συνοδεύτηκε από πέντε Κύπελλα μεταξύ του 1980 και του 1991, αλλά και μια πικρή ήττα στα πέναλτι κόντρα στη Λίβερπουλ στον τελικό του Πρωταθλητριών το 1984. Οι υψηλές πτήσεις των προηγούμενων χρόνων λοιπόν, έκαναν τα nineties να φαντάζουν πολύ πιο χλωμά, με την κάμψη των Τζαλορόσι να είναι εμφανής.
Κάπως έτσι, ο Φραντσέσκο Σένσι, ο πρόεδρος της ομάδας, βλέποντάς τη να έχει βγει για τα καλά από το μονοπάτι των επιτυχιών, θέλησε να ταράξει τα νερά. Και αυτό ακριβώς έκανε, προχωρώντας το 1997 στην πρόσληψη του Ζντένεκ Ζέμαν. Ο Τσέχος, από την πλευρά του, εθισμένος στο κάπνισμα και το... επιθετικό ποδόσφαιρο, έψαξε στην αναγέννηση της Ρόμα την εκδίκησή του μετά την απόλυσή του από την άσπονδη εχθρό Λάτσιο. Αλήθεια είναι πως ποτέ δεν κατάφερε να ολοκληρώσει το έργο του με τον ιδανικό τρόπο, αποχωρώντας από τη Ρώμη το 1999 εν μέσω μεγάλης έντασης, όμως επίσης αλήθεια είναι πως ήταν ο πρώτος που μπόρεσε να... στρίψει λίγο το τιμόνι, βάζοντας το καράβι των Τζαλορόσι σε μια νέα ρότα.
Και το επόμενο χέρι που άγγιξε το πορφυρόχρυσο πηδάλιο ήταν το εκλεκτό. Ο Φάμπιο Καπέλο, έχοντας κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα τα προηγούμενα επτά χρόνια με Μίλαν και Ρεάλ Μαδρίτης, είπε «ναι» στην πρόκληση του να οδηγήσει έναν λιγότερο «δυνατό» στη δόξα. Το καλοκαίρι του 1999 συμφώνησε με τον Σένσι, και αυτόματα οι ώμοι του κλήθηκαν να κουβαλήσουν τα βάρη των φιλοδοξιών εκατοντάδων χιλιάδων φιλάθλων.
Λίγους μήνες μετά βέβαια, οι ίδιοι φίλαθλοι βρέθηκαν στα... ποδοσφαιρικά τάρταρα, όχι τόσο επειδή είδαν τη δική τους ομάδα να τερματίζει στην 6η θέση, αλλά επειδή την ίδια στιγμή η μισητή συμπολίτισσα Λάτσιο κατάφερε να ανέβει στην κορυφή της Ιταλίας, σκορπίζοντας το γαλάζιο και το λευκό στην πόλη τους. Στις ρωγμές της λύπης και του εκνευρισμού ωστόσο, φαινόταν έστω και αχνά πως αυτό που όλοι οι Τζαλορόσι ποθούσαν δεν ήταν και τόσο μακριά. Ίσως τελικά να ήταν μόνο ένα κομμάτι αυτό που έλειπε από το παζλ.
«Πότε έρχεται ο Μπάτι;»
Στη Ρώμη, μαζί με τον Καπέλο είχε προσγειωθεί και ο Φράνκο Μπαλντίνι για να γεμίσει το πόστο του αθλητικού διεθυντή. Ο Ιταλός κόουτς μετά την πρώτη του σεζόν είχε καταλάβει πως οι Μοντέλα και Ντελβέκιο μπορούσαν να είναι εξαιρετικά χρήσιμοι στην κορυφή της επίθεσης, όμως όχι κομβικοί. Ήταν κάτι άλλο αυτό που πραγματικά χρειαζόταν η ομάδα και οι δυο τους θα φρόντιζαν να το αποκτήσει.
Όλα, λοιπόν, ξεκίνησαν από ένα αθώο, φαινομενικά, δείπνο και μια σχεδόν ιερόσυλη σκέψη. Άλλωστε, σε εκείνο το τραπέζι, οι Καπέλο και Μπαλντίνι κάθισαν πλάι στον αρχισυντάκτη της ρωμαϊκής «Corriere dello Sport», Μάριο Σκοντσέρτι, με στόχο να κάνουν το πρώτο βήμα της... απόσπασης του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα από την αγαπημένη του Φιορεντίνα. Ο τίτλος του επόμενου πρωινού, αν και δεν περιείχε την παραμικρή δόση αλήθειας, συνετάραξε την ιταλική πρωτεύουσα. «Ο Μπάτι έρχεται στη Ρώμη», διάβαζαν ενθουσιασμένοι οι φίλοι των Τζαλορόσι που πίστευαν πως έβλεπαν την ομάδα τους να αποκτά τον πιο «φονικό» επιθετικό της λίγκας και να απαντά στη μεταγραφή του Κρέσπο στη Λάτσιο.
Όλοι συζητούσαν για τις ανεπανάληπτες συνεργασίες που θα ευλογούσαν τα μάτια τους μέσω των μαγικών ποδιών του Τότι και του Μπατιστούτα, όμως οι μέρες περνούσαν με τις εξελίξεις στην υπόθεση να αγνοούνται. Σύντομα, ο κόσμος τάχθηκε κατά του Σένσι, θεωρώντας πως εκείνος είναι ο υπαίτιος της στασιμότητας της μεταγραφής. Ξαφνικά, χάρη στην πανούργα συνεργασία των Καπέλο και Μπαλντίνι με την «Corriere dello Sport», ο πρόεδρος της Ρόμα βρέθηκε σε αδιέξοδο, όντας σχεδόν μισητός από τους φίλους της ομάδας του, που γεμάτοι αγωνία αναρωτιούνταν: «Πότε έρχεται ο Μπάτι;»
Η υπερηφάνεια του Σένσι δεν του άφησε επιλογή και η τσέπη του εμφάνισε τα 36 εκατομμύρια ευρώ που έδωσαν λίγο οξυγόνο στη βουτηγμένη στα οικονομικά προβλήματα Φιορεντίνα, η οποία αποχαιρέτησε το μεγάλο της αστέρι. Ο Μπατιστούτα έφτασε στην αιώνια πόλη και λατρεύτηκε από την πρώτη στιγμή από τους φίλους της Ρόμα, που σε πολύ λίγο καιρό θα έβλεπαν τα μαγικά που ονειρεύτηκαν ανάμεσα στον Τότι και τον Μπατιγκόλ να γεμίζουν στην πραγματικότητα το χορτάρι του «Ολίμπικο».
Τα 2-2 πριν τον τίτλο
Πλέον όλα τα κομμάτια ήταν εκεί, έτοιμα να διαπρέψουν. Μετά από δύο μεταγραφικές περιόδους, ο Καπέλο είχε στα χέρια του όσα χρειαζόταν για να οδηγήσει τη Ρόμα στην κορυφή και το δικό του 3-4-1-2 ήταν αυτό μπορούσε να εγγυηθεί την επιτυχία. Τα τρία στόπερ θωράκιζαν την άμυνα, την ώρα που οι Καφού και Καντέλα δεν άφηναν σπιθαμή απάτητη στη δεξιά και την αριστερή πτέρυγα αντίστοιχα. Τζανέτι και Τομάσι στα χαφ διασφάλιζαν την ομαλή λειτουργία, προσφέροντας σε εκείνον, στο «1», στον μαγικό Τότι, τη δυνατότητα να πασπαλίσει το γήπεδο με την αστερόσκονή του χωρίς να έχει άλλες έγνοιες. Ο Μπατιγκόλ πάντα στην αιχμή του δόρατος και στο πλάι του ένας εκ των Μοντέλα και Ντελβέκιο. Τώρα ναι, η Ρόμα ήταν έτοιμη.
Η Τζαλορόσα μηχανή ξεκίνησε να δουλεύει σε υψηλούς ρυθμούς από την πρώτη αγωνιστική του πρωταθλήματος. Τα πάντα λειτουργούσαν σχεδόν τέλεια, γεμίζοντας με πίστη τα πνευμόνια ακόμη και των πιο απαισιόδοξων οπαδών. Ο Τότι έκοβε και έραβε, ο Μπατιστούτα «πυροβολούσε» με τον Μοντέλα να ακολουθεί τον χορό του και ο Καφού έδινε μια νέα ερμηνεία στη θέση του μπακ. Μετά από παιχνίδια που η Ρόμα πήρε νίκες που άλλοτε δεν θα έπαιρνε, ο Capitano Φραντσέσκο συχνά αναφερόταν στο πεπρωμένο της. Και πράγματι το άστρο της φαινόταν να λάμπει όσο ποτέ, όμως μια δυάδα κρίσιμων ντέρμπι λίγο πριν την τελευταία στροφή της Serie A απειλούσε να το σβήσει μια και καλή.
Η 27η αγωνιστική βρήκε την ομάδα του Καπέλο στην κορυφή του πρωταθλήματος, έξι βαθμούς μπροστά από τη Γιουβέντους και επτά από τη Λάτσιο, τις έτερες διεκδικήτριες του τίτλου. Τα δύο επόμενα ματς των Τζαλορόσι θα τους έφερναν αντιμέτωπους με τους δυο μεγάλους αντιπάλους τους. Αναμετρήσεις ικανές να κρίνουν τα πάντα. Στην πρώτη εξ αυτών, η Λάτσιο «έσβησε» τα γκολ των Μπατιστούτα και Ντελβέκιο στα τελευταία 12 λεπτά παγώνοντας τους τυπικά γηπεδούχους. Όμως μια εβδομάδα αργότερα η Ρόμα χάρη στους Νακάτα και Μοντέλα έκανε ακριβώς το ίδιο στην έδρα της Γιουβέντους, με τα δύο 2-2 να κρατούν τους διώκτες της σε απόσταση ασφαλείας.
Πέντε ματς πριν την απόλυτη δόξα η πίεση ήταν μεγάλη, βάραινε τους ώμους της Ρόμα, η οποία μένοντας στην ισοπαλία απέναντι σε Μίλαν και Νάπολι άφησε τα πάντα ανοιχτά εν όψει της τελευταίας αγωνιστικής. Θα αντιμετώπιζε την Πάρμα στο «Ολίμπικο», με νίκη θα «σκότωνε» τα όνειρα της Γιουβέντους και της Λάτσιο, που βρίσκονταν πλέον δύο και τρεις βαθμούς πίσω της, και θα ζούσε ξανά μετά από 18 χρόνια το δικό της όνειρο. Απέμενε μόλις μια νίκη.
Το γκολ της ζωής του
«Ξέραμε πως έπρεπε να κερδίσουμε. Μετά το πρώτο μισάωρο δεν υπήρχε σκορ. Μέσα στο άγχος που χτιζόταν αλλά ακόμα δεν είχε εκραγεί, τότε γεννήθηκε το γκολ της ζωής μου. Δεν ήταν το πιο όμορφο - όσο ωραίο κι αν ήταν - αλλά αυτό που ένιωσα στην καρδιά μου εκείνη τη στιγμή μπορεί να συγκριθεί μόνο με τη γέννηση των παιδιών μου», γράφει αρχικά.
«Έπιασα το κατάλληλο μονοκόμματο σουτ με το δεξί, στέλνοντας την μπάλα στη γωνία που ο Μπουφόν είχε μόλις αφήσει για να καλύψει το υπόλοιπο τέρμα. Επέλεξα το σωστό σημείο, σαν να ένα καλοχτυπημένο πέναλτι. Αυτό ήταν. Το γκολ της ζωής μου. Ήμουν ο σκόρερ του 1-0 την πιο σημαντική Κυριακή της ιστορίας μας», προσθέτει στη συνέχεια.
«Φυσικά, δεν μπορώ να θυμηθώ ακριβώς την αίσθηση εκείνης της στιγμής. Είναι αδύνατον. Είναι μια τόσο εκτυφλωτική λάμψη που δεν μπορείς παρά να την κοιτάξεις και να την απολαύσεις για πάντα. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν μια κραυγή αρμονική με κάθε άλλον στο "Ολίμπικο. Χαμογελούσα όσο έβγαζα την μπλούζα μου, πηδώντας πάνω από τη διαφημιστική πινακίδα για να συναντήσω την Curva Sud, όπως της είχα υποσχεθεί. Όχι εκείνη την εβδομάδα, αλλά πολύ νωρίτερα: Τη μέρα που, ακόμα παιδάκι, έφτασα στη Ρώμη», λέει και κλείνει.
Δεν υπάρχουν, δεν πρόκειται πότε να υπάρξουν λέξεις πιο κατάλληλες ή χείλη πιο κατάλληλα για να δώσουν την αληθινή εικόνα εκείνης της κατάκτησης. Ο Φραντσέσκο Τότι, ο αρχηγός της Ρόμα εκείνη και τόσες άλλες αμέτρητες Κυριακές, γράφει για το γκολ της ζωής του στην αυτοβιογραφία του με τίτλο: «The Gladiator». Τι άλλο να προσθέσει κανείς που να έχει αξία; Εκείνη η σουτάρα που σχεδόν έσκισε τα δίχτυα της Πάρμα, μια ανεπανάληπτη κορυφή σε μια μοναδική καριέρα. Το πρώτο, το πιο σημαντικό βήμα της ανάβασης της Ρόμα στην κορυφή της Ιταλίας.
Συμπυκνωμένη ευτυχία
Η μπάλα κινείται με απελπιστικά χαμηλή ταχύτητα πάνω στο χορτάρι του «Ολίμπικο», μεταφέρεται υπομονετικά από τους παίκτες της Ρόμα, όσο τα εξουθενωμένα από τον καλοκαιρινό ρωμαϊκό ήλιο κορμιά των παικτών της Πάρμα απλά προσποιούνται πως την κυνηγούν. Τα πάντα έχουν κριθεί. Οι Μοντέλα και Μπατιστούτα πλέον κάνουν παρέα στον Τότι στον πίνακα των σκόρερ, το 3-1 των Τζαλορόσι έχει γραφτεί και στην πραγματικότητα τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Τα πάντα στο χορτάρι φαίνεται να κινούνται βασανιστικά αργά.
Στις εξέδρες όμως, οι πορφυρόχρυσες καρδιές χτυπούν πιο δυνατά, πιο γρήγορα από ποτέ, χάνοντας χτύπους, μετρώντας αντίστροφα για το τελευταίο λυτρωτικό σφύριγμα. Κάπου, το μέτρημα χάνεται, η ασύγκριτη δίψα των φιλάθλων, η μεθύσμενη χαρά τους τούς σπρώχνει προς τον αγωνιστικό χώρο λίγα λεπτά πριν τη λήξη. Τα κύματα συναισθημάτων δεν συγκρατούνται, δεν υπάρχει τείχος που να μη μπορούν να διαλύσουν.
Το «Ολίμπικο» γεμίζει με τρελαμένους φίλους της Ρόμα και αδειάζει ξανά για τα τυπικά, λίγο πριν εκείνοι ξεχυθούν εκ νέου στο ευλογημένο χορτάρι που έγινε η πλατφόρμα της πραγματοποίησης του μεγαλύτερου ονείρου τους. Η Ρόμα είναι πρωταθλήτρια Ιταλίας. Η σχεδόν παρανοϊκή έκσταση πλημμυρίζει το γήπεδο. Μερικοί χοροπηδούν στο γρασίδι, άλλοι τρέχουν να κόψουν ένα κομμάτι από τα δίχτυα, κλαίνε, γελούν, αγκαλιάζονται. Πανηγυρίζουν. Σαν να ήξεραν πως μετά από 22 χρόνια αυτή η κατάκτηση του Scudettoθα εξακολουθούσε να είναι η τελευταία τους. Όπως ήταν η πρώτη και η τελευταία για τον Τότι, για τον Μπατιστούτα, για χιλιάδες άλλους ανθρώπους που η καρδιά τους επέλεξε να παγιδεύσει τη Ρόμα.
Στιγμές ανεπανάληπτες – κυριολεκτικά – μέχρι και σήμερα. Λίγες στιγμές ευτυχίας. Ευτυχίας μοναδικής, συμπυκνωμένης. Και άρα πιο έντονης, πιο σπουδαίας. Όπως εκείνες οι λίγες κουταλιές της τέλειας κόκκινης σάλτσας ντομάτας φυλάκισαν μέσα τους τόνους γεύσης, έτσι ακριβώς κι εκείνοι οι τρελοί πανηγυρισμοί, εκείνες οι στιγμές ευτυχίας εγκλώβισαν τα ακραία συναισθήματα μιας ολόκληρης καριέρας ή μιας ολόκληρης ζωής.
Διαβάστε επίσης:
- Ντιναμό Κιέβου: Τα υπερηχητικά «εγγόνια» του Βαλερί Λομπανόφσκι
- Νιούκαστλ: Όταν η αρμάδα των Κίγκαν και Σίρερ κέρδισε το δικαίωμα στο όνειρο!
- Λάτσιο: Όταν οι «μαχητές» της Ρώμης σημάδεψαν τη χιλιετία
- Όταν η Πάρμα των Κρέσπο, Μπουφόν, Βερόν και Τουράμ «μάγευε» την Ευρώπη...
- Άγιαξ: Οι ανίκητοι μπέμπηδες του Λουίς Φαν Χάαλ
- Πόρτο: Όταν οι Δράκοι του Μουρίνιο κατέκαψαν την Ευρώπη!
- Ρίβερ Πλέιτ: Ένα ανεπανάληπτο στέμμα με τρία πετράδια στο κεφάλι των Μιγιονάριος
- Στεάουα Βουκουρεστίου: Το ευρωπαϊκό «θαύμα» του 1986
- Βαλένθια: Οι Νυχτερίδες στη ρωγμή του χρόνου